Dark Mode Light Mode

Μια βραδιά στο «ΑΡΙΓΚΑΤΟ»

 

 

 

Γράφει ο Χρήστος Τσελεπής

 

Στις αρχές της δεκαετίας του Εβδομήντα ο επιχειρηματίας Χρήστος Κουτσελίνης διέθετε στη Θεσσαλονίκη δύο κέντρα διασκέδασης. Το ένα ήταν το «Μινουϊ» όπου ο μουσικοσυνθέτης Ανδρέας Πρέζας με την ορχήστρα του παρουσίαζε έντεχνο ποιοτικό τραγούδι με ερμηνευτές το Δημήτρη Ζευγά, τη Σοφία Διαμαντή και το Δημήτρη Ξενίδη. Εκεί σύχναζαν πολλοί διάστημα εκπρόσωποι του καλλιτεχνικού χώρου, ηθοποιοί, συνθέτες, τραγουδιστές, παραγωγοί αλλά και μεγάλο φοιτητομάνι.

Το άλλο ήταν το περίφημο «Αριγκάτο», στην Αρετσού, με μεγάλη ορχήστρα που περιλάμβανε τρία βιολιά, τρομπέτα και σαξόφωνο για το ελαφρό χορευτικό πρόγραμμα, αλλά και με μια καθαρά λαϊκή ορχήστρα και πολλούς νέους, καταξιωμένους στη Θεσσαλονίκη, λαϊκούς ερμηνευτές. Το 1973 βασικός ερμηνευτής ήταν ο νεότατος τότε Δημήτρης Κοντολάζος.

Μια βραδιά, καθώς το λαϊκό πρόγραμμα ήταν στο φόρτε του, μπήκε στο κέντρο μια παρέα, παρήγγειλε ποτά και απολάμβανε το πρόγραμμα. Ένας από την παρέα παρακάλεσε την ορχήστρα να τραγουδήσει ένας φίλος τους. Ο Σάββας Σιδηρόπουλος, το ένα από τα δύο μπουζούκια, δέχθηκε το αίτημα με ευγένεια. Ανέβηκε ένας νεαρός και ζήτησε να πει το «Ράκος», ένα τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα σε στίχους του Κώστα Βίρβου. Πήρε το μικρόφωνο κι άρχισε:

 

ΤΟ ΡΑΚΟΣ (1971)

1

Τι ζητάς από ένα ράκος ψυχικό,

πες μου μία καλημέρα και προσπέρνα,

εγώ έχω ένα μόνο ιδανικό,

να νυχτώσει και να πάω στην ταβέρνα…

R

Τρέξε εσύ στη χαρά, η ζωή σου γελά,

κι ασ’ το δάκρυ εγώ να το πίνω

καυτό όπως κυλά.

Στην δική μου καρδιά μη ζητάς σιγουριά:

είναι σπίτι που πήρε απ’ όλα

τα μέρη φωτιά!

2

Κι αν στα χρόνια είμαι νέος, τι μ’ αυτό;

Είμαι ένα χτυπημένο κυπαρίσσι:

ένας άνθρωπος ναυάγιο σωστό

σε τι όνειρα ζητάς να σ’ αρμενίσει…

 

Μόλις τελείωσε το τραγούδι ο νεαρός, το χειροκρότημα που δέχθηκε, όχι μόνο απ’ την παρέα του αλλά απ’ όλους τους θαμώνες, ήταν μεγάλο. Ο μπουζουξής ο Σάββας ενθουσιασμένος του λέει: «Μπράβο, ρε καρντάση, τραγουδάς πολύ ωραία! Θες να μας πεις ακόμη ένα;». Ο νεαρός τον ευχαρίστησε ευγενικά και ζήτησε ένα τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα και πάλι, αυτή τη φορά σε στίχους του Ανδρέα Χατζηνικολάου. Ο Σιδηρόπουλος ο Σάββας το ήξερε κι αυτό.

 

ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ (1971)

1

Καθισμένος στο απέναντι παγκάκι,

Σαββατόβραδο μπροστά στην εκκλησιά,

βλέπω εκείνη που αγαπούσα

γελαστή κι ασπροφορούσα

ν’ ανεβαίνει μ’ έναν άλλον τα σκαλιά

R

Θέλει η Μοίρα το φινάλε της να παίξει

και το παίζει μες στα μάτια μου μπροστά.

και της εκκλησιάς τον κήπο έχει διαλέξει,

για να γίνει το παιχνίδι της σωστά…

2

Το χαμόγελο έχει φύγει απ’ το στόμα,

το τσιγάρο έχει πέσει καταγής,

ζωντανό έχω γίνει πτώμα,

αχ θεέ μου, λίγο ακόμα

κι ένας άνθρωπος θα μείνει δυστυχής…

 

Και πάλι οι επευφημίες ήταν πιο πολλές και πιο ζωηρές. Ο λεπτός και σγουρομάλλης νεαρός ετοιμάστηκε να γυρίσει στην παρέα του, αλλά ο Σάββας τον σταματά: «Ρε φιλάρα, τι φωνάρα είν’ αυτή; Τραγουδάς κάπου;». «Στα Δειλινά», απαντάει ο άλλος. «Μπράβο, ρε μάγκα! Τα τραγούδια του Πάριου τα λες καλύτερα κι από αυτόν! Πώς σε λένε;». «Γιάννη», του λέει ο νεαρός. «Το άλλο σου όνομα;», ξαναρωτάει ο Σάββας. «Πάριος», λέει εκείνος. «Ρε συ, το Γιάννη τον Πάριο τι τον έχεις;». «Εγώ είμαι!», του λέει ο Παριανός. Ο Σάββας έμεινε για μια στιγμή σύξυλος, με το στόμα ανοιχτό. Σε λίγο, κάτω από το σύννεφο του γέλιου των πελατών των πρώτων προς την πίστα τραπεζιών, ο Σάββας του ζήτησε να πει και ένα ακόμη τραγούδι του Σταύρου Κουγιουμτζή, ερμηνευμένο από τον Πάριο αλλά και από τον επίσης νεαρό τότε Γιώργο Νταλάρα σε άλλη εκτέλεση. Ο Σάββας έδωσε όλο τον εαυτό του στον γλυκό και ζεστό ζεϊμπέκικο ρυθμό.

 

ΚΑΠΟΥ ΣΤΑ ΠΕΤΡΑΛΩΝΑ (1968)

1

Κάπου στα Πετράλωνα ένα χελιδόνι

έφερε την άνοιξη, έστησε φωλιά.

Άνθισε η γειτονιά, άνθισαν οι δρόμοι:

η παλιά αγάπη μου γύρισε ξανά!

2

Κάπου στα Πετράλωνα ο χορός αρχίζει,

το τραγούδι άναψε στις καρδιές φωτιά

κι ο γλυκός ο μπαγλαμάς κάτι μουρμουρίζει:

η παλιά αγάπη μου γύρισε ξανά!…

 

Από το 1968 κι από τη συγκεκριμένη εκτέλεση του θαυμάσιου αυτού τραγουδιού, σε στίχους και μουσική του Σταύρου Κουγιουμτζή, ο σεμνός αυτός, λεπτός μέσα κι έξω, νεαρός Παριανός είχε φανεί πως θα εξελισσόταν σ’ έναν ιδανικό ερμηνευτή ερωτικών τραγουδιών. Εκείνο που δεν περίμεναν πολλοί, ήταν ότι θα αναδεικνύονταν και ως ένας σημαντικός στιχουργός με καίριο, λιτό κι αισθαντικό στίχο. Και κάποτε με δικές του μουσικές αναζητήσεις και διαδρομές.

Προηγούμενο άρθρο

Κώστας Λαζαρίδης στους 93,7: « Το φυσικό περιβάλλον του Κεραυνού Κρηνίδων είναι η Α` κατηγορία»

Επόμενο άρθρο

Αν ο νόμος Σκουρλέτη είναι για πέταμα, οι αυτοδιοικητικοί είναι για σκότωμα