Συνέντευξη στο Θάνο
11/03/2024
Κατά τα 70’s η εξουσία επιστρατεύει το αφήγημα του κομμουνιστικού κινδύνου και της πιθανής επικράτησης του ριζοσπαστικού μετασχηματισμού. Σε πολλές χώρες αυτό το αφήγημα εκφράζεται με την ενεργοποίηση παρακρατικών φασιστικών σχηματισμών που πραγματοποιούν τυφλές ενέργειες «πολιτικής» βίας, με στόχο την αποσταθεροποίηση και την «αναγκαία» προσφυγή σε πραξικοπηματικές λύσεις. Στην Ιταλία αυτή η συνθήκη είναι ευρέως γνωστή ως στρατηγική της έντασης. Ποια ήταν η αντίδραση του επαναστατικού κινήματος;
Γεια σου και πάλι αγαπητέ φίλε, συνεχίζουμε να ξετυλίγουμε το κουβάρι του νήματος που μας ενώνει με την ιστορία ενός κινήματος που έχει σε μέγιστο βαθμό επηρεάσει το φαντασιακό και την πολιτική μας πορεία, και χιλιάδων άλλων σαν κι εμάς σε όλον τον κόσμο.
Θα μιλήσουμε ξεκινώντας από τους ρωμάνους Volsci. Η παρέμβασή τους, εκτός από τη θεμελιώδη στους τόπους εργασίας και στις γειτονιές, χαρακτηριζόταν από μια σκληρή πρακτική αντιφασισμού σε ανοιχτό πόλεμο με τον θεσμικό φασισμό και που, διαφορετικά σε σχέση με άλλες συνιστώσες της Αυτονομίας, αποτελούσε γι’ αυτούς μια αναμφισβήτητη κεντρική θέση στο επαναστατικό ταξίδι.
Αν η αντιφασιστική πολιτική των ομάδων της άκρας αριστεράς ακολούθησε ως επί το πλείστον τη νόμιμη οδό ώστε να τεθεί εκτός νόμου το ακροδεξιό κόμμα MSI (Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα), προσπαθώντας να επαναλάβουν την επιτυχία της διαβούλευσης για το διαζύγιο του έτους 1974, η πρακτική των Volsci και γενικά της Αυτονομίας ήταν αποκλειστικά αυτή της άμεσης δράσης κατά των γραφείων και των φασιστών στρατευμένων που ειδικά στη Ρώμη είχαν πάντα -και έχουν ακόμα- ισχυρή ρίζα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ιταλία, αυτά είναι τα χρόνια της «στρατηγικής της έντασης», τα χρόνια κατά τα οποία σκάνε οι φασιστικές βόμβες στο Μιλάνο, στη Μπρέσια ή στα τρένα που μεταφέρουν τους μετανάστες, τοποθετημένες κρυφά από τους παρακρατικούς, και πως είναι τα χρόνια που οι φασίστες γίνονται η ένοπλη πτέρυγα της αντίδρασης ενάντια στους κομμουνιστές φοιτητές και εργάτες.
Επίσης στην Πάντοβα οι πρώτες σημαντικές ενέργειες των αναδυόμενων Βενετικών Πολιτικών Κολεκτίβων για την Εργατική Εξουσία, με τις οποίες θα κατακτήσουν μια ορισμένη πολιτική ηγεμονία στην περιοχή αυτή, θα έχουν ως στόχο τους να εξαφανίσουν τη φασιστική παρουσία στην πράξη: «λίγα λόγια, πολλά μπαστούνια».
Τέλος πάντων, συνολικά, ο αγώνας ενάντια στους φασίστες ήταν ένας «μικρότερος» λόγος για την Αυτονομία. σε πολιτικό-στρατιωτικό επίπεδο πάντα έδινε μεγαλύτερη σημασία σε αυτό που πραγματικά πίστευε ως κεντρικό ζήτημα, δηλαδή το μονοπώλιο της νόμιμης βίας που ασκείται από το Κράτος.
Πολλοί πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη βίαιη ριζοσπαστικοποίηση του Κινήματος, από τη μια, και το πέρασμα στον ένοπλο αγώνα πολλών στρατευμένων, από την άλλη, ως μια αντίδραση στη «στρατηγική της έντασης», στις «μαύρες δολοπλοκίες» που ξεκίνησαν με την βόμβα της Piazza Fontana στο Μιλάνο το 1969 και τη συνακόλουθη ανάγκη απάντησης σε μια πιθανή αυταρχική μετατόπιση του Κράτους, αλλά, αν και αυτά τα γεγονότα καθόρισαν μια επιτάχυνση, δεν αποτελούν μια πειστική εξήγηση. Αυτό ήταν μόνο ένα, παρά τη σημασία του, από τα διαφορετικά κόκκινα νήματα που δένονταν άγρια με το Κίνημα.
Εν τέλη, η βία της αντιπαράθεσης ήταν μέσα στα πράγματα: στη ριζοσπαστικοποίηση των κατασταλτικών οργάνων του Κράτους και της καπιταλιστικής αντεπίθεσης αντιστοιχούσε, ανεξάρτητα από τις φασιστικές δολοπλοκίες, μια επαναστατική στρατηγική, τόσο του Κινήματος όσο και των οργανωμένων συνιστωσών του. Η σκληρότητα της αντιπαράθεσης ήταν εγγενής στην αλλαγή της εποχής που επιβεβαίωνε τον εαυτό της και αμφότερα τα μέρη, Κίνημα και Πολιτεία, προχώρησαν γρήγορα σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών.
Σε αυτό το πεδίο πρέπει να ειπωθεί και να επιβεβαιωθεί μια θεμελιώδης αλήθεια: όλοι στο Κίνημα, πίστευαν πώς κάνουν την επανάσταση και όλοι γνώριζαν πως δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ένα γεύμα γκαλά.
Γράφει ένας από τους συντρόφους μας: »Πιστεύω ότι ένα σημαντικό μερίδιο της γενιάς μας είδε, αντιλήφθηκε και επεξεργάστηκε τη σφαγή της Piazza Fontana σαν ένα πραγματικό σημείο μη επιστροφής και ως απόδειξη ότι, πέρα από ένα ορισμένο όριο, οι ειρηνικοί αγώνες δεν μπορούσαν να οδηγήσουν πουθενά, παρά στην καταστολή, ότι σε αυτό το είδος τρομοκρατίας έπρεπε να απαντήσουν διαφορετικά και όχι μόνο με μαζικές διαδηλώσεις.
Εκείνη την εποχή, πολλοί από εμάς αποκτήσαμε συνείδηση μιας βαθιάς ανομίας, μια αδικίας που αποτέλεσε την πρωταρχική, συχνά αποφασιστική, αναγκαιότητα και κίνητρο για την εξτρεμιστική και μετά ένοπλη πολιτική πολιτοφυλακή.
Αυτή η κατάσταση της ανομίας μας φαίνονταν άμεση συνέπεια της ατιμωρησίας που είχε πάντα ο Κρατικός μηχανισμός και ορισμένοι τομείς του νεοφασισμού που συνδέονταν με τον πρώτο, και, γενικότερα, της έλλειψης ή της ανεπαρκούς αναπαραγωγής στο πολιτικό-θεσμικό επίπεδο των συλλογικών απαιτήσεων, των ριζοσπαστικών διεκδικήσεων, των αιτημάτων για μετασχηματισμό που εξέφρασαν τα μαζικά εργατικά και τα φοιτητικά κινήματα το 68-69.
Κατάσταση ατιμωρησίας που μας οδήγησε να υλοποιήσουμε και να διαχειριστούμε μια «εναλλακτική δικαιοσύνη», επαναστατική, μέσω της επιβεβαίωσης, της κήρυξης ενός ουσιαστικού δικαίου, αληθινού, αντιτιθέμενου σε ένα τυπικό μη εκπληρούμενο, ασυνεπές δίκαιο’‘.
Δείτε τώρα και αυτό: »εμείς οδηγήσαμε στις πιο ακραίες συνέπειες μια σκέψη που είχαμε κληρονομήσει από τους πατεράδες μας, δηλαδή από τα κομμουνιστικά κινήματα του Εικοστού αιώνα.
Σύμφωνα με την οποία ο πιο ύπουλος και θανατηφόρος εχθρός κάθε επανάστασης είναι, ακριβώς, ο ρεφορμισμός. Από την άλλη, συμμετρικά και πολύ πριν από την ίδια την ύπαρξή μας, για το ΚΚΙ, ο προνομιούχος εχθρός υπήρξε πάντα εκείνος στα αριστερά του: οι αναρχικοί και το POUM στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, ο Bordigismο και οι Τροτσκιστές της κόκκινης Σημαίας κατά τη διάρκεια της Αντίστασης, η ομάδα του «il manifesto» το ’68, η εξωκοινοβουλευτική αριστερά, η αυτόνομη αριστερά και τέλος η ένοπλη αριστερά στη δεκαετία του ’70.
Εκείνη τη στιγμή ο Αλεσσαντρίνι αντιπροσώπευε για εμάς το Κράτος, τη δικαιοσύνη που διαχειριζόταν τους νόμους έκτακτης ανάγκης, που είχε αποδεχθεί την «εκπροσώπηση» από την πολιτική για να αντιταχθεί στα κινήματα και να νικήσει τις ένοπλες οργανώσεις.
Μια λειτουργία στην οποία η ιδεολογία του Κράτους ανακτήθηκε επίσης από την αριστερά ως αξία που έπρεπε να την υπερασπιστεί και όχι ως έκφραση της ισορροπίας δυνάμεων, της κυριαρχίας μιας πολιτικής πλευράς και μιας τάξης επί των άλλων.
Για την αριστερά στην κυβέρνηση, μετά την επιλογή του ιστορικού συμβιβασμού, το Κράτος των σφαγών είχε γίνει ένα φετίχ που έπρεπε να υιοθετηθεί, και όχι πλέον να ξεσκεπαστεί και να ανατραπεί.
Οι δημοκρατικοί δικαστές, μερικοί από τους οποίους μέχρι πριν λίγο θεωρούνταν «πέμπτος πυλώνας και πέμπτη φάλαγγα» της επανάστασης μέσα στα θεσμικά όργανα, τώρα στα ίδια θεσμικά όργανα μέσα έθεταν υποψηφιότητα να γίνουν επιστύλια, ένα προηγμένο τμήμα που εξασφάλιζε νέα αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα σε έναν μηχανισμό αυταρχικής εξουσίας, από πάντα αφιερωμένο στην υπεράσπιση των προνομίων της αστικής τάξης, για να εγγυάται την ατιμωρησία στην αστυνομία και τους μηχανισμούς που προήγαγαν και διαχειρίζονταν τη «στρατηγική της έντασης». Και εξασφάλιζαν τη γνώση των κινημάτων, κατέχοντας τους πολιτιστικούς «κώδικες» αυτών.
Το ένοπλο Μαρξιστικό-Λενινιστικό ρεύμα στην Ευρώπη εκφράστηκε κατά βάση πάνω στην στρατηγική ενοποίησης των κομμουνιστικών και εργατικών πρωτοποριών για την οικοδόμηση του μαχόμενου κόμματος.
Η Prima Linea, αν και Μαρξιστική-Λενινιστική οργάνωση, υπερασπίζεται το δόγμα του διάχυτου ανταρτοπόλεμου μέσα στο μαζικό κίνημα, για την οικοδόμηση της ένοπλης αντιεξουσίας, δηλαδή της μεθοδικής απορρύθμισης και διάλυσης της εξουσίας και όχι την κατάληψή της. Τι κοινωνικό και κινηματικό αντίκτυπο έχει αυτό;
Άκουσε φίλε, και μέσα στην Πρώτη Γραμμή υπήρξαν και συγκρούονταν συχνά τα δυο μεγάλα ρεύματα που διαπέρασαν όλες τις συνιστώσες της επαναστατικής αριστεράς, το καθαρά μαρξιστικό λενινιστικό, όσες και αν εξέφρασε κριτικές προς το ρωσικό μοντέλο, και το οποίο στη συνέχεια αγκάλιασε τον μαοϊσμό, τις περισσότερες μορφές, και με κύριο εκφραστή από απόψεως πρακτικής της δύναμης στο πεδίο τις ερυθρές Ταξιαρχίες.
Kαι εκείνο με κάποιου είδους ελευθεριακές παρεμβολές οι οποίες αρνούνταν το καθοριστικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων κάθετου χαρακτήρα, επικαλούνταν την δημιουργία του απελευθερωτικού στρατού ως κύρια μορφή οργάνωσης και όχι αυτόν του κόμματος, θέση η οποία τελικά ηττήθηκε κάτω από την εκκωφαντική ισχύ δράσεων όπως αυτές της απαγωγής Μόρο και εξολόθρευσης της φρουράς του, πράξη η οποία απογείωσε τις Ετ, ύστερα από το αρχικό μούδιασμα λόγω της εκτέλεσης του αιχμαλώτου, αλλά ταυτόχρονα έθαψε, κακά τα ψέματα, κάθε συζήτηση για ανάπτυξη κινημάτων, διάχυση του ανταρτοπόλεμου κλπ.
Νίκησε ο συγκεντρωτισμός έχασε η οριζοντιότητα, να το πως απλούστερα, με ότι αυτό συνεπάγεται. Θαύμαζα και θαυμάζω τους Br, έβαλαν όμως ταφόπλακα σε οτιδήποτε έξω από αυτούς. Και αυτό γιατί ήταν τόσο σπουδαίο ετούτο που κατάφερα, το οποίο όμως έθαβε εκ των πραγμάτων ότι μικρότερης κλίμακας, έμοιαζε εκτός τόπου, ασήμαντο – όσο σημαντικό κι αν ήταν.
Η συζήτηση δεν τελειώνει ποτέ, επιχειρήματα απ’ όλες τις πλευρές, τα Κινήματα δεν έσβησαν λόγω των Br, έσβησαν και λόγω των Br και της ασύμμετρης ισχύος που εξέφρασαν στο πεδίο, πράγματα ασύλληπτα για τους κινηματικούς.
