Μάρτη του 2011 κυκλοφόρησε το βιβλίο του αείμνηστου συνταξιούχου φιλολόγου και επίτιμου σχολικού συμβούλου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Λεωνίδα Αποστολίδη, το οποίο ήταν αφιερωμένο στον εγγονό του Λεωνίδα. Στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου ο εκλιπόντας πλέον εκπαιδευτικός ανέφερε:
«Το μικρό αυτό πόνημα, καρπός μακρόχρονης κυοφορίας, προσπαθεί να παρακολουθήσει τις διάφορες φάσεις της σημασιολογικής χρήσης της εθνικής μας ονομασίας μέσα στην ιστορική διαδρομή του Ελληνισμού. Η συγκέντρωση του σχετικού υλικού ξεκινά από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, τότε που φοιτούσα στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης και η διετής παραμονή μου στην Αθήνα μου έδωσε τη δυαντότητα πρόσβασης σε βιβλιοθήκες της πρωτεύουσας.
Η έρευνα βασίστηκε κυρίως στις πηγές, στα κείμενα, από τον Όμηρο μέχρι το μεγάλο Σηκωμό. Πολύ σημαντική υπήρξε βέβαια και η συμβολή αξιόλογων σχετικών εργασιών του περασμένου αιώνα, που κατόρθωσα να έχω στη διάθεσή μου. Άλλωστε «έτερος εξ ετέρου σοφός…».
Η εξέταση του θέματος ακολουθεί γενικά ευθύγραμμη πορεία. Αρχίζει από την μακρινή αρχαιότητα και προσπαθεί να πλησιάσει στην πηγή και να παρακολουθήσει την πορεία της εθνικής μας προσηγορίας στο διάβα των χιλιετηρίδων. Η μεσαιωνική και βυζαντινή περίοδος, με τις ιδιαιτερότητες και τις δυσκολίες της, απορρόφησε μεγάλο μέρος της έρευνας. Επισημαίνεται τέλος ότι η διερεύνηση των σημασιολογικών μεταπτώσεων του ονόματός μας οδηγεί στη διαπίστωση ότι αυτές οι αλλαγές είναι στενά συνυφασμένες με την πολυκύμαντη ιστορία του έθνους μας».
Συμπερασματικά, στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου ο αείμνηστος Λεωνίδας Αποστολίδης σημείωνε: «Το εθνικό μας λοιπόν όνομα στο διάβα των αιώνων ακολούθησε πορεία παράλληλη με την ιστορική διαδρομή της Φυλής μας. Ξεκίνησε με πολύ περιορισμένη σημασία, σαν όνομα μίας μόνο φυλής γύρω από τη Φθία. Κι όταν οι μακρινοί μας εκείνοι πρόγονοι απόκτησαν συνείδηση της ενότητάς τους κι ένιωσαν την ανάγκη της κοινής ονομασίας, τα όριά της πλάταιναν κι αγκάλιασε όλο το Έθνος.
Η πνευματική ανάπτυξη της κλασικής εποχής ευρύνει ακόμη περισσότερο το περιεχόμενό της και την επεκτείνει σημασιολογικά και στο πεδίο το πολιτιστικό. Στα μετά τον Αλέξανδρο χρόνια, τότε που στο γόνιμο έδαφος της Ανατολής άνθησε και κάρπισε ο ελληνικός πολιτισμός, δημιουργήθηκε η ανάγκη της ιδιαίτερης ονομασίας των αλλόφυλων εκείνων που τέλεια είχαν εξελληνιστεί. Έτσι το όνομά μας κυοφόρησε και γέννησε τη λέξη Ελληνιστής.
Από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και κυρίως από την εποχή του Μ. Αθανασίου το όνομά μας ταυτίστηκε απόλυτα με τον οπαδό της ειδωλολατρικής θρησκείας και έφτασε μέχρι τη σημασία του άθεου. Από τον Ι΄αιώνα και μετά, μεγάλα ονόματα της βυζαντινής διανόησης κάνουν συνειδητή προσπάθεια απαλλαγής της εθνικής μας προσηγορίας από το βάρος της ειδωλολατρείας και δειλά δειλά την εμφανίζουν πάλι στο εθνικό μας προσκήνιο. Και πριν προλάβει να ξαναγίνει το εθνικό μας όνομα, δοκιμάζει νέες περιπέτειες, που είναι στενά δεμένες με τα πάθη και τους καημούς του Έθνους.
