Dark Mode Light Mode

Μια ευφυής βαρβαρότητα

Βαρόνοι, αφεντικά, πυροσβέστες, υποψήφιοι, αρχηγοί, αρουραίοι μέσα στα τμήματα, σκοτεινοί γραφειοκράτες, άνθρωποι που διαχειρίζεστε τη γραμμή, μια από αυτές τις μέρες θα έρθουμε εκεί, και θα προσπαθήσεις να ξεχάσεις επιστρέφοντας με:

πίνακες ανακοινώσεων, εγκυκλίους, δημοκρατική διαδικασία, εφημερίδες, αρχεία, βασικά βιβλίαμπιχλιμπίδια, καθρέφτες, θετικές διατριβές, εποικοδοµητικές ενέργειες, εκπροσώπους και ανακοινώσεις (αλλά μην μας σπάζετε τ’ αρχίδια) θα πείτε: ήταν μια σύντομη ψευδαίσθηση, ένα σκοτεινό μπάχαλο δίχως προτάσεις (αλλά μην αγγίζετε τ’ αρχίδια μας) Όμως όλα αυτά δεν ήταν μάταια εμείς δεν ξεχνάμε… την εξουσία σας που θεμελιώθηκε επάνω στα σκατά, τη μιζέρια σας, μισητή, βρώμικη και άσχημη

Θα πληρώσετε ακριβά, θα πληρώσετε για όλα

Κολεκτίβα “resadeiconti” [κλείσιμο λογαριασμών] (Piazza Bologna)

Murales, Γκράφιτι στο Πανεπιστήμιο La Sapienza στη Ρώμη, Φεβρουάριος του 1977

Piano forte sobrelas barricadas 189

Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1976 στο Παλέρμο κατελήφθη τη σχολή των Γραμμάτων κατά της εφαρμογής μιας εγκυκλίου του υπουργού Παιδείας, Malfatti, που προσπαθούσε να βάλει τέλος στο «χάος» στο πανεπιστήμιο και να το αδειάσει λίγη από εκείνη τη πλέμπα που απεδείχθη υπερβολικά χαρούμενη, συμμετέχοντας στο μαζικό πανεπιστήμιο που οι αγώνες του ’68 είχαν αποσπάσει από τη Δημοκρατία «η οποία γεννήθηκε από την Αντίσταση».

Η κυβερνητική επίθεση είχε στόχο να ακυρώσει ένα σύνολο κατακτήσεων του φοιτητικού κινήματος, όπως τα ευέλικτα σχέδια σπουδών, τα οποία επέτρεπαν στους φοιτητές να δημιουργήσουν μια αυτόνομη πνευματική διαδρομή, και τις μηνιαίες προσκλήσεις για εξετάσεις που, σύμφωνα με τον υπουργό, ήταν υπερβολικά υπέρ των προλεταριακών φοιτητικών ομάδων, τις οποίες, μέσω της παράλληλης αύξησης των διδάκτρων ήθελαν να διώξουν από το πανεπιστήμιο, στο βαθμό που ήταν αυτοί οι οποίοι προκαλούσαν τα περισσότερα προβλήματα «τάξης και πειθαρχίας».

Αντίθετα, οι σικελοί φοιτητές όχι μόνο απέρριψαν αυτά τα μέτρα, αλλά ζήτησαν να πληρωθεί μισθός σε όσους είναι άνω των 18 ετών εγγυημένα, οι ώρες εργασίας στα εργοστάσια να μειωθούν και να αυξηθούν, για όσους εργάζονταν, οι πληρωμένες ώρες αφιερωμένες στις σπουδές (εκείνη την εποχή διατηρούνταν μια κατάκτηση που πρόσφερε τη δυνατότητα στους εργάτες να αφιερώνουν 150 ώρες το χρόνο σε σπουδές επί πληρωμή).

Επιπλέον, ήθελαν οι καθηγητές να χτυπούν κάρτα, όπως έκαναν και οι εργάτες. Για την ώρα τα πράγματα τελείωσαν εδώ, με την ανακωχή των Χριστουγεννιάτικων εορτών. Εν τω μεταξύ, η λεγόμενη «κυβέρνηση των αποχών», δηλαδή η Χριστιανοδημοκρατική κυβέρνηση υποστηριζόμενη από την αποχή του PCI-ΚΚΙ που προηγήθηκε του Ιστορικού Συμβιβασμού, βυθισμένη σε έναν οικονομικό πληθωρισμό που δεν είχαμε δει ποτέ νωρίτερα, βάδιζε απευθείας εναντίον του πληθυσμού απαιτώντας δάκρυα και θυσίες.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα, με επικεφαλής τον γραμματέα του, διακρίθηκε για τον ζήλο με τον οποίο κήρυττε τη λιτότητα, και, υποστηρίζοντας αυτή την πολιτική συγκάλεσε, στις 14 και 15 Ιανουαρίου 1977, στο Teatro dell’ Eliseo στη Ρώμη, τους διανοούμενους που πρόσκεινται στο κόμμα, οι οποίοι παρακινήθηκαν να βάλουν όλη τους την ενέργεια στο έργο να πείσουν τις μάζες και
να απομονώσουν τους «βαρβάρους» που στέκονταν εμπόδιο στα απαραίτητα μέτρα, οικονομικά και πολιτικά.

