Francesco Cossiga: «Μετά τον θάνατο του Lorusso, στέλνοντας τα τεθωρακισμένα των καραμπινιέρων με τα πολυβόλα, στη Μπολόνια, κάτω από τα χειροκροτήματα των μπολονιέζων κομμουνιστών (…) πολλοί μετακινήθηκαν προς τις Ερυθρές Ταξιαρχίες και την Πρώτη Γραμμή». «Ένας αρχηγός [του ΚΚI] μου είπε: τώρα που έχετε μερικούς τρομοκράτες στη φυλακή, γιατί δεν τους δίνετε μια πίεση, γιατί δεν τους σφίγγετε λιγάκι;»
Francesco Cossiga: «Ήμασταν υπεύθυνοι για τη χειραγώγηση της γλώσσας: όταν καταλάβαμε ότι οι ανατρεπτικοί είχαν απήχηση τους εργάτες, αρχίσαμε να τους αποκαλούμε εγκληματίες».
Δεν είναι δηλώσεις δικές μου, είναι λόγια του Francesco Cossiga o oποίος την περίοδο της απαγωγής και εκτέλεσης του Aldo Moro, γ.γ. της Χριστιανικής Δημοκρατίας και επιφανέστερου στελέχους της, την περίοδο που οι ερυθρές Ταξιαρχίες τον απήγαγαν και στη συνέχεια εκτέλεσαν, διετέλεσε υπουργός Εσωτερικών, στη συνέχεια πρωθυπουργός της Χώρας και μετέπειτα Πρόεδρος της ιταλικής Δημοκρατίας.
Το κείμενο λοιπόν που έχετε μπροστά σας παρακολουθεί τον πρωταγωνιστή της ιστορίας και τους συντρόφους του να κινούνται για ένα μεγάλο διάστημα της προσωπικής και πολιτικής τους αναζήτησης ταυτότητας μέσα στα μονοπάτια αυτής της εξέγερσης που κράτησε τουλάχιστον μια δεκαπενταετία, φοιτητής ον στην ανταριασμένη χώρα – την επεισοδιακή επιστροφή του στη γενέθλια Γη και τη συνέχεια του προσωπικού του και συλλογικού παγκόσμιου ταξιδιού προς την χώρα του Ποτέ…
»Μια γενια έξω και εναντια στα πολιτικα κομματα, αλλα και διχως κομματα στη στιξη. Διοτι η συνδεση των νοηματων ηταν αυτονοητη: το πολιτικο ταυτιζόταν με το προσωπικο, η καθημερινη ζωη ένα με την πολιτικη δραση, η δε διάκριση των νοηματων επισης σαφης: εμεις κι εκεινοι, εμεις, οι οποιοι αναζηταμε την ταυτοτητα μας μεσα στον ποταμο της νεοτητας μας και της δρασης μας, στον ποταμο που ποτε δεν είναι ο ιδιος, και εκεινοι, οι καπιταλιστες, οι μπουρζουαδες, οι κατασταλτικοι μηχανισμοι, οι χριστιανοδημοκρατες, οι μαφιοζοι, τα στελεχη και τα μελη του ιταλικου ΚΚ (συντηρητικα, ευρωσταλινικα και μικροαστικοποιημενα), οι συνδικαλιστες – για να πουλανε τους αγωνες». Nanni Balestrini. Oι Αόρατοι
Ο Μιχάλης Μαυρόπουλος σπούδασε Κοινωνιολογία στη σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Φλωρεντίας. Συνταξιούχος ασφαλιστικός σύμβουλος, διετέλεσε για μια εικοσαετία εκπαιδευτής θαλασσίων σπορ, όπως επίσης στη συνέχεια αποθηκάριος, dj σερβιτόρος και μπάρμαν, κολυμβητής από μικρός, windsurfer και ότι άλλο παίζεται στην αμμουδιά, περιπατητής, μεταφραστής και διάφορα άλλα που δεν είναι της ώρας να τα πούμε!
Για την αγάπη του αγώνα
Όταν γοητεύτηκα από το Θείο, κάποια λίγα λόγια με έκαναν να νιώσω βαθιά ολοκληρωμένος, όταν αισθάνθηκα μέσα μου πλήρες, το μεγαλείο τους. Είναι η διδαχή γέροντα προς τον μαθητή του και λέει πως: »η Παράδεισος έχει κλείσει, δεν χωράει πλέον κανείς, να είσαι με το καλό για την αγάπη και μόνο, απλά γιατί αγαπάς, δεν υπάρχει ανταμοιβή».
Έτσι είναι και με τον αγώνα για την ελευθερία και την χειραφέτηση, κοινωνική και προσωπική. Θέλει αγώνα, καθημερινό, η νίκη δεν είναι αυτοσκοπός, παλεύεις για τον αγώνα, για ένα καλύτερο αύριο, για να είσαι καλύτερος άνθρωπος. Αυτά τα δυο πάνε πακέτο, αγάπη αγώνας, αυτονομία ελευθερία, δέσμευση χειραφέτηση, στράτευση αξιοπρέπεια!
Από μικρός αγάπησα τον αθλητισμό. Όπως λέει και η Ανθή: »–Γιατί οι πρόγονοί μου έστεφαν απλώς με κλαδί ελιάς τους νικητές των Ολυμπιακών αγώνων; Γιατί μόνο αυτό;
-Επειδή η ουσιαστική επιβράβευση είχε έρθει ήδη ενόσω ο αθλητής προετοιμαζόταν και αγωνιζόταν, εαυτέ μου. Αυτό ήταν το έπαθλο· ο ίδιος ο «ιδρώτας» και η υπέρβαση των ορίων των δυνατοτήτων που ο αθλητής θεωρούσε ανυπέρβλητα για εκείνον ως τότε. Μια νίκη είχε συντελεστεί ήδη κατά τη διάρκεια της συνειδητής εργασίας του για ανύψωση. Το κλαδί ήταν απλώς ο συμβολισμός. Ένας συμβολισμός· το επιστέγασμα του άθλου που είχε φέρει εις πέρας».
και: Ο τολμών νικά, ήδη ενόσω τολμά.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος