Γράφει ο Θόδωρος Θεοδωρίδης
Στην «Εφημερίδα των Συντακτών Σαββατοκύριακο», δημοσιεύεται μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη που πήρε η δημοσιογράφος Κυριακή Μπεϊόγλου από έναν μεγάλο θεατράνθρωπο, ο οποίος υπηρετεί το χώρο της τέχνης και του πολιτισμού εδώ και εξήντα χρόνια κι έχει διακριθεί και ως ηθοποιός αλλά κυρίως ως σκηνοθέτης και φυσικά ως ο ένας από τους δύο τρεις ανθρώπους που εμπνεύστηκαν και δημιούργησαν τον θεσμό των περιφερειακών θεάτρων -πριν ακόμη η Μελίνα Μερκούρη το υλοποιήσει με τα ΔΗΠΕΘΕ- με την ίδρυση του Θεσσαλικού Θεάτρου στη Λάρισα. Πρόκειται λοιπόν για τον Κώστα Τσιάνο, που μιλά στην Κυριακή Μπεϊόγλου για τη ζωή του, για την πορεία του στο θέατρο ξεκινώντας το 1962 από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και διασχίζοντας το χρόνο με μια πλούσια σε ποσότητα αλλά κυρίως ποιότητα καλλιτεχνική διαδρομή.
Μιλώντας λοιπόν για το δημιούργημά του αλλά και τη μεγάλη του αγάπη, το Θεσσαλικό Θέατρο, ο Κώστας Τσιάνος λέει σε μια αποστροφή της συνέντευξής του:
«…Και φτάνουμε στη μεγάλη στιγμή της ιστορίας του Θεσσαλικού Θεάτρου. Η μεγάλη μου λαχτάρα και η πολύχρονη έρευνά μου πάνω στο αρχαίο δράμα, μού έδωσε τη δυνατότητα να σκηνοθετήσω την πρώτη μου τραγωδία «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη με τη Λυδία Κονιόρδου στον ομώνυμο ρόλο. Η παράσταση σε επιτυχία ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Παίχτηκε τρία καλοκαίρια, δύο φορές στην Επίδαυρο, δύο στο Ηρώδειο και άλλες τόσες στο φεστιβάλ Φιλίππων – Θάσου. Όργωσε όλη την Ελλάδα στεριά και θάλασσες. Σκαρφάλωσε στα πιο ψηλά βουνά και αντιπροσώπευσε τη χώρα μας σε φεστιβάλ της Ευρώπης και μέχρι σήμερα, 33 χρόνια μετά αποτελεί σημείο αναφοράς…»
Η αναφορά λοιπόν ενός τέτοιου ανθρώπου, μ’ αυτή την μεγάλη διαδρομή και προσφορά στο θέατρο και στον πολιτισμό γενικότερα, στο Φεστιβάλ Φιλίππων, κατατάσσοντάς μάλιστα στην ίδια τάξη μεγέθους και σημασίας με τα αντίστοιχα της Επιδαύρου και των Αθηνών (Ηρώδειο), αποδεικνύει την ιστορικότητα του θεσμού αλλά και πως αξιολογείται από ανθρώπους που «έγραψαν χιλιόμετρα» στο χώρο του θεάτρου.
Αυτό πρέπει να μας κάνει υπερήφανους αλλά συγχρόνως και ρεαλιστές. Το Φεστιβάλ Φιλίππων έχει διανύσει πραγματικά μια μεγάλη και ιστορική διαδρομή. Έχει συνδεθεί με την ιστορία όχι μόνον της Καβάλας αλλά και της ευρύτερης περιοχής, ιδιαίτερα τις πρώτες δεκαετίες της ζωής του. Ήταν ένας καθοριστικός παράγοντας για την ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος που μέχρι το 1984 ήταν και ο φορέας που το διοργάνωνε. Ωστόσο το Φεστιβάλ Φιλίππων –αν και μόνον δύο χρονών νεότερο του αντίστοιχου της Επιδαύρου- δεν είναι και δεν θα μπορούσε να είναι Φεστιβάλ Επιδαύρου. Ούτε Φεστιβάλ Αθηνών. Έχει όμως τη δική του αυθύπαρκτη και διακριτή διαδρομή και αξιολογείται σαν ένας σοβαρός και ιστορικός θεσμός στον χώρο των διοργανώσεων παραστάσεων αρχαίου δράματος. Και έτσι πρέπει να διατηρηθεί και να συνεχίσει να ζει και να γαλουχεί όλο και περισσότερους Καβαλιώτες και γενικότερα βορειοελλαδίτες με τις αξίες της τέχνης και του πολιτισμού.
Το Σάββατο 3 Ιουλίου ξεκίνησε το 65ο Φεστιβάλ Φιλίππων με την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου «Ιππής» του Αριστοφάνη.
Ναι καλά διαβάσατε. Το φετινό Φεστιβάλ είναι το 65ο και όχι το 64ο όπως λανθασμένα αναφέρεται στα δημοσιεύματα, στις αφίσες και στα προγράμματα. Δεν ξέρω πότε ξεκίνησε το λάθος αλλά αν μετρήσετε μία μία τις διοργανώσεις από το 1957 που για πρώτη φορά ακούστηκε ο λόγος των αρχαίων ποιητών στο θέατρο των Φιλίππων μέχρι σήμερα, είναι η 65η διοργάνωση η φετινή. Η αλήθεια είναι ότι θα πρέπει να απαλλαγούμε από την αρίθμηση διότι τα μεγάλα Φεστιβάλ δεν έχουν ανάγκη στην αναφορά της αρίθμησής τους.
Το Φεστιβάλ Φιλίππων ξεκίνησε από την αγάπη λίγων ανθρώπων που ήταν στη διοίκηση του εξαιρετικά δραστήριου εκείνη την εποχή Συνδέσμου Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών Καβάλας. Του αρχαιολόγου Δημήτρη Λαζαρίδη, του φιλόλογου καθηγητή Χαράλαμπου Λαλένη, του καθηγητή μαθηματικών Χάρη Κουτσάκου και μερικών ακόμη πρωτοπόρων που ξεχορτάριασαν με προσωπική εργασία το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων, έστησαν πρόχειρες ξύλινες κερκίδες, επιστράτευσαν στρατιωτικά οχήματα για τον στοιχειώδη φωτισμό της παράστασης για να ακουστεί για πρώτη φορά ύστερα από 20 αιώνες ο λόγος του Ευριπίδη στην τραγωδία «Ηλέκτρα» που ανέβασε στις 8 Σεπτεμβρίου του 1957 ο θίασος Κωστή Λειβαδέα και Μαλαίνας Ανουσάκη με κορυφαία του χορού, παρακαλώ, τη Σαπφώ Νοταρά!
Ύστερα όλα πήραν το δρόμο τους. Ακολούθησαν δύο χρυσές δεκαετίες με εξαιρετικές παραστάσεις. Με τη συμβολή και του ΚΘΒΕ που έκανε την Καβάλα και τους Φιλίππους καλοκαιρινή του έδρα, πέρασαν από το αρχαίο θέατρο όλα τα μεγάλα ονόματα του θεάτρου της εποχής.
Οι θεατές ερχόταν κυριολεκτικά από όλη τη Βόρεια Ελλάδα ενώ σύλλογοι και ταξιδιωτικά γραφεία της Θεσσαλονίκης διοργάνωναν δεκάδες εκδρομές για Καβάλα και Φιλίππους «για την παρακολούθηση παραστάσεων αρχαίου δράματος».
Το 1984 ήταν μια σημαντική χρονιά για το Φεστιβάλ όταν τη διοργάνωσή του και πάλι με την συμπαράσταση και καθοριστική συμβολή του Χαράλαμπου Λαλένη, ανέλαβε ο Δήμος Καβάλας.
Μέχρι τις μέρες μας το Φεστιβάλ Φιλίππων διεκδικεί πανάξια το βάρος, το ρόλο και την διαχρονική αξία που έχει κατακτήσει στη συνείδηση όλων των ανθρώπων που είτε απολαμβάνουν είτε υπηρετούν την τέχνη και το πολιτισμό.
Οι θεατές ερχόταν κυριολεκτικά από όλη της Βόρεια Ελλάδα ενώ σύλλογοι και ταξιδιωτικά γραφεία της Θεσσαλονίκης διοργάνωναν δεκάδες εκδρομές για Καβάλα και Φιλίππους «για την παρακολούθηση παραστάσεων αρχαίου δράματος». Φωτογραφία από την εφημερίδα «Μακεδονία» της εποχής
Ο Δημήτρης Λαζαρίδης αριστερά και ο Χαράλαμπος Λαλένης με τον Σωκράτη Καραντινό, πρώτο διευθυντή του ΚΘΒΕ και λάτρη των Φιλίππων και του Φεστιβάλ
Το 1984 ήταν μια σημαντική χρονιά για το Φεστιβάλ όταν τη διοργάνωσή του και πάλι με την συμπαράσταση και καθοριστική συμβολή του Χαράλαμπου Λαλένη, ανέλαβε ο Δήμος Καβάλας.
Ξεχώρισαν εκείνη τη χρονιά οι δύο ιστορικές συναυλίες Μίκη Θοδωράκη και Μάνου Χατζηδάκι.
Στη φωτογραφία από αριστερά Μάνος Χατζηδάκις, Βασίλης Λέκκας, Ηλίας Λιούγκος, Χαράλαμπος Λαλένης, Κώστας Παπανικολάου (αντιπρόεδρος του ΣΦΓΤ) και ο θεατρικός και κινηματογραφικός επιχειρηματίας Φώτης Φαρμάκης