Η Πρώτη Γραμμή προσπάθησε να ακολουθήσει, να τους ακολουθήσει, εκφράζοντας τη δύναμη ικανή να θέσει στον αγώνα, μα δεν είχε την εκπαίδευση αν θες, την ικανότητα, συλλογικά και ατομικά, το κουράγιο έστω των ταξιαρχιτών, και έτσι πνίγηκε στα ίδια βογγητά της.
Σίγουρα περισσότερο γοητευτική για τους νέους της εποχής, στους οποίους πέφτει βαριά στο στομάχι η ευθύνη της παρανομίας σε καθημερινή βάση, μη το γελάς. Ας μη ξεχνάμε πως από τα χρόνια του Πατέρα Αφεντικού έχουμε περάσει στα χρόνια του Sex and Drugs & Rock & Roll, την Καταστασιακή Διεθνή και τον φεμινισμό, τα νεανικά κινήματα και τη μαζική παραβατικότητα.
Κι αν το κίνημα κοιτάζει με το ένα μάτι την κατάκτηση της εξουσίας, [γνωρίζοντας πως δεν επρόκειτο για μια έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα μα για έναν πόλεμο καθημερινό, εμφύλιο, μακράς διαρκείας], ακριβώς αυτό το όχι άμεσο ήταν που τρόμαξε τους συντρόφους.
Διότι με το άλλο μάτι κοιτούσαν όλα εκείνα, και ήταν πολλά, που είχε κατακτήσει η κοινωνία ύστερα από μακρούς σκληρούς αγώνες. την αντιεξουσία του στην πράξη κοιτούσε ο αγωνιστής προλετάριος, έτσι λέγαμε τότε τους κάτω.
Στα εργοστάσια την οικογένεια τις σχολές και τις γειτονιές εκατοντάδες απελευθερωμένες ζώνες διάσπαρτες στο μεγάλο κοινωνικό εργοστάσιο που ήταν εκείνη τη στιγμή η Ιταλία.
Αυτοί οι χώροι ενδιέφεραν τους συντρόφους, την ώρα που οι Ετ είχαν εξαπολύσει έναν αγώνα μέχρι τελικής πτώσεως με το Κράτος, αυτό ενδιέφερε εκείνους, η επίθεση στην καρδιά του Κράτους.
Έμοιαζε με μάχη μεταξύ μηχανισμών. Το κίνημα στην μέση στριμωγμένο. Μιλιταρισμός στρατιωτικοποίηση, ψηλά το ταβάνι, υπερβολικά ψηλό για αγόρια και κορίτσια που μεταξύ άλλων είχαν και μια προσωπική ζωή την οποίαν δεν ήθελαν να θυσιάσουν στον βωμό μιας μάχης της οποίας το αύριο φάνταζε πολύ μακρινό, βλέπεις είχαν εναντίον τους ότι μπορείς να φανταστείς, όλες τις δυνάμεις δεξιά του Κκι, αυτού συμπεριλαμβανομένου.
Όπως σου περιέγραψα προηγουμένως, μεγάλη και η γοητεία της εφόδου στον ουρανό, εδώ και τώρα. Οι παλαιότεροι αγωνιστές, ένας ένας, πολλοί μαζί σε ομάδες, άρχισαν να συρρέουν στις αντάρτικες οργανώσεις, πάρα πολλοί στην ΠΓ.
Με το ένα πόδι μες το Κίνημα, με το άλλο ακολουθώντας τις ΕΤ κατά πόδας, αφήσαμε στους νεότερους το καθήκον να προστατεύσουν όλες εκείνες τις στιγμές αντιεξουσίας που είχαν δημιουργηθεί με τα χρόνια, με κόπο θυσίες και ιδρώτα. Και φυλακίσεις.
Η πίεση από το κατεστημένο αφόρητη, γνώριζε πως έδιδε πλέον τον υπέρ πάντων αγώνα. Και σκλήρυνε απίστευτα. Ειδικές φυλακές, κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μέγγενη. Δεν ήταν υπέρ πάντων ο αγώνας των παιδιών, που είχαν να αντιμετωπίσουν και την προβοκάτσια, την χαφιεδολογία των ψευτοκομουνιστών ρεφορμιστών. Πιεσμένα ανάμεσα σε συμπληγάδες απεμπλάκησαν.
Η κοινωνία από καιρό παρατηρητής, μείναμε κυριολεκτικά μονάχοι να παλεύουμε με χίμαιρες. Αλλά αυτή είναι μια άλλη κουβέντα. Εν κατακλείδι. Θεωρώ λοιπόν πως ο ζαπατισμός σήμερα, ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός ότι εγγύτερο σε αυτό που προσδοκούμε, είναι η εμπλουτισμένη με ακόμη περισσότερα ελευθεριακά στοιχεία συνέχεια αυτών που κουβεντιάστηκαν και θελήσαμε να πραγματοποιήσουμε στην Πρώτη Γραμμή, μάλλον, να πω, αυτών που στοχάστηκε ένα μέρος της Prima Linea, μειοψηφικό όπως αποδείχτηκε τελικά.
Βέβαια, την εξουσία θέλαμε να την κατακτήσουμε, με μπροστάρη τον απελευθερωτικό στρατό και όχι το μαχόμενο κόμμα, για να την ασκήσουν οι αυτόνομες διάσπαρτες συλλογικότητες στην επικράτεια. Δεν μας έφτανε να ελευθερώσουμε κάποιες ζώνες στη Χώρα ώστε να τις διαχειρίζεται αυτόνομα ο κόσμος, θέλαμε αυτό να γίνει σε όλη την Χώρα. Άλλη μεγάλη από μόνη της κουβέντα.
Υπάρχει μια έντονη ιδιαιτερότητα σε αυτό που ονομάζουμε εξουσιαστική διάρθρωση στην Ιταλία. Η μαφία, μέσα από την δραστηριότητα «ένοπλων οικογενειών» όπως οι κάστες της Cosa Nostra και της Ndrangheta έθετε (αν δεν κατείχε ήδη επίσημα) ουσιαστικό ζήτημα εξουσίας.
Από την στιγμή που το επαναστατικό όραμα ήταν η σύγκρουση με την Τυραννία, είτε μέσω της κατάληψης της εξουσίας, είτε μέσω της αποδόμησής της από την ένοπλη αντεξουσία, ποια ήταν η θέση του επαναστατικού κινήματος απέναντι στη μαφία και ποια η αμφίδρομη απόκριση;
Κοίταξε φίλε, δυο δυνάμεις άκρως αντίθετες και κάθετα εχθρικές η μια με την άλλη. Εντός και εκτός των τειχών. Δεν μπορώ να σου πω πολλά πράγματα διότι με το θέμα δεν ασχολήθηκα ποτές, στη Φλωρεντία όπου έζησα ήταν άφαντοι, δεν μας απασχόλησαν. Γνωρίζω πως στο Νότο, όπου ήταν δυνατοί και έκαναν και το κομμάτι τους που λέμε, οι αγωνιστές είχαν πρόβλημα.
Γράφουν οι σύντροφοι των κύκλων νεανικού προλεταριάτου: ‘‘Για τους νέους που πεθαίνουν από ηρωίνη, έχουμε λοιπόν ακριβείς κατηγορίες. Η διεθνής διακίνηση της ηρωίνης βρίσκεται στα χέρια της CIA και της μεγάλης μαφίας (που καλύπτεται από την χριστιανοδημοκρατία D.C.).
Η ηρωίνη είναι ένα προϊόν του καπιταλισμού: δεν είναι τυχαίο ότι η μέγιστη διάδοσή της είναι στις ΗΠΑ, δηλαδή στην πιο ανεπτυγμένη αστική κοινωνία. Η μόνη προοπτική που μπορεί να δώσει ο καπιταλισμός στους νέους είναι ο θάνατος της επιθυμίας για ζωή, η υποταγή, η αυτοκαταστροφή για όσους δεν »ενσωματώνονται» ή οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι.
«Στην Ιταλία, η διακίνηση της ηρωίνης διευθύνεται από τη συνδυασμένη μαφία φασίστες που βρήκαν έναν πολύ κυνικό τρόπο να αυξάνουν το κεφάλαιο και να κάνουν να σιωπούν αυτοί που επαναστατούν και εξεγείρονται μεμονωμένα, ατομικά».
Και: Πως μπορούμε να μην θέλουμε τα πάντα; να είμαστε εμείς κύριοι της ζωής μας, του παρόντος και του μέλλοντος; Να θέλουμε να είμαστε εμείς να αποφασίζουμε για την εκπαίδευση του σώματός μας, των αισθήσεων και του νου;
Να θέλουμε να είμαστε εμείς να αποφασίζουμε για την εργασία μας, πόσο – τι – πώς να δουλέψουμε; «Γι‘ αυτό λέμε ότι θέλουμε τα πάντα!» Γι’ αυτό λέμε πως η ώρα της εξέγερσης είναι τώρα!
Κάνουμε τις γιορτές μας γιατί θέλουμε να διασκεδάζουμε, να είμαστε μαζί, να επιβεβαιώνουμε το δικαίωμα στη ζωή, στην ευτυχία, σε ένα νέο τρόπο να είμαστε μαζί. «Καταλαμβάνουμε τα κτίρια γιατί θέλουμε να έχουμε χώρους συνάντησης, συζήτησης, για να παίζουμε μουσική, να κάνουμε θέατρο, να επινοούμε, να έχουμε έναν συγκεκριμένο εναλλακτικό χώρο στην οικογενειακή ζωή.
«Κάνουμε τις περιπολίες για να υπερασπιστούμε τους μαθητευόμενους από την υπερβολική εκμετάλλευση, να αποτρέψουμε την διακίνηση της ηρωίνης, να εξαλείψουμε τους φασίστες».
Κάνουμε αυτογνωσία για να γνωριστούμε καλύτερα, να αντιμετωπίζουμε πολιτικά συλλογικά τα ατομικά και προσωπικά μας προβλήματα. «Κάνουμε τις συνελεύσεις για το πρόβλημα της ηρωίνης, γιατί θέλουμε να οικοδομήσουμε μαζί με εκείνους που τρυπιούνται μια εναλλακτική λύση ζωής και όχι θανάτου, και να σαρώσουμε, να διώξουμε τους φασίστες και τους μαφιόζους που διακινούν για χρήματα.
«Αγωνιζόμαστε και απεργούμε στα εργοστάσια επειδή θέλουμε να δουλεύουμε λιγότερο και καλύτερα, δηλαδή με τη δύναμη, την εξουσία στα χέρια μας. Αυτά είναι τα συγκεκριμένα πράγματα που εκφράζει το κίνημά μας. Αυτή είναι η επιθυμία μας για κομμουνισμό, δηλαδή ψωμί και τριαντάφυλλα. » Νέοι ίσον εγκληματίες, παραβατικοί»
Γράφει ο Cesare Battisti, κι έχει σχέση με τις δυο τελευταίες ερωτήσεις: τον ρωτούν: Στα χρόνια του ’70 στην Ιταλία υπήρχαν επιλογές διαφορετικές από αυτές που έκαναν κάποιες ομάδες;
Υπήρχαν, υπήρχαν, αλλά πέθαιναν πολλοί σύντροφοι και είναι εύκολο τώρα να μιλάμε. Όταν όμως είσαι είκοσι χρονών και σου σκοτώνουν τους φίλους στο δρόμο, αντιδράς. Και ήταν αυτό που ήθελε το Κράτος.
Σίγουρα, δεν περίμεναν πως θα υπήρχε τόση αντίδραση, είναι ξεκάθαρο πως για μια διετία έμεινε το κράτος τελείως σαστισμένο, σε πανικό, δίχως να ξέρει τι να κάνει στην Ιταλία. Μιλάμε για το ’76-’77.
Δεν ήξεραν τι ψάρια να ψαρέψουν γιατί την βία την δημιούργησαν αυτοί, δεν περίμεναν όμως πως θα υπήρχε τόση, δεν περίμεναν πως θα κατέβαινε στην πλατεία εκατό χιλιάδες κόσμος όπου το 20% ήταν με το πιστόλι στο χέρι.
Την έψαξαν όμως αυτοί την βία. Στην Ιταλία, τότε, υπήρχε ένα πολιτιστικό κίνημα. Πιστεύω πως καμία άλλη φορά, σε καμία χώρα της δύσης, ούτε ανατολική, δεν υπήρξε κίνημα πολιτιστικό τόσο πλούσιο, τόσο δυνατό και πολυπληθές όπως στην Ιταλία. Μόνο με τον πόλεμο θα μπορούσαν να καταστρέψουν κάτι τέτοιο, μια κατάσταση αυτού του είδους, κι εμείς πέσαμε με τα μούτρα.
Είναι το περιβάλλον του μυθιστορήματος “L’ultimo sparo”;, ο τελευταίος πυροβολισμός; Ναι, και εκείνη τη στιγμή, σ’ εκείνα τα δυο χρόνια, πέσαμε πλήρως. Αυτοί αποσυνδέθηκαν κι εμείς σκεφτήκαμε πως ίσως τα καταφέρναμε, πως ήταν δυνατό να νικήσουμε.
Να, για παράδειγμα οι Brigate Rosse, ανάμεσα σε αυτούς και την Aυτονομία υπήρχε μεγάλη, όμορφη διαφορά. C’era una bella differenza! Le Brigate Rosse: “l’assalto al Palazzo d’Inverno”, il partito comunista armato, ‘η επίθεση στα Χειμερινά Ανάκτορα’, το ένοπλο κόμμα, μια όμορφη διαφορά, μεγάλη, ανάμεσα στην Αυτονομία και τις Ερυθρές Ταξιαρχίες.
Εμείς δεν θέλαμε ‘να κατακτήσουμε την εξουσία’, θέλαμε να ελευθερώσουμε χώρους αντιεξουσίας, δεν μας ένοιαζε καθόλου ‘η επίθεση στα Ανάκτορα του Χειμώνα’, για μας ήταν για γέλια αυτή η κουβέντα, ήταν χαζό.
Ο λενινισμός, με όλο τον σεβασμό προς τον Λένιν, μα είχε συμβεί έναν αιώνα πριν, θέλω να πω. Ενώ οι εΤ ήταν εκεί, την ήθελαν την ‘εξουσία’, την επίθεση. Οπότε δεν υπάρχει.
Η βία δεν ήταν μονοπώλιο κανενός, όλοι την χρησιμοποιούσαν, κυρίως το Κράτος, διότι για κάθε νεκρό του Κράτους ή αντιπρόσωπο του Κράτους υπήρχαν καμιά τριανταριά απ’ την άλλη πλευρά.
Είχε ευτελιστεί η βία, όχι ; Γιατί όταν μιλάμε τόσο για BR, για Prima Linea, για τους PAC, Ένοπλοι Προλετάριοι για τον Κομουνισμό, και για όλους αυτούς, μιλάμε για χρόνια κατά τα οποία η camorra, από μόνη της, έκανε 2000 νεκρούς τον χρόνο, δυο χιλιάδες τον χρόνο, δεν ξέρω αν το θυμόμαστε.
Σε σχέση λοιπόν με τις δολοφονίες των εΤ δεν υπάρχει σύγκριση, λαμβάνοντας πάντοτε υπ’ όψιν το σεβασμό προς την ανθρώπινη ζωή, να μη ξεχνιόμαστε, ούτε να παρεξηγούμαστε.
Οι νεκροί είναι οι ίδιοι, και κοστίζουν το ίδιο. Όμως να, η καμόρρα, Cutolo και συντροφιά, με την βοήθεια των ιταλικών μυστικών υπηρεσιών, κάνουν δυο χιλιάδες νεκρούς το χρόνο εκείνη την περίοδο στην Ιταλία και δεν μιλάει κανείς.
Ο Cutolo ταξίδευε με Mercedes, έβγαινε από την φυλακή, πήγαινε στα καλύτερα εστιατόρια, με τους μυστικούς και με τους σούπερ δικαστικούς και εισαγγελείς που μετά βγαίναν στο κυνήγι των τρομοκρατών….
Τέλος, γράφουν οι Walter G. Pozzi και Giovanna Cracco: τα γεγονότα που ακολουθούν την υπόθεση του ίδιου του Μορέττι, ο οποίος, μετά τη σύλληψή του, κλείστηκε στη φυλακή του Νουόρο, ένα τόπο εγκλεισμού απάνθρωπο όπου εμείς οι πολιτικοί κρατούμενοι τρώγαμε σχεδόν καθημερινά το ξύλο της αρκούδας με μπουνιές και κλωτσιές.
Ξεχνά επίσης πως ένας άλλος κοινός κρατούμενος που είχε σχέση με τους καλαβρέζους μαφιόζους, πρώην μισθοφόρος της Λεγεώνας των ξένων, Figueras, προσπάθησε να μαχαιρώσει τον Μορέττι στη φυλακή του Κούνεο, χτυπώντας για να σκοτώσει και ευτυχώς αποτυγχάνοντας.
Μια εμπειρία από την οποία ο Μορέττι βγήκε ζωντανός από θαύμα, χάρη στην παρέμβαση των συντρόφων που ήταν εκεί κοντά. Για αυτή την επιχείρηση, ο δολοφόνος στη συνέχεια ανταμοίφθηκε από το Κράτος, που αντικατέστησε τα ισόβια σε εικοσιπέντε χρόνια, για να τον ελευθερώσουν λίγο αργότερα.
Πρέπει να θυμίσουμε [για την ιστορική τιμιότητα, ένα γεγονός που φυσικά αποκρύφτηκε] πως οι λεγόμενες μυστικές υπηρεσίες σε εκτροπή, εκείνες οι βρώμικες – που και αυτό είναι μια εφεύρεση της επίσημης ιστορίας, στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν μυστικές υπηρεσίες σε εκτροπή – εισήλθαν στη φυλακή του Άσκολι, όπου ήταν κλεισμένοι όλοι οι αρχηγοί και τα στελέχη των εγκληματικών ομάδων, από τον Vallanzasca στον Cutolo, παραδίδοντας στους αρχιμαφιόζους έναν κατάλογο με μερικούς από εμάς για να μας εξοντώσουν.
Φυσικά με ανταμοιβή. Μια πρόταση, την λέμε για το χρονικό, που οι αρχηγοί αρνήθηκαν αποφασιστικά, αντίθετα με μερικά σκυλιά αδέσποτα, κάποιους κοπρίτες σαν τον Figueras, οι οποίοι αντιθέτως έπιασαν δουλειά.
Θα έχουμε όμως χρόνο, στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού μας μέσα στον χρόνο, σε αυτά τα χρόνια που η εύκολη αλήθεια ονόμασε ‘χρόνια του μολυβιού’, να ξαναμιλήσουμε με λεπτομέρειες γι‘ αυτά τα γεγονότα».
Όπως μαρτυρά και το ίδιο το όνομα της οργάνωσης, η Prima Linea, θέτει ως στόχο τη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών. Αναπτύσσεται ένα δίκτυο προπαγάνδας και ώθησης προς τις ενέργειες άμεσης δράσης με σαμποτάζ, εμπρησμούς, προλεταριακές απαλλοτριώσεις αυτοχρηματοδότησης, επιθέσεις σε εργοδότες και εξουσιαστικά στελέχη ενώ μέλη της αναλαμβάνουν ένοπλα την πρώτη γραμμή μαχητικών διαδηλώσεων. Πως λειτουργεί αυτό;
Για την Prima Linea, σε αντίθεση με τις BR, ο ένοπλος αγώνας δεν είναι στρατηγικού χαρακτήρα από μόνος του, αλλά είναι μέσα στο Κίνημα, εντός του οποίου
ήταν απαραίτητο να αγωνίζονται για την επιβολή μιας αυξανόμενης νομιμοποίησης των αντάρτικων πρακτικών: δεν ήταν θέμα δημιουργίας μιας ακόμη μικρής ομάδας με τη φιλοδοξία να γίνει «το νέο και αληθινό Κομμουνιστικό Κόμμα», αλλά μάλλον να δρομολογηθεί μια διαδικασία πόλωσης γύρω από τακτικές επιλογές που παρουσιάζονταν ως αναπόφευκτες: «η Πρώτη Γραμμή-Prima Linea δεν είναι η προέλευση άλλων ένοπλων οργανώσεων όπως οι BR και οι NAP [Nuclei Armati Proletari-Ένοπλοι Προλεταριακοί Πυρήνες].
Η μόνη διεύθυνση που αναγνωρίζουμε είναι οι πορείες μέσα στα εργοστάσια, οι απεργίες αγριόγατας, να θέτουμε εκτός μάχης τους πράκτορες του εχθρού, η αυθόρμητη πληθωρικότητα, η εκτός νόμου σύγκρουση», έγραφε η πρώτη ανακοίνωση σύστασης της οργάνωσης.
Τα «κίνητρα» και οι «τρόποι» μέσω των οποίων και στους οποίους μια ολόκληρη γενιά έζησε τον ανταρτοπόλεμο: Η διαδικασία απελευθέρωσης δεν είναι πρώτα «πολιτική» και μετά «στρατιωτική». μαθαίνει τη χρήση των όπλων καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξής της· διαλύει τον στρατό στις χιλιάδες λειτουργίες του πολιτικού αγώνα. ανακατεύει τη ζωή του καθενός, την άμαχη και την μαχόμενη, επιβάλλει στον καθένα την εκμάθηση της τέχνης του πολέμου, και την «τέχνη της ειρήνης».
Δεν μπορεί κάποιος να προσποιείται ότι ζει τη διαδικασία της κομμουνιστικής απελευθέρωσης και να έχει την ίδια σχέση με τη βία, την ίδια ιδέα του τι είναι όμορφο, καλό, δίκαιο και επιθυμητό, την ίδια ιδέα της κανονικότητας, τα ίδια έθιμα, ενός μεσήλικα υπαλλήλου μιας τράπεζας στο Τορίνο: το να ζεις στον σεισμό είναι πάντα —και— να ζεις με την τρομοκρατία, και για να μην έχουμε μια «ηρωική» ιδέα για τον πόλεμο, πρέπει να μην έχουμε μια άθλια ιδέα της ειρήνης.
Οι ειρηνιστές όπως ο Λάμα στρατολογούν στην αστυνομία, οι «περισσότεροι στα αριστερά» ζητούν τη νομιμοποίηση της «βίας των μαζών, του «ένοπλου προλεταριάτου».
To πραγματικό κίνημα είναι πιο ρεαλιστικό και λιγότερο πολεμικό, πιο ανθρώπινο και λιγότερο ηρωικό: επειδή άσκησε κριτική στον πόλεμο, έθεσε υπό συζήτηση την ειρήνη και επειδή απέρριπτε τον στρατό έσπασε το κριτήριο της ανάθεσης και της νομιμοποίησης· με λάθη και προσεγγίσεις, και με αποκλίσεις τρομερές, καλλιεργώντας παράλογους μύθους, μέσα σε μια αντιφατική ιστορία, αλλά μαθαίνοντας και να βελτιώνεται σε μια διαδικασία που τροποποίησε την πραγματικότητα περισσότερο από μια εξέγερση […].
Η κριτική της πολιτικής είναι εν τω μεταξύ μια κριτική του διαχωρισμού πολέμου/ειρήνης. Η ειρήνη για την οποία μιλάμε, είναι η ειρήνη της δημοκρατίας, και η βία που χρησιμοποιεί είναι η «νόμιμη βία», την οποία η πλειοψηφία ανέθεσε στους θεσμούς του Κράτους: ασκώντας κριτική σε αυτή τη βία σημαίνει να ασκείς κριτική στην πιο ανεπτυγμένη αρχή της πολιτικής νομιμοποίησης, τη δημοκρατία […] γι’ αυτό το κομμουνιστικό απελευθερωτικό κίνημα είναι, στέκεται εκτός νόμου, επειδή τίθεται έξω από τον δημοκρατικό κώδικα, και αυτός ο κώδικας ορίζει με αποκλειστικό τρόπο το σύμπαν της πολιτικής.
Η ριζοσπαστική μαρξιακή κριτική της δημοκρατίας καθορίζει κατηγορίες που θεμελιώνουν τον αγώνα μέχρι θανάτου μεταξύ δημοκρατίας και κομμουνισμού, μεταξύ δημοκρατικής εξουσίας και κομμουνιστικής απελευθέρωσης. Απόσπασμα από την πρώτη ανακοίνωση της Πρώτης Γραμμής
Λίγες δράσεις, για να έχουμε μια εικόνα: 1976: οργάνωση των προλεταριακών περιπολιών ενάντια στη μαύρη εργασία, «κόκκινων αγορών», απαλλοτρίωσης και κατάληψης σπιτιών.
Οι συλλογικότητες οργανώνουν αυτομείωση στα μέσα μαζικής μεταφοράς: επιβιβάζονται στα λεωφορεία, σαμποτάρουν τις μηχανές επικύρωσης και διανέμουν φυλλάδια ή ανεβαίνουν σε ομάδα και περιμένουν να φτάσει ο ελεγκτής ώστε να αφαιρέσουν το σημειωματάριο με τα πρόστιμα από τα χέρια του, και όταν κατεβαίνουν γεμίζουν γκράφιτι στο πλάι του λεωφορείου.
Ή, όπως συνέβη στις 3 δεκεμβρίου, σε μια δράση που αργότερα θα επαναλαμβανόταν δεκάδες φορές, παρουσιάζονται πολλοί από αυτούς σε ένα σούπερ μάρκετ και καλούν τους ανθρώπους εκεί να οικειοποιηθούν το είδος, κάτι που αρχίζουν να κάνουν αμέσως. η απαλλοτρίωση δεν διαρκεί περισσότερο από πέντε λεπτά.
Η χρήση βίας από την Αυτονομία, κατ’ επέκταση από την Πρώτη Γραμμή ήταν πολύ ευρύτερη από αυτή των ΕΤ, αν και πολύ διαφορετικής ποιότητας—, αλλά ήταν έκφραση των επιπέδων δύναμης, της ισορροπίας δυνάμεων που συσσωρεύτηκαν στη σύγκρουση και επομένως, της κριτικής της παραδειγματικής δράσης που πραγματοποιούνταν από μια εξωτερική εμπροσθοφυλακή: για τους αυτόνομους-εμάς, όλη η άμεση δράση έπρεπε να είναι η έκφραση μιας επιθυμίας που ζούσε μέσα στην τάξη, αλλά και έπρεπε να είναι ανάλογη με τα επίπεδα της οργανωτικής τους ισχύος εκείνης της στιγμής.
Συνεπώς αφορούσε πάντα τη δράση μιας εσωτερικής πρωτοπορίας και όχι, όπως ήθελαν οι ΕΤ, μια μορφή «προλεταριακής ανάθεσης» υπέρ των εξωτερικών εμπροσθοφυλακών. Μόνο αυτό, ο εσωτερικός της χαρακτήρας στις συνολικές δυναμικές
αγώνα, θα μπορούσαν να νομιμοποιήσουν μια γραμμή «μάχης» στο πλαίσιο του Κινήματος.
Αν σε κάποιους φαίνονταν κατά καιρούς «ενέργειες με το ζόρι», αν όχι «προβοκάτσιες» της Αυτονομίας, δεν ήταν άλλο παρά η ανάγκη να ξεπεραστούν τα εμπόδια που το Κίνημα έβρισκε μπροστά του.
Εξωτερικά και εσωτερικά, υλικά και ψυχικά εμπόδια. Παρομοίως, υπήρχε ένα θεμελιώδες ζήτημα: η Αυτονομία δεν ήθελε ούτε θα μπορούσε να εγκαταλείψει τη δημόσια δραστηριότητά της —με τα στέκια της, τα περιοδικά της, τα ραδιόφωνά της, τον πλούτο των σχέσεων των συντρόφων και των συντροφισσών της—δηλαδή με το να βρίσκεται μέσα στις διαδικασίες αποσύνθεσης και ανασύνθεσης του Κινήματος, παρά να αποσύρεται σε μια διάσταση παρανομίας που θα είχε αρνηθεί το νόημά της και την ίδια της τη δύναμη.
Ο Oreste Scalzone, στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, συνόψισε αυτή η διαφορά πολύ καλά, υπογραμμίζοντας αρνητικά το «μονοδιάστατο» του ένοπλου αγώνα, τη δυστυχισμένη κατασκευή «κοινοτήτων απατηλών» σε σχέση με την πολλαπλότητα των ανατρεπτικών κέντρων της εγκαρσιότητας του Κινήματος.
