Dark Mode Light Mode

Μασμάν και Ασλάν

Γράφει ο Χρήστος Τσελεπής

 

Όταν ο νεαρός Παναγιωτάκης και μετέπειτα Παναγιώταρος κατά την κοινή έκφραση «κατέβαζε τα ρολά», όχι η μπάλα, ούτε κουνούπι δεν έμπαινε στην εστία του. Ίσως σε αυτό συνέτεινε και το ότι ο Μασμανίδης ήταν συνάμα εξαιρετικός επιθετικός παίκτης, άρα ήξερε καλά το πώς σκέφτεται και το πώς ενεργεί ο επιθετικός ποδοσφαιριστής, γι΄ αυτό κι ανταποκρινόταν με μεγάλη επιτυχία στα καθήκοντα του τερματοφύλακα. Δεν είναι μόνο να είσαι καλά γυμνασμένος και να έχεις άριστη φυσική κατάσταση. Είναι να διαθέτεις και την κατάλληλη ψυχολογία και κυρίως να έχεις πλήρη αντίληψη των φάσεων, ώστε να ξέρεις κάθε φορά να παίρνεις την κατάλληλη θέση κάτω από τα δοκάρια σου, να ξέρεις πότε θα πρέπει να πραγματοποιήσεις έξοδο, να παρατηρείς το πώς κινούνται και πως σουτάρουν οι αντίπαλοι επιθετικοί και βέβαια να ξέρεις να συνεργάζεσαι άψογα με τους αμυντικούς σου, καθοδηγώντας τους συχνά ως προς τον τρόπο άμυνας και τον τρόπο ανάπτυξης του παιχνιδιού. Όλ΄ αυτά και πολλά άλλα σχετικά με την πρόκληση βεβιασμένων ενεργειών από την πλευρά των αντιπάλων, τα γνώριζε καλά ο Μασμάν.

Από την άλλη ο Τάσος Ασλανίδης, λιοντάρι σκέτο – όνομα και πράγμα – υπήρξε και ως γυμνασιόπαις ένας θαυμάσιος αθλητής στους δρόμους αντοχής και ημιαντοχής. Στους μαθητικούς αγώνες μάλιστα άφηνε τουλάχιστον ένα γύρο πίσω τους υπόλοιπους συναθλητές του, γιατί δε χαμπάριαζε από κούραση, δούλευε πολύ και προπονιόταν συστηματικά, ώστε να ανταποκρίνεται πλήρως στις υποχρεώσεις του και στις οδηγίες του εκάστοτε προπονητή. Σ΄ έναν αγώνα κυπέλλου με τον Άρη Θεσσαλονίκης, μες στο γήπεδο Χαριλάου, ο Τάσος έκανε το παιχνίδι της ζωής του, αναγκάζοντας τους παράγοντες του Άρη να παραμιλούν και να φροντίσουν γρήγορα να τον εντάξουν στο δυναμικό της ομάδας του.

Ήταν αρχές Ιουνίου του «68 και πολλοί καβαλιώτες φίλαθλοι, παρά το εργάσιμο της ημέρας, είχαν ακολουθήσει την ομάδα στη Θεσσαλονίκη. Μαζί τους είχαν ενωθεί στις κερκίδες του Χαριλάου και πολλοί καβαλιώτες φοιτητές. Από κοντά και ο πάντα εκδηλωτικός και γνήσιος οπαδός του συλλόγου, ,ο Πέτρος Κώστας, τελειόφοιτος τότε του Λυκείου. Οι Αρειανοί δεν μπορούσαν να ξεχάσουν τον αποκλεισμό τους από τον ΑΟΚ στο θεσμό του κυπέλλου Ελλάδος πριν δυόμιση χρόνια στην Καβάλα την ημέρα των Φώτων. Στο μεταξύ διάστημα όμως πολλά είχαν αλλάξει. Στη στρατοκρατούμενη Ελλάδα, στρατοκρατούμενος ήταν κι ο αθλητισμός. Ακόμη κι ως γυμνασίαρχοι αγών ων ορίζονταν συνταγματάρχες. Το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» εφαρμόστηκε ακόμη και στο ποδόσφαιρο. Ο Παττακός, ας πούμε ανέβασε τον Ο.Φ.Η. στην Α΄ Εθνική Κατηγορία με το «έτσι θέλω», προκειμένου να κερδίσει τη συμπάθεια των βαθιά δημοκρατικών Κρητικών. Ο τρίτος αγώνας διαβάθμισης ανάμεσα στον Ο.Φ.Η. και στον Πανελευσινιακό αποφασίστηκε να διεξαχθεί στο …ουδέτερο γήπεδο των Χανίων. Η εύνοια ήταν φανερή…

