Την γνώρισα για πρώτη φορά διαβάζοντας το βιβλίο του πατέρα της, «Από την Ιστορία του Συνδικαλιστικού κινήματος της Καβάλας (1922-1953)» που εκδόθηκε το 1984, με τη δική της επιμέλεια. Ακόμη και σήμερα αδυνατώ να πιστέψω πως αυτό το σπουδαίο βιβλίο γράφτηκε από έναν καπνεργάτη που έμαθε τα πρώτα του γράμματα στα 17 του χρόνια. Σίγουρα οφείλεται στη δική της καθοριστική συμβολή, καθώς δούλεψε για πολλά χρόνια ως τυπογράφος αρχικά στην εφημερίδα ΠΡΩΙΝΗ και μετά στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ. Ευτυχώς για την πόλη μας η συμβολή της, συνεχίστηκε και το 1996 στο δεύτερο βιβλίο του «Κατοχή- Αφελληνισμός- Εθνική Αντίσταση 1941-1944».
Εφ’ εξής, την παρακολουθούσα συστηματικά, ως πρόεδρο της Θρακικής Εστίας Καβάλας από το 1996, αλλά και ως ενεργό πολίτη. Είχε πάντα το θάρρος να διατυπώνει τη γνώμη της και να καταθέτει την εμπειρία της ακόμη κι όταν κομματικά στελέχη την αμφισβητούσαν.
Το 2010 με εξέπληξε πάλι, όταν συνταξιούχος πλέον, έγραψε το βιβλίο της, που εκδόθηκε από τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας, «Βόλτα στην Καβάλα του χθες», κατάθεση ψυχής στην προσφυγική Καβάλα. Το διάβασα σ΄ ένα βράδυ και νοερά ταξίδεψα μαζί της από την ιστορική Αίνο του πατέρα της και την Πάνορμο της Μικράς Ασίας της μητέρας της στην άδενδρη βραχώδη τότε Καβάλα. Με παρέσυρε στην Παναγία, στο Σούγιολου, στους νέους προσφυγικούς συνοικισμούς, με έμπασε στα μικρά ουζερί της εποχής, στα κέντρα διασκέδασης στον Φάρο, στα Μετέωρα και στο Φάληρο, αλλά και στα χαμάμ.
Παρακολούθησα την κατασκευή του λιμανιού, την άνθηση αλλά και τον μαρασμό του καπνεμπορίου. Περιπλανήθηκα στους δρόμους μπαινοβγαίνοντας σε μαγαζιά, εστιατόρια και καφενεία, χάζεψα στα παζάρια στα παλιατζίδικα και στα τενεκετζίδικα. Παρακολούθησα τον καραβομαραγκό Μιχάλη Μοσχάτο να σκαρώνει τρεχαντήρια στην παραλία της Χρυσοστόμου Σμύρνης αρχικά και μετά στα καλαφατιά. Έζησα τον παλμό των διαδηλώσεων στην πλατεία Φουάτ και στο Εργατικό κέντρο, τρόμαξα με τις αγριότητες των Βουλγάρων, σφίχτηκε η ψυχή μου στη θέα της αποκλεισμένης με συρματοπλέγματα παραλίας.
Ανέβηκα στις ξύλινες καρότσες των λεωφορείων του 1930 κι άκουσα τα τελευταία νέα και κουτσομπολιά. Μπήκα επιτέλους στο εργοστάσιο σιγαρέτων Μαρούλη, έκανα λουτρό στου Τερμεντζή, αγόρασα παγοκολόνα από το Παγοποιείο Μπόλλου, παρακολούθησα την ανέγερση των μύλων Γεωργή-Νικολετόπουλου. Έζησα την αγωνία της Φιλοπτώχου να πρωτοστατήσει σ όλες τις ανάγκες της πόλης, μπήκα στο Νοσοκομείο και στις ιδιωτικές κλινικές για να γνωρίσω τους γιατρούς τις εποχής και ανηφόρησα στο Σανατόριο. Θέλοντας και μη χώθηκα στα τυπογραφεία των εφημερίδων για να παρακολουθήσω και την ίδια στον ρόλο του τυπογράφου. Ήταν ένα μακρύ ταξίδι με ξεναγό μια συμπολίτισσα μας που αγάπησε πολύ την Καβάλα και το απέδειξε με το βιβλίο της.
Το 2011, όταν έγραφα το βιβλίο «Οι Βιογραφίες των δημάρχων», ζήτησα τη βοήθειά της για τη βιογραφία του μακαρίτη Λευτέρη Αθανασιάδη. Θα μου μείνει αξέχαστη η βραδιά που περάσαμε μαζί στο σπίτι της αδελφής του κ. Ελένης Φραγκογιάννη. Της χρωστώ μεγάλη χάρη, καθώς χωρίς τη δική της συμβολή πολλά γεγονότα από τη ζωή του δημάρχου, θα ήταν πλέον οριστικά άγνωστα.
Τον τελευταίο καιρό χαθήκαμε, καθώς αθόρυβα είχε αποσυρθεί από τα κοινά. Και η είδηση του θανάτου της κεραυνός…Πολύ αργά πλέον για να με βοηθήσει στη βιογραφία του Γιάννη Πριμικίδη….
Θα μας λείψουν οι παρεμβάσεις της στις εφημερίδες, οι εμφανίσεις της στα τοπικά κανάλια να μιλά για ιστορικές στιγμές, πάντα κομψή, περιποιημένη, φινετσάτη. Τι κρίμα που δεν θα την ξαναδώ στο δρόμο με την αύρα μιας εποχής που προσωπικά με άγγιζε πολύ…. Λυπάμαι τόσο πολύ που τη χάσαμε, αλλά κυρίως λυπάμαι περισσότερο για όλους εμάς που την αγαπήσαμε, καθώς λόγω καραντίνας δεν θα την κατευδώσουμε την Πέμπτη…..
ΣΥΓΝΩΜΗ, κ. ΕΥΑΝΘΙΑ Γ. ΠΕΓΙΟΥ, ΘΑ ΜΑΣ ΛΕΙΨΕΙΣ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ….
Σαπφώ Αγγελούδη-Ζαρκάδα