Αφιέρωμα του Vice στο στο μουσείο κέρινων ομοιωμάτων του Θεόδωρου Κοκκινίδη στα Κηπιά
Τα Κηπιά είναι ένα χωριό 300 κατοίκων στην Καβάλα, χτισμένο στους πρόποδες του Παγγαίου. «Για την ακρίβεια οι κάτοικοι είναι 333, είναι και 33 δικοί μου», μας διορθώνει ο Θεόδωρος Κοκκινίδης χαμογελώντας. Αναφέρεται στα 33 κέρινα ομοιώματα που έχει στο μουσείο του, που λειτουργεί από το 2010. Εκεί έχουν βρει θέση ο Μάικλ Τζάκσον, ο Μίκης Θεοδωράκης και η Αλίκη Βουγιουκλάκη, μέχρι και ο Ντάνιελ Γκρεγκ. Τελευταία το μουσείο συμπλήρωσαν η Μπουμπουλίνα και ο Κολοκοτρώνης, με αφορμή τα 200 χρόνια από την Επανάσταση. Και οι selfies των επισκεπτών πάνε κι έρχονται.
Ο δημιουργός όλων των ομοιωμάτων, ο 44χρονος Θεόδωρος Κοκκινίδης, σπούδασε μουσική και τραγούδι. Μάλιστα μία περίοδο της ζωής του, εμφανιζόταν στις σκηνές νυχτερινών κέντρων της Θεσσαλονίκης. «Το ρεπερτόριο της νύχτας δεν κούμπωνε πάνω μου», λέει τώρα. Από μικρός όμως ζωγράφιζε, κυρίως προσωπογραφίες. Αυτό τον ευχαριστούσε. Μέχρι που στα χέρια του έπεσε ένα αφιέρωμα εφημερίδας, για το Madame Tussauds, το μουσείου κέρινων ομοιωμάτων του Λονδίνου. «Εξεπλάγην όταν το είδα», λέει στο VICE. Αυτό ήταν το κλικ που έκανε την αλλαγή στη ζωή του. «Πήρα από ένα θείο μου, που είχε μελίσσια, ένα κομμάτι κερί. Άρχισα να κάνω το πρόσωπο του Μάικλ Τζάκσον. Είναι πολυαγαπημένος μου. Προσπαθούσα να βρω τρόπο να τον δουλέψω», περιγράφει. Βρήκε τελικά μία πατέντα για να μετατρέψει το κερί σε πρόσωπο, σε χέρια. Χρησιμοποίησε πιστολάκι για τα μαλλιά. «Έτσι το κερί δεν έλιωνε εντελώς και μπορούσα να το πλάσω», εξηγεί. Ήταν όμως δύσκολο. Ο Μάικλ Τζάκσον ήταν πραγματικότητα. Με τα σπαστά μαλλιά και τη γνωστή χορευτική φιγούρα του που είδαμε στο άλμπουμ Dangerous.
Η πατέντα με το πιστολάκι μπορεί να ήταν δύσκολη, όμως η ικανοποίηση μεγάλη. Έτσι γεννήθηκαν τα κέρινα ομοιώματα της Αλίκης Βουγιουκλάκη και της Τζένης Καρέζη. Ο δημιουργός από τα Κηπιά έβλεπε φυλλάδια που φίλοι του έφερναν από το μουσείο του Λονδίνου, είχε επισκεφτεί και τα Γιάννενα, το μουσείο του Παύλου Βρέλλη. «Πριν επισκεφτώ το Λονδίνο είχα ήδη έξι έργα. Φανταζόμουν ότι είναι τεράστια απόσταση. Όταν πήγα εκεί όμως ένιωσα χαρά, κατάλαβα ότι δεν ήμουν πολύ μακριά», λέει. Μίλησε με γλύπτες εκεί, έψαξε τις διαφορές, την εξέλιξη. Πέρασε στα καλούπια, δημιουργώντας πολύ πιο εύκολα απ’ ότι με την πατέντα και το πιστολάκι. Και το εργαστήριό του γέμιζε διαρκώς έργα. Μέχρι που νοίκιασε την παλιά αποθήκη του τοπικού αγροτικού συλλόγου και τη μετέτρεψε σε μουσείο. «Βολεύει επειδή είναι χτισμένη από πέτρα και κρατάει τη θερμοκρασία στο εσωτερικό», εξηγεί. Άλλωστε το κερί λιώνει εύκολα. Και το κέρινο ομοίωμα είναι επικίνδυνο, ανά πάσα στιγμή, να καταστραφεί.
