Dark Mode Light Mode

Ο 18χρονος παραγωγός Phocks από την Καβάλα κάνει το beatmaking ξανά cool

Αυτό που πιστεύω περισσότερο είναι η δράση και η αντίδραση, δηλαδή πως όσο συνεχίζεις και προσπαθείς για έναν σκοπό και δεν το βάζεις κάτω, θα έρθει η μέρα που θα τα καταφέρεις.

Ο νεαρός παραγωγός από την Καβάλα αγαπάει τον J Dilla και τα anime και φτιάχνει μουσικές ιστορίες για τη Γενιά Z.


Γράφει στο Athens Voice ο M. Hulot

Ο ΤΡΟΠΟΣ ΠΟΥ ξεκινάει το νέο EP «14 Reasons» του Phocks –με τη φωνή του J Dilla από μια συνέντευξή του στο Radio One του BBC–, κάπως σαν tribute στον θρύλο του underground χιπ-χοπ απ’ το Ντιτρόιτ που σημάδεψε για μια δεκαετία το αμερικανικό ραπ μέχρι και τον πρόωρο θάνατό του το 2006, ήταν ένα καλό δόλωμα για να το αφήσω να παίξει μέχρι το τέλος.

Είναι ένα instrumental EP που αν είχε βγει στις αρχές των ’00s, όταν το beatmaking ήταν ακόμα υπέρ-cool, θα μπορούσε να είναι και γεγονός στην μπλογκόσφαιρα, η οποία αγάπησε ιδιαιτέρως τον J Dilla. Σήμερα ο ήχος του δύσκολα θα εντυπωσιάσει έναν πιτσιρικά που έχει εθιστεί σε πιο έντονους ρυθμούς, ενώ το κοινό που τον άκουγε τότε έχει μεγαλώσει σε ηλικία και το απασχολούν άλλα πράγματα.

Δεν υπάρχουν και τα μουσικά μπλογκ που στήριζαν το ιδιαίτερο, οπότε οτιδήποτε είναι έξω από το mainstream είναι καταδικασμένο να μείνει κρυφό και ανεξερεύνητο. Το «14 Reasons», που περιέχει 7 σύντομα κομμάτια και διαρκεί μόλις 13 λεπτά, είναι «ήχος ’00s» και θα μπορούσε κανείς να το αντιμετωπίσει μόνο νοσταλγικά αν δεν ήταν το έργο ενός 18χρονου παραγωγού, που, τσεκάροντας το προφίλ του στο Spotify, διαπίστωσα με έκπληξη ότι έχει ολόκληρη δισκογραφία.

«Η πρώτη φορά που “ονειρεύτηκα” κάτι και είπα πως “ναι, αυτό θέλω να κάνω” ήταν όταν ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική, πιο συγκεκριμένα με το κομμάτι της παραγωγής».

Ο Phocks (Δημήτρης Μουστακίδης) είναι ένα παιδί με καταγωγή από την Καβάλα, που αυτήν τη στιγμή ζει και σπουδάζει στη Θεσσαλονίκη· είναι τόσο παθιασμένο με αυτό που κάνει και με τέτοιες αναφορές, που αξίζει να ασχοληθείς μαζί του.

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Αμυγδαλεώνα, ένα χωριό μερικά χιλιόμετρα έξω από την Καβάλα», λέει. «Δεν θα πω πως μεγάλωσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον. Είμαι τυχερός και πανευτυχής που, καταρχάς, έχω και τους δυο μου γονείς.

Με έχουν μεγαλώσει με πολλή αγάπη. Το κοινωνικό μου περιβάλλον, τουλάχιστον όσο ήμουν μικρότερος, έμοιαζε με τη στερεοτυπική εικόνα που έχει κάποιος όταν ακούει τη λέξη “χωριό”. Πολλές και μεγάλες παρέες, βόλτες έξω στη φύση και μπάλα στην αλάνα.

Οι γονείς μου ήταν στρατιωτικοί· έχουν συνταξιοδοτηθεί και οι δυο από το 2014. Ήμουν τυχερός ή άτυχος –εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς– να ζήσω μόνο μία μετάθεση – από το 2012 μέχρι το 2014 ζούσα στην Κύπρο, όπου και πήγα σχολείο. Από το 2014 και μετά, όποτε γυρίσαμε στον Αμυγδαλεώνα, οι γονείς μου αφιέρωσαν όλο τους τον χρόνο σ’ εμένα και τις δραστηριότητές μου.

