Το μοντέλο των φυσικών υποστηρίζει τον εξελικτικό ρόλο του καρκίνου
Τα κύτταρα που απειλούνται θα μπορούσαν να μετατραπούν σε καρκινικά, ώστε να είναι «ασφαλή», η έκθεση στο οξυγόνο και η ανοσοθεραπεία είναι οι καλύτεροι τρόποι για να νικηθεί η ασθένεια.
Θα μπορούσε ο καρκίνος να είναι ο τρόπος των κυττάρων μας για να προστατευτούν, όπως και το κατεστραμμένο λειτουργικό σύστημα του υπολογιστή, που προσπαθεί να διατηρηθεί, όταν αντιμετωπίζουν έναν εξωτερικό κίνδυνο; Αυτό είναι το συμπέρασμα που έχει εξαχθεί από τον κοσμολόγο Πολ Ντέιβις και τους συναδέλφους του, στο πολιτειακό πανεπιστήμιο της Αριζόνα, οι οποίοι έχουν αναπτύξει μια διφορούμενη θεωρία για την προέλευση του καρκίνου, η οποία βασίζεται στην εξελικτική θεωρία. Εάν είναι σωστή, η θεωρία που έχουν δημιουργήσει προτείνει, ότι ορισμένες εναλλακτικές θεραπείες, συμπεριλαμβανομένης της οξυγονοθεραπείας, καθώς και της λοίμωξης με ιογενείς ή βακτηριακούς παράγοντες, θα μπορούσε να είναι εξαιρετικά αποτελεσματική για την αντιμετώπιση του καρκίνου.
Mε μια πρώτη ματιά ο Ντέιβις, ο οποίος έχει εκπαιδευτεί και ασχοληθεί περισσότερο με τη φυσική, παρά με τις βιοιατρικές επιστήμες, φαίνεται να είναι ένας ακατάλληλος «στρατιώτης» στον πόλεμο εναντίον του καρκίνου. Αλλά πριν από επτά χρόνια, προσκλήθηκε από τo πανεπιστήμιο της Αριζόνα, για να δημιουργήσει ένα νέο ινστιτούτο- ένα από τα δώδεκα που χρηματοδοτούνται από το αμερικανικό εθνικό ινστιτούτο για την αντιμετώπιση του καρκίνου- ώστε να ενώσει τους φυσικούς με τους ογκολόγους, για να ανακαλύψουν μία νέα θεωρία για τον καρκίνο. «Μας ζητήθηκε να ξανασκεφτούμε τον καρκίνο από την βάση προς τα επάνω» λέει ο Ντέιβις.
Έτσι ενώθηκε με τον Τσάρλι Λινγουέιβερ, αστροβιολόγο στο εθνικό πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, και τον Μάρκ Βίνσεντ, ογκολόγο στο κέντρο επιστημών ζωής του Λονδίνου. Μαζί καταστρώσανε ένα «αταβιστικό» μοντέλο, διατυπώνοντας την θέση, ότι ο καρκίνος είναι η επανεμφάνιση ενός αρχαίου, προγραμματισμένου εκ των προτέρων χαρακτηριστικού, το οποίο είχε παραμείνει ανενεργό. Σε μια νέα εργασία, η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «BioEssays» το Σεπτέμβριο, υποστήριξαν, ότι επειδή ο καρκίνος εμφανίζεται σε πολλά ζώα και φυτά, όπως και στους ανθρώπους, τότε θα πρέπει να έχει εξελιχθεί εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια πριν, όταν μοιραζόμασταν έναν κοινό μονοκύτταρο πρόγονο.
Εκείνη τη χρονική στιγμή, τα κύτταρα ευνοούνταν από την αθανασία ή την ικανότητα να πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα, όπως ακριβώς και ο καρκίνος. Όταν όμως αναπτύχθηκαν πολύπλοκοι πολυκύτταροι οργανισμοί, «η αθανασία ανατέθηκε στα ωάρια και τα σπερματοζωάρια». Ο Ντέιβις υποστηρίζει, ότι τα σωματικά κύτταρα (δηλαδή αυτά που δεν εμπλέκονται στην αναπαραγωγή) δεν χρειάζονται πλέον αυτήν τη λειτουργία.
