Από κοινωνική άποψη, ο ιός έχει σίγουρα σοβαρές επιπτώσεις που επιβλήθηκαν από την απομόνωση και την κοινωνική αποστασιοποίηση-απομάκρυνση-αποφυγή κοινωνικών επαφών. Ωστόσο, η υποτιθέμενη επίλυση τους που αντιπροσωπεύεται από το εμβόλιο ή τα εμβόλια και η επιλογή του green pass-της ελεύθερης μετακίνησης ως νέου συνόρου των σχέσεων προκαλεί ακόμη πιο καταστροφικά αποτελέσματα.
Λέει λοιπόν ο Giuseppe Callegari πως Πράγματι δημιουργήθηκε έντεχνα μια ανίατη ρήξη μεταξύ των πολιτών: από την μια πλευρά όσοι δέχονται το εμβόλιο και από την άλλη αυτοί που το αμφισβητούν. Δύο αντίθετοι πόλοι: στο θετικό άκρο οι καλοί, οι αλτρουιστές, οι υποστηρικτικοί και αλληλέγγυοι και στον αρνητικό οι κακοί, οι εγωιστές και οι ατομικιστές. Δεν υπάρχει πλέον περιθώριο για την αμφιβολία, τη διαλεκτική, την ελεύθερη σκέψη, είναι απαραίτητο να πιστέψουμε με πίστη, και όσοι δεν αποδέχονται μια επιστήμη που έχει καταστεί θεότητα δεν έχουν δικαίωμα να ζουν στον επίγειο παράδεισο, πρέπει να περιθωριοποιηθούν. Μια οξυδερκής και προγραμματισμένη-σχεδιασμένη σκηνοθεσία, αφού μετέτρεψε τους εκφραστές εκείνου του μη συναινετικού τμήματος της επιστήμης σε κλόουν ζητιάνους, έχει πυροδοτήσει τον πόλεμο μεταξύ πατέρων και γιων, αδελφών και αδελφών, πιστών και αγνωστικιστών. Η πολεμική λογική φαίνεται να παίρνει το στίγμα της από τα λόγια του Ευαγγελίου του Ματθαίου (10,34-11,1). «Εκείνη την εποχή ο Ιησούς είπε στους αποστόλους του: μην πιστεύετε ότι ήρθα για να φέρω ειρήνη στη γη, ήρθα να φέρω όχι ειρήνη, αλλά σπαθί. Στην πραγματικότητα, ήρθα να χωρίσω τον άντρα από τον πατέρα του και την κόρη από τη μητέρα της, τη νύφη από την πεθερά της. και οι εχθροί του ανθρώπου θα είναι αυτοί του σπιτιού του».
Έτσι, το εμβόλιο ντυμένο και ενισχυμένο με το green pass, την ελεύθερη μετακίνηση δηλαδή – απόγονος μιας επιστήμης που, είναι σημαντικό να το επισημάνουμε, φίμωσε ένα άλλο μέρος της επιστήμης – καθίσταται το σπαθί που χτυπά τους απίστους στους οποίους κόβεται η γλώσσα ώστε να μην μπορούν να ενσταλάξουν δηλητήριο με τα λόγια τους. Είναι σημαντικό ότι η εκστρατεία εμβολιασμού διοικείται από έναν στρατηγό του στρατού που ενεργεί με στρατιωτική λογική και κατακτά την περιοχή με φάσεις εξαναγκασμού.
Όταν το εμβόλιο και η ελεύθερη μετακίνηση αποτελούν τη διαχωριστική γραμμή, μοναδική και ξεκάθαρη-κατηγορηματική, δημιουργείται αναπόφευκτα ένα μοναδικό πεδίο αναμέτρησης-αντιπαράθεσης, το οποίο σε αυτή την περίπτωση μετατρέπεται σε σύγκρουση. Όλα είναι δευτερεύοντα, υπόκεινται, σπάνε πάγιες ισορροπίες και οι άλλες προβληματικές μετατρέπονται σε απόρροιες, φυσικά επακόλουθα που πρέπει απλά να εξολοθρευθούν. Όπως η εκατόμβη θανάτων στην εργασία που γίνεται ένα γεγονός που μπορεί να επιλυθεί με διακηρύξεις που δεν θα αντιμετωπίσουν ποτέ την πραγματικότητα. ή η κοινωνική δικαιοσύνη, μια ανέφικτη χίμαιρα. ή ο πνιγμός εκατοντάδων μεταναστών, μια αναπόφευκτη παράπλευρη απώλεια. και η ρύπανση (ή μάλλον ο βιασμός) των πόρων της Γης που καθίσταται μια δίχως σημασία συνέπεια της προόδου. ο ρατσισμός αντιθέτως είναι μόνο η επίγνωση της φυσικής ιεραρχικής κλίμακας των ανθρώπινων εθνοτικών ομάδων…
Ωστόσο, αυτός ο νέος πόλεμος χρειάζεται αιτιολογήσεις και οι αιτίες πρέπει να αποδοθούν με τρόπο ώστε να επιτευχθούν ευεργετικά αποτελέσματα. Δεν πρέπει να σταθούμε στην οξύμωρη αντίφαση σύμφωνα με την οποία το καλό γίνεται ο καρπός του κακού. Υπάρχει λοιπόν ανάγκη για μια επικοινωνία που να μην ενημερώνει αλλά να επιλέγει τον μονόδρομο της προπαγάνδας, διότι ο εχθρός πρέπει να «σκοτωθεί» ή να τεθεί σε κατάσταση να μην βλάπτει, μετατρέποντάς τον σε αιχμάλωτο. Και τότε υψώνονται δυνατά οι φωνές των «αρχιθαλαμηπόλων της δικαστικής έδρας», υβρίζοντες, χλευάζοντες, μποϊκοτάροντας, αποσιωπώντας όσους τολμούν να κάνουν ερωτήσεις, να θέτουν ερωτήματα.
