Την πρώτη της μεγάλη συμφωνία για την πώληση φυσικού αερίου που θα παραχθεί από τα υπεράκτια κοιτάσματα Karish και Tanin, τα οποία βρίσκονται στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη του Ισραήλ, υπέγραψε η EnergeanOil&Gas με τον όμιλο Dalia. Συγκεκριμένα, η θυγατρική EnergeanIsrael θα προμηθεύσει σε βάθος χρόνου συνολικά με 23 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου την DaliaPowerEnergies και την αδελφή εταιρεία OrPowerEnergies, καλύπτοντας μέρος των αναγκών για τη λειτουργία του σταθμού ηλεκτροπαραγωγής Dalia, ο οποίος είναι ο μεγαλύτερος ιδιωτικός σταθμός στην περιοχή του Τζάφιτ (ΝΑ. Ισραήλ), καθώς και για μελλοντικούς σταθμούς που θα κατασκευάσει η OrPowerEnergies.
O όμιλος Dalia είναι ο μεγαλύτερος ιδιωτικός παραγωγός ηλεκτρισμού στην αγορά του Ισραήλ, η ζήτηση στην οποία αναπτύσσεται με σημαντικούς ρυθμούς. Με αφορμή την υπογραφή της συμφωνίας, ο κ. Μαθιός Ρήγας, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ομίλου Energean, δήλωσε τα εξής: «Πρόκειται για μια ιστορική ημέρα, τόσο για την Energean, που υπογράφει τα πρώτα συμβόλαια πώλησης φυσικού αερίου σε μια περιοχή με μεγάλη γεωπολιτική σημασία, όσο και για την αγορά του Ισραήλ, καθώς η προμήθεια φυσικού αερίου από τα κοιτάσματα Karish και Tanin σηματοδοτεί το άνοιγμα του ανταγωνισμού και την προσφορά φθηνότερης ενέργειας στους καταναλωτές και στην ισραηλινή οικονομία γενικότερα.
Η Energean βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με δυνητικούς πελάτες για την υπογραφή και νέων συμβολαίων, ενώ ετοιμάζεται να υποβάλει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης των δύο κοιτασμάτων προς έγκριση από την ισραηλινή κυβέρνηση εντός των επόμενων εβδομάδων. Η ανάπτυξη των δύο υπεράκτιων κοιτασμάτων αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την επίτευξη του οράματος της Energean που είναι να εξελιχθεί σε ηγέτιδα ανεξάρτητη εταιρεία έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων στη ΝΑ. Μεσόγειο»
Σημειώνεται ότι τα κοιτάσματα Karish και Tanin, τα οποία απέκτησε η EnergeanOil&Gas το Δεκέμβριο του 2016, διαθέτουν δυνητικά αποθέματα 2,4 τρισεκατομμυρίων κυβικών ποδών φυσικού αερίου και η επένδυση που απαιτείται σε βάθος χρόνου για την ανάπτυξή τους εκτιμάται σε 1,3 -1,5 δισεκ. δολάρια. (Δ. Τύπου)