Dark Mode Light Mode

Μια κακή νοοτροπία που τείνει να γίνει συνήθεια

Γράφει ο Θόδωρος Θεοδωρίδης

 

 

Ο συμπολίτης μας κ. Νίκος Ξανθόπουλος είναι δημοτικός σύμβουλος, εκλεγμένος με το ψηφοδέλτιο της κ. Τσανάκα. Εδώ και πάνω από ένα χρόνο είναι πρόεδρος της ΔΕΥΑΚ (Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης Αποχέτευσης Καβάλας), θέση στην οποία τον τοποθέτησε με απόφασή της η δήμαρχος Καβάλας, όπως άλλωστε γίνεται πάντα με τις θέσεις διοίκησης στους δήμους όλης της χώρας όπου οι ίδιοι οι δήμαρχοι διορίζουν συνεργάτες τους οι οποίοι είναι άνθρωποι της απολύτου εμπιστοσύνης τους

Πριν από λίγες μέρες, η «Πρωϊνή», στη στήλη «Μικρά Πρωϊνα», δημοσίευσε φωτογραφία μικρού επιβατικού αυτοκινήτου της ΔΕΥΑΚ σταθμευμένου παράνομα (μισό στο δρόμο και μισό στο πεζοδρόμιο) επί της οδού Δαγκλή, αντίθετα μάλιστα στο ρεύμα κυκλοφορίας του δρόμου, το απόγευμα ώρα 6 της Παρασκευής 3 Μαρτίου 2017.

Στο συγκεκριμένο δημοσίευμα της «Πρωϊνής» ο κ. Νίκος Ξανθόπουλος απάντησε με ανάρτησή του στον λογαριασμό του στο facebook η οποία αναφέρει επί λέξει τα εξής:

 

«Με αφορμή ερώτημα του έγκριτου λαγωνικού της εφημερίδος Πρωινή, περί κίνησης τού με αριθμού κυκλοφορίας ΚΒΝ 1410 αυτοκινήτου στην οδό Δαγκλή την Παρασκευή, ενημερώνω όλους τους ενδιαφερόμενους ότι τη συγκεκριμένη ημέρα το συγκεκριμένο αυτοκίνητο το είχε ο Πρόεδρος της ΔΕΥΑΚ, επειδή το προσωπικό του αυτοκίνητο ακινητοποιήθηκε λόγω βλάβης στο συνεργείο του κυρίου Κάβουρα στο Χαλκερό. Εάν ο ίδιος ο δημόσιος κατήγορος ή κάποιος άλλος θέλει να διασταυρώσει τα λεγόμενά μου, μπορεί να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με το συνεργείο. Χαίρομαι πάντως για το γεγονός ότι προσφέρω τέτοιες απίθανες στιγμές στον εκδότη- δημοσιογράφο, που του δίνουν τη δυνατότητα να ξεφεύγει από τη μιζέρια του. Τον ευχαριστώ επίσης για τη διαφήμιση που μου κάνει και μάλιστα δωρεάν».

 

Η απάντηση του κ. Ξανθόπουλου αναδεικνύει κατά τη γνώμη μας μια παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας, μια επικρατούσα νοοτροπία η οποία τείνει να γίνει έξη, συνήθεια, κάτι το εντελώς φυσιολογικό και αυτονόητο, ότι δηλαδή μπορεί (για να μη πούμε δικαιούται και ίσως καθ’ υπερβολήν επιβάλλεται κιόλας) κάθε κάτοχος θέσης στο δημόσιο (Δήμο) να χρησιμοποιεί εκτός υπηρεσίας και για προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους την δημόσια (δημοτική) περιουσία, στην οποία ο ίδιος έχει πρόσβαση λόγω ακριβώς της θέσης του, χρεώνοντας στο κράτος (εν προκειμένω στο Δήμο), δηλαδή στους πολίτες, τα όποια έξοδα προκύπτουν από την χρήση αυτή.