Η λογική της επικοινωνίας έχει ανατραπεί εντελώς. Στην πραγματικότητα, δεν είναι πλέον ο χρήστης του μηνύματος που διαχειρίζεται την επιλεκτική έκθεση («να υποβάλλεται» στα προτιμώμενα μέσα επικοινωνίας και πιο κοντινά στον τρόπο σκέψης του), με την επιλεκτική απομνημόνευση (η οποία επιτυγχάνεται με τον προσδιορισμό των πιο ταιριαστών περιεχομένων προς τον παραλήπτη) και με την αυτοεπιλογή (εξάλειψη των περιεχομένων που διαφέρουν σε σχέση με τον τρόπο σκέψης του) αλλά είναι ο ίδιος ο επικοινωνητής που χειρίζεται αυτές τις τρεις λειτουργίες χωρίς να προσφέρει καμία ερμηνευτική δυνατότητα στον παραλήπτη του μηνύματος.
Με αυτόν τον τρόπο ο ουρανός σκοτεινιάζει διότι το δάχτυλο που τον δείχνει γίνεται αυτό το ίδιο μια θεότητα μπροστά στην οποία είναι απαραίτητο να υποκλιθούμε. Ως εκ τούτου, το κατά “Ματθαίο (10,34-11,1)” δεν ερμηνεύεται και επαναπροτείνεται αλλά δουλοπρεπώς πιθηκίζεται. Λίγοι φαίνεται να καταλαβαίνουν ότι εκείνο το ευαγγελικό απόσπασμα απευθύνεται στις καρδιές και στη σκέψη: το σπαθί είναι η μεταφορά ικανή να τροφοδοτήσει την ίδια τη σκέψη, όχι να τη σκοτώσει μέσω μιας ακέφαλης και τυποποιημένης πρακτικής.
Ο Μάρτιν Χάιντεγκερ-Martin Heidegger υποστήριζε ότι «η επιστήμη δεν σκέφτεται» με την έννοια που – όπως γράφει ο Ντανίλο Σέρα-Danilo Serra – «ερευνά γύρω από κάτι χωρίς να το αμφισβητεί ως τέτοιο, χωρίς δηλαδή να το προβληματίζει. Για τον Χάιντεγκερ, το καθήκον της σκέψης είναι εκείνο να σηκωθεί πέρα, να υπερβεί τον ιδιαίτερο επιστημονικό τομέα, ξεπερνώντας τη μέθοδο μιας διαδικασίας τύπου υπολογιστικού. Η σκέψη πρέπει να είναι σε θέση να βασανίζεται, χτυπώντας επάνω και βυθομετρώντας την άβυσσο του «αναπόφευκτου», να αναρωτιέται γύρω από αυτό που, σε ειδικούς κλάδους, θεωρείται ως προφανές και δεδομένο, αλλά το οποίο δεν είναι τόσο «προφανές» και «δεδομένο». […] Η σκέψη είναι, αν μου επιτρέπετε τη μεταφορά, σαν ένας επιδέξιος αρχαιολόγος που φέρνει στο φως μια θαμμένη πόλη, τον αρχικό και πάντα παλλόμενο πολιτισμό του «αναπόφευκτου”».
Με την πανδημία και τις συνταγές λύτες που υιοθετήθηκαν, τόνοι οπλισμένου σκυροδέματος χύθηκαν επάνω στη γη που καλύπτει «την θαμμένη πόλη”.
Η εικόνα είναι του Silvio Minerva
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος