ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΙΛΙΠΠΩΝ, ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ & ΘΑΣΟΥ κ.κ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑΝ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΝ.
Αγαπητοί πατέρες και αδελφοί,
«Εν τη ταπεινώσει η κρίσις αυτού ήρθη. Την δε γενεάν αυτού τίς διηγήσεται; Ότι αίρεται από της γης η ζωή αυτού, από των ανομιών του λαού μου ήχθη εις θάνατον»»[1].
Μελετώντας με προσοχή και ένθερμη προσευχή το 53ο κεφάλαιο του μεγαλοφωνοτάτου και δικαίως αποκληθέντος πέμπτου ευαγγελιστού, του αγίου προφήτου Ησαΐου, αισθάνεται πολλή και μεγάλη συγκίνηση για την υπερτάτη σταυρική θυσία της ζωής την οποία προέκειτο να υποστή ο αναμενόμενος Μεσσίας, «ος αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού»[2].
Εδέχθη ο αναμάρτητος Κύριος να υποστή τον σταυρικό θάνατο, τον επονείδιστο και επώδυνο, στον οποίο κατεδικάζοντο οι προδότες και οι κακούργοι, και αυτό για χάρη μας, που είμεθα αμαρτωλοί. Δεν υπάρχει μέτρο να βυθομετρήσωμε τον ωκεανό της απείρου αγάπης του παναγάθου Θεού περί της οποίας ωμίλησε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, κατά τον διάλογο που είχε με τον ευσχήμονα βουλευτή Νικόδημο, και ο οποίος περιέχεται στο 4ο κατά σειρά Ευαγγέλιο του αγαπημένου μαθητού τού Κυρίου και ευαγγελιστού αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. «ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μή απόληται, αλλ΄ έχη ζωήν αιώνιον»[3].
Αυτός είναι ακριβώς ο σκοπός για τον οποίο ήλθε σε αυτόν τον κόσμο, τον μάταιο και ψευδή, ο Κύριός μας. Δεν ήλθε στον κόσμο αυτό μόνο για τούς οσίους και δικαίους και αγίους, αλλά κυρίως για εμάς τους αμαρτωλούς, για εκείνους οι οποίοι τον ύβριζαν ημέρα και νύκτα, και σε ολόκληρη την ζωή τους. Όταν η αγία Γραφή αναφέρει την λέξη «κόσμος», εννοεί τους ανθρώπους της πλάνης και της αμαρτίας. Δι΄ αυτούς λοιπόν ήλθε ο Κύριος, όπως τονίζομε και στο θεόπνευστο Σύμβολο της Πίστεώς μας Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως. «τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα, σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί ποντίου Πιλάτου, και παθόντα και ταφέντα, και αναστάντα τη Τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς…»[4].
Ρίγη ιεράς συγκινήσεως διαπερνούν την καρδιά μας όταν ατενίζομε επάνω στο σταυρό τον Υιό της Παρθένου, νεκρό, γυμνό και άταφο. Ακόμη και πέτρινη εάν είναι η καρδιά του ανθρώπου, συνθλίβεται από το γεγονός αυτό. Ποτέ δεν πρέπει να λησμονήσωμε αυτή την υπερτάτη θυσία του τελείως αναμαρτήτου Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, πού έγινε για χάρη όλων μας, πού είμεθα αμαρτωλοί, και την οποία με τρόπο προφητικό είδε οκτακόσια (800) χρόνια πρίν από την πραγματοποίησή της και για την οποία έγραψε ο άγιος προφήτης Ησαΐας. «Αυτός πού φορτώθηκε τις θλίψεις μας και υπέφερε τους πόνους τους ιδικούς μας. Εμείς ενομίζαμε ότι όλα όσα τον ευρήκαν ήταν τραύματα, πληγές και ταπεινώσεις από τον Θεό. Μά ήταν αιτία οι αμαρτίες μας, τις οποίες αυτός επληγώθηκε, οι ανομίες μας που αυτός εξουθενώθηκε. Για χάρη της ιδικής μας σωτηρίας, εκείνος ετιμωρήθηκε, και στις πληγές του ευρήκαμε εμείς την ιατρεία. Όλοι εμείς πλανιόμασταν σαν πρόβατα. είχε πάρει ο καθένας μας τον ιδικό του δρόμο. Μα ο Κύριος έκαμε να πέση επάνω του η ανομία όλων μας. Βασανιζόταν, και όμως ταπεινά υπέμενε χωρίς οποιοδήπτε παράπονο. Σαν πρόβατο που το οδηγούν σε σφαγή, όπως το αρνί που στέκεται άφωνο μπροστά σε αυτόν που το κουρεύει, ποτέ του δεν παραπονέθηκε. Υπέφερε, κατεδικάσθη και ωδηγήθηκε μακρυά. ποιος στη γενηά του ανάμεσα εσκέφθηκε τί να απέγινε; Τον εξηφάνισαν από τον κόσμο των ζωντανών και για τις αμαρτίες μας εχτυπήθηκε από τον θάνατο. ‘Εφτιαξαν τον τάφο του ανάμεσα στους ασεβείς, το μνήμα του κοντά στους παραπεταμένους. και όμως, δεν είχε πράξει ούτε μία ανομία, και δόλος δεν είχε βρεθεί στο στόμα του»[5].
Εμείς που γευθήκαμε και γευόμεθα τους γλυκούς αυτούς και ευχύμους πνευματικούς καρπούς, οι οποίοι προήλθαν από την θυσία αυτή, έχομε ύψιστο και ιερό καθήκον να εκδηλώσωμε την ειλικρινή αγάπη μας, τον βαθύτατο σεβασμό μας αλλά και την άπειρη ευγνωμοσύνη μας προς την Εσταυρωμένη Αγάπη, τον Θεάνθρωπο Κύριο ημών Ιησού Χριστό, με αγαθά έργα, για να μπορέσωμε κάποια μέρα, όταν θα φύγωμε από αυτό τον κόσμο, να εισέλθωμε στην βασιλεία του Θεού «ένθα ήχος καθαρός εορταζόντων και βοώντων απαύστως. Κύριε δόξα σοι»[6].
Καλό και ευλογημένο Πάσχα!
Ευχέτης προς τον δι’ ημάς Σταυρωθέντα, Παθόντα και Ταφέντα Κύριον