Ειπώθηκε ξεκάθαρα ότι ο μόνος ρόλος των διανοουμένων εκείνη την εποχή θα έπρεπε να είναι αυτός των αξιωματούχων της συναίνεσης και αυτή των πομπών των κυβερνητικών εντολών: σε περιόδους λιτότητας πράγματα όπως «ελευθερία σκέψης και έρευνα» δεν μπορούσαν να επιτραπούν.

Ο Asor Rosa, ο βουλευτής-δημοσιογράφος Antonello Trombadori, ο ποιητής Edoardo Sanguineti, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς, έπεσαν σε αυτό το διαβόητο εγχείρημα με μια ακαμψία και μια θέρμη που θα ζήλευε η χειρότερη σοβιετική γραφειοκρατία. Δύο εβδομάδες αργότερα, ο Berlinguer επανέλαβε το 190 Un comunismo más fuerte quela metrópoli κήρυγμα ενώπιον μιας συνέλευσης εργατών του PCI στη Λομβαρδία.

Η βάση της ομιλίας του ήταν πως η λιτότητα δεν ήταν για αυτούς απλώς ένα μέτρο οικονομικής πολιτικής, αλλά κάτι που είχε να κάνει με την «αυστηρότητα», την «αποτελεσματικότητα», τη «σοβαρότητα», την «ηθική», ένα είδος μαρτυρίου των μαζών για το σοσιαλισμό.

Το να δουλεύεις περισσότερο και να καταναλώνεις λιγότερο παρουσιάστηκε έτσι στους εργάτες, τους άνεργους, τις γυναίκες, τους φοιτητές ως μια δοκιμασία αρετής. Τώρα, ειδικά αυτές οι τρεις τελευταίες κατηγορίες αναρωτήθηκαν πώς θα μπορούσαν να μειώσουν κάτι στο οποίο δεν είχαν πρόσβαση, ενώ οι εργάτες δεν κατάλαβαν ακριβώς γιατί, ενώ τους ζητήθηκε να εφαρμόσουν την πολιτική των θυσιών στον εαυτό τους, η μπουρζουαζία συνέχιζε να γλεντάει, πηγαίνοντας ήσυχα στις πρεμιέρες της Σκάλα, όπου ένα εισιτήριο κόστιζε σχεδόν όσο ο μηνιαίος μισθός ενός εργάτη.

Από την 1η Φεβρουαρίου ο λόγος επιστρέφει στα πανεπιστήμια και μια χιονοστιβάδα καταλήψεων σχολών διασχίζει την Ιταλία: Παλέρμο, Τορίνο, Πίζα, Κάλιαρι, Σαλέρνο. Στο Μιλάνο, τη Μπολόνια, την Πάντοβα και τη Φλωρεντία οι φοιτητές κηρύσσουν την κατάσταση μόνιμης αναταραχής, αγκιτάτσιας.

Την ίδια μέρα το Φεβρουάριο μια συμμορία φασιστών εμφανίζεται στην πανεπιστημιακή πόλη της Ρώμης και εισβάλλει σε τρεις σχολές, τη Στατιστική, το Δίκαιο και τα Γράμματα, όπου γινόταν συνεδρίαση της Επιτροπής Αγώνα κατά της εγκυκλίου Malfatti. Αρχίζουν οι τσακωμοί, οι φωνές και τελικά οι φασίστες πυροβολούν και χτυπούν το κεφάλι ενός φοιτητή, Guido Bellachioma, ο οποίος θα παραμείνει σε κώμα για πολλές μέρες.

Η κατάληψη του πρώτου ρωμαϊκού κολεγίου αρχίζει έτσι, εκείνο το απόγευμα, ως απάντηση στη φασιστική επιθετικότητα. Εν τω μεταξύ, όλοι οι χώροι του αυτόνομου κινήματος, τα κατεχόμενα σπίτια, τα διαμερίσματα των συντρόφων μετατρέπονται σε τόπους οργάνωσης. ιδιαίτερα στη γειτονιά του San Lorenzo, όπου ο πληθυσμός προστάτευε τις κολεκτίβες και που θεωρούνταν ως ένα είδος «απελευθερωμένης ζώνης» από την αστυνομία, τους διανομείς ηρωίνης και επίσης το PCI.

Την επόμενη μέρα μια διαδήλωση πενήντα χιλιάδων ατόμων ξεκινά από τη Σχολή Γραμμάτων και, ενώ οι ομάδες κάνουν συλλαλητήριο, μερικές χιλιάδες φεύγουν με στόχο να κλείσουν ένα φασιστικό αρχηγείο. Κατά τη διάρκεια της πορείας, στην οδό Somma campagna, τα κεντρικά γραφεία του MSI υφίστανται έφοδο και πυρπολούνται.