Και δεν είναι απλώς και μόνον ένα θέμα ουσίας (διότι μπορεί, ας πούμε, ο κ. Ξανθόπουλος να ισχυριστεί ότι έβαλε βενζίνη στο αυτοκίνητο που χρησιμοποίησε πληρώνοντας από την τσέπη του) αλλά κυρίως είναι ένα θέμα ηθικής τάξης όπου οι κατέχοντες μία τέτοια θέση, ιδιαίτερα οι αιρετοί, οι οποίοι δεν πρέπει να ξεχνούν ότι βρίσκονται διαρκώς σε μια γυάλινη σφαίρα και οι πολίτες τους βλέπουν, τους παρατηρούν και «μετράνε» το κάθε τους βήμα, την κάθε τους ενέργεια, την κάθε τους πράξη, οφείλουν να κρατούν τους τύπους μέχρι κεραίας και πολύ περισσότερο να γίνονται οι ίδιοι με τη στάση τους και την συμπεριφορά τους παράδειγμα προς μίμηση τόσο στον μικροχώρο της υπηρεσίας τους όσο και στην ευρύτερη κοινωνική σφαίρα.

Διότι αν ο κ. Ξανθόπουλος και κάθε ένας αιρετός (για να μη προσωποποιήσουμε το φαινόμενο), που τοποθετείται σε μια θέση εξουσίας δεν κατείχε αυτή τη θέση και ήταν στη δουλειά του, στο ιατρείο του αν ήταν γιατρός, στο γιαπί αν ήταν οικοδόμος, στο γραφείο του αν ήταν δικηγόρος ή ασφαλιστής, στην εταιρία του αν ήταν ιδιωτικός υπάλληλος κ.ο.κ. και χαλούσε το αυτοκίνητό του, τι θα έκανε για να πάει σε κάποια προσωπική του δουλειά; Θα έπαιρνε ένα ταξί, θα χρησιμοποιούσε την αστική συγκοινωνία, θα δανειζόταν το αυτοκίνητο ενός φίλου του ή τέλος πάντων θα πήγαινε με τα πόδια.

Γιατί λοιπόν όλοι μας θεωρούμε σχεδόν αυτονόητο και φυσιολογικό ότι όσοι έχουν πρόσβαση στη δημόσια περιουσία μπορούν να την χρησιμοποιούν και για τις προσωπικές τους δουλειές χωρίς καμία απολύτως αναστολή;

Το ότι αυτή η νοοτροπία μάλιστα τείνει να γίνει πλέον φυσιολογική και να μην μας πολυενοχλεί –αυτό είναι το ανησυχητικό- αποδεικνύεται και από τα σχόλια διαδικτυακών φίλων του κ. Ξανθόπουλου οι οποίοι καταθέτουν τις απόψεις τους κάτω από την ανάρτησή του, μειώνοντας ή και εκμηδενίζοντας ως άξιο να επισημανθεί το συγκεκριμένο γεγονός, και στην ουσία προσχωρούν στην άποψη του «επουσιώδους» και του «άνευ σημασίας» θέματος το ότι ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΚ χρησιμοποίησε για προσωπικούς του λόγους ένα υπηρεσιακό αυτοκίνητο και μάλιστα το ομολογεί και ο ίδιος χωρίς έστω μια κάποια αναστολή ή πολύ περισσότερο χωρίς μια κάποια υποψία ενοχής και στη συνέχειa μιας κάποιας μεταμέλειας.

Δυστυχώς ο κ. Ξανθόπουλος δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Φοβούμαστε μάλιστα ότι ανήκει αν όχι στην πλειοψηφία πάντως σε μεγάλη μερίδα των αιρετών και των ανθρώπων που έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε είδος δημόσιας ή δημοτικής περιουσίας, και οι οποίοι συμπεριφέρονται μ’ αυτόν τον τρόπο. Και μερίδιο ευθύνης σ’ αυτήν την απαράδεκτη νοοτροπία δεν έχουν μόνον εκείνοι αλλά και όλοι εμείς (η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της) που πιθανόν να κάναμε τα ίδια αν ήμασταν στη θέση τους και πάντως επιδεικνύοντας μια μακάρια ανοχή, όντες έτοιμοι να δικαιολογήσουμε τέτοιες συμπεριφορές και να τους δώσουμε πρόθυμα συγχωροχάρτι αφού τελικά …«εικόνα σου είμαι (έγινα;) κοινωνία και σου μοιάζω».

Προηγούμενο άρθρο

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΑΡΧΟΥ-ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ

Επόμενο άρθρο

Ο Ιωάννης Μουρμούρας στο Επιμελητήριο