Περπατάμε στη μεγάλη αίθουσα του μουσείου, όπου ο μαέστρος Μίκης συντονίζει την ορχήστρα του έχοντας ανοιχτά τα χέρια, η Μελίνα έχει ανάψει το τσιγάρο της και ο Ωνάσης κάθεται στο γραφείο του. Σε μία γωνία η Ζωζώ Σαπουντζάκη φοράει ένα κόκκινο φόρεμα με παγιέτες με το χαρακτηριστικό σχίσιμο στο πόδι και έχει ποζάρει δίπλα στο πιάνο του Μίμη Πλέσσα. «Ήρθε τρεις φορές. Ήθελε η ίδια να φοράει το συγκεκριμένο φόρεμα». Όταν το πρόσωπο είναι στη ζωή θέλει ο ίδιος να βρεθεί μαζί του, να καταγράψει τις κινήσεις του, να μετρήσει τα μεγέθη. Το ίδιο έκανε και με τον Πλέσσα. «Του είπα ότι θέλω να ποζάρει. Και ρώτησε “δηλαδή θα κάνετε όπως αυτό στη Madame Tussauds;”. Τον φωτογράφισα, τον μέτρησα και μετά ήρθε και κάναμε εδώ στο χωριό τα αποκαλυπτήρια», θυμάται ο κ. Κοκκινίδης. Το ομοίωμά του είδε κι ο Κώστας Βουτσάς. «Εγώ έλειπα. Πήρε μάλιστα τα γυαλιά του και τα έβαλε στο ομοίωμα. Ήταν ωραίος». Όπως και ο Θόδωρος Ζαγοράκης και η Βούλα Πατουλίδου, που έδωσαν μάλιστα τις αυθεντικές στολές για να ντύσει ο δημιουργός τα ομοιώματα.
Προσπαθεί να βρίσκεται όσο πιο κοντά στα ομοιώματά του πριν τα φτιάξει. «Θέλω να τους ξέρω όσο περισσότερο γίνεται. Άλλωστε περνούμε παρέα τουλάχιστον έξι μήνες», χαμογελάει, καθώς τόσος είναι ο χρόνος ολοκλήρωσης ενός ομοιώματος. Τους υπόλοιπους, κατάφερε να τους βρει μέσα από τηλεοπτικά αφιερώματα και συνεντεύξεις. «Ειδικά στις συνεντεύξεις βρίσκεις τις κινήσεις που κάνουν στην καθημερινότητα», σημειώνει. «Τους αισθάνομαι δικούς μου ανθρώπους. Προσπαθώ να βρεθώ στη θέση τους για να βγάλω αυτά τα χαρακτηριστικά στο κερί».
Λίγο πιο μέσα, ο δεύτερος χώρος του μουσείου φιλοξενεί τους παγκόσμιους σταρ. Βασικός οικοδεσπότης είναι ο Μάικλ Τζάκσον και ο μοναδικός που απολαμβάνει την παρουσία του δύο φορές στο μουσείο. Δίπλα του στέκονται ο Τζόνι Ντεπ, ο Ντάνιελ Γκρεγκ, η Γουίτνεϊ Χιούστον, η Μαντόνα, ο Έλβις. Εκεί έχει και το δικό του ομοίωμα. Είναι ο Θεόδωρος Κοκκινίδης, νεότερος.
Και στο βάθος το μουσείου έχει περισσότερο Ελλάδα: Καβάφης, Τσαρούχης, Ελύτης, Καραμανλής, Παπανδρέου και οι ήρωες της Επανάστασης. «Είναι αφιέρωμα στα 200 χρόνια», μεταφέρει ο δημιουργός. Στο μικρό εργαστήριό του κατάφερε να μπει το VICE παρά τις επίμονες αρνήσεις του. Εκεί σμιλεύει τώρα τον Γιώργο Καραϊσκάκη. Βάζει τρίχα-τρίχα τα μαλλιά στο κεφάλι του. Ακόμη το μουστάκι δεν έχει πάρει τη θέση του. Όταν το γλυπτό γίνει αναλαμβάνουν και οι υπόλοιποι δημιουργοί. Ο οδοντοτεχνίτης Αντώνης Καραγιαννίδης και η κομμώτρια Αθηνά Παναγιωτίδου. «Κάνουν φοβερή δουλειά», σχολιάζει.
Στα Κηπιά των 333 κατοίκων, το μουσείο κέρινων ομοιωμάτων είναι στολίδι. «Οι γείτονες χαίρονται περισσότερο από μένα όταν βλέπουν τον κόσμο να έρχεται», λέει ο δημιουργός. Στην αρχή το χωριό δεν είχε αντιληφθεί τί ακριβώς είχε συμβεί. «Είναι περήφανοι όλοι τους», λέει δείχνοντας την αγάπη που τρέφει για τον τόπο του.
Καθόμαστε στο κιόσκι, στην αυλή του μουσείου, δίπλα στον φράχτη με τις ρολογιές. Μία μεγάλη αφίσα με την εικόνα του Τζάκσον, του πολυαγαπημένου του, καλύπτει ένα τμήμα του κτιρίου: Wax Museum, γράφει. Οι επισκέπτες διακόπτουν τις συζητήσεις μας. Οικογένειες με παιδιά, ζευγάρια. «Είναι εκθαμβωτικό αυτό, είμαι εντυπωσιασμένη», μετέφερε στο Vice μία επισκέπτρια, κάνοντας τον κ. Κοκκινίδη να απλώσει ακόμη περισσότερο το πλατύ χαμόγελό του. «Πού θέλετε να φτάσετε;», έρχεται το ερώτημα στον δημιουργό. «Δεν μου φτάνει ο χρόνος να φτάσω εκεί που θέλω. Όμως θέλω να τελειώσω έναν αριθμό προσωπικοτήτων», απαντάει και ίσως έχει στον νου του τη μικρή ανηψιά του, για να ακολουθήσει τα βήματά του. «Ζωγραφίζει καλά – ποιος ξέρει;».
πηγή: vice.com –
Κώστας Καντούρης, Αλέξανδρος Αβραμίδης