Dark Mode Light Mode

Μιγκέλ Ενρίκες, ο λιγότερο νεκρός από όλους

50 χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου :: Τρίτη 9/11, ο Αλιέντε δεν δέχεται σχέδια να αποτραβηχτεί ούτε να διαφύγει από την πίσω πόρτα. Παραμένει. Στέλνει μια μόνο φράση στον Γενικό Γραμματέα του MIR: Τώρα είναι η σειρά σου, Μιγκέλ!

[Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο La Haine στις 10/5/2009, το οποίο αναπαράγουμε σήμερα λόγω της επικαιρότητας του.ANDRÉS BIANQUE]

Σάββατο, 5 οκτωβρίου 1974, το κερί της ημέρας μισοκαμένο, σαν φοβισμένο παιδί ο άνεμος τρέχει αργά προς την Calle santa Fe, εκεί στην κοινότητα του Σαν Μιγκέλ.

Μικρό είναι το πιάνο που αναπαύεται πάνω σε ένα τραπέζι ντελικάτο όπως είναι μικρή η γραφομηχανή που σφυροκοπά μαύρες κουκίδες πάνω στο λευκό φύλλο, προσπαθώντας να μην ανεβάσει τους τόνους από τις νότες που πιέζουν τον θόρυβο των πλήκτρων. Οι λέξεις μαζεύονται και αγκαλιάζονται σε ένα τραγούδι διαμαρτυρίας, διεκδικήσεων, βουβής κραυγής που ελπίζει να στηριχτεί στα στόματα που σιωπούν από τόσο τρόμο. Συγχορδίες που στόχο έχουν να υψώσουν και να ενώσουν τις φωνές ενάντια στην πραξικοπηματική και βρώμικη γορίλα δικτατορία Πινοσέτ και της παρέας.

Τρίτη 11 sεπτεμβρίου, ο Σαλβαδόρ Αλιέντε δεν δέχεται σχέδια υποχώρησης, ούτε να το σκάσει από την πίσω πόρτα, ούτε δραπετεύει από κρυφά περάσματα. Mένει στη θέση του. Στη μέση της φωτιάς στέλνει μόνο μια φράση στον Γενικό Γραμματέα του MIR: Τώρα είναι η σειρά σου, Μιγκέλ!

Την ίδια 11η, σοσιαλιστές, κομμουνιστές και διοικητές του Mir συναντιούνται στο μεταλλουργικό εργοστάσιο Indumet. πρέπει να κάνουν, να υψώσουν και να συντονίσουν την ένοπλη Αντίσταση επιμένει ο Μιγκέλ, γνωρίζοντας ότι οι ελπίδες τόσο του Αλιέντε όσο και του λαού στο σύνολό του στηρίζονται στους ώμους του.

Αυτοί από το Κομμουνιστικό Κόμμα επιμένουν ότι πρέπει να περιμένουν, ο στρατός δεν θα τολμήσει να κλείσει το Κογκρέσο, τα μέσα επικοινωνίας, «από εκεί πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε και να αγωνιστούμε» αναφωνούν.

ο Miguel χτυπάει το τραπέζι, επιμένει και αναθεματίζει. Πρέπει να παλέψουμε, δεν μπορούμε απλά να καθόμαστε και να παρακολουθούμε.

Και στους δρόμους του Σαντιάγο, ατελείωτες σειρές από έκπληκτα, σαστισμένα, χαμένα πρόσωπα, σαν υπνοβάτες που δεν ακούνε τα αεροπλάνα ή το βρυχηθμό από τις σφαίρες, περιπλανιούνται με ερωτήσεις και έναν κόμπο στο στήθος που τους πνίγει το λαιμό.

Μόνο λίγοι πετούν από πάνω τους τη σκόνη του φόβου και τρόμου.

Η συνάντηση έχει μισοτελειώσει. Οι ένοπλες δυνάμεις αρχίζουν να περικυκλώνουν το εργοστάσιο.

Καταιγίδα από σφαίρες πέφτει πάνω στους παρευρισκόμενους.

Μέσα στο χαλάζι από σφαίρες οι διοικητές σπάζουν την πολιορκία, κάποιοι σύντροφοι και εργάτες μένουν να λαδώνουν με το αίμα τους το παλιό εργοστάσιο που δεν θα ξαναχτιστεί ποτέ.

Το μεσημέρι έχει ήδη περάσει σε εκείνη την αποτρόπαια 11η, λίγα μπορούν να γίνουν, τα γεγονότα καταναλώνονται, καίγονται και κομματιάζονται.

Μήνες πριν από το στρατιωτικό πραξικόπημα, το Επαναστατικό Αριστερό Κίνημα φώναζε από τις ταράτσες ότι οι συνθήκες θα ήταν καταστροφικές αν ο λαός δεν περνούσε στην επίθεση. Ετοιμαζόταν μια αιματηρή παρέμβαση της μπουρζουαζίας. Έπρεπε να δράσουν.

Στις 11, ένα εύθραυστο γυάλινο λουλούδι σπάει σε χίλια κομμάτια. Τα θραύσματα κομματιάζονται σε δάκρυα εκεί στη La Moneda, θραύσματα που επίσης πονούσαν και κόβουν με το χτύπημα τους σε όλο το μήκος και το πλάτος μιας χώρας.

Το πλοίο βυθίστηκε σε μια θάλασσα από φλόγες και κάποιοι αρουραίοι τρέχουν με τις βαλίτσες στα χέρια την ίδια μέρα ή τις επόμενες μέρες.

Εν τω μεταξύ, εκατοντάδες πηγαίνουν στις πρεσβείες και από εκεί κατευθείαν στο εξωτερικό. Εκεί που ένα υψηλό ποσοστό, μέχρι σήμερα, λειτούργησε και λειτουργεί ως αξίες παράσιτα του αγώνα που έδωσαν άλλοι, όσοι παρέμειναν. Δείτε τους τώρα επιχειρηματίες, χριστιανούς φανατικούς, αποστάτες, ψευτοεπαναστάτες, απόστολους αποστασιών, δηλαδή παραδείγματα και στίγματα προδοσίας και ασυνέπειας.

Και ο Μιγκέλ είναι ξεκάθαρος και αποφασισμένος. Το Mir δεν ζητά άσυλο. Το Mir μένει και παλεύει, μάχεται.

Το να φύγεις θα ήταν σαν να εγκαταλείπεις τον αγώνα, να αφήνεις τους ανθρώπους στη μοίρα τους.

Ο Μιγκέλ περνά στην παρανομία, προορισμός και μοίρα για εκατομμύρια χιλιανούς.

Χωμένος σε χαρακώματα αόρατα στο μάτι του γερακιού, εργάζεται ακούραστα. Στο μεταξύ, μελετά, αναλύει, διαβάζει και ξαναδιαβάζει εκατοντάδες αποσπάσματα ειδήσεων, πληροφορίες που μπορούν να ρίξουν φως στις πιο άμεσες αιτίες του πραξικοπήματος, στο πώς θα είναι οι ενέργειες που ακολουθούν.

Οι σπουδαίοι κλασικοί του δίνουν κάποια βοήθεια και παίρνει ορισμένες απαντήσεις που γίνονται όλο και πιο ξεκάθαρες.

Ένας ένας οι φίλοι του, οι σύντροφοι φίλοι του, πέφτουν. Ο θόρυβος του θανάτου φωλιάζει σε κάθε στόμα. Οι πόρτες κλείνουν, η βοήθεια εξαφανίζεται. Οι πλάτες πολλαπλασιάζονται, τα καλωσορίσματα δεν υπάρχουν πια, ακούγεται επίμονο το κλείσιμο θυρών.

Αυτοί που δεν πέφτουν νεκροί, συντρίβονται στο μαρτύριο και με σπασμένα δάχτυλα υποδεικνύουν και δείχνουν σε αυτούς που παραμένουν.

Τα πρόσωπα αποξενώνονται, οι δρόμοι είναι στόματα λύκων όπου ξενυχτά ο θάνατος.

Και ο Μιγκέλ επιμένει να πάει να σώσει τους συντρόφους του. Οι στρατιώτες τρέμουν, κρυμμένοι στις ποντικοπαγίδες που τους έχουν ετοιμάσει, δεν τολμούν να κουνηθούν. Και άλλες φορές, ο Μιγκέλ ανοίγει δρόμο του με σφαίρες και ο θάνατος του κλείνει το μάτι όταν τον βλέπει να απομακρύνεται.

Και προσέξτε τα σημεία εκείνου του κουβαριού που σιγά σιγά ξετυλίγεται. Κάθε μέρα είναι λιγότεροι. Κάθε μέρα κλαίει όταν δεν τον βλέπουν. Και ξέρω ότι δίνει ενθάρρυνση και κουράγιο. Και επιστρέφει στο δρόμο και γυρνά και περιμένει, οργανώνει. Ρισκάρει τη ζωή του ξανά και ξανά, ενώ άλλοι κρύβονταν κάτω από τα κρεβάτια ή συζητούσαν σε ωραία εστιατόρια πόσο δύσκολη ήταν η διαμονή τους εκεί στη Χιλή του Αλιέντε.

Στη μάχη της Quebrada del Yuro, ο Τσε Γκεβάρα τραυματίστηκε από σφαίρα στο αριστερό του πόδι και αιχμαλωτίστηκε. Γύρω στη μία το μεσημέρι, της 9ης οκτωβρίου, ο ηρωικός Αντάρτης σκοτώθηκε από δύο στρατιωτικές ριπές.

Είναι μία το μεσημέρι του σαββάτου, 5 Οκτωβρίου, η σύντροφος του Μιγκέλ επιστρέφει με τις σακούλες γεμάτες, και έχει επίσης βαρεθεί να ψάχνει για άλλο κατάλυμα.

Ο Μιγκέλ της λέει αδιάφορα ότι έχουν δει ύποπτα αυτοκίνητα να τριγυρνούν. Της ζητά να πάρει τις τσάντες με σημαντικά χαρτιά και έγγραφα.

Η αστυνομία σταματά μπροστά στο σπίτι. «Αυτοί είναι», αναφωνεί ο Μιγκέλ.

Το τουφέκι του AK τρέμει από φόβο και νευρικότητα και ο Μιγκέλ προσφέρει τον ατάραχο ώμο του, το ηρεμεί, το αγκαλιάζει και αρχίζει να πυροβολεί.

Ο ήχος από τις σφαίρες σιωπά τη γειτονιά. Ο ήχος αποσιωπά επίσης αυτούς που μόνο μιλούσαν και δεν σταματούν να μιλάνε μέχρι σήμερα.

Ο Μιγκέλ δεν το βάζει κάτω. Συνεχίζει να πυροβολεί. Οι αστυνομικοί κλείνουν τα μάτια και πυροβολούν ασταμάτητα.

Με τη φωνή του πνιγμένη, ένας από αυτούς ζητά επίμονα ενισχύσεις.

Λεωφορεία γεμάτα αστυνομικούς και στρατιώτες. Καταδρομείς, μισθοφόροι και χασάπηδες καταστρέφουν το περιβάλλον.

Κάποια στιγμή ο Μιγκέλ τους φωνάζει. Υπάρχει μια γυναίκα έγκυος εδώ!

Προφανώς, αυτό είναι πολύ λίγο για να το λάβουν υπόψη οι γενναίοι στρατιώτες.

Λένε ότι όσοι ήταν μαζί του τράπηκαν σε φυγή από τις στέγες, αφήνοντάς τον ανυπεράσπιστο. Λένε πως νόμιζαν ότι ήταν νεκρός.

Ότι οι χειροβομβίδες που έριξαν οι αστυνομικοί είχαν ήδη σκοτώσει την σύντροφό του που βρισκόταν θανάσιμα τραυματισμένη στο έδαφος.

Το γεγονός είναι ότι ο Μιγκέλ πέφτει τραυματίας, λιποθυμά και πεθαίνει από τα χτυπήματα.

Μια σφαίρα μπήκε στο ένα του μάτι και κατέστρεψε το κρανίο του.

Το τανκ ακινητοποιεί τις ερπύστριες, το ελικόπτερο παραμένει στατικό σαν λιβελούλα της κόλασης. Οι άνδρες νιώθουν κρύο ιδρώτα να τρέχει στο στήθος τους.

Ένα σκισμένο γράμμα που δεν θα έχει ποτέ παραλήπτη. Μια εικόνα που λερώνει τη σκόνη της βεράντας με αίμα. Οι ένστολοι αναστενάζουν με ανακούφιση.

Και οι πεποιθήσεις απογειώνονται και φέρνουν πίσω τον Miguel. Και σηκώνεται και περατώνει το στόχο του και αρχίζει να πυροβολεί ξανά. Και εκατοντάδες αστυνομικοί πυροβολούν υστερικά ξανά και ξανά, ξανά και ξανά στο μικρό σπίτι στη Σάντα Φε.

Και ο Μιγκέλ καταρρέει από το βάρος του μολυβιού στο σώμα του. Δεν ακούγονται άλλοι πυροβολισμοί. Το σκέφτονται ξανά και ξανά, ξανά και ξανά. Μέχρι που ένας λοχαγός δίνει εντολή να μπουν μέσα. Ήδη νεκρός, τον τελειώνουν ξανά. Σηκώθηκε μια φορά, δεν θα ήταν καλό να ξανασηκωθεί.

