Διαβάσαμε το απολαυστικό -να γελάς και να κλαις- έγγραφο του τμήματος Παραδοσιακών Οικισμών & Διατηρητέων Κτιρίων, Διεύθυνση Περιβάλλοντος, Πολιτισμού και Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αθλητισμού της Γενικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Εσωτερικών (τομέας Μακεδονίας και Θράκης), προς την Επιτροπή πρωτοβουλίας για τη διάσωση της Στέγης του Συνδέσμου Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών Καβάλας, με το οποίο γνωστοποιείται η άρνηση της Υπηρεσίας να κινήσει σχετική διαδικασία προστασίας του επί της οδού Κύπρου αριθ.16 κτιρίου του αείμνηστου αρχιτέκτονα Χρίστου Μπάτση, δηλ. να το κηρύξει ως διατηρητέο, όπως έχει κάνει για πάρα πολλά κτίρια της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.
Ο κος και η κα που το υπογράφουν, δεν γνωρίζω, ως συντάκτες ή ως αντιγραφείς, δεν αναφέρουν την ειδικότητά τους ώστε να είναι πληρέστερη η εκτίμηση του περιεχομένου του εγγράφου, το οποίο, σε 2351 λέξεις, πασχίζει να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.
Το κείμενο κινείται στο ίδιο πνεύμα της απόφασης της Γενικής Διευθύντριας Αναστήλωσης, Μουσείων και Τεχνικών Έργων του Υπουργείου Πολιτισμού και της γνωμοδότησης του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, και δεν μπορεί να μη θαυμάσει κανείς την εφευρετικότητα με την οποία απαξιώνεται το έργο του Χρίστου Μπάτση, που άφησε τη σφραγίδα του στην εικόνα της σύγχρονης Καβάλας και, με την οποία, επίσης, απορρίπτεται η αίτηση κήρυξης του κτιρίου ως διατηρητέου με αναλύσεις και φρασεολογία που παριστάνουν αρχιτέκτονα με διδακτορικό, για να μην πω καθηγητή Σχολής Αρχιτεκτόνων.
Το κείμενο αυτό αξίζει να διδάσκεται, προς αποφυγήν, στις μελλοντικές γενιές αρχιτεκτόνων για τον τρόπο με τον οποίο ο συντάκτης μεθοδεύει τους στόχους του. Ομολογώ πάντως ότι εξεπλάγην που το Δημόσιο διαθέτει «επιστήμονες» ικανούς για πολύπλοκους λεκτικούς ακροβατισμούς υψηλού δήθεν ακαδημαϊκού επιπέδου, δείγμα των οποίων παραθέτω:
«….. επειδή η μελέτη για το Κειμηλιαρχείο περιλαμβάνει ανακατασκευή των εξωτερικών δομικών στοιχείων και μία «ημιδιάφανη» προβολή τους πίσω από το νέο περσιδωτό περίβλημα, ίσως αυτός ο σχεδιασμός να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μία σύγχρονη ενδιαφέρουσα αφαιρετική αισθητική, στην οποία αφενός το κέλυφος του κτιρίου και της νέας προσθήκης του κτιρίου καλύπτονται από το παραπάνω περίβλημα, αφετέρου τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά της μορφολογίας του όπως π.χ. η καμπύλη της τοιχοποιίας στην άκρη του κτιρίου, ο εξώστης της οδού Κύπρου, τα γεωμετρικά πλαίσια κλπ συνεχίζουν να συμμετέχουν στις όψεις, διακριτικά, όπως πιθανώς ήταν και η αρχική πρόθεση του αρχιτέκτονα που το κατασκεύασε».
Τελειώνοντας, αναφέρω κάτι ενδεικτικό για τη στόχευση του εγγράφου. Τους συντάκτες του δεν τους απασχόλησε η θέση της Στέγης, σχεδόν σε επαφή με το ιστορικό και πολύ ενδιαφέρον μορφολογικά, κηρυγμένο ως διατηρητέο, Μέγαρο Τόκου, έδρα της 12ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, γεγονός που σε οποιαδήποτε άλλη περίσταση θα απέκλειε απ’ την πρώτη στιγμή επεμβάσεις ακόμη και πολύ μικρότερου μεγέθους από αυτές που προτείνονται, οι οποίες, σημειωτέον, πλην των άλλων, κλείνουν τρία μεγάλα παράθυρα και μεγάλο μέρος της ορατής πλάγιας όψης του διατηρητέου. Είναι κρίμα, σήμερα, να αναλωνόμαστε σε συζητήσεις για θέματα που εδώ και πολλές δεκαετίες έχουν αντιμετωπιστεί και ξεπεραστεί.
Αργύρης Μπακιρτζής, αρχιτέκτονας