Αλλά και ο Άρης επί Χούντας είχε την υποστήριξη μιας πλειάδας αξιωματικών, μέχρι και στρατηγών. Κι αυτό φάνηκε και σ΄ εκείνο τον αγώνα. Ένας ανεκδιήγητος διαιτητής, έκανε τα πάντα για να νικήσουν οι Θεσσαλονικείς. Αλλά οι παικταράδες του ΑΟΚ αγωνίζονταν σαν πραγματικά λιοντάρια με κορυφαίους τον Μασμάν και τον Ασλάν. Θηρία ανήμερα τους πλαισίωναν ο Βάιος Ανέστης, ο γνωστός Βάγιας, ο Ανέστης Καραμπετάκης, ο Βασίλης Τσεντεμεΐδης, ο Σεραφείμ Μπλέκος, ο Κώστας Πάτσας, ο Αντώνης Μοδούρας, ο Μήτσος Παρίδης, ο Γιάννης Γκαρανάτσιος και ο Αλέκος Μπαρμπαλέξης.

Και βέβαια δεν ήταν λίγο να κρατήσεις το ισόπαλο αποτέλεσμα απέναντι στον Άρη του Σεβεριάνο Κορέιρα, με παίκτες σημαντικότατους, αρκετοί των οποίων είχαν παίξει στην Εθνική Ελλάδος. Τερματοφύλακας ο Νίκος Χρηστίδης, με αναπληρωματικό το Γρηγόρη Παντελάκο. Στην άμυνα ο Θόδωρος Πάλλας, ο Άγγελος Σπυρίδων, ο Σοφοκλής Σεμερτζής και ο Χρήστος Ναλμπάντης. Στο κέντρο ο Κλήμης Γούναρης μαζί με το φοβερό δίδυμο Βαγγέλη Συρόπουλο και Μανόλη Κεραμιδά. Και στην επίθεση ο Γιώργος Κωνσταντινίδης, ο Αλέκος Αλεξιάδης και ο Κώστας Παπαϊωάννου. Και να σκεφτεί κανείς ότι στον πάγκο του Άρη υπήρχαν άριστοι ποδοσφαιριστές, όπως ο Ραπτόπουλος, ο Γριμπελάκος, ο Σωκράτης Πετκάκης και ο Καβαλιώτης Στέφανος Δεμίρης, που δόξασε τη φανέλα του Άρη, αφού είχε δοθεί με υποσχετική που κάθε χρόνο ανανεωνόταν από την Α.Ε.Κ. Αθηνών.

Ισόπαλο λοιπόν το αποτέλεσμα χωρίς τέρματα. Δε μπήκε γκολ ούτε και στην ημίωρη παράταση. Τότε όμως δεν είχε θεσπιστεί η διαδικασία των πέναλτι ακόμη. Λέγεται ότι η κλήρωση έγινε δύο φορές. Ο αρχηγός Ανέστης Καραμπετάκης δεν ήταν τυχερός στη δεύτερη κλήρωση. Έτσι ήθελε κι ο συνταγματάρχης που είχε οριστεί ως γυμνασίαρχος του αγώνα. Ο Άρης έπρεπε να προχωρήσει… Οι καβαλιώτες φίλαθλοι τον είχαν ανθιστεί πως η δουλειά ήταν στημένη, γι΄ αυτό και προέτρεπαν τον Πρόεδρο- που ξόδεψε περιουσίες για ν΄ ανεβάσει το σύλλογο στην Πρώτη Εθνική Κατηγορία – να πάρει την ομάδα και να φύγει. Αυτό όμως θα είχε δυσάρεστες συνέπειες για τον όμιλο. Έτσι αποφασίστηκε να πάνε στην κλήρωση, έστω ως πρόβατα προς σφαγήν…

Ο Χρήστος Μπάτσης είχε άλλα σχέδια. Ήθελε ν΄ αναβαθμίσει την ομάδα που τόσο αγαπούσε. Το εθνικό στάδιο είχε αρχίσει να διαμορφώνεται. Θα είχε χωρητικότητα περίπου 18.000 φιλάθλων. Η ομάδα θα ενισχυόταν το καλοκαίρι και θα κυνηγούσε την άνοδο, κάτι που εκείνη τη χρονιά δε μπόρεσε να πετύχει, αφού στους δυο αγώνες διαβάθμισης με τον Πανσερραϊκό δεν στάθηκε τυχερό να επικρατήσει. Στις Σέρρες είχε χάσει και στην Καβάλα ισοπαλία. Τον επόμενο χρόνο όμως όλοι έλπιζαν ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα και ο μεγάλος στόχος θα επιτευχθεί.

Προηγούμενο άρθρο

Δερματολογικές εξετάσεις στο ΚΑΠΗ Αγίου Λουκά

Επόμενο άρθρο

Βιβλιοπαρουσίαση