Δέκα σφαίρες τον κοιμίζουν για πάντα, δηλαδή, για πάντα. Αυτός ο όρος που δεν είναι τίποτα άλλο από την αρχή ενός ποτέ.

Και ο Θάνατος υπάρχει μόνο για όσους πιστεύουν σε αυτόν.

Σήμερα ήταν η σειρά του Μιγκέλ μου, αύριο η δική σου, η δική μου, δική μας. Νωρίς το βράδυ το άρμα του θανάτου θα μας πάρει.

Ας είμαστε εμείς αυτοί που θα οδηγήσουμε αυτά τα ηνία, σύντροφε, ας το οδηγήσουμε σε μέρη ατίθασα, αξιοπρεπή, γενναία, τίμια, στο βοσκότοπο που θα κάνει την ιστορία των εκμεταλλευτών να καεί. Αυτή η ιστορία που δεν θα είναι τίποτα άλλο από ένα κακό προοίμιο, μια κακή ανάμνηση για τα όμορφα χρόνια που έρχονται.

Πάμε σύντροφε, έλα, πάμε…

Και οι νεκροί μνημονεύονται με χαρά, με δύναμη, δυναμικά, ή αλλιώς δεν τους θυμούνται καθόλου.

Ας φύγουν τώρα οι παρευρισκόμενοι για να κάνουν τις διαθήκες τους, όσοι θέλουν να τους θυμούνται μόνο με κλάματα και μετάνοιας δάκρυα.

Οι νεκροί μνημονεύονται με γαμημένη χαρά.

Και δεν χρειαζόμαστε τον θάνατο να έρθει και να μας κάνει ένεση ζωής.

Χρειαζόμαστε Ζωή, περισσότερη ζωή, πολλή ζωή, για να νικήσουμε τον Θάνατο.

Ο πόνος προσελκύει μόνο περισσότερο πόνο.

Οι σοβαροφανείς αναλυτές επιμένουν ότι ο Μιγκέλ έκανε αμέτρητα λάθη όταν ζούσε. Κατά καιρούς σχεδιάζουν μια απλή και εμπρηστική καρικατούρα του εαυτού τους.

Σωστά ή όχι, η αλήθεια είναι ότι σχεδόν 40 χρόνια μετά την πτώση της Λαϊκής Ενότητας, η πραγματικότητα, το τώρα, αυτό που ζούμε, αυτό που νιώθουμε μέρα με τη μέρα, επιβεβαιώνει περισσότερες από χίλιες αναλύσεις την εξέχουσα βεβαιότητα για το ποιος οργάνωσε την Αντίσταση. προσωπικά τις πρώτες μέρες ενάντια στη δικτατορία του κεφαλαίου.

Ετσι…

Να είσαι χαρούμενος για τον Μιγκέλ, πέθανε στη μάχη, είχε την ευκαιρία να πολεμήσει, όχι να πεθάνει δεμένος σε μια καρέκλα. Η ζωή τον αντάμειψε με δάφνες.

Είχε την τύχη να μην τον καταβροχθίσει ο χρόνος και οι συμφωνίες, και τα λεφτά και οι διάλογοι και οι χρεώσεις, ένας πολεμιστής στη μέση από ένα κοτέτσι παπαγάλων που μιλούσαν πολύ και κοτόπουλα που μόνο μιλούσαν και μιλούσαν και μιλούν μέχρι σήμερα.

Δεν χρειάζεται να χτυπάμε το στήθος που μας έφυγε.

Πρέπει να χτυπήσουμε το στήθος όσων εκμεταλλεύονται τη Γη μας.

Ακούστε το Γέλιο του, όχι το κλάμα του. Ακούστε τα λόγια του και το τραγούδι του.

Αφήστε το να ακουστεί πιο δυνατά από ποτέ.

Pueblo Conciencia y Fusil! Λαός Επίγνωση και Τουφέκι!
Pueblo Conciencia y Miguel! Λαός Επίγνωση και Μιγκέλ!

Hasta la Victoria Siempre. Μέχρι τη Νίκη Πάντα

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος 

 

Προηγούμενο άρθρο

Καβάλα: Aνάδειξη και τόνωση του θρησκευτικού τουρισμού από την Ιερά Μητρόπολη Φιλίππων

Επόμενο άρθρο

Ευχαριστήριο για τις παρεμβάσεις στο 2ο Γυμνάσιο