Dark Mode Light Mode

Λαοί με παιδεία και καλλιέργεια δεν χρειάζονται αγάλματα

Με αφορμή ένα κείμενό μας από τη στήλη αυτή, άνοιξε την προηγούμενη εβδομάδα μια ευρεία συζήτηση για την αναγκαιότητα ή μη της επανατοποθέτησης του αγάλματος του στρατιώτη των Βαλκανικών Πολέμων που τα βουλγαρικά στρατεύματα κατοχής αποκαθήλωσαν με βίαιο τρόπο από την Κεντρική Πλατεία προς το τέλος του 1941.

Είχαμε επισημάνει ότι το πολύπαθο και κακάσχημο κέντρο της Καβάλας δεν χρειάζεται να φορτωθεί ακόμη περισσότερο με ένα ακόμη άγαλμα το οποίο μάλιστα δεν έχει καμιά απολύτως καλλιτεχνική και αισθητική αξία γεγονός που αναγνωρίζεται όχι μόνον και τόσον από μας αλλά κυρίως από εικαστικούς και άλλους ειδικούς που έχουν ένα κύρος και μια ιστορία στον ευρύτερο καλλιτεχνικό χώρο.

Σημειώσαμε επίσης και τα αρνητικά συναισθήματα και εντυπώσεις που θα προκαλέσει σε πολλούς επισκέπτες της πόλης μας σε μια εποχή που η τοπική οικονομία και ο τουρισμός προσβλέπει και προσδοκά σημαντικά οφέλη από την βαλκανική μας γειτονιά.

Αναγνωρίζουμε και φυσικά σεβόμαστε απολύτως τις μετριοπαθείς και νηφάλιες απόψεις πολλών συμπολιτών μας που κυρίως για συναισθηματικούς και –ας πούμε- για ιστορικούς λόγους θα ήθελαν να ξαναστηθεί αυτό το άγαλμα σε κάποιο μουσείο ή εσωτερικό, τέλος πάντων, χώρο.

Ανησυχούμε όμως και ως ένα βαθμό τρομάζουμε από τις υλακές των ακραίων νεόκοπων βουλγαροκτόνων που με περισσή θρασύτητα είτε μέσω του τοπικού τύπου είτε κυρίως μέσω των κοινωνικών δικτύων στο ίντερνετ, εξεμούν οχετούς ύβρεων και απειλών εκμεταλλευόμενοι και αξιοποιώντας το γενικότερο κλίμα καχυποψίας και συντηρητικοποίησης της κοινής γνώμης που έχει εξελιχθεί σε ένα φαινόμενο όχι μόνο ελληνικό αλλά ευρωπαϊκό και παγκόσμιο.

Υπάρχει επίσης και μια σειρά περιστατικών που παρατηρούμε να κλιμακώνονται σε τοπικό επίπεδο χωρίς ασφαλώς να προσχωρούμε ή να ασπαζόμαστε συνωμοσιολογικές θεωρίες. Η ιστορία σχετικά με το μνημείο των Καβαλιωτών Εβραίων, η «ξαφνική» (;) ιδέα αλλαγής του ονόματος της οδού Ομονοίας σε «Αποστόλου Παύλου», η διαμάχη για τον Μεντρεσέ και οι γουρουνοκεφαλές που κάποιοι έριξαν προσφάτως εκεί μέσα, η αντιμετώπιση από κάποιες μειοψηφίες των προσφύγων και γενικότερα του προσφυγικού ζητήματος, η ανάρτηση τεραστίου μεγέθους σημαιών στο Φρούριο και άλλα.

Ακόμη πιο επικίνδυνοι και αηδιαστικοί όμως είναι κάποιοι ημιμαθείς γυμνοσάλιαγκοι που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν δ’ ίδιον όφελος (προσωπικό και πολιτικό) αυτό το κλίμα οπισθοχώρησης έναντι της δημοκρατίας και της ελευθερίας που παρατηρείται στις σύγχρονες κοινωνίες (και εν προκειμένω στον Καβαλιώτικο μικρόκοσμό μας) και να προβληθούν ως Ηρακλείς του Στέμματος της τοπικής μας ιστορίας και του όποιου μεγαλείου της.

Αυτοί οι άνθρωποι, αδίστακτοι στο να γλείψουν εκεί που έφτυναν, χωρίς στην πραγματικότητα να έχουν πολιτική και ιδεολογική πατρίδα, πετούν στα σκουπίδια και τα τελευταία ίχνη ηθικού έρματος και αξιοπρέπειας που διαθέτουν αρκεί να πετύχουν τις ύπουλες επιδιώξεις τους. Η κοινωνία μας όμως είναι μικρή και όλοι λίγο – πολύ γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Τους αναγνωρίζει όσο κι αν δρουν υπογείως, τους ξέρει και τους περιφρονεί.

Το κακό είναι ότι, αδίστακτοι και άμυαλοι όντες, δεν έχουν κανένα πρόβλημα αν με την τακτική τους αυτή δίνουν λαβή και επιχειρήματα στους ακραίους και τους φασίστες να προβάλουν όλο και με περισσότερο θράσος την αηδιαστική τους ιδεολογία.

Η περίπτωση του αγάλματος είναι απλώς ένα ακόμη επεισόδιο στα πολλά παρόμοια που παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια να εξελίσσονται πλήττοντας βάναυσα -και κυρίως όλο και πιο καίρια- την δημοκρατία μας. Δεν πρέπει να μείνουμε απαθείς. Και ιδιαίτερα οι άνθρωποι των γραμμάτων, της τέχνης και γενικότερα του πολιτισμού. Οφείλουν να αντιδράσουν. Πρέπει όλοι να αντιδράσουμε. Γιατί τελικά άνθρωποι και λαοί που έχουν μόρφωση, παιδεία και ευρύτερη καλλιέργεια δεν έχουν ανάγκη από αγάλματα.

Θ.Θ.

 

ΥΓ. Και μια απάντηση στον Γιώργο Γανίτη που αν και διαφωνώ μαζί του, οφείλω ωστόσο να σημειώσω ότι το κείμενό του (απάντηση στην δικιά μου πρώτη τοποθέτηση) ήταν προσεκτικά γραμμένο, με μετριοπάθεια, χωρίς λαϊκίστικες κορώνες και με ένα σεβασμό στην άλλη άποψη όσο εκ διαμέτρου διαφορετική κι αν ήταν η δική του.

Μισαλλοδοξία: μίσος για τον αλλόδοξο. Μίσος για την άλλη δοξασία, για τα άλλα «πιστεύω», για τη διαφορετική άποψη.

Δεν ισχυρίζομαι, Γιώργο, ότι από μόνη της η τοποθέτηση του αγάλματος είναι μια μισαλλόδοξη πράξη αν και η μπάλα όπως καταλαβαίνεις παίρνει έτσι κι αλλιώς όλους τους Βούλγαρους και όχι μόνον τους φασίστες. Απλώς όπως εξήγησα και παραπάνω, θεωρώ το στήσιμο του αγάλματος με επίσημες τελετές, ζουρνάδες και νταούλια κ.λ.π., ως ενταγμένο (όχι κατ’ ανάγκην εκ προθέσεως) στο γενικότερο κλίμα ακραίων ιδεών και συμπεριφορών που παρατηρούμε να εκδηλώνονται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια.

Προηγούμενο άρθρο

7 Ιουλίου ξεκινά το Φεστιβάλ Φιλίππων

Επόμενο άρθρο

Εγγραφές επανεγγραφές στους Δημοτικούς Παιδικούς Σταθμούς