Εδώ θέλω να μιλήσω λιγάκι για τον καθαρό ανθρώπινο παράγοντα, με ένα μεγαλειώδες παράδειγμα, που έχει σχέση και με μετέπειτα ερωτήματα. Ακούστε: 10 δεκεμβρίου 1981: Giorgio Soldati.
Γεννιέται στο Rivoli την 1η ιανουαρίου 1956. Στις 12 νοεμβρίου 1981, ο Giorgio Soldati και ένας άλλος μαχητής βρίσκονται στον Κεντρικό Σταθμό του Μιλάνο. Και οι δύο είναι παράνομοι καθώς βρίσκονται υπό έρευνα για την Πρώτη Γραμμή-Prima Linea. Όταν η αστυνομία τους σταματά για έλεγχο, ξεσπά ανταλλαγή πυροβολισμών. Ένας αστυνομικός σκοτώνεται.
Λίγο μετά συλλαμβάνονται και μεταφέρονται στην αστυνομική Διεύθυνση, όπου υποβάλλονται σε μια ιδιαίτερα σκληρή και άγρια ανάκριση. Οι γροθιές που πέφτουν, οι απειλές και οι βίαιοι ξυλοδαρμοί αναγκάζουν τον νεαρό Giorgio Soldati (μόλις 25 ετών) σε κάποιες παραδοχές, τις οποίες λίγες μέρες αργότερα, με καθαρό μυαλό, αποσύρει. Τίποτα δεν καταγράφεται.
Ο Giorgio Soldati ωστόσο στάλθηκε στην ειδική φυλακή του Cuneo όπου βρίσκονται έγκλειστοι εκείνη την εποχή πολλοί μαχητές από διάφορες ένοπλες ομάδες, πρώτα απ’ όλα από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες.
Εκείνη την εποχή ακριβώς, το πρόβλημα της εσωτερικής έλλειψης αλληλεγγύης αντιμετωπίζεται εντός των BR. Είναι δραματικοί μήνες, αρκεί να υπάρχει έστω η υποψία πως έχει καταδώσει για να διακινδυνεύει κάποιος τη ζωή του. Παρ’ όλα αυτά, ο Giorgio Soldati στάλθηκε από τον δικαστή Armando Spataro σε αυτή τη φυλακή.
Έχοντας επίγνωση του κινδύνου προς τον οποίο βαδίζει, αλλά και του ότι δεν έχει τίποτα να κρύψει ή να του καταλογίσουν, ο Giorgio Soldati επιλέγει έτσι κι αλλιώς να παραμείνει στην ακτίνα στην οποία τον έχουν προορίσει, παρά την πρόσκληση των κρατουμένων της Πρώτης Γραμμής να μετακινηθεί στο τμήμα τους, και από δική του ελεύθερη βούληση, θα υποβληθεί σε «δίκη» που θα ασκήσει εναντίον του ο Franceschini και άλλοι ταξιαρχίτες.
Τη «δίκη» του Giorgio Soldati στη φυλακή θυμούνται εκείνοι που την παρακολούθησαν ως μία από τις πιο παράλογες και συγκλονιστικές στιγμές μιας ολόκληρης εποχής αγώνων. Η «δίκη» θα λήξει με μια απόφαση θανατικής ποινής. Στις 10 δεκεμβρίου 1981, κατά τη διάρκεια της ώρας προαυλισμού, ο Giorgio Soldati σκοτώνεται βάναυσα.
Στη συνέχεια γίνεται ανάληψη ευθύνης για την εκτέλεση στις 28 δεκεμβρίου με μια ανακοίνωση υπογεγραμμένη Terrore Rosso-Κόκκινος Τρόμος η οποία στάλθηκε στο Radio Popolare του Milano
Πάνω από εξακόσια άτομα θα παρευρεθούν στην κηδεία του Giorgio Soldati, η οποία θα πραγματοποιηθεί στο Τορίνο στις 12 δεκεμβρίου. Το 1987, ο πατέρας του Giorgio Soldatiι, Μάριο, κατά τη δίκη για τη δολοφονία του γιου του, θα πει:
«Κατά την ταπεινή μου γνώμη προέκυψαν πολλά πράγματα από αυτή τη διαδικασία: το πιο σημαντικό για μένα που ήμουν παρών, και για όλη μου την οικογένεια, ήταν η ηθική αποκατάσταση της μνήμης του γιου μου Giorgio, από όλους αυτούς που μίλησαν, από τον εισαγγελέα στον κρατικό δικηγόρο, στους δικηγόρους υπεράσπισης, στον ίδιο τον Α, [Alberto, το μικρό όνομα του Franceschini, που τον είχε ‘δικάσει’] ο οποίος είπε ότι μπροστά στο ηθικό μεγαλείο του Giorgio ένιωθε πολύ μικρός.
Αναμφίβολα το να φύγουν τα παιδιά πριν από τους γονείς τους είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί, αλλά, είμαι βέβαιος ότι ερμηνεύω επίσης τη σκέψη της γυναίκας μου, προτιμούμε να τον κλαίμε νεκρό αλλά σύμφωνο με τις αρχές και την ηθική του, αντί να είναι ζωντανός αλλά προδότης και καταδότης των συντρόφων του, ένας μετανιωμένος πληρωμένος από το Κράτος για να προδώσει τους συντρόφους του με τα χρήματα του Ιούδα».
Γράφω στο »εκκενώστε τους δρόμους από τα όνειρα»: Είναι σίγουρο πως την ιστορία την γράφουν οι νικητές, είναι αυτοί που ορίζουν τις αξίες της εκάστοτε εποχής. Χιλιάδες χρόνια τώρα έτσι μεγαλώνουν οι γενιές. Τυχαίο;
Και μεγαλώνοντας οι σφαλιάρες πέφτουν σωρηδόν. Στρατός, γάμος, δουλειά. Ρουτίνα, δάνεια, [ δείτε τι δεν είχαμε στα νιάτα μου: κινητά, ιδιωτικά κανάλια με συνδρομή, πιστωτικές, δάνεια. Καινούριες φυλακίσεις όλες αυτές!]
Κενά θεάματα, αντικατοπτρισμοί ευχαριστήσεων, ήττες και ταπεινώσεις ως τα γηρατειά! Κάποιος πρέπει ν’ αμφισβητήσει εκ θεμελίων ολόκληρο σύστημα αξιών! Ιl personale è politico είπε η αυτονομία!
Το προσωπικό είναι πολιτικό! Η επανάσταση είναι πρακτική στην καθημερινότητα. Ο νέος άνθρωπος αμφισβητεί τα πάντα. Θέλει να ξεριζώσει την πραγματικότητα από τα θεμέλιά της.
Ζει από σήμερα, όσο του είναι δυνατό, τον κοινοτισμό, στις ζώνες της μητρόπολης που απελευθερώνει από τον αντίπαλο. Κοιτάζει το παγόβουνο κάτω από το νερό. Και το σύστημα δεν τον θεωρεί ηλίθιο, αλλά στην καλύτερη τρελό και στη χειρότερη επικίνδυνο.
Μιλάμε για εκείνους τους νέους που το αίμα τους βράζει, οι ευαισθησίες χτυπάνε κόκκινο. Εκείνους που νοιάζονται για την ζωή και για ότι υπάρχει γύρω τους. Εκείνους που θέλουν ν’ ανακατεύονται και να ζήσουν άλλη ζωή.
Αυτούς που ανακατεύουν την τράπουλα. Όχι σαν κουρδισμένες μαριονέτες. Αλλά συνάνθρωποι με αξιοπρέπεια, με θάρρος, ελεύθεροι. Και: Υπάρχουν και οι άλλοι, που πιστεύουν ακόμη στο κόμμα, το ένοπλο, που το προτείνουν και εργάζονται για να το δημιουργήσουν. Και είναι πολύ δυνατοί.
Εμείς θέλουμε να ενεργοποιήσουμε τον λαό, την κοινωνία. Δικός της είναι ο αγώνας και ο πόλεμος. Δεν τον αναθέτει σε τρίτους, σε κανέναν, τον ιδιοποιείται. Τον διεξάγει η ίδια.
Η ίδια διαλύει το κράτος, διαλύει το υπάρχον, τους θεσμούς τους κυρίαρχους. Θα δημιουργήσει νέους, θα τους επινοήσει, τους γεύεται ήδη στις συναναστροφές της, που έχουν γεύση αλλιώτικη.
Δεν θα της κάνει άλλος την δουλειά, δεν θα το κάνει άλλος γι’ αυτήν. Η κοινωνία οργανώνει την αυτοάμυνα της, οργανώνει και τις επιθέσεις της. Αυτόνομα. Διαλέγει τον χώρο και τον χρόνο, μετράει τις δυνάμεις της και δρα
Πράττει ήδη, ζει ήδη το καινούριο. Δεν περιμένει. Εξερευνά, ανακαλύπτει, χαρτογραφεί. Φτιάχνουν τον στρατό τους, η καταστολή δεν τους τρομάζει, πολεμούν το κατεστημένο κάθε μέρα, όχι μόνο στα λόγια. Οι επαναστατημένοι.
Ελευθερώνουν τις περιοχές τους, πολεμούνε τις συμβάσεις, ζούνε έξω από τις συμβάσεις, μακριά, γεννούν το έμβρυο το καινούριο. Η ελευθερία είναι εδώ, στις καθημερινές μάχες.
Η αυτονομία. Αυτοί χτυπάνε τα πλοκάμια του κατεστημένου, της εξουσίας, οι άλλοι την καρδιά του. Μια μέρα θα νικήσουν. Η αλλοτρίωση του ανθρώπου είναι στο στόχαστρο, η απαλλοτρίωση των ζωών τους. Η απελευθέρωσή της ζωής το όραμα!
Από ένα φυλλάδιο μας : ‘επιδίωξή μας είναι ο άνθρωπος να διακόψει μια και καλή τον αυτοϋποβιβασμό του σε παραγωγό καταναλωτή, να αφυπνίσει τη δημιουργικότητά του και να διεκδικήσει την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση».
Η καταστολή, η αιχμαλωσία και ο αγώνας για απελευθέρωση έχουν κεντρικό ρόλο στην πολιτική ατζέντα της οργάνωσης, που επιδιώκει να ανακτήσει μαχητικά την ελευθερία των φυλακισμένων μελών της.
Από τις εκτελέσεις προσώπων που συνθέτουν τη δημιουργία του έγκλειστου πανοπτικού, όπως ο καθηγητής εγκληματικού δικαίου Alfredo Paolella, ο δικαστής Guido Galli, οι τραυματισμοί σωφρονιστικών κ.α. Prima Linea περνάει στην οργάνωση των αποδράσεων.
Εμβληματική είναι η επίθεση στη φυλακή του Rovigo τον Γενάρη του 1982 με την απελευθέρωση 4 κρατουμένων της οργάνωσης από τους «Οργανωμένους Κομμουνιστές για την προλεταριακή απελευθέρωση», που αποτελεί συνιστώσα μέσα από τη διάλυση της Prima Linea. Πως αντιλαμβανόσασταν το ζήτημα της επαναστατικής αλληλεγγύης προς το πρόσωπο των αιχμάλωτων συντρόφων;
Παραμονή Χριστουγέννων 1977 η Prima linea επιτίθεται στο σωφρονιστικό ίδρυμα Le Vallette που βρίσκονταν ακόμη υπό κατασκευή. Η φυλακή, η καταστολή, η απελευθέρωση των αιχμαλώτων έχουν ρόλο κεντρικό σε όλη την ιστορία της ομάδας. Αποδράσεις για τις οποίες έγιναν απόπειρες, και άλλες με επιτυχή κατάληξη, τραυματισμοί και εκτελέσεις δικαστικών, τεχνικών, ανθρωποφυλάκων, εκρηκτικά ενάντια σε φυλακές.
Η ιστορία της Πρώτης Γραμμής διασταυρώνεται κυρίως με την Fossombrone και την υπερφυλακή που υπάρχει εκεί, όπως και με την επίθεση που πραγματοποιήθηκε, στις 28 σεπτεμβρίου του 1982, σε βάρος της φυλακής της Villa Fastiggi που, εκείνη την εποχή, ήταν υπό κατασκευή.
Το καλοκαίρι του 1982, διηγείται ο Σέρτζιο, »καινούργιος στόχος είχε γίνει η φυλακή υψίστης ασφαλείας του Fossombrone. Καταφέραμε να πείσουμε και τους ταξιαρχίτες της φάλαγγας Walter Alasia.
Mε ενδιέφερε να δουλέψουμε μαζί για να επιτεθούμε σε μια ειδική φυλακή». Τα ντοκουμέντα των BR δεν τον έπειθαν, μπορούσε όμως να το παραβλέψει. »Επέμεινα στην επιλογή της Fossombrone.
Μετέφερα λόγους υλικοτεχνικούς και στρατιωτικούς. Σιώπησα για εκείνους που ήταν βασικοί για εμένα: εκεί μέσα υπήρχαν πολλοί από τους φίλους μου». Οι ταξιαρχίτες που στόχευαν στην Palmi γιατί εκεί βρίσκονταν αιχμάλωτοι μεγάλο μέρος των ιστορικών τους ηγετών, αναγκάστηκαν να »υποχωρήσουν μπροστά στις αιτιάσεις μου, αντικειμενικά βάσιμες, και στην αποφασιστικότητά μου».
Ο Σέτζιο έχει διασυνδέσεις μέσα στην φυλακή: »Υπήρχαν οι μαχητές που είχαν δουλέψει μαζί μου μέχρι πριν λίγους μήνες, είχα μαζί τους σταθερές επαφές, συνεχείς».
Το κλίμα ανάμεσα στους κόκκινους αντάρτες είχε σκοτεινιάσει: διασπάσεις, φόβος για τους μετανιωμένους, εσωτερικές δίκες με θανατικές ποινές ήδη εκτελεσμένες. »Στην Φοσσομπρόνε – αφηγείται ο Σέρτζιο – οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν τοποθετημένοι σε δυο ορόφους: στο ισόγειο Πρίμα Λίνεα, στον πρώτο όροφο μια ετερογενής σύνθεση».