Η υπόθεση της ομάδας είναι, πως όταν τα κύτταρα έρχονται αντιμέτωπα με μία περιβαλλοντική απειλή για την υγεία τούς- όπως η ακτινοβολία ή ένας άλλος ζωτικός παράγοντας – μπορούν να επανέλθουν σ’ αυτή τη «προγραμματισμένη εκ των προτέρων ασφαλή κατάσταση». Με αυτόν τον τρόπο, τα κύτταρα αποκτούν υψηλότερη λειτουργικότητα και αλλάζουν την αδρανή τους ικανότητα, για να πολλαπλασιάζονται ξανά και ξανά σε μια εσφαλμένη προσπάθεια επιβίωσης. «Ο καρκίνος είναι μια αποτυχημένη προσπάθεια επιβίωσης», σχολιάζει ο Ντέιβις. «Μόλις ενεργοποιηθεί, προχωρά ακάθεκτα».
Μιλώντας σ’ ένα συνέδριο ιατρικής μηχανικής, στο πανεπιστήμιο «Imperial»,στις 11 Σεπτεμβρίου, ο Ντέιβις περιέγραψε συνοπτικά ένα σύνολο θεραπειών για τον καρκίνο, το οποίο βασίζεται στο αταβιστικό μοντέλο. Το μοντέλο του, αντί να προτείνει απλά μια επίθεση στην ικανότητα του καρκίνου να πολλαπλασιάζεται, που σύμφωνα με τους όρους του Ντέιβις είναι το δυνατό του σημείο του, αποκαλύπτει την αχίλλειο πτέρνα του. Παραδείγματος χάρη, αν η θεωρία είναι σωστή, ο καρκίνος εξελίχθηκε την εποχή κατά την οποία το περιβάλλον της Γης ήταν περισσότερο όξινο και περιείχε λιγότερο οξυγόνο. Έτσι, η ομάδα προβλέπει, πως η θεραπεία των ασθενών με την έκθεση σε υψηλά επίπεδα οξυγόνου, καθώς και η μείωση της ζάχαρης στην διατροφή τους με στόχο την χαμηλότερη οξύτητα, θα «φθείρει» τον καρκίνο και θα οδηγήσει τους καρκινικούς όγκους σε συρρίκνωση.
Η επίδραση του οξυγόνου στον καρκίνο έχει διερευνηθεί για πολλά χρόνια και φαίνεται να υποστηρίζει τις ιδέες του Ντέιβις, λέει ο Κωσταντίνο Μπαλέστρα, φυσιολόγος στη Σχολή «Paul Henri Spaak» και στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών, που εδρεύουν στο Βέλγιο. Σε μια αδημοσίευτη εργασία, που έχει υποβληθεί για αξιολόγηση (peer-review), ο Μπαλέστρα και οι συνεργάτες του έχουν δείξει πρόσφατα, ότι ελαφρώς αυξημένα επίπεδα οξυγόνου, μπορούν να οδηγήσουν στο θάνατο τα κύτταρα της λευχαιμίας, χωρίς να βλάπτουν τα υγιή κύτταρα.
Ο Μπαλέστρα ανέφερε, ότι φάνηκε αρκετά εύκολο. «Τα προκαταρκτικά μας αποτελέσματα φαίνεται να δείχνουν, ότι η παροχή λίγο επιπλέον οξυγόνου για μία ή δύο ώρες την ημέρα, σε συνδυασμό με άλλες παραδοσιακές θεραπείες για τον καρκίνο, θα ωφελούσε τους ασθενείς, χωρίς να επιφέρει παρενέργειες». Ωστόσο, τονίζει, ότι αυτό το έργο δεν πραγματοποιήθηκε για να «τεστάρει» την υπόθεση του Ντέιβις και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απόδειξη, ότι το αταβιστικό μοντέλο είναι σωστό.
Από την άλλη, ο Ντέιβις και οι συνεργάτες του υποστηρίζουν την ανοσοθεραπεία. Συγκεκριμένα, μολύνουν επιλεκτικά ασθενείς με ιογενείς ή βακτηριακούς παράγοντες. Οι ερευνητές ήδη ερευνούν τα πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα μιας τέτοιας προσέγγισης για την τεχνητή ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος των ασθενών, ώστε να βοηθήσουν στην ανάρρωσή τους. Η ανοσοθεραπεία για παράδειγμα, έχει ήδη αποφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στη θεραπεία των μελανωμάτων, ενώ παράλληλα μελετώνται τα αποτελέσματά της και σε άλλες μορφές καρκίνου. Όμως σύμφωνα με το αταβιστικό μοντέλο, εκτός από την αναζωογόνηση του ανοσοποιητικού συστήματος, τα καρκινικά κύτταρα θα πρέπει να είναι πιο ευάλωτα από τα υγιή κύτταρα, λόγω του κινδύνου που διατρέχουν από μολυσματικούς παράγοντες, επειδή χάνουν την υψηλότερη προστατευτική λειτουργικότητά τους, όταν επανεκκινήσουν την «ασφαλή λειτουργία» τους. Πρόσφατες μελέτες ,οι οποίες εγχέουν σπόρους του βακτηρίου «clostridium» σε αρουραίους, σκύλους και έναν ασθενή φαίνεται να υποστηρίζουν αυτήν την ερμηνεία.
