Πόση δύναμη έχει τελικά η σιωπή;
Η Μαρία Κασιμάτη, φιλόλογος και συγγραφέας, παρουσιάζει στο φιλόξενο περιοδικό λόγου και τέχνης Fractal το «Σχεδίασμα Σιωπής», τη νέα ποιητική συλλογή της Άννας Ε. Πετράκη,όχι μόνο με τη γνώση της ειδικού επιστήμονα, αλλά και με ενσυναίσθηση και συγκίνηση. Το «Σχεδίασμα Σιωπής», κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κάκτος, το Δεκέμβρη του 2023:
Δύο λέξεις από «Σ» συνθέτουν τον τίτλο της τελευταίας – δωδέκατης στον αριθμό – ποιητικής συλλογής της Άννας Ε. Πετράκη: Σχεδίασμα και Σιωπή. Δύο λέξεις αθόρυβες, καθώς το σχεδίασμα κρύβει μέσα του την περισυλλογή και η σιωπή κρύβει μέσα της;…
Η σιωπή κρύβει μέσα της όλες εκείνες τις μύχιες, συνειδητές και υποσυνείδητες, σκέψεις που εξαϋλώνονται προτού δουν το φως της έκφρασής μας. Κι εδώ έρχεται η Άννα Ε. Πετράκη. Σε αυτό το οριακό σημείο μεταξύ σχηματισμού και εξαΰλωσης δίνει υπόσταση με την ιδιαίτερη ποιητική της έκφραση.
Και ίσως να είναι αυτή η οριακή γραμμή που αισθητοποιείται από τον πίνακα του εξωφύλλου ανάμεσα στο βαθύ σκούρο μπλε του ουρανού και τις ετερόχρωμες καφετιές αποχρώσεις της γης. Και ίσως να είναι αυτή η οριακή γραμμή που ώθησε την ποιήτρια στον χωρισμό του «Σχεδιάσματος Σιωπής» σε δύο ευδιάκριτα μέρη:
Α) Πάρωρος έρωτος αίνος και
Β) Στην άκρη του κενού
Μια ιστορία συνηθισμένη
άφωνη
ανυπεράσπιστη
απεγνωσμένη
μου ζήτησε να τη γράψω
μικρή
και πικρή
Την είπα σιωπή
ένα εξαίσιο αυτόνομο σύμπαν
μα γράφοντάς τη
πρόδωσα τ’ όνομά της
διέγραψα την πίκρα της
έκαψα
και ανάστησα
τη μικρή προσμονή της
Ένα εξαίσιο αυτόνομο σύμπαν ξεδιπλώνεται μπροστά μας στο Α’ μέρος. Ένα σύμπαν απερίφραστα ερωτικό. Οι πρώιμες ερωτικές συναντήσεις σιγοψιθυρίζονται πάνω στο πεντάγραμμο των εποχών. Ένας αίνος ερωτικής σιγαλιάς, που γίνεται αντιληπτός μόνο από τους μυημένους στις μυστικές συγχορδίες της ζωής, εκκινεί από την άνοιξη…
-Έλα να ζήσουμε μια ήσυχη άνοιξη…
-Μου λες
η παπαρούνα να μην τραγουδήσει
να μη χορέψει η ανθισμένη μυγδαλιά
να σωπάσουνε των κοριτσιών τα χέρια τα γυμνά;
Κοίτα πώς λαμπυρίζει η απαλή τους σάρκα!
Κοίτα πώς, κάτω απ’ τον ήλιο,
των αγοριών οι πόθοι παίρνουν φωτιά!
Τόση ομορφιά
τόσο ανίδεη για την ιαχή της…
Μου λες να ζήσουμε μια ήσυχη άνοιξη.
Μα πώς να φιμώσεις την άνοιξη;
Μπορεί να σωπάσει ποτέ η ζωή;
Κι αλλού το πρώιμο φθινόπωρο παίζει με τις γλυκόπικρες αντιθέσεις του έρωτα. Ποτέ δεν είναι ολόκληρος. Πάντα μένει λειψός…
Χάραξε η μέρα
Έπιασε αχνή βροχή
Κουβάρι γίνανε σεντόνια, λογισμοί
Ανακλαδίζεται το όνειρο, ξυπνά
με ουράνιο τόξο στα μαλλιά
Μεσ’ απ’ τις γρίλιες
κλεφτά γλιστρά το φέγγισμα
και της αυγής το τρέμισμα
στο μέτωπο
γλυκιά λαβωματιά
Οι εικόνες, οι λέξεις και οι σιωπές στην ποιητική τέχνη της Άννας Ε. Πετράκη βρίσκονται σε πλήρη συνήχηση μεταξύ τους. Εδώ νιώθεις τη βαθύτατη αγάπη της για τις λέξεις. Εδώ νιώθεις ότι η τεχνική τελειότητα συναντά τη φυσική της κατάσταση.1
Και τη νιώθεις και στο όλον και στα επιμέρους συστατικά της ποιητικής της έκφρασης, όταν μέσα στο καταχείμωνο με την παρήχηση του «λ» και του «ρ» και δύο ηχηρές καταλήξεις καταφέρνει να θερμάνει τον ερωτισμό και να εκπέμψει της δόξας του το φως…
λαγαρή, τολμηρή
η λαχτάρα μου για σένα εκπέμπει
Μα ο έρωτας δε μένει μονάχα στην ιδανική αέρινη μορφή του. Δεν είναι ένα ιδεόγραμμα που περιδιαβάζει ανέπαφο στον εναέριο χώρο των ιδεών. Ο έρωτας πυροδοτεί τις αισθήσεις, αφυπνίζει και αναταράζει. Ενσαρκώνεται στα απτά και καθημερινά.
Μια τρίχα απ’ το κορμί μου στην πετσέτα σου
η αύρα μου σαν βγαίνω από το μπάνιο
η αψιά μυρωδιά σου όταν γυρνάς απ’ τη δουλειά
οι χυμοί μας τη στιγμή της τελικής παράδοσης […]
Γήινος, μέσα μου, γύρω, παντού,
αφηνιασμένος γκρεμός
Μέρα τη μέρα
σε σκαρφαλώνω, τσακίζομαι
Λεπτό το λεπτό σου
με βρίσκεις, με χάνεις
Η ιδανική βίωση του έρωτα παραχωρεί τη θέση της σε μια πραγματικότητα που ακροβατεί πάνω από το κενό. Στο Β’ μέρος της ποιητικής συλλογής, η ποιήτρια πατάει σε μία γη που άλλοτε μοιάζει έρημη, άλλοτε τραχιά, άλλοτε κινούμενη άμμος κι άλλοτε θανατερή.
Δε στέκεται απέναντι αλλά πάνω σε αυτή τη γη, προσπαθώντας μέσα από τις έναρθρες σιωπές να χαράξει τον βηματισμό της. Εδώ δεν υπάρχει περιθώριο για ονειροπόληση ούτε για τις ψευδεπίγραφες υποσχέσεις των παραμυθιών.
Οι κολοκύθες τα μεσάνυχτα δεν χλιμιντρίζουνε
Το κόκκινο μήλο καρφί στον λαιμό
Παραμυθάδες γελασμένοι
της άπιαστης, αγερικής στιγμής
μπαρκάρουμε στις στεριές θαλασσινά στασίδια
Κάποτε ηττοπαθείς,
το πιο συχνό ηττημένοι,
το σύμπαν αντιφατικά ψιθυρίζουμε
με τούλια και σκήπτρα
δρεπάνια, σφυριά
κομποσκοίνια
καλέμια
βιβλία
πλάνητες αντιήρωες σε ουράνια τόξα καβάλα
ξιφουλκώντας – με γκρίζα μαλλιά εν καμίνω –
πλάνες οικτρές
Τα βήματα σέρνονται σε κάθε στροφή με δυσκολία. Σε πολλά σημεία στο πρόσωπο της ποιήτριας θα μπορούσαμε να δούμε την Έβελιν του Τζέημς Τζόυς «ν’ αναπνέει την ενοχλητική μυρωδιά του σκονισμένου κρετόν» και όμως να μην ανοίγει την πόρτα, να μην αναζητά τη διέξοδο, να αντιστέκεται πεισματικά στην ελευθερία. Μένει και υπομένει εμμονικά, σχεδόν, τη φθορά και τη μοναξιά, δίνοντας στο «δεν μπορώ» τη φωνή του, την υπόστασή του.
Νυφιάτικο τραπεζομάντηλο
διάστικτο με κίτρινους λεκέδες
το αναστηλώνω κάθε όψιμη άνοιξη
με λουλάκια παλιάς εποχής
Στις πορσελάνες καθρεφτίζω το πρόσωπο
Λιπαρώς απαστράπτουσα με κρέμες νυχτός
παλεύω γελοιωδώς τον απάλευτο χρόνο
Και δεν ξέρω ποιο από τα δυο,
περισσότερο μου λείπεις εσύ
ή θλιβερά απουσιάζω από μένα εγώ
Μέρος της αυτοσυνειδησίας της ή κενό της αυτοεκτίμησής της; Η ποιήτρια δεν απαντά. Ο βηματισμός της διασχίζει τις αντινομίες της ανθρώπινης ψυχής χωρίς να δίνει αποκρίσεις σε διαζευκτικά ερωτήματα.
Στέκει εκεί με την παρατηρητική της γραφή σαν ρεπόρτερ μιας ελεγείας που εκτυλίσσεται με τα ίδια μοτίβα, χωρίς παραλλαγές και, το κυριότερο, δίχως ανατροπές. Κι όμως αυτή τη γήινη, τραχιά, σαθρή και καταθλιπτική πραγματικότητα μοιάζει να την αντέχει. Ίσως γιατί ο χρόνος έχει πια σφραγίσει επάνω της το χρέος της συνήθειας. Ίσως επειδή κάπου στο βάθος ελπίζει στην ψευδαίσθηση για μια σταγόνα χαράς…
Θα βάλω κομψή, χαριτωμένη μπλούζα
Μεγάλη μέρα αύριο
Κι εγώ μεγαλύτερη ακόμα έναν χρόνο
Να δεις την μπλούζα!
Να μη μετρήσεις πάνω μου
ξερολιθιά τον καιρό… […]
Θα περιμένω λίγο ακόμα
Αύριο, στα γενέθλιά μου, θα πάρω αποφάσεις
Δεν σου ζητάω τύψεις·
μόνο να παραστήσεις, για χάρη μου, μια ελπίδα αμυδρή,
μόνο να ράψεις πάνω σου της μνήμης μια κλωστή
Δυο νύχτες ακόμα
θα αναμετρηθώ με το άγρυπνο μαξιλάρι
που οργωμένο από ρωγμές και χαράδρες
μοιάζει ολοένα και πιότερο
με το χαρακωμένο μου πρόσωπο
Η Άννα Ε. Πετράκη ονειροπολεί και ονειροκρίνεται, υψώνεται και συντρίβεται, ενθουσιάζεται και διαψεύδεται. Ζει μέσα από τις αντινομίες της. Η σιωπή της αρθρώνει τη γένεση και τον θάνατο του έρωτα, τη λάμψη του και τoν ζόφο του, τη γλύκα και την πίκρα του. Στην ποιητική της έκφραση σημαινόμενο και σημαίνον βρίσκονται σε απόλυτη ταύτιση. Διαβάζοντας τις λέξεις διαβάζεις τις στιγμές που τις γέννησαν. Το «Σχεδίασμα Σιωπής» δεν υπόσχεται ολοκληρωμένα σχέδια ζωής και δράσης, παρά μόνο ημιτελή σχήματα που άλλοτε γίνονται ψίθυροι, άλλοτε κραυγές και άλλοτε λυγμοί. Πόση δύναμη έχει τελικά η σιωπή;
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑΤΗΝ ΠΟΙΗΤΡΙΑ
Η Άννα Ε. Πετράκη γεννήθηκε στην Αθήνα το Φεβρουάριο του 1961, με καταγωγή από την πλευρά του πατέρα της Ευάγγελου από το Γυμνό Ευβοίας και από την πλευρά της μητέρας της Δέσποινας Παπαδοπούλου από τα Κιουπλιά Προύσσας.
Τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια τα έζησε στην Καβάλα, όπου τελείωσε και το Λύκειο. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και αποφοίτησε το 1984, με βαθμό Άριστα, από το Τμήμα Κλασικής Φιλολογίας.
Έζησε και υπηρέτησε σε σχολεία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην Πτολεμαΐδα Ν. Κοζάνης από το 1986 έως το 2002. Έκτοτε ζει στην Αθήνα. Η Άννα Ε. Πετράκη άρχισε να γράφει το 2013 και εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή της με τίτλο «Όσα δεν έζησα…» το 2015. Έχει εκδώσει συνολικά δώδεκα ποιητικές συλλογές.