Ο στόχος ήταν μια μαζική απόδραση, τουλάχιστον σαράντα κόκκινοι μαχητές. »Είχαμε νοικιάσει διαμερίσματα. Οι βάσεις μας βρίσκονταν στην Senigallia και Marotta. Η φάλαγγα Walter Alasia είχε δυο στο Πέζαρο [μια, με δυο ταξιαρχίτισσες βρίσκονταν στην οδό Μammolabella]. Θα μας είχαν χρησιμεύσει για την φυγή, προς το παρόν τις χρησιμοποιούσαμε για τις αναγνωριστικές κινήσεις, για την παρακολούθηση».
Το σχέδιο είχε οριοθετηθεί. »Το μεγαλύτερο πρόβλημα – Γράφει ο Σέτζιο – ήταν η αναχαίτιση του θωρακισμένου τζιπ που έκανε την εξωτερική περιπολία». Το κομάντο θα απαρτίζονταν από 20 πρόσωπα, χωρισμένα σε τέσσερις ομάδες: «τρεις για να αντιμετωπίσουν τους καραμπινιέρους – προσθέτει -, μια θα είχε προκαλέσει το ρήγμα στον τοίχο περίφραξης με εκρηκτική ύλη κατευθυντική». Ο ιούλιος περνά με την παρακολούθηση επάνω στους λόφους γύρω από την φυλακή, και την οργάνωση.
Η επιχείρηση θα γίνονταν τον αύγουστο. «Μα στις 23 ιουλίου ο διάβολος χώνει την ουρά του», θυμάται ο Σέρτζιο. Κάποιοι ταξιαρχίτες αιφνιδιάζονται στο Μιλάνο, σε έλεγχο, ένας σκοτώνεται και δυο τραυματίζονται.
Ανακαλύπτονται σημειώσεις για μια απόπειρα στην φυλακή. Ξεσπάει ο συναγερμός. Και έξω από τον τοίχο της περίφραξης εμφανίζεται ένα ερπυστριοφόρο. »Η επίθεση θα μας κόστιζε πολλές ανθρώπινες ζωές» εξηγεί ο Σέτζιο.
Η επιχείρηση αναστέλλεται και στην συνέχεια οριστικά ακυρώνεται. »Η απογοήτευση των συντρόφων στην φυλακή – εξηγεί στο βιβλίο – ήταν ατέλειωτη. Τέτοια που προγραμμάτισαν μιαν εσωτερική εξέγερση για την Πρωτοχρονιά».
Εν τω μεταξύ, βλέποντας την κριτική και επικίνδυνη κατάσταση, ο Σέτζιο και οι δικοί του σκέφτηκαν καλά »πριν ανακαλέσουν», να χρησιμοποιήσουν »τα 50 κιλά εκρηκτικών στην διάθεσή τους για την έφοδο στην Φοσσομπρόνε» με άλλον τρόπο.
«Ανατινάξαμε την υπό κατασκευή φυλακή της πόλης του Πέζαρο». Δυο μέρες πριν την Πρωτοχρονιά, τέλος, οι μαχητές της Πρώτης Γραμμής μεταφέρονται από την Φοσσομπρόνε: »Έτσι και η δική μου κούρσα φτάνει στο τέλος της».
Στις 15 ιανουαρίου του 1983, ο Sergio Segio, παιδί ενός κομουνιστή από της Ίστρια που βασανίστηκε στις φυλακές του Τίτο, που μεγάλωσε στην Sesto San Giovanni, την »Στάλινγκραντ της Ιταλίας», που αυτοαποκαλέστηκε συνεχιστής της »Αντίστασης που προδόθηκε» συνελήφθη. Τέλος της κούρσας.
έχουμε και λέμε, για να έχετε μιαν αντίληψη:
- 24 φεβρουαρίου ● δράση ενάντια στην ακρίβεια ● Στο Torino ένας πυκνός πυρήνας αγωνιστών καταλαμβάνει την τυπογραφεία και τυπώνει εισιτήρια για τις γραμμές των τραμ, τα οποία επιτάσσονται και στην συνέχεια διανέμονται στις λαϊκές κατοικίες…
- 18 φεβρουαρίου ● Στο Torino πυροβολείται και τραυματίζεται ο Bruno Diotti, αρχιεπιστάτης στην FIAT.
- 18 φεβρουαρίου ● επίθεση ενάντια στην αστυνομία ● Στην διάρκεια μιας φοιτητικής διαδήλωσης για το “πολιτικό 6”, μια ομάδα αγωνιστών πυροβολεί με πιστόλι και ρίχνει molotov ενάντια στις αστυνομικές δυνάμεις
24 ιανουαρίου ● συλλήψεις ● Μια αποτυχημένη επίθεση ενάντια σε ένα στρατόπεδο των καραμπινιέρων στις 18 του μήνα, προκαλεί κάποιες συλλήψεις: Franca Musi, Eolo Fontanesi και Giuseppe Fiale, αυτοί οι τελευταίοι είναι εργάτες της Φιατ…
- 20 ιανουαρίου ● επίθεση στην φυλακή της Φλωρεντίας ● Ενώ ένας πυρήνας της PL προσπαθεί να επιτύχει την απόδραση κάποιων κρατουμένων έγκλειστων στην φυλακή le Murate της Firenze, αφού κατέλαβαν το διαμέρισμα του επικεφαλής των ανθρωποφυλάκων που βρίσκονταν παρακείμενο στον τοίχο περίφραξης, καταφθάνει ένα περιπολικό της αστυνομίας. Στην ανταλλαγή πυροβολισμών πέφτει νεκρός ο αστυνομικός Fausto Dionisi.…
- 18 ιανουάριος ● επίθεση στην εταιρεία ACNA ● Μια βόμβα πυροδοτείται εναντίον της ACNA στο Cesano Maderno (Mi), που κατηγορείται πως παράγει προϊόντα ρυπογόνα.
- 10 ιανουαρίου ● φωτιά σε αποθήκες ● Στην Zingonia, κοντά στο Bergamo παραδίδονται στην φωτιά οι αποθήκες μιας εταιρείας.
1977 – 24 δεκεμβρίου ● επίθεση στο εργοτάξιο φυλακής ● Στο Torino καταλαμβάνεται το εργοτάξιο της νέας φυλακής που κτίζονταν.
1977 – 23 δεκεμβρίου ● αυτομείωση στα ψώνια ● Σε ένα σούπερ μάρκετ στο Μιλάνο αρκετοί αγωνιστές, με κάλυψη από ένοπλη ομάδα.
1977 – 21 δεκεμβρίου ● επίθεση στους καραμπινιέρους ● Πραγματοποιείται επίθεση ενάντια στον σταθμό των καραμπινιέρων του Beinasco (To).
- 1° ιουλίου ● εισβολή στο Περιφερειακό Δικαστήριο ● Στην Φλωρεντία οι Ομάδες καταστρέφουν τα γραφεία του περιφερειακού Δικαστηρίου.
1977 – 19 οκτώβριος ● εισβολή στα γραφεία βιομηχάνων ● Στην Φλωρεντία ένας πυρήνας εισβάλλει στην έδρα του συνδικάτου της Τοσκάνης των διοικούντων την βιομηχανία.
1977 – 28 σεπτέμβριος ● εισβολή σε κτηματικά γραφεία ● Στην Firenze οι Ομάδες, le Squadre επιτίθενται και πυρπολούν τρία κτηματομεσιτικά γραφεία.
1977 – 19 ιούνιος ● επιθέσεις στην FIAT ● Στην Firenze-Φλωρεντία πυρπολούνται δέκα οκτώ αυτοκίνητα FIAT μέσα σε μια εμπορική αντιπροσωπεία.
1977 – 30 απρίλιος ● επίθεση στην αστυνομία ● Στην Firenze πυροδοτείται εκρηκτικός μηχανισμός ενάντια σε ένα στρατόπεδο της αστυνομίας.
1977 – Aπρίλιος ● ιδρυτικό συνέδριο PL ● Πραγματοποιείται στο San Michele a Torri (Φλωρεντία) το πρώτο εθνικό ιδρυτικό Συνέδριο της οργάνωσης. Παίρνουν μέρος εκπρόσωποι από Milano, Bergamo, Torino, Firenze, Napoli.
Γράφω στο βιβλίο μου αναμνήσεις:
Οι σύντροφοι λοιπόν δεν είναι άλλο εδώ, πρέπει να ψάξω να τους βρω. Προς το παρόν, ας επιστρέψω στο ανθρώπινο ποτάμι που κυλάει ακάθεκτο στους δρόμους της όμορφης πόλης.
Στριμώχνουν και στριμώχνονται οι νέοι, που συνεχίζουν να βαδίζουν, να τρέχουν και να τραγουδούν.
Πλησιάζουν μια armeria, ένα οπλοπωλείο. Δίπλα στο ποτάμι, που πορεύονται, στον Τίβερη. Στο λεπτό κατεβαίνουν οι σιδεριές, ορμούν στο κατάστημα και το αδειάζουν, σε ένα λεπτό, κυριολεκτώ, από όλον τον ελαφρύ οπλισμό. Για να χωρά στο παντελόνι. Και ντουφέκια, πολλά….Βλέπετε, εδώ και πολύ ώρα η αστυνομία βάλει πλέον κανονικά. Ήδη σκοτώνει από καιρό, εκτελεί.
Εχθές τον σύντροφό μας τον χτύπησαν πισώπλατα.
No mercy!
Δεν υπάρχει έλεος σήμερα!
Οι σύντροφοι πυροβολούν απέναντι, την φυλακή, Regina Coeli, μιας και είναι αδύνατο να πλησιάσουν, έχουν αποκλείσει την πρόσβαση από τις γέφυρες οι δυνάμεις της αστυνομίας και οι καραμπινιέροι, για να αποτρέψουν ομαδική απελευθέρωση των κρατουμένων συντρόφων μας εκεί μέσα, πέρα απ’ το ποτάμι.
Οι μπάτσοι, που παρακολουθούν το κορτέο, πορευόμενοι παράλληλα, από τους πιο πέρα δρόμους και κάποια απόσταση, αντιλαμβανόμενοι τα συμβάντα, πνίγουν την πορεία στα χημικά. Πυροβολούν συνεχώς. Πανικός.
Οι νεαροί δεν διαλύονται. Συνεχίζουν. Κλάμα και λεμόνι, συνθήματα, μηνύματα.
Προχωρούν τρέχοντας όσο γρηγορότερα γίνεται για να απομακρυνθούν από τη μολυσμένη περιοχή.
Με τους πιο πίσω όμως τι θα γίνει ;
Προχωρούν έτσι κι αλλιώς, κι άλλη φορά τους διέσπασαν, κάποια στιγμή θα ενωθούν με τους υπόλοιπους πιο κάτω. Η αποφασιστικότητα δεν νικιέται σήμερα. Αυτά που λέμε θα γίνουν!
Η ανθρώπινη πλημμύρα συνεχίζει το δρόμο της. Ξετυλίγεται το κουβάρι μες την πόλη, αφήνοντας το ποτάμι πίσω του. Εισέρχεται σε μια αχανή πλατεία, μισοσκότεινη, μιας και όλοι οι λαμπτήρες έχουν γίνει κομμάτια. Εκεί αντικρίζω την πιο σουρεαλιστική σκηνή σε όλη μου τη ζωή, σκηνή από ταινία του κινηματογράφου περιπέτειας. Αυτά δεν γίνονται!
Στην απέναντι ακριβώς πλευρά, γονατισμένοι σε σειρά καμιά εικοσαριά σύντροφοι, με τα μαντήλια ανεβασμένα, πυροβολούν σε ομοβροντία, όλοι μαζί ταυτόχρονα, προς ένα επιβλητικό κτίριο που δεσπόζει μπροστά τους και κλείνει την πλατεία από εκείνη την πλευρά. Κι από πίσω τους, τρέχοντας σε τόξο, σε ημικύκλιο, περίπου πενήντα παιδιά εξαπολύουν βροχή από μπουκάλια στα σπασμένα, θρυμματισμένα τζάμια, στα παράθυρα του κτιρίου, το οποίο οι αστυνομικές δυνάμεις, ύστερα από μια σύντομη ανταλλαγή πυροβολισμών, έχουν αφήσει έρμαιο, αφύλακτο, από τη σφοδρότητα της επίθεσης! Σπέρνουν φωτιά.
Είναι κάτι μοναδικό, δεν ξεχνιέται, όσα χρόνια κι αν περάσουν!
Ότι και να έχεις κάνει, πει, ακούσει από άλλους, τέτοια φάση δεν γίνεται, δεν επαναλαμβάνεται!
Η καταστολή εξαφανισμένη.
Αργότερα έμαθα πως εκείνο το κτίριο είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης που εδρεύει στην πρωτεύουσα, ανατριχιάζοντας στη θύμηση.
Και: Σε ανοιχτή αντίθεση και αντιπαράθεση με την λογική του παραδοσιακού κομουνισμού όπως επίσης και με εκείνη των Br, που μεταθέτουν στον «ήλιο του μέλλοντος», σε ένα μέλλον μακρινό και στις επόμενες γενιές, το ζήτημα του να ζήσουμε τον κομουνισμό, αυτοί αγωνίζονται για να τον χτίσουν, εμείς πλέον τον ζούμε. Και είμαστε σε σύγκρουση με το Κκι, και το αριστερό συνδικάτο Cgil του Lama, που εκείνο το διάστημα προωθούσαν την γραμμή της πολιτικής των θυσιών, εκείνο το κίνημα, προκαλώντας, μιλούσε αντιθέτως για το δικαίωμα στο lusso, στην πολυτέλεια. Και ο φεμινισμός επίσης ήταν, από αυτή την οπτική γωνία, μια πολιτιστική επανάσταση, που δεν δέχονταν να εξαρτάται από μιαν μελλοντική και μακρινή κοινωνία η ριζοσπαστική μετατροπή των προσωπικών σχέσεων και φύλου, δεν δέχονταν δηλαδή να αναβάλουν για αργότερα αυτή την μετατροπή. Τότε αντιμετωπίζαμε τα όπλα σαν εργαλείο και δυνατότητα απελευθέρωσης, συνεπώς ευτυχίας. Την ώρα που οι εΤ επιτίθενται στην »καρδιά του κράτους», η Πγ χτυπά τις διάχυτες μορφές της κυριαρχίας στην μητρόπολη με τις ομάδες της!
20.1.78, η Prima Linea σκοτώνει τον αστυνομικό Dionisi στις φυλακές Murate
Fausto Dionisi, 33χρονος αστυνομικός από το Βιτέρμπο σκοτώθηκε από κομάντο της Prima Linea. Το επεισόδιο λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της επίθεσης στη φυλακή Μουράτε για να αποδράσουν τέσσερις πολιτικοί κρατούμενοι.
Ένα σύνθετο σχέδιο. Γύρω στο μεσημέρι μια πολύ νεαρή γυναίκα χτύπησε το κουδούνι της υπηρεσίας που βρίσκεται δίπλα στις Μουράτε. Ο αξιωματικός που ήταν υπεύθυνος για την επίβλεψη των σωφρονιστικών εγκαταστάσεων έμενε εδώ. Χρησιμοποιώντας ένα τέχνασμα, έκανε τη γυναίκα του υπαξιωματικού να ανοίξει την πόρτα και, απειλώντας την με όπλο, άφησε να μπουν μέσα άλλοι δυο νεαροί, οι οποίοι αμέσως άρχισαν να πριονίζουν τα κάγκελα ενός παραθύρου που έβλεπε στην εσωτερική αυλή της φυλακής. Στο μεταξύ, οι δύο κρατούμενοι, ο Renato Bandelli, αγωνιστής των Κομμουνιστικών Μαχόμενων Μονάδων και ο Franco Jannotta, αγωνιστής της κολεκτίβας Τζάκσον, τελείωσαν την ίδια δουλειά που είχε ξεκινήσει νωρίς το πρωί. Στο σχέδιο συμμετείχαν ένας άλλος μαχητής των UCC και ο τορινέζος Iemulo, μέλος της Prima Linea που συνελήφθη τον δεκέμβριο στη Φλωρεντία κατά τη διάρκεια μιας ληστείας.
Τέλειωναν το πριόνισμα των ράβδων ενός παραθύρου του κελιού στο οποίο ήταν κλεισμένοι. Το σχέδιο του κομάντο ήταν ξεκάθαρο: να ανοίξει μια οδό διαφυγής για τους δύο κρατούμενους μέσω του διαμερίσματος του αξιωματικού, αφού είχαν γκρεμίσει τα κάγκελα του παραθύρου που έβλεπε στην αυλή. Εκείνη τη στιγμή, μια περίπολος με περιπολικό, αποτελούμενη από τρεις αστυνομικούς, έφτασε μπροστά στη φυλακή και βρέθηκε αντιμέτωπη με τα μέλη του κομάντο στα οποία είχαν ανατεθεί τα καθήκοντα κάλυψης της ομάδας φωτιάς. Οι δύο αντάρτες, ο ένας οπλισμένος με αυτόματο και ο άλλος με περίστροφο, άνοιξαν πυρ εναντίον των αξιωματικών.
Οι συλλήψεις. ο Fausto Dionisi, χτυπήθηκε στο στήθος, σωριάστηκε στο έδαφος και πέθανε λίγο μετά, μόλις μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Ο φρουρός Dario Atzeni, χτυπημένος από τέσσερις σφαίρες στη βουβωνική χώρα, θα σωθεί μετά από μια απεγνωσμένη επέμβαση. Ο τρίτος αστυνομικός, σώος, ανταπέδωσε τα πυρά των μαχητών, οι οποίοι του πέταξαν χειροβομβίδα και κατάφεραν να διαφύγουν. Η ευθύνη για την επίθεση αποδόθηκε στην Prima Linea και λίγους μήνες αργότερα συνελήφθησαν τα μέλη του κομάντο, μαζί με τους δημιουργούς της δράσης και τους ηγέτες του κινήματος, το οποίο εξαρθρώθηκε..
Η διεκδίκηση ένα χρόνο μετά. Η οργάνωση θα αναλάβει την πατρότητα του γεγονότος μόλις ένα χρόνο αργότερα, σε ένα φυλλάδιο που διανεμήθηκε κατά τη διάρκεια της επιδρομής στο πρακτορείο τύπου Manzoni στη Φλωρεντία.
Σχετικά με τις Μurate γράφει «τον περασμένο φεβρουάριο μόνο ένα τυχαίο γεγονός εμπόδισε μια ομάδα φωτιάς της οργάνωσής μας να απελευθερώσει κομμουνιστές αγωνιστές από τη φυλακή της Φλωρεντίας. Για λόγους που ούτε τώρα σκοπεύουμε να αποκαλύψουμε στον εχθρό, αποφασίσαμε να μην αναλάβουμε άμεσα την ευθύνη της επιχείρησης. Ωστόσο, δεδομένων των επανειλημμένων προκλήσεων εναντίον μας και της προσπάθειας να εμπλακούν σε αυτό το επεισόδιο όλοι οι σύντροφοι που συνελήφθησαν στη Φλωρεντία φέτος, αναλαμβάνουμε όλη την πολιτική και στρατιωτική ευθύνη για την επίθεση στις Μουράτε και την επιτυχή ανταλλαγή πυροβολισμών στη Via delle Cascine».
η Prima Linea και το μέτωπο των φυλακών. Στην Τοσκάνη, στις 12 δεκεμβρίου 1977, στις πύλες της πρωτεύουσας της περιοχής, ένα σημείο ελέγχου αναχαιτίζει δύο μαχητές της Prima Linea που μόλις διέπραξαν μια ληστεία: είναι ο τορινέζος Raffaele Iemulo και ο Giorgio Pernazza, ένας φοιτητής αρχιτεκτονικής. Μεταξύ οκτωβρίου και νοεμβρίου συνελήφθησαν ορισμένοι εθνικοί ηγέτες, οι Roberto Rosso και Massimo Libardi στο Milano, και ο Sergio D’Elia στη Φλωρεντία. Υπό την σκιά αυτών των συλλήψεων, το θέμα της καταστολής αποκτά όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα και το πεδίο μάχης της φυλακής γίνεται κεντρικό, με δύο σημαντικές πρωτοβουλίες στο Τορίνο και τη Φλωρεντία.
H επίθεση στις Vallette. Η βομβιστική επίθεση στο υπό κατασκευή σωφρονιστικό κατάστημα Vallette στο Τορίνο, την παραμονή των Χριστουγέννων, αλλά κυρίως στην προσπάθεια απόδρασης από το σωφρονιστικό κατάστημα Murate στη Φλωρεντία στις 20 ιανουαρίου 1978. Μια προνομιακή σχέση με τη φυλακή, αυτή των τορινέζων, που την επόμενη χρονιά θα ξεκινήσουν μια πραγματική «εκστρατεία». Μια από τους οργανωτές, η Silveria Russo, θυμάται πώς «η επιλογή της ημέρας κατά την οποία η δράση έχει μια συμβολική αξία: είναι η 24η δεκεμβρίου, παραμονή Χριστουγέννων, και θέλαμε να θυμηθούμε έτσι τους συντρόφους που συνελήφθησαν πρόσφατα σε άλλες πόλεις και που ήταν πολύ γνωστοί στο κίνημα του Τορίνο. Εδώ ξεκινά σαφώς αυτή η ιδανική σχέση με τους κρατούμενους, που θα είναι παρούσα σε όλη την ιστορία μας και που συχνά θα είναι ο μοναδικός λόγος για την επιλογή να αντισταθούμε και να συνεχίσουμε να δραστηριοποιούμαστε», ο Iemulo, ακριβώς, αλλά και ο Stefano Milanesi από την Valsusa, που συνελήφθη στις 18 δεκεμβρίου στη Νάπολι, μετά από επίθεση σε αστυνομικό τμήμα.
Ένα τολμηρό σχέδιο
«Εάν η επίθεση στις Βαλέτε – εξηγεί ο Andrea Tanturli – πρέπει να καταδείξει την τεχνογνωσία της οργάνωσης, αντιμετωπίζοντας πραγματικά μια ημι-αποτυχία, η δεύτερη επιχείρηση τίθεται, αν είναι δυνατόν, σε ακόμη υψηλότερο επίπεδο. Το θράσος του σχεδίου, που επεκτείνεται σε όλες τις τοποθεσίες όπου υπάρχει η οργάνωση, είναι αξιοσημείωτο όπως και η προετοιμασία. Εάν ήταν επιτυχής, η επιχείρηση όχι μόνο θα είχε απελευθερώσει τον Iemulo και τρεις άλλους κρατούμενους (έναν των Nap και δύο από τις Ucc), αλλά θα είχε αυξήσει δραματικά το κύρος της οργάνωσης και θα είχε δείξει ότι ήταν ακόμα δυνατή η απόδραση από τη φυλακή. Για το νεαρό PL, οι Murate θα μπορούσαν να είχαν πάρει την αξία που είχε πάρει η απόδραση του Curcio από τη φυλακή Casale Monferrato για τις πρώτες ερυθρές Ταξιαρχίες.
η Firenze δεν είναι Casale Monferrato
όμως δεν είναι η μικρή επαρχιακή φυλακή όπου η Mara Cagol είχε μπει σχεδόν χωρίς να πυροβολήσει ελευθερώνοντας τον Curcio. Το αδυσώπητο έρχεται να προστεθεί στις δυσκολίες που ενυπάρχουν στην επιχείρηση, με έναν περαστικό που κατά τύχη αναγνωρίζει το φορτηγάκι ενός φίλου του κλεμμένο για τη δράση και ειδοποιεί την αστυνομία. Η απόδραση αποτυγχάνει και ο αστυνομικός Stefano Dionisi πεθαίνει στη συμπλοκή που ακολούθησε. Ο φρουρός Dario Atzeni, χτυπημένος από τέσσερις σφαίρες στη βουβωνική χώρα, θα σωθεί μετά από μια απεγνωσμένη επέμβαση. Θα είναι ο πρώτος, μοναδικός και απρογραμμάτιστος θάνατος στα χέρια μιας ένοπλης οργάνωσης στη Φλωρεντία. έναν θάνατο που η PL, πιστή στη διαφοροποιημένη ακόμη προσέγγισή της στον πολιτικό φόνο, προτιμά να μην διεκδικήσει προς το παρόν.
Επίσης: Στις 18 οκτωβρίου 1980, ο αγωνιστής της Prima Linea Diego Forastieri δραπετεύει μαζί με τους «κοινούς» Giusepe Muià και Pietro Leandri πριονίζοντας τις ράβδους του κελιού στη φυλακή της Parma, σκαρφαλώνοντας πάνω από τον περιβάλλοντα τοίχο. Ο Φορεστιέρι θα είναι ο μελλοντικός πρωταγωνιστής μιας άλλης συγκλονιστικής απόδρασης δύο χρόνια αργότερα, ενώ ο Λεάντρι θα σκοτωθεί στις 3 οκτωβρίου 1992 κατά τη διάρκεια μιας αποτυχημένης απόπειρας απόδρασης από την ελβετική φυλακή La Stampa.
Στις 4 οκτωβρίου 1981, ένα κομάντο των COLP αποτελούμενο από μαχητές που έχουν αποχωρήσει από την Prima Linea απελευθερώνει τον αγωνιστή των PAC Cesare Battisti από τη φυλακή του Frosinone που είχε συλληφθεί στο Μιλάνο στις 26 ιουνίου 1979. Στον Battisti, ο οποίος κατέφυγε πρώτα στο Μεξικό, μετά στη Γαλλία και τελικά στο Βραζιλία, και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη ερήμην, ένα επίμονο αίτημα έκδοσης από την ιταλική δικαστική αρχή εκκρεμούσε για πολλά χρόνια, το οποίο είχε ήδη απορριφθεί από τον Πρόεδρο Λούλα στις 31 δεκεμβρίου 2010.
Κλείνοντας να πούμε πως Στα «Απομνημονεύματα ενός επαναστάτη» ο Victor Serge έγραφε ότι το καθήκον του ήταν να πολεμήσει «για μια αδύνατη απόδραση σε έναν κόσμο χωρίς πιθανή διαφυγή», και «Η αδύνατη απόδραση» ήταν επίσης ο τίτλος ενός διάσημου βιβλίου που γράφτηκε στη φυλακή από τον Sante Notarnicola, ενός εκ των μελών της συμμορίας Cavallero, ο οποίος στη συνέχεια πέρασε στις Ετ, και εκδόθηκε το 1972 από τον Feltrinelli.
Κατά τη δεκαετία του 1970, όταν ο αριθμός των πολιτικών κρατουμένων στις ιταλικές φυλακές αυξήθηκε δραματικά, πολλοί ήταν αυτοί που επιχείρησαν να δραπετεύσουν και κάποιοι από αυτούς τα κατάφεραν, τόσο που το 1977 το κράτος ανέλαβε δράση χτίζοντας αυτές που θα ονομάζονταν »οι ειδικές», σωφρονιστικές εγκαταστάσεις από τις οποίες ήταν αδύνατη η διαφυγή.
Τον Ιούλιο του ’77 η Prima Linea έρχεται αντιμέτωπη με την πρώτη της ανθρώπινη απώλεια. Κατά τη διάρκεια απαλλοτρίωσης ενός οπλοπωλείου στην Tradate, δολοφονείται ο σύντροφος Romano «Valerio» Tognini.
Ακολουθούν οι δολοφονίες των συντρόφων Matteo Caggegi, Barbara Azzaroni και Roberto Pautasso και Lucio «Olmo» Pi Giacobo. Τι κλίμα επικρατεί και πως διαχειρίζεται η οργάνωση τις απώλειές της;
Τον ιούλιο του 1977 βρισκόμαστε στη δύσκολη θέση να λογαριαστούμε με το πρώτο πένθος. o Romano Tognini δέχεται χτύπημα θανατηφόρο στην διάρκεια απαλλοτρίωσης ενός οπλοπωλείου στην Tradate, το οποίο στην συνέχεια θα υποστεί μεγάλες ζημιές με εκρηκτικά για αντίποινα.