Στα χρόνια της μακρόχρονης δουλείας απωθείται και πάλι στο περιθώριο, αλλά «δε χάνεται… μονάχα ξαποσταίνει». Ζει μέσα στο Ρωμιό και τη Ρωμιοσύνη και ανασταίνεται στο μεγάλο Σηκωμό και ξαναγίνεται η κολυμβήθρα του Γένους.
Όπως ένα πλήθος φανερώματα του Ελληνισμού έχουν το προνόμιο της μοναδικότητας στον κόσμο, έτσι και η Οδύσσεια της εθνικής μας ονομασίας δεν έχει προηγούμενο μέσα στην παγκόσμια ιστορία. Ίσως γιατί η σχέση ανάμεσα στη μορφή και το περιεχόμενο της λέξης Έλληνας δεν είναι συμβατική. Υπάρχει ένας βαθύτερος και ουσιαστικότερος δεσμός που ενώνει τη λέξη με τον άνθρωπο. Αν είναι έτσι, τότε η εθνική μας ονομασία είναι η συμπίκνωση, είναι η μονολεκτική έκφραση όλου του ιστορικού μας γίγνεσθαι, γι’ αυτό και η ζωή της είναι στενά συνυφασμένη με τη μοίρα του Έθνους».
ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΠΤΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ
Τον Απρίλιο του 2012 το συγκεκριμένο βιβλίο είχε παρουσιαστεί στο κοινό της Θεσσαλονίκης. Εκεί, παρουσία βιβλιόφιλων,του καθηγητή ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας Στάθη Πελαγίδη, του καθηγητή Γιάννη Χριστοφορίδη και του επίτιμου εισαγγελέα εφετών Νικολάου Παπαδόπουλου, ο στρατηγός ε.α. Χρήστος Πετανίδης είχε «συστήσει» το φιλόλογο –συγγραφέα Λεωνίδα Αποστολίδη. Ο μελετητής της Ποντιακής Γραμματείας κ. Χριστοφορίδης παρουσιάζοντας το βιβλίο είχε τονίσει μεταξύ άλλων:
Μια από τις πολλές και ποικίλες παραδόσεις που κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους αρχαίους Έλληνες και περιέχεται στα κείμενα του Απολλόδωρου-Αλεξανδρινού γραμματικού και ιστορικού – μας λέει ότι: Ο γιός του Προμηθέα, ο Δευκαλίων που βασίλευσε στη Φθία, παντρεύεται την Πύρρα,θυγατέρα του Επιμηθέα και της Πανδώρας. Παιδιά του Δευκαλίωνα και της Πύρρας είναι,πρώτος ο Έλλην- για τον οποίο λέγεται ότι έχει θεική,από τον Δία,προέλευση και ο δεύτερος ο Αμφικτύων. Από τον Έλληνα και την Ορσπίδα γεννιούνται τρία παιδιά ο Δώρος, ο Ξούθος και ο Αίολος, ο Έλλην. Τους υπηκόους του, που λεγόταν Γραικοί,τους ονόμασε Έλληνες και στα παιδιά του μοίρασε τη χώρα του.
Πρώτη γραπτή μαρτυρία του εθνικού μας ονόματος, Έλληνες και Πανέλληνες, βρίσκουμε στον Όμηρο. Από τους αρχαίους συγγραφείς, ο Θουκιδίδης δέχεται ότι ο Έλλην και οι γιοι του, καθώς επίσης και ο Δευκαλίων, ήταν ιστορικά πρόσωπα που ήκμασαν πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Αυτός διέβλεψε ότι η εξάπλωση του ονόματος «Έλληνες» προήλθε από την επικράτηση των Ελλήνων της Φθίας πάνω στους άλλους πλησιόχωρους συγγενικούς λαούς,οι οποίοι επικαλούνταν τη βοήθειά τους.Από τα κείμενα του Ησιόδου (750-700π.χ.) γίνεται φανερό ότι το όνομα «Ελλάς» ήδη στο τέλος του 8ου π.χ. αιώνος είχε απλωθεί σε όλη την ηπειρωτική και νησιωτική χώρα.
Την εποχή των Περσικών πολέμων είναι, χωρίς αμφιβολία,καθιερωμένη και παγιωμένη πια η λέξη «Έλλην»ως κοινή ονομασία όλων ανεξαιρέτως των Ελλήνων. Ο τρίποδας με τον «τρικαρηνόν όφιν»,το τρικέφαλο φίδι, που αφιερώθηκε στους Δελφούς μετά τη νίκη στις Πλαταιές το 479π.χ., είναι η πιο εύγλωτη μαρτυρία. Στο επίγραμμα που είναι πάνω από τον τρίποδα,διαβάζουμε: «Ελλήνων αρχηγός επεί στρατόν ώλεσε Μήδων Παυσανίας Φοίβω μνημ’ ανέθηκε τόδε…».
Ο Ισοκράτης,Αθηναίος ρήτορας (436-338π.χ.) στον πανηγυρικό του πλέκοντας το εγκώμιο της πατρίδας του, κάνει και την παρακάτω εύστοχη παρατήρηση: «Τόσο μάλιστα έχει αφήσει πίσω της η πόλη μας τους άλλους ανθρώπους στη σκέψη και το λόγο, ώστε αυτής οι μαθηταί να έχουν γίνει δάσκαλοι των άλλων και έχει κάνει το όνομα των Ελλήνων να μη φαίνεται πως είναι για φυλή, αλλά για πνευματική καλλιέργεια και να λέγονται Έλληνες πιο πολύ εκείνοι που μετέχουν στη δική μας παιδεία παρά εκείνοι που είναι της ίδιας φυλετικής καταγωγής». Κατά τον Ισοκράτη λοιπόν,η λέξη «Έλληνας» έφτασε να σημαίνει τη διάνοια,τον «πεπαιδευμένο»άνθρωπο, αφού κατά τη γνώμη του μπορεί ένας αλλόφυλος να είναι πολιτιστικά Έλληνας.
Το χρονικό διάστημα από το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323π.χ) μέχρι την κατάκτηση της Αλεξάνδρειας από τους Ρωμαίους (30μ.χ.), ονομάζεται Αλεξανδρινή, ή Ελληνιστική περίοδος.Κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της περιόδου αυτής είναι η διάδοση της Ελληνικής γλώσσας και φιλολογίας, καθώς και του Ελληνικού πολιτισμού στους λαούς της Ασίας, της Ευρώπης και της Αιγύπτου.
«Και την κοινήν Ελληνική λαλιά»,γράφει ο Καβάφης, «ως μέσα στην Βακτριανή την πήγαμε, ως τους Ινδούς». Από αυτό ξεπηδάει όλο το μεγαλείο της εθνικής μας συνέχειας, και που με την επιστημονική του τεκμηρίωση και την ιστορική αποσαφήνιση, αποτελεί εξαιρετική πηγή εθνικής αυτογνωσίας αλλά και απάντηση στους ανιστόριτους υπαινιγμούς και στην ισοπεδωτική πολιτική των ξένων.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Ο Λεωνίδας Κ. Αποστολίδης ήταν φιλόλογος, απόφοιτος του κλασικού τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση ως καθηγητής, Γυμνασιάρχης και Σχολικός Σύμβουλος. Έργα του:
Α) Το συγγραφικό έργο του Στάθη Χριστοφορίδη – Σάρπογλη, περιοδικό «Αρχείον Πόντου», τόμος τεσσαρακοστός έβδομος, Αθήνα 1996 – 1997.
Β) Οι Κλωστοί της Ματσούκας, Περιοδικό «Ποντιακό Βήμα», Ευξείνου Λέσχης Κοζάνης, τεύχος 49 – 50, 1997.
Γ) «Ο Αντώνης ο Δάσκαλον» (1883 – 1977), στο παραπάνω περιοδικό, τεύχος 61, 2000.
Δ) «Άγνωστες σελίδες του Πόντου» (το χειρόγραφο του Ι. Μαρνόπουλου), Εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη Α.Ε., Θεσσαλονίκη 2000.
ΒΟΥΛΑ ΘΑΣΙΤΟΥ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