Ένας «ιδιώτης», γέννημα και θρέμμα των Λαϊκών Στρωμάτων αυτής της πόλης και ιδιαίτερα του Προσφυγικού Συνοικισμού των Πεντακοσίων έστειλε μια επιστολή στον κύριο Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου.
Με την επιστολή του αυτή ο Πολίτης αυτός εξέφραζε, πίστευε την επιθυμία του συνόλου των συμπολιτών του ή τουλάχιστον της πλειοψηφίας της, ότι θα έπρεπε να τιμηθούν δύο άνθρωποι που προσέφεραν τα μέγιστα μέχρι σήμερα στον τόπο μας ασκώντας τη Δημαρχιακή τους ιδιότητα.
Ο ένας ήταν ο Ευάγγελος Ευαγγελίου, ο Δήμαρχος της Χούντας, για το μεγάλο έργο της ύδρευσης της πόλης από τα νερά της Βοΐράνης, νερά άριστης ποιότητας και άφθονα. Με τον άνθρωπο αυτόν ο «Ιδιώτης» δεν είχε καμιά σχέση ούτε ιδιαίτερη γνωριμία, πολύ δε περισσότερο με την Χούντα.
Η Χούντα για αυτόν έψαχνε να βρει πληροφορίες σε όποιο μέρος της Πατρίδας μας πάτησε το πόδι του, για να βρει λόγο να τον διώξει από τον Οργανισμό που δούλευε. Γιατί όμως να θέλει να τιμηθεί ένας Δήμαρχος που δεν εκλέχτηκε και διορίστηκε από την Χούντα ο άνθρωπος αυτός;
Ο λόγος είναι ένας και για να μπορέσει να τον κατανοήσει κάποιος θα πρέπει να ζήσει την έλλειψη αυτού του αγαθού, του νερού. Να περιμένει να τρέξουν οι Δημοτικές Βρύσες της γειτονιάς του για να προλάβει να γεμίσει δύο στάμνες για να πιούν και δύο γκαζοτενεκέδες για όλες τις άλλες χρήσεις της ζωής της οικογένειας του.
Οι Δημοτικές Βρύσες λειτουργούσαν τρείς ώρες, τρείς ημέρες την εβδομάδα. Κάθε Δημοτική βρύση εξυπηρετούσε πάνω από εκατό οικογένειες με μέσο αριθμό μελών τα πέντε άτομα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι άνθρωποι εκείνοι αναγκάζονταν να κουβαλούν νερό από τη θάλασσα για τη λάτρα τους.
Όταν πάλι το αποθηκευμένο νερό γίνονταν ακατάλληλο για πιεί γιατί τα σκουληκάκια, οι προνύμφες των κουνουπιών είχαν εγκατασταθεί εκεί και ανεβοκατέβαιναν, τότε έπαιρναν τις στάμνες τους και πήγαιναν στην μάνα του νερού διανύοντας κοντά στα πέντε χιλιόμετρα για να τις γεμίσουν με τις σταγόνες της ζωής.
Όλοι οι άνθρωποι των γνήσιων Λαϊκών στρωμάτων εκείνης της εποχής, όταν στις αρχές του πενήντα ο Μελισσάκης έβαλε άλλες δυο βρύσες στη γειτονιά μου, έγινε γιορτή, έγινε λαϊκό γλέντι γιατί θα είχαμε ευχέρεια να αποθηκεύουμε έναν γκαζοτενεκέ ακόμη νερό, θα γλυτώναμε την βάσανο να κουβαλήσουμε νερό από τη θάλασσα.
Οι άνθρωποι εκείνοι, τα Λαϊκά Στρώματα δηλαδή εκείνα που πανηγύρισαν ήταν αυτοί που δε ψήφισαν το 1946 για την επάνοδο της Βασιλείας, ήταν εκείνοι που δεν υπέγραψαν την δήλωση νομιμοφροσύνης, ήταν οι άνθρωποι που ψήφιζαν με ποσοστό 70% ΕΔΑ και ας είχαν συνοδεία τον Χωροφύλακα μέχρι σχεδόν την κάλπη.
Εκτίμησαν την προσφορά του Μελησσάκη και την γιόρτασαν. Δεν ήταν κομμουνιστής ο Μελισσάκης αλλά τον τίμησαν για την προσφορά του. Για τον Ευαγγελίου τώρα που έφερε το νερό, πράγματι αξιοποίησε την μελέτη 1937.
Εμείς τουλάχιστον που γεννηθήκαμε σ’ αυτήν την πόλη και ζήσαμε το δράμα της λειψυδρίας του οφείλουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ. Άλλοι που μεγάλωσαν σε άλλο τόπο δεν μπορούν να το καταλάβουν και βάζουν μπροστά βερμπαλισμούς κομματικούς και παρωχημένους που δεν κάνουν καλό ούτε στους ίδιους.
Οι αριστεροί εκείνης της δύσκολης εποχής που γνώρισα εγώ ήταν άνθρωποι ανοιχτού ορίζοντα, ανοιχτής καρδιάς και ευαισθησίας, εκτιμούσαν το καλό για τα Λαϊκά στρώματα, προσπαθούσαν να το προσφέρουν οι ίδιοι και αν δεν ήταν αυτό εφικτό σώπαιναν. Έτσι εξηγούνται και τα μεγάλα ποσοστά πολιτών που τους πίστευαν.
Όσο για το ότι είναι ανεπίτρεπτο να βρίσκονται στο ίδιο βάθρο ο Λευτέρης Αθανασιάδης με τον Ευάγγελος Ευαγγελίου ,ήδη ο Λευτέρης με την ευρύτητα ψυχής και πνεύματος που διέθετε τον είχε ανεβάσει ο ίδιος και πολλά πρωινά έπιναν μαζί τον καφέ τους συζητώντας ασφαλώς για τα προβλήματα της πόλης που αγαπούσαν ., Ήμουν αυτόπτης μάρτυρας μιας τέτοιας συνάντησης .
Ο Ιδιώτης (και για την αντιγραφή Παναγιώτης Φώτου)