Ρώτησαν κάποια στιγμή ένα σύντροφο μας: Ποιο είναι το επεισόδιο που σηματοδοτεί το τέλος της Pl; «Ο θάνατος των συντρόφων Matteo Caggegi και Barbara Azzaroni, Carla e Charlie, που εξαπέλυσε εκείνη που εγώ αποκαλώ μανία του ταύρου στην αρένα.
Έκτοτε υπήρξε ένα παιχνίδι ανύψωσης των επιπέδων σύγκρουσης. Έτρεχε το 1979. Όλοι ήθελαν να μπουν στη μάχη και κανείς πλέον δεν νοιαζόταν για την πολιτική παρέμβαση στην επικράτεια, τη διεύρυνση της συναίνεσης σε συγκεκριμένες καταστάσεις, στην καθημερινότητα, το έργο της έρευνας ». Με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο.
Στις 28 φεβρουαρίου, μετά από μια σήμανση, οι σύντροφοι του κομάντο αιφνιδιάζονται μέσα σε ένα bar από κάποιους αστυνομικούς. Υπάρχει μια συμπλοκή, πυροβολισμοί, ριπές αυτομάτων. Σκοτώνονται δυο μαχητές, η Barbara Azzaroni και ο Matteo Caggegi. Στην κηδεία παίρνουν μέρος μεγάλα τμήματα του κινήματος. Η συγκίνηση είναι μεγάλη, όπως και η επιθυμία για εκδίκηση.
η Prima linea πραγματοποιεί δυο ενέργειες αντιποίνων. Στις 9 μαρτίου στήνει μια ενέδρα σε ένα περιπολικό. Στην διάρκεια της ανταλλαγής πυρών σκοτώνεται ατυχώς ένας νεαρός περαστικός. Στις 18 ιουλίου χτυπιέται ο ιδιοκτήτης του μπαρ Carmine Civitate, με βάση την λανθασμένη πεποίθηση πως ήταν ο υπεύθυνος της παρέμβασης της αστυνομίας.
Αυτή η τραγική αλυσίδα γεγονότων προκαλεί μια μακρά εσωτερική συζήτηση. Στην Διάσκεψη της οργάνωσης τον σεπτέμβρη του 1979, στην Bordighera, στην επαρχία της Imperia, αναπτύσσεται μια πολιτική μάχη ανάμεσα σε δυο θέσεις. Υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν απαραίτητο να επιστρέψουν στις ρίζες τους, στο ρίζωμα μέσα στις ζωτικές περιοχές τους και να ασκήσουν τον διάχυτο ανταρτοπόλεμο και αυτούς αντιθέτως που θεωρούν πως πρέπει να αυξήσουν την ένταση της σύγκρουσης με τους θεσμικούς μηχανισμούς. O κόμπος δεν λύνεται.
14 δεκεμβρίου 1979, ένας πυρήνας της οργάνωσης αιφνιδιάζεται την ώρα που ετοίμαζε μιαν επίθεση ενάντια σε ένα εργοστάσιο στο Rivoli. Στην μάχη που ακολουθεί οι καραμπινιέροι σκοτώνουν τον νεαρό μαχητή Roberto Pautasso. Εγώ εδώ και ένα μικρό διάστημα, [δεν θυμάμαι εάν ήταν οκτώβρης ή νοέμβρης, ίσως αρχές δεκέμβρη, δεν θυμάμαι] πέρασα το σύνορα, βρίσκομαι πλέον στην Ελλάδα, μιας και θέλουν να με προσαγάγουν για ανακρίσεις, ύστερα από την σύλληψη πολλών από τους συντρόφους μου στη Φλωρεντία αρχές καλοκαιριού του ίδιου έτους.
Περιττό να πω πως το κλίμα δεν μοιάζει καθόλου με αυτό προηγούμενων καιρών, για πολλούς λόγους. Σίγουρα ο φόβος του θανάτου έχει πλέον γίνει μια πραγματικότητα καθημερινή.
Το ‘τέλος της αθωότητας’ έχει παρέλθει από πολλού, μαζί με την ανεμελιά που μας συνόδευε στο ξεκίνημα, δυο τρία χρόνια νωρίτερα. Όμως δεν είναι μονάχα αυτό. Είναι πως έχουμε πλέον συνειδητοποιήσει πως φως στο τούνελ δεν φαίνεται, ουδείς είχε προετοιμαστεί, κακά τα ψέματα, για τη μεγάλη διάρκεια του πολέμου που φαίνονταν μπροστά μας.
Ενός πολέμου που γινόταν ολοένα και σκληρότερος, που σε αυτά τα επίπεδα είχαμε συρθεί χωρίς καλά καλά να το επιθυμούμε, οι περισσότεροι από εμάς, σχεδόν όλοι από αυτούς που γνώριζα προσωπικά. Όλη η ομάδα μου σίγουρα.
Ο μόνος λόγος, με όλη μου την ειλικρίνεια, που μας κρατούσε πλέον ενωμένους ήταν πως είχαμε συντρόφους κλεισμένους στα κάτεργα και όχι πλέον η πίστη σε έναν αγώνα που νιώθαμε ήδη χαμένο.
Αυτό ήταν που μας βάραινε φίλε, η έλλειψη πίστης, στις προοπτικές, πρόσεξε. Είχαμε ήδη προτείνει την ιστορική αναδίπλωση και δεν μας άκουσαν. Οι ίδιοι που στη συνέχεια, αργότερα, πέρασαν στη μεταμέλεια ή την διάσταση με μεγάλη ένταση.
Πάμε λίγο στην πολυσυζητημένη «υπόθεση Moro». Πάνω σε αυτήν τη δράση των Ερυθρών Ταξιαρχιών συμπυκνώνεται ένα τεράστιο κύμα πολεμικής, τόσο από την εξουσία όσο και από την ίδια την κινηματική βάση.
Η εξουσία προσπαθεί να αποδομήσει το πολιτικό υπόβαθρο της οργάνωσης, συκοφαντώντας την μέσω θεωριών συνωμοσίας. Ακόμα και όταν δίνεται ο αντίλογος στην ίδια την οργάνωση, μιλούν εκ μέρους της προσωπιοκότητες όπως ο Valerio Morucci και η Adriana Faranda που αποκήρυξαν επίσημα την ενέργεια ως κίνηση πολιτικής διάστασης.
Την ίδια στιγμή το «μαζικό κίνημα» εξαπολύει έναν καθόλα καταγγελτικό λόγο ως κρίση πανικού μπροστά στη μονιμοποίηση της έκτακτης ανάγκης. Παρ’ ότι είναι αδιέξοδο να κάνουμε εκτιμήσεις για την εξέλιξη της ιστορίας, με βάση μια άλλη διαχείριση της απαγωγής Moro (κάτι που πολύ πιθανόν να έπληττε την αξιοπιστία της οργάνωσης), γιατί, όταν επικαλείσαι πως στην άρνηση της διαπραγμάτευσης δεν εκδικείσαι (για έναν αυθαίρετο λόγο
επαναστατικής μεγαλοψυχίας), δεν άνοιξε ο ίδιος πολιτικός διάλογος στη διαχείριση της απαγωγής και εκτέλεσης του Hanns Martin Schleyer από την Raf στη Γερμανία;
Μήπως τελικά η εκτέλεση Moro ήταν το εύκολο σημείο αναφοράς για να χρεώσει ο καθένας τα δικά του αδιέξοδα ή την αδυναμία-μεταμέλεια μπροστά σε μία πολιτική μάχη που διαφαινόταν ότι γενικεύεται πολεμικά;
Άκουσε Θάνο. Με την επιχείρηση Μόρο ο ανταρτοπόλεμος έφτασε στην κορυφή. Μετά τι; το Κράτος αρνείται να διαπραγματευτεί, σύσσωμο το κατεστημένο, η αντιπολίτευση, όλοι.
Οι συμπάθειες σε κομμάτια κοινωνίας ελαττώνονται. Το όραμα της επανάστασης απομακρύνεται. Είμαστε επαναστάτες, όχι συμμορία. Επανάσταση δεν κάνεις εκεί που δεν τη θέλουν, βλέπε Βολιβία. Τα ίδια πάθαμε κι εμείς.
Βολονταρισμός. κακά τα ψέματα. Η ίδια η οργάνωση μας είχε κάνει ένα χρόνο να διεκδικήσει το θάνατο στις Murate, με την επιχείρηση Moro είχαμε έξι νεκρούς με τη μια, τι μου λες τώρα.
Δεν ασκώ κριτική εκ των υστέρων, τα είπαμε ευθύς εξ’ αρχής, όσο κι αν γοητευτήκαμε. Άλλο η γοητεία άλλο η πραγματικότητα. Και αυτή έλεγε πως οι περισσότεροι από εμάς δεν θέλαμε να σκοτώσουμε, τότε, δεν είχαμε προετοιμαστεί γι’ αυτό, ψυχικά σου μιλώ, πνευματικά, δεν είμασταν έτοιμοι.
Είμασταν ναι οπλισμένοι από καιρό. Άλλο όμως η αυτοάμυνα και άλλο να στήνεις επιχείρηση καθαρίζοντας έξι πριν πούνε κύμινο. ήμουν εκεί, τα θυμάμαι σαν χθες, το κλίμα. Πανηγύριζε η Ιταλία με την απαγωγή, κηδεία με την εκτέλεση.
Οι πέντε θάνατοι είχαν ξεχαστεί όσο κρατούσαν οι διαπραγματεύσεις. Με το θάνατο του Μόρο όλα είχαν αλλάξει συγκλονιστικά. Έτσι όπως νιώθω τώρα με το παλαιστινιακό και την αντίδραση του δυτικού κόσμου, τίποτα δεν είναι πλέον ίδιο. Απλά, δεν υπάρχουν δικαιολογίες για την ανοχή που δείχνει ο δυτικός κόσμος.
Δεν ήμασταν πλέον ίδιοι με πριν αδελφέ, όντως, και όχι κατ’ επιλογή μας, αυτό είναι το κλειδί, κάποιος άλλος είχε αποφασίσει, σωστά ή λαθεμένα, εσφαλμένα δι’ εμέ. Για πολλούς, τι να κάνουμε; αυτή είναι η αλήθεια.
Ούτε δικαιολογίες ούτε πράσινα άλογα. Στις ομάδες το συζητήσαμε, στη διοίκηση των ομάδων το μεταφέραμε, δεν μας άκουσαν, δικαίωμα τους, μη ζητούν τώρα τα ρέστα. καλοί χρυσοί έκαναν λάθος επιλογή.
Διότι διεξήγαγαν πλέον μια προσωπική μάχη με το Κράτος και δεν μπορούσαν να κάνουν πίσω. Και με τα χρόνια χάσαμε όλοι μαζί, ευλογία, τι να κάνουμε! Ο Schleyer πλέον ήταν πολύ μακριά, εμείς εκατοντάδες κυνηγημένοι ή στα κελιά, χιλιάδες.
Την κατάσταση έκτακτης ανάγκης την πρόλαβα. Έτυχα και της περιποίησης σε νυχτερινό μπλόκο της αστυνομίας, από πρώτο χέρι, το θυμάμαι σαν χθες. Δεν ήταν παιχνιδάκια.
Η καθημερινή μας σκέψη πλέον μη κλατάρουμε και δώσουμε συντρόφους, 24 ώρες το εικοσιτετράωρο κοιμόσουν και ξυπνούσες με αυτή τη σκέψη, τι θα κάνω εάν με βασανίσουν;
Και επαναλαμβάνω, την εκτέλεση την είχαμε αποκηρύξει πριν ακόμη συμβεί, δεν υπάρχει εκ των υστέρων δικαιολογία. Και να σου πω και το άλλο, οι δικοί μας σύντροφοι τους εαυτούς τους αποκήρυξαν, όχι ξένους, δεν δικαιολογώ, υπογραμμίζω.
Ελάχιστοι κατέδωσαν, υπήρξαν τέτοιοι σε όλες τις γραμμές. Από τους εκατό χοντρά χοντρά της δικής μας διερεύνησης, 5 κατέδωσαν, οι υπόλοιποι ακολούθησαν τη διάσταση με τα χρόνια, από την ομάδα μου ουδείς.
Τον Μορούτσι με την Φαράντα άφησαν ξεκρέμαστους η Ταξιαρχία, δίχως κρησφύγετα, και δια τούτο συνελήφθησαν, έτσι θυμάμαι. Και μετά του ζήτησαν πίσω και το όπλο του.
Επαναλαμβάνω πως δεν ξέρω τι σκέφτηκαν οι σύντροφοι, ή μάλλον, πως το σκέφτηκαν, έχω διαβάσει, δεν συμφωνώ με τις εκτιμήσεις τους, δηλώνω ευθέως πως από την σιγουριά του σπιτιού μου είναι εύκολο να στέλνω αναθέματα, δεν γνωρίζω τι θα είχα κάνει εάν δεν είχα την τύχη να συλληφθώ και να δικαστώ εδώ, κάτω από ένα τελείως διαφορετικό καθεστώς. Ξέρω όμως, καταλαβαίνω άριστα πως ο Μόρο ελεύθερος θα ήταν κινούμενη βόμβα στα θεμέλια του συστήματος. Τελεία!
Η μάχη είχε ήδη χαθεί φίλε, μπράβο σε αυτούς που άντεξαν αγωνιζόμενοι να απελευθερώσουν συντρόφους από τα κάτεργα. Κρίμα που διαρρήχθηκε το μέτωπο στις φυλακές.
Ξαναλέω πως οι πιο »σκληροί» απ’ τους προηγούμενους συντρόφους μου ήταν αυτοί που υπέγραψαν το περίφημο κείμενο αποκήρυξης του αντάρτικου, την καλύτερη συμπεριφορά έδειξαν τα περισσότερα μεσαία στελέχη, κάτι λέει αυτό, ο καθένας πράττει σύμφωνα με αυτό που είναι πραγματικά, και αυτό φάνηκε στη συνέχεια.
Το σφάλμα είναι καθαρά πολιτικό και έγκειται στο ότι κανείς από εμάς δεν σκέφτηκε πως έπρεπε να προετοιμαστούμε για μια μάχη πραγματικά μεγάλης διάρκειας, όχι σαν κι αυτήν που ο καθένας μας, ατομικά, είχε στο μυαλό του.