Για να είμαι ειλικρινής, μικρός δεν είχα κάποιο όνειρο ούτε κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο. Πολύ νωρίς είχα μια κλίση στη μαγειρική. Αργότερα, μέχρι και το 2019 έπαιζα ποδόσφαιρο στην ακαδημία της ομάδας του χωριού (Δόξα Αμυγδαλεώνα) στη θέση του τερματοφύλακα.

Ποτέ, όμως, δεν είπα πως θα ήθελα να ασχοληθώ επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο. Η πρώτη φορά που “ονειρεύτηκα” κάτι και είπα πως “ναι, αυτό θέλω να κάνω” ήταν όταν ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική, πιο συγκεκριμένα με το κομμάτι της παραγωγής.

Αυτήν τη στιγμή ασχολούμαι με το κομμάτι της μουσικής παραγωγής, έχοντας ως κύριο ήχο το lo-fi χιπ-χοπ. Προσπαθώ, πάντως, να δοκιμάζω τον εαυτό μου και να μαθαίνω νέα είδη, όπως trap, drill ή, πιο πρόσφατα, flint παραγωγές.

Παράλληλα, εξασκούμαι και στο κομμάτι του ράπερ, δηλαδή γράφω στίχους, ηχογραφώ κομμάτια, μάλιστα έχω κυκλοφορήσει μερικά. Τώρα, εκτός μουσικής, σπουδάζω στο ΔΙΠΑΕ, στη Σίνδο Θεσσαλονίκης, στο τμήμα Διοίκησης Οργανισμών Μάρκετινγκ και Τουρισμού.

Όσον αφορά τη μουσική, αυτός που πρακτικά με σύστησε στον κόσμο του χιπ-χοπ ήταν ο ράπερ Logic. Γενικά, ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης με τον οποίο ασχολήθηκα και άκουσα τη δισκογραφία του. Αυτήν τη στιγμή το μεγαλύτερο μουσικό πρότυπο που έχω είναι ο Kanye West. Για μένα είναι καλλιτέχνης με όλη τη σημασία της λέξης, μάλιστα ο καλύτερος όλων των εποχών.

Όταν κατάλαβα όμως πως στο τέλος της ημέρας κάθε άνθρωπο τον ορίζουν οι εμπειρίες που έχει συλλέξει στη ζωή, τότε μόνο συνειδητοποίησα πως η καταγωγή μου παίζει άμεσο ρόλο στη δουλειά μου.

Μικρότερος είχα θέματα με τις παρέες μου. Γενικά, είμαι ιδιαίτερος χαρακτήρας, τότε όμως αντιδρούσα σε συμπεριφορές και καταστάσεις με τρόπους που ούτε μπορούσα να εξηγήσω στους άλλους ούτε να καταλάβω ο ίδιος, οπότε κρατούσα το κομμάτι της μουσικής κρυφό από τον κοινωνικό μου κύκλο.

Το 2023 έκανα κάποιες συνεδρίες με ψυχολόγο και έμαθα πολλά πράγματα για τον εαυτό μου, σε γενικές γραμμές μού απαντήθηκαν κάποια “γιατί”. Πλέον έχω φροντίσει να έχω άτομα γύρω μου που αγαπάω, καταλαβαίνω, περνάω καλά μαζί τους και αυτοί το ανταποδίδουν.

Έχω ανοιχτεί στην παρέα μου, τους έχω μιλήσει για τον Phocks και για τους στόχους μου, κι αυτοί είναι αρκετά υποστηρικτικοί, μου λένε τη γνώμη τους για ορισμένες κυκλοφορίες αλλά και για ακυκλοφόρητα κομμάτια.

Αν έπρεπε να το περιορίσω σε κάτι συγκεκριμένο, θα έλεγα ότι είμαι περήφανος για το ταξίδι ψυχικής ενδοσκόπησης και ίασης που έκανα πέρσι. Προφανώς δεν είναι κάτι το οποίο ξεκίνησε και τελείωσε μέσα σε μια χρονιά. Έχω ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μου, είναι κάτι που εξακολουθώ να το δουλεύω με τον εαυτό μου, δεν θεωρώ ότι θα έχει κάποιο τέλος.

Πλέον έχω κλείσει το πρώτο μου εξάμηνο στη Θεσσαλονίκη. Δεν θα το κρύψω, στην αρχή ήθελα να αποφύγω τις μεγάλες πόλεις τύπου Αθήνα, Θεσσαλονίκη. Εκ του αποτελέσματος, χαίρομαι που άλλαξα γνώμη. Η Θεσσαλονίκη είναι πολύ ωραία πόλη.

Έχει μια αισθητική ιδιαίτερη, αρκετά έντονο το στοιχείο του δρόμου, υπέροχους ανθρώπους, ευγενικούς, με καλή διάθεση. Αυτό που ξεχωρίζω είναι η ποικιλία στη διασκέδαση και γενικότερα στις επιλογές. Υπάρχουν πράγματα για όλα τα ενδιαφέροντα και όλες τις ώρες.

Στην αρχή δεν έβρισκα καμία σύνδεση μεταξύ της πόλης και της μουσικής μου. Όταν κατάλαβα όμως πως στο τέλος της ημέρας κάθε άνθρωπο τον ορίζουν οι εμπειρίες που έχει συλλέξει στη ζωή, τότε μόνο συνειδητοποίησα πως η καταγωγή μου παίζει άμεσο ρόλο στη δουλειά μου.

Και ο λόγος είναι πως, πολύ απλά, αν μεγάλωνα σε κάποια άλλη πόλη, δεν θα είχα τις ίδιες εμπειρίες ή τα ίδια ερεθίσματα, άρα δεν θα ήμουν ο ίδιος άνθρωπος με αυτόν που είμαι σήμερα. Σε προσωπικό επίπεδο, θα έλεγα ότι η αποτυχία είναι κάτι που με φοβίζει ορισμένες φορές.

Πιστεύω πως το να πετύχω τους στόχους μου στη μουσική είναι κάτι που εξαρτάται κατά ένα μεγάλο ποσοστό από μένα. Αυτό που με αγχώνει είναι μήπως όλα πάνε λάθος και τότε θα έχω να αντιμετωπίσω καταστάσεις που δεν θα είναι του χεριού μου και δεν θα μπορώ να τις επηρεάσω.

Μερικά πράγματα είναι αυτό που λέμε “meant to be”, είτε θετικά είτε αρνητικά. Υπάρχουν περιπτώσεις που ό,τι και να κάναμε διαφορετικά δεν θα μπορούσαμε να αλλάξουμε το αποτέλεσμα μιας κατάστασης. Αυτό που πιστεύω περισσότερο είναι η δράση και η αντίδραση, δηλαδή πως όσο συνεχίζεις και προσπαθείς για έναν σκοπό και δεν το βάζεις κάτω, θα έρθει η μέρα που θα τα καταφέρεις. Μπορεί αυτή η μέρα να αργήσει, αλλά θα έρθει. Το θέμα δεν είναι “αν” αλλά “πότε”.

Μου αρέσει αρκετά το άσκοπο περπάτημα είτε μέσα στην πόλη είτε στη φύση, όταν είμαι στο χωριό για παράδειγμα. Πρόκειται για δύο περιβάλλοντα με αρκετό κoντράστ, που εκπληρώνουν όμως διαφορετικούς σκοπούς.

Όταν περπατάω μέσα στην πόλη ακούγοντας μουσική παρατηρώ τον κόσμο και αναρωτιέμαι πού πάει, τι κάνει, πώς είναι η καθημερινότητά του. Αντιθέτως, το περπάτημα στη φύση μού προσφέρει στιγμές ησυχίας και μια ευκαιρία να καθαρίσω τις σκέψεις μου ή να τις βάλω σε μια σειρά.

Πλέον έχω φροντίσει να έχω άτομα γύρω μου που αγαπάω, καταλαβαίνω, περνάω καλά μαζί τους και αυτοί το ανταποδίδουν.

Θα έλεγα ότι με εκνευρίζει το μίσος που έχει ο κόσμος για τον συνάνθρωπό του και η διχόνοια που υπάρχει στην κοινωνία· δεν είναι λίγα όσα γίνονται είτε στη χώρα μας είτε στο εξωτερικό. Αν μιλήσουμε συγκεκριμένα για την Ελλάδα, μερικά παραδείγματα είναι οι ασταμάτητες γυναικοκτονίες, οι θανάσιμες επιθέσεις λόγω οπαδικής βίας και οι καθημερινές παρενοχλήσεις που δέχονται άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.

Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική για πρώτη φορά το 2018, όταν πήγαινα γυμνάσιο ακόμα. Στην αρχή απλώς έγραφα στίχους και ηχογραφούσα κομμάτια με παραγωγές από το YouTube. Όμως το 2021 ήταν η χρόνια που το πήρα πιο σοβαρά το θέμα.

Εκείνο το διάστημα ξεκινούσα κάτι, το συνέχιζα για λίγο, και με το που απογοητευόμουν το παρατούσα. Το 2021 ήταν επίσης η φορά που αποφάσισα να αφοσιωθώ αποκλειστικά στο κομμάτι της παραγωγής και να αφήσω το ράπινγκ.

Οι πρώτες μου κυκλοφορίες έγιναν στις αρχές του 2021, σε συνεργασία με μια ολλανδική εταιρεία, τη Secret Souls, που την έχει μία από τις καλύτερες lo-fi παραγωγούς, την eevee. Ήταν μια αρκετά αγχωτική περίοδος για μένα και ταυτόχρονα ήταν αρκετά σουρεαλιστική.

Στα 15-16 συνεργαζόμουν με άτομα που άκουγα στον ελεύθερο χρόνο μου και θαύμαζα τη δουλειά τους, ήμουν σε επαφή με εταιρείες και ομάδες σε Ελλάδα αλλά κυρίως στο εξωτερικό, και υπέγραφα συμβόλαια για τις κυκλοφορίες μου.

Επίσης, έχω συνεργαστεί και με τραγουδιστές όπως ο Cliffe, που γνώρισα μέσω της eevee. Από κει και πέρα, δούλευα για να αναπτύξω τις ικανότητές μου, τα ακούσματά μου και να δημιουργήσω νέες επαφές με εταιρείες και καλλιτέχνες.

Αν έπρεπε να περιγράψω το “14 Reasons” μέσα σε μία πρόταση, θα έλεγα πως είναι το αποτέλεσμα των ικανοτήτων που αναπτύσσω στο κομμάτι της παραγωγής και της δειγματοληψίας τα τελευταία χρόνια. Επίσης, είναι η πρώτη φορά που μπόρεσα να μετατρέψω τα συναισθήματα και τον πόνο μου σε τέχνη.

Βασικό θέμα του πρότζεκτ αυτού είναι η αγάπη, πιο συγκεκριμένα το κομμάτι της απόρριψης. Αυτό γίνεται αντιληπτό από ορισμένους τίτλους κομματιών αλλά και από μερικά samples που έχω επιλέξει. Θεωρώ πως η μεγαλύτερη δυσκολία για έναν μουσικό σήμερα είναι πως αν θέλει να γίνει επιτυχημένος και να ζει από αυτό, δεν πρέπει να ασχολείται μόνο με τη μουσική. Αντιθέτως, θα πρέπει πλέον να ασχολείται περισσότερο με τα social media και ειδικά με το ΤikTok.

Θα πρέπει να δημιουργεί βιντεάκια μικρής διάρκειας, να παρακολουθεί και να ακολουθεί τα εκάστοτε trend, να ασχοληθεί με το networking και να προσπαθήσει να διασυνδεθεί με μεγάλους καλλιτέχνες ή εταιρείες.

Αν έπρεπε να δώσω ένα ξερό ποσοστό, θα έλεγα 70/30 social media/μουσική. Για να μην παρεξηγηθώ, αυτό που ανέφερα είναι καθαρά η πιο συνηθισμένη μέθοδος που ακολουθεί κάποιος καλλιτέχνης αν θέλει να γίνει επιτυχημένος, χωρίς να σημαίνει πως δεν υπάρχουν κι άλλες μέθοδοι».

«Ιδανικά, ο απώτερος στόχος μου είναι να καταφέρω να ζω μέσω της δουλειάς μου. Αυτήν τη στιγμή σπουδάζω και παράλληλα ασχολούμαι με τη μουσική. Έχω τις σπουδές μου ως back up plan ώστε να έχω κι ένα χαρτί στα χέρια μου, καλού κακού. Έχω ακόμα αρκετό δρόμο για να φτάσω στον στόχο μου, όμως είμαι σίγουρος πως θα τα καταφέρω.