Μερικοί επιστήμονες, όπως ο Ντέιβιντ Γκόρσκι, χειρουργός ογκολόγος στο κρατικό πανεπιστήμιο «Wayne», στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν, παραμένουν δύσπιστοι. Αναφέρει λοιπόν, ότι οι «προβλέψεις »του αταβισμού δεν είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που έχουν συμπεράνει εδώ και χρόνια αρκετοί επιστήμονες ακολουθώντας διαφορετικά «μονοπάτια».
Ο Ντέιβις και οι συνάδελφοί του έχουν ήδη ξεκινήσει ένα αμεσότερο τεστ με στόχο την επιβεβαίωση της θεωρίας τους, ως απάντηση σ ’αυτές τις κριτικές. O ίδιος εξηγεί, ότι το κλειδί για την θεωρία του είναι να εστιάσουν στις ηλικίες των γονιδίων, τα οποία είναι υπεύθυνα για τον καρκίνο. Σύμφωνα με το αταβιστικό μοντέλο, με την έναρξη του καρκίνου, τα κύτταρα γίνονται περισσότερο πρωτόγονα και οι πιο σύγχρονες εξελικτικά λειτουργίες απενεργοποιούνται. Η ομάδα επομένως προβλέπει, πως όσο ο καρκίνος αναπτύσσεται, τα πιο πρόσφατα εξελιγμένα γονίδια θα έπρεπε να χάνουν σταδιακά την λειτουργία τους, αλλά τα αρχαία γονίδια ενεργοποιούνται.
Για να ελέγξει ,αν αυτή η υπόθεση είναι σωστή, ο Ντέιβις και οι συνάδερφοί του παραπέμπονταν σε δεδομένα από το πρόγραμμα «Cancer Genome Atlas», το οποίο εντοπίζει τα γονίδια που συνδέονται με το καρκίνο, σε ποικίλες βάσεις δεδομένων, οι οποίες με τη σειρά τους ταξινομούν τα κοινά γονίδια του ανθρώπου με άλλα είδη οργανισμών. Το τελευταίο σύνολο δεδομένων, δίνει τη δυνατότητα στους βιολόγους, να εντοπίζουν τις ηλικίες των γονιδίων. Κάθε σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην ηλικία του γονιδίου και στο καρκίνο θα συνδράμει στην πρόοδο του αταβιστικού μοντέλου. Ο Ντέιβις επισημαίνει, ότι η σύνδεση ανάμεσα στα δύο μοντέλα δεδομένων δεν έχει πραγματοποιηθεί προηγουμένως. Τονίζει, ότι είναι μια ιδιαίτερα σημαντική άσκηση εξόρυξης δεδομένων, η οποία δεν έχει μεγάλο κόστος και είναι κάτι πάνω στο οποίο εργάζεται τη δεδομένη χρονική στιγμή.
O Μπρέντον Κόνβερτυ, χειρούργος ογκολόγος και ανοσοθεραπευτής στο «Adelaide University» της Αυστραλίας, εκτιμά τη συνεργασία μεταξύ φυσικών και ογκολόγων, με στόχο τη σύνθεση μιας ιατρικής απόδειξης, για τη βαθύτερη κατανόηση της φύσης του καρκίνου. Ο Κόβεντρυ, εξηγεί, ότι μεγάλα χρηματικά ποσά και τα λαμπρότερα μυαλά στην βιολογική και ιατρική επιστήμη, έχουν αποτύχει να συνεισφέρουν τα μέγιστα στο πόλεμο ενάντια στο καρκίνο. Τέλος επισημαίνει, πως ένας κοσμολόγος μπορεί να αντιμετωπίσει το κύτταρο σαν ένα εσωτερικό σύμπαν, που πρέπει να εξερευνηθεί με ένα διαφορετικό τρόπο.
Πηγή: Merali, Z. Physicists’ model proposes evolutionary role for cancer. Nature (2014). https://doi.org/10.1038/nature.2014.16068
Συγγραφέας: Zeeya Merali
Μετάφραση: Απόστολος Πορλού