Εκείνο το ΜΑΖΙ που μας ένωνε τόσα χρόνια είχε λείψει στην πνευματική μας προσπάθεια κατάρτισης όταν βρισκόμασταν ακόμη σε κατάσταση ελευθερίας. Δεν είχαμε κάνει ούτε μια κουβέντα σχετική με την πιθανότητα θανάτωσης, ήττας, βασανιστηρίων, εκβιασμού -σωματικά ή ψυχολογικά. Τέρμα.
Εκείνη η δράση, η απαγωγή Μόρο, με όλο το ειδικό βάρος της, ταρακούνησε με δύναμη το κίνημα, το έθετε μπροστά σε μια αναγκαστική επιλογή: να αποδεχτεί το νέο επίπεδο σύγκρουσης, τρομερά υψηλό, ή να κάνει πίσω, ν’ αδειάσει.
Από την ταξιαρχίτικη άποψη, εκείνη ήταν μια συνεπής επιχείρηση, γραμμική με την αντίληψη που είχαν για τον εαυτό τους και την ανάπτυξη της επαναστατικής διαδικασίας: εκείνη ενός κομμουνιστικού κόμματος, συγκεντρωτικού και εξωτερικού των κινημάτων, που καθοδηγεί τις μάζες και αποφασίζει χρόνους και στρατηγικές, στην περίπτωση εκείνη, ένα άλμα από την ένοπλη προπαγάνδα που μέχρι τότε ασκούσε στη νέα φάση της επίθεσης στην «καρδιά του Κράτους».
Από τη δική μας σκοπιά, ήταν ένα στρατηγικό λάθος, ένα άλμα στο σκοτάδι και το κενό. Σίγουρα δεν θα μπορούσε ποτέ να περάσει απ’ το κεφάλι μας να απαγάγουμε τον Μόρο.
Όχι τόσο για τη στρατιωτική δυσκολία και όχι μόνο για την κάθετη ανύψωση του επιπέδου της σύγκρουσης και των επακόλουθων δυσκολιών που αυτό συνεπαγόταν για τα κινήματα.
Ένας από τους μεγάλους αρχιτέκτονες της απαγωγής Moro, και ένας από τους λίγους ταξιαρχίτες που αντιτάχθηκαν στη εκτέλεση του, ο Morucci, το αναγνώρισε, ο οποίος σε ένα από τα βιβλία του έγραψε: «Αν οι BR χρησιμοποιούσαν την τρομοκρατία για πολιτικούς σκοπούς, η Prima Linea την χρησιμοποιούσε πιστεύοντας ότι με εκείνη άνοιγε χώρους, αφαιρώντας εμπόδια στην ανάπτυξη της κοινωνικής σύγκρουσης […].
Εκείνος της Prima Linea ήταν ένας ανταρτοπόλεμος σε αρμονία με τα φαινόμενα απόγνωσης εκείνων των ετών, σε αντίθεση με εκείνη των BR, η οποία έλκυε την αρχική ώθηση της από τις μούμιες του Κρεμλίνου.
Και μόνο σε εκείνες έριχναν ματιές για να έχουν την βουβή επιδοκιμασία τους. Εκείνοι της Prima Linea, οι οποίοι επίσης σκότωναν οπουδήποτε, το να απαγάγουν τον Moro και να εισέλθουν με αυτό τον τρόπο στην ιστορία, δεν θα το είχαν σκεφτεί ποτέ ούτε κατά διάνοια ».
Στην πραγματικότητα, σε αντίθεση με ό, τι λέει ο Morucci, η PL τότε δεν είχε αρχίσει ακόμη να «σκοτώνει παντού». Θα ξεκινήσει να το πράττει αργότερα, σύντομα στη συνέχεια, και αυτό θα γίνεται σε μικρότερο βαθμό από τις BR, επειδή παρασύρθηκε από το επίπεδο της σύγκρουσης που προκάλεσαν αυτές με την απαγωγή και την εκτέλεση του Moro.
Ωστόσο, παραμένει αλήθεια ότι μια τέτοια δράση αποκλείονταν πλήρως από τα σχέδιά μας και από την οπτική μας, ας πούμε δηλαδή «οριζόντια» και όχι κάθετη οπτική της σύγκρουσης [που δεν προέρχονταν δηλαδή από τα επάνω, από την κορυφή, την ηγεσία], που αποσκοπούσε να αναμετρηθεί με την διακλάδωση του αντιτιθέμενου κοινωνικού μπλοκ και όχι με μια ανύπαρκτη » καρδιά του Κράτους, με τις διάχυτες εξουσίες, όχι με ένα μονολιθικό και εξίσου εξωπραγματικό και παρωχημένο χειμερινό Ανάκτορο. Που ήθελε να διεκδικήσει και να διακηρύξει απελευθερωμένους χώρους, αντιεξουσίας, όχι να αναλάβει την εξουσία.
Κατά το κύμα καταστολής των 80’s η Prima Linea έρχεται αντιμέτωπη τόσο με την υπέρμετρη αιχμαλωσία (σχεδόν 1000 διωκόμενοι στις δίκες του 1982) όσο και με την κοινότητα των μετανοημένων κρατουμένων, που συνεργάζονται με το κράτος.
Η σύγκρουση μέσα στις φυλακές σκληραίνει, καθώς η διαπραγμάτευση των μεταμελημένων οδηγεί στην όξυνση της απομόνωσης και των περιορισμών των αμετανόητων ανταρτών.
Η κλιμάκωση της βίας οδηγεί στις εκτελέσεις κατοδοτών, όπως ο πρώην Ερυθροταξιαρχίτης Ennio Di Rocco και το πρώην μέλος της Prima Linea Giorgio Soldati. Τι αντίκτυπο έχει αυτή η σύγκρουση εντός και εκτός των τειχών;
Κάποια στιγμή η κατάσταση ξέφυγε, χτύπησε κόκκινα, ορισμένοι παραφρόνησαν, εντάλματα εκτελέσεων κυκλοφορούσαν δεξιά κι αριστερά, ο Νέγκρι σώθηκε διότι ο εντολοδόχος τον γνώριζε καλά και αρνήθηκε.
Από την μια η φρουροί και η απομόνωση, από την άλλη οι τιμωροί, σύντροφοι που έκαναν μήνες να βγουν απ’ το κελί τους, φορτωμένοι με χρόνια εγκλεισμού στις πλάτες, παράνοια. Στον πόλεμο τιμωρούνται οι προδότες.
Μα εμείς όμως λέγαμε, είμασταν φορείς νέων ηθών συνηθειών και εθίμων, νέες αξίες, αρχαίες όσο και η ζωή κουβαλούσαμε στις πλάτες, έναν άλλο κόσμο ονειρευτήκαμε όπου η διαφωνία παροτρύνονταν, όχι, δεν ήμασταν κουβαλητές αυθαίρετων λόγων και συναισθημάτων επαναστατικής μεγαλοψυχίας.
Δεν ξέρω φίλε, εύκολο από εδώ πέρα να αναθεματίζουμε, το αντιμετωπίζουμε εκ νέου, άλλο σε εκείνες τις συνθήκες μέσα, σε αληθινές συνθήκες. Ενός κακού μύρια έπονται. Δεν είναι όλοι φτιαγμένοι για τα ίδια πράγματα, δεν κουβαλούμε όλοι τις ίδιες δυνάμεις.
Το σφάλμα, επαναλαμβάνω, οι περισσότεροι από εμάς πήγαμε ξυπόλητοι στα αγκάθια, ακολουθήσαμε ένα δρόμο για τον οποίον δεν εκπαιδευτήκαμε, δεν καταρτιστήκαμε επάξια, όπως θα έπρεπε.
Και ο σώζον εαυτόν σωθήτω μιας και το Κράτος κατάφερε να διαρρήξει την αλληλεγγύη, το μέτωπο των κρατουμένων. Εκείνο το ΜΑΖΙ είχε πάει περίπατο. Όλοι εναντίον όλων, κάπως έτσι ήταν η κατάσταση κάποια στιγμή, σύμφωνα με τα λεγόμενα πρώην συντρόφου μου που με επισκέφτηκε πριν λίγα χρόνια.
Θεωρώ λοιπόν πως όλο αυτό το σκηνικό που ήρθαμε να περιγράψουμε τόση ώρα αποτέλεσε και την ταφόπλακα σε εκείνη την κοιλότητα που είχαμε αρχίσει να σκάβουμε εδώ και καιρό.
Αρρωστημένο σκηνικό που δεν θύμιζε με τίποτα τον ενθουσιασμό και την άγρια ομορφιά με την οποία, τον δροσερό αέρα με τον οποίο είχαμε εισέλθει στη σκηνή κάποια χρόνια νωρίτερα, βήμα το βήμα, άλμα το άλμα, εκείνο τον χορό που είχε από τους παιάνες που οδηγούσαν τους αρχαίους πολεμιστές στις μάχες.
Έχουμε να κάνουμε με μία συνθήκη υπεράρρυθμου συγκεντρωτισμού πολιτικών κρατουμένων στις Ιταλικές φυλακές. Πιστεύεις πως θα μπορούσε να υπάρχει μία άλλη οδός ουσιαστικά, πολιτικής διαπραγμάτευσης και όχι διάστασης (και αν ναι με τι όρους), που να κερδίσει συνολικά επωφελέστερες συνθήκες κράτησης και απελευθέρωσης, χωρίς να υπάρχουν ιδιοτελείς σκοποί που οδήγησαν, από την κατάδοση συντρόφων, μέχρι τη μεταμέλεια, την αποκήρυξη του ένοπλου αγώνα και την κατάλυση της ιστορικής μνήμης;
Όταν λείπει το Εμείς, Μαζί, όλα πάνε κατά διαόλου. Την απάντηση δύναται να τη δώσει και ένα μικρό παιδί, πιστεύω. Όταν οι σύντροφοι παλεύουν ο ένας εναντίον του άλλου, αυτός που κάνει γιορτή είναι ο αντίπαλος, το Κράτος.
Δεν χρειάζεται και πολύ σκέψη, και αυτό είναι που με εντυπωσιάζει, πως και δεν το αντιλήφθηκαν τότες οι σύντροφοι, το ότι τους διέφυγε. Εύκολο να μιλάμε από την σιγουριά του πληκτρολογίου, εσύ είσαι ένας που ζεις τη συνθήκη, αυτή τη στιγμή, στο πετσί σου.
Άρα, αντιλαμβάνεσαι την δύναμη των αριθμών ψυχών, που ενωμένες, σίγουρα θα μπορούσαν να είχαν αντιμετωπίσει καλύτερα θεωρώ την καταστολή. Και ερχόμαστε στον πυρήνα: χειρότερος συμβουλάτορας από τον κακό εγωισμό, σε μια σχέση, στη ζωή, παντού, δεν υπάρχει.
Εκεί, τότε, η κάθε παράταξη και ο καθείς μόνος του, έβαλε αυτή τη φορά το εγώ πάνω από το εμείς, και πήγαν όλοι κατά διαόλου. Και διασώθηκαν μοναχά αυτοί που κράτησαν όρθια την σημαία την οποία είχαν σηκώσει κάποια χρόνια νωρίτερα.
Ότι κι αν λεν οι εν διαστάσει σύντροφοι, ναι, κάνεις πίσω, διπλώνεις τη σημαία, μα την κρατάς στο δικό σου μετερίζι, δεν την παραδίδεις στα χέρια του αντιπάλου. Και δεν αφήνεις κανένα πίσω, στα αμείλικτα χέρια του εχθρού, όσα λάθη κι αν έχει κάνει, τον σέρνεις λαβωμένο στα μετόπισθεν.
Δεν θέλω να προσθέσω τίποτα, μου είναι δύσκολο, διότι εγώ ήμουν ήδη μακριά και αδυνατούσα τότε να προσφέρω κάτι στην κουβέντα. Όποιος κοιμάται ήσυχος τη νύχτα, αυτός ο ίδιος το γνωρίζει.
Έχουν περάσει δεκαετίες από τότε. Πάντα στις έρευνές μου επιλέγω να τελειώνω με το ίδιο συμπέρασμα. Τόσος κόπος και πόνος, καταστολή, το πέρασμα από τη φυλακή, η απώλεια συντρόφων άλλοτε από τα χέρια της ίδιας της Εξουσίας και άλλοτε από τις ίδιες τις επιλογές της ζωής και τη φθορά που επιφέρει ο χρόνος, σε κάνανε ποτέ να μετανιώσεις;
Με όλο μου το σθένος θα σου πω πως το μόνο που με στενοχωρεί είναι ότι υπέστην τα λιγότερα από όλους! Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα, με τίποτα, ήταν τα πιο δυνατά χρόνια της ζωής μου, κάθε μέρα άξιζε για χίλιες, θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο που βρέθηκα εκεί, που έζησα μαζί τους, έμαθα τόσα και τόσα, αποκόμισα τόσα πολλά, είμαι αυτός που είμαι διότι πέρασα μέσα από εκείνο το φοβερό μονοπάτι του ανταρτοπόλεμου για το χτίσιμο μιας καλύτερης κοινωνίας, δικαιότερης, όπου ο άνθρωπος να ζει έχοντας ίδιες ευκαιρίες με τον διπλανό του, να αναλαμβάνει τις ίδιες ευθύνες, μαζί με τους γύρω και όχι μοναχός εμπόρευμα και καταναλωτής ταυτόχρονα, στο ατομικίστικο κυνήγι μιας ανέλιξης πατώντας επί πτωμάτων. ίσος μεταξύ ίσων και ελεύθερος πραγματικά να ζει όπως εκείνος επιθυμεί.
Μια φορά αυτόνομος παντοτινά αυτόνομος, όπως είναι και ο τίτλος της εργασίας που έρχεται!
Για όλα αυτά θα κουβεντιάσουμε με τον Αλέξανδρο, τον Μιχάλη και το κοινό, την παρέα που θα συγκεντρωθεί. θα ακούσουμε και θα συμμετάσχουμε στις μουσικές του Γιώργου του Σιμήτα, συντροφιά με μπύρες και κοκτέιλ στο Αυγοκάντο του Τάσου, στη στοά Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Παρασκευή 27 του σεπτέμβρη, μετά τις οκτώ και μισή το βράδυ
Μιχάλης Μαυρόπουλος