Η μουσική σκηνή της Καβάλας προφανώς δεν συγκρίνεται με αυτήν της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά έχει ανεβεί πολύ τα τελευταία 2-3 χρόνια και συνεχίζει να αναπτύσσεται με αρκετά γρήγορους ρυθμούς, τουλάχιστον στον χώρο του χιπ χοπ που ασχολούμαι και παρακολουθώ.

Το πιο γνωστό όνομα που έχει βγει από την πόλη είναι ο Saske. Ο Vousou είναι ένας καλλιτέχνης από το χωριό μου, τον Αμυγδαλεώνα, που έχει ρίξει παρά πολλή δουλειά και έχει καταφέρει να κάνει συνεργασίες με άτομα όπως ο Dirty Harry – πλέον κλείνει τις δικές του εμφανίσεις.

Γενικά, τον σέβομαι πολύ. Άλλα δύο ονόματα που θα ακουστούν περισσότερο προσεχώς θεωρώ πως είναι ο Voudou και ο Mosi. Οι δουλειές που έχουν βγάλει μέχρι στιγμής είναι εξαιρετικής ποιότητας. Έχουν ιδιαίτερα ακούσματα, ταλέντο και δουλεύουν αρκετά.

Προφανώς σε αυτήν τη σκηνή ανήκω κι εγώ, δεν ξέρω όμως αν μπορώ να συγκριθώ μαζί τους επειδή κάνω κάτι διαφορετικό και προσπαθώ να ακολουθήσω το δικό μου μονοπάτι και να αποκτήσω τον δικό μου ήχο και στυλ.

Facebook Twitter Πιστεύω πως το να πετύχω τους στόχους μου στη μουσική είναι κάτι που εξαρτάται κατά ένα μεγάλο ποσοστό από μένα. Γενικά, προσπαθώ να ακούω τα πάντα.

Έχω διάφορες προσωπικές playlists και μπορεί από εκεί που ακούω UK garage να βάλω Σινάτρα και μετά ελληνική τραπ. Τώρα τελευταία ακούω πολύ Lucki, από ξένους δίσκους το «Vultures 1» του Kanye, τo “A great chaos” του Ken Carson και από ελληνικούς δίσκους το “Deluxe” του Saske, το “Birthday Mix 2” του $ulee και το “Thrasos” του Νέγρου του Μοριά.

Αν και δεν ακούω τόσο πολύ ελληνικό ραπ, από πιο old-school-άδες μου αρέσει ο Μάνι. Από πιο mainstream ακούω Light, Sidarta, Madclip και Toquel (ο πιο πρόσφατος δίσκος του ήταν αρκετά δημιουργικός και φρέσκος) – και ο Saske με το “Deluxe” έφερε καινούργια πράγματα. Επίσης, μου αρέσει αρκετά ο Νέγρος του Μοριά, θεωρώ πως είναι ταλαντούχος, έχει φτιάξει έναν καινούργιο δικό του ήχο και ακολουθεί τον δικό του δρόμο.

Τέλος, από πιο newschool και ανερχόμενους παρακολουθώ τον $ulee ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο. Μου αρέσει γενικά η όλη αισθητική που έχει και πιστεύω πως σιγά-σιγά όλο και περισσότερα άτομα θα δοκιμάζουν το στυλ του, δηλαδή θα δοκιμάσουν να ραπάρουν πάνω από Michigan style/flint beats, αλλά ίσως και να δούμε περισσότερους ράπερ να δημιουργούν μια γέφυρα μεταξύ μόδας και μουσική, παρουσιάζοντας τη στυλιστική τους άποψη περισσότερο».

πηγή: athensvoice.gr

Προηγούμενο άρθρο

Μια απάντηση από έναν «ιδιώτη» σε μια στείρα άρνηση: Γράφει ο Παναγιώτης Φώτου

Επόμενο άρθρο

Συμμετοχή του ΣΑΕΚ (πρώην Ι.Ε.Κ) Καβάλας σε εκπαιδευτική δράση Erasmus (φωτογραφίες)