Αλλά καθώς η διαδήλωση περνάει μέσα από την Piazza Indipendenza, προσπαθώντας να φτάσει σε μια κατειλημμένη σχολή, ένα αστικό αυτοκίνητο ρίχνεται με ταχύτητα επάνω στους διαδηλωτές. Στην αρχή πιστεύεται ότι είναι φασίστες επειδή αυτοί που βρίσκονται μέσα αρχίζουν αμέσως να πυροβολούν. Από τη διαδήλωση απαντούν στη φωτιά.

Ενώ ένας από τους επιτιθέμενους είναι τραυματίας, αργότερα θα γίνει γνωστό ότι ανήκε στις νεογέννητες »ειδικές διμοιρίες» Piano forte sobrelas barricadas 191 της αστυνομίας, δύο σύντροφοι από την Αυτονομία που υπερασπίζονταν τη διαδήλωση, ο Πάολο και ο Ντάντο, Paolo y Daddo, χτυπιούνται από χαλάζι βλημάτων. Ο πρώτος τραυματίζεται στο ένα πόδι και στον ώμο, ο άλλος σε ένα χέρι.

Υπάρχει μια σειρά από φωτογραφίες που ήρθαν στο φως μόνο χρόνια αργότερα —τραβηγμένες από τον Tano D’Amico, τον «φωτογράφο του Κινήματος»—στις οποίες φαίνεται ο Daddo να βοηθά τον βαριά τραυματισμένο φίλο του, να τον μαζεύει επάνω στον ένα ώμο και τον σέρνει έξω από τη διαδήλωση, ενώ με το άλλο χέρι κρατά τα δύο πιστόλια: είναι μια εικόνα πολέμου και φιλίας. Συνελήφθησαν αργότερα.

Το βραδάκι, μια ακόμη έδρα του MSI καίγεται ενώ μέσα στο πανεπιστήμιο πραγματοποιείται μια συνέλευση που απαιτεί όχι μόνο την κατάργηση της εγκυκλίου Μαλφάτι, αλλά και την αυτοδιαχείριση των σεμιναρίων, τον αποκλεισμό των τάξεων των «βαρόνων» (δηλαδή των καθηγητών που διαχειρίζονταν την πανεπιστημιακή τους ισχύ με «φεουδαρχικό» τρόπο) και την εγγύηση ότι η η αστυνομία δεν μπορεί να επέμβει μέσα στο πανεπιστήμιο. Την επόμενη μέρα σχεδόν όλες οι σχολές είναι κατειλημμένες.

Έτσι εξαπλώθηκαν οι καταλήψεις στο Μιλάνο, τη Μπολόνια, το Μπάρι, την Κατάνια, την Πάντοβα και την Τεργέστη. Είναι ημέρες που όλες οι πόλεις βλέπουν τεράστιες πορείες νεολαίας να παρελαύνουν με χαρακτηριστικά πολύ διαφορετικά από τα «συνηθισμένα».

Οι τρόποι να γίνονται πράγματα και να μιλούν των Νεανικών Κέντρων – Circoli Giovanili, των φεμινιστριών, των «τρανσβερσαλιστών» είχαν ήδη μολύνει εκείνη τη γενιά, και αυτό φάνηκε και έγινε αισθητό: στις διαδηλώσεις ανέπνεαν αυτό το κλίμα γιορτής και πολέμου, ερωτισμού και δημιουργικότητας, με το οποίο τον προηγούμενο χρόνο τα διάφορα αυτόνομα κινήματα απελευθέρωσης εισέβαλαν στη μητρόπολη.

Στις 15 Φεβρουαρίου έχουν καταληφθεί όλες οι ρωμαϊκές σχολές, πολλά αστυνομικά και φασιστικά αυτοκίνητα πυρπολούνται τη νύχτα. Την ημέρα αυτή, για πρώτη φορά, η ρωμαϊκή πολιτική κυβέρνηση απαγορεύει οποιαδήποτε διαδήλωση και διατάσσει να κλείσουν το πανεπιστήμιο με χιλιάδες αστυνομικούς. Το ’77 είχε ξεκινήσει.

Το PCI, μέσω του «υπουργού Εσωτερικών» του Ugo Pecchioli, εξισώνει τους φασίστες με τους αυτόνομους, αποκαλώντας τους τραμπούκους και τρομοκράτες, και ζητά να κλείσουν τα «λαγούμια» της Αυτονομίας. Ένας από τους σημαντικότερους κομμουνιστές συγγραφείς, ο Leonardo Sciascia, που εκείνη την εποχή ήταν δεσμευμένος στο δημοτικό συμβούλιο του Παλέρμο για λογαριασμό του PCI, παραιτείται τόσο από το κόμμα όσο και από το δημοτικό συμβούλιο σε ένδειξη διαμαρτυρίας.

Συνεχίζεται

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος αέναη κίνηση

#free_Michailidis 

Προηγούμενο άρθρο

Συνεδρίαση της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών στη Χρυσούπολη

Επόμενο άρθρο

Η χθεσινή άφιξη του Blue Star Myconos στο λιμάνι της Καβάλας (φωτογραφίες-video)