Από καιρού εις καιρόν, ανοίγει και κλείνει -σχεδόν άμεσα- η δημόσια συζήτηση για τον τρόπο αξιοποίησης του παλιού «κάτω» νοσοκομείου Καβάλας.
Ο λόγος δε που οι μέχρι σήμερα δημόσιες συζητήσεις-προτάσεις αξιοποίησής του σταματούν όπως ακριβώς άρχισαν, δεν είναι άλλος από το κόστος αποκατάστασης και επαναχρησιμοποίησής του, είτε ως χώρος εκμετάλλευσης τουριστικού τύπου, είτε ως φοιτητικές εστίες.
Θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι, εάν αληθεύει πως το κόστος αυτό αγγίζει ή και ξεπερνά τα 4 εκατομμύρια ευρώ, όπως πρόσφατα ο πρώην δήμαρχος κ. Σιμιτσής ανέφερε, κανείς δημόσιος φορέας, πόσο μάλλον κάποιος ιδιώτης, δεν πρόκειται να δαπανήσει αυτό το ποσό. Τόσο οι εποχές των δημοσιονομικά «ισχνών αγελάδων» που διανύουμε, όσο και η πιθανότατα εξαιρετικά μακρά χρονική περίοδος απόσβεσης της οποιασδήποτε ιδιωτικής επένδυσης, δεν αποτελούν απλά τροχοπέδη, αλλά καθιστούν τις πιο πάνω προτάσεις εντελώς ανεφάρμοστες.
Στόχος αυτού του κειμένου, δεν είναι άλλος από το να φέρει στη δημόσια συζήτηση μία πρόταση που ίσως να αποτελεί και τη μοναδική -κατά τη γνώμη μου- που μπορεί να έχει ελπίδες υλοποίησης. Τη μετατροπή του χώρου σε ένα Πάρκο Καινοτομίας και Τεχνολογίας.
Είτε αυτόνομου (κάτι αρκετά δύσκολο είναι η αλήθεια), είτε ως διασυνδεδεμένου περιφερειακού κόμβου με αυτόν της Thess INTEC στη Θεσσαλονίκη, στον οποίο ήδη συμμετέχει ως μέτοχος και το Διεθνές Πανεπιστήμιο, με εξασφαλισμένους και τους χρηματοδοτικούς πόρους.
Στα 8.500 τ.μ. του κτιρίου, θα μπορούσαν -ως πρόταση- να στεγαστούν νεοφυείς εξειδικευμένες ερευνητικές και καινοτόμες δραστηριότητες στους τομείς των ορυκτών πόρων, των αυτοματισμών της αγροτικής, κτηνοτροφικής και αλιευτικής παραγωγής, του ψηφιακού τουρισμού και (γιατί όχι) της εθνικής άμυνας. Παράλληλα, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν χώροι διαμονής των ερευνητών, αλλά και συνεδριακό κέντρο.
Βασική παράμετρος υλοποίησης της πρότασης, αποτελεί -δίχως άλλο- η συστράτευση του συνόλου των θεσμικών φορέων της πόλης προς την επίτευξη του στόχου. Τόσο ο Δήμος, η Αντιπεριφέρεια και οι τοπικοί βουλευτές, όσο και το παράρτημα του Διεθνούς Πανεπιστημίου της πόλης αλλά και το Επιμελητήριο Καβάλας, θα πρέπει να εξετάσουν το θέμα με ευνοϊκή ματιά και -συμφωνώντας άμεσα- να επιδιώξουν τις απαραίτητες συναντήσεις που θα θέσουν την πρόταση σε τροχιά υλοποίησης.
Ίσως η ανάγνωση αυτών των γραμμών προκαλέσουν κάποιο μειδίαμα. Ίσως και αυτή η πρόταση να ξεχαστεί ως ανεφάρμοστη. Το σίγουρο όμως είναι ότι, όσο περνά ο καιρός κι εάν δεν συμφωνήσουμε, ένα ακόμη «κτιριακό κουφάρι» θα προστεθεί στα τόσα άλλα που «πάνω» τους κλαίμε τη μοίρα μας.
Τσακίρης Α. Γιώργος