23/03/2025
Τριάντα χρόνια περπατάμε μαζί με τον Raúl Zibechi-Ραούλ Ζιμπέκι. Τόσο σκληρή και ακραία ανάλυση σπάνια έχουμε διαβάσει
Mε τρόπο τόσο μεθοδικό και ολοκληρωτικό, ποιο άλλο σύστημα κήρυξε πόλεμο στην ανθρωπότητα; Ποιο άλλο σύστημα ασκεί συστηματικά γενοκτονίες και εξοντώσεις ολόκληρων μερίδων νέων, γυναικών και παιδιών;
Τι ρόλο παίζουν τα Κράτη και οι κυβερνήσεις που τα διαχειρίζονται, που δεν μπορούν και δεν θέλουν να σταματήσουν τη βία κατά λαών και ανθρώπων; Είναι καιρός να δώσουμε σε αυτό το σύστημα ένα όνομα: καπιταλισμός.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι η βία δεν έχει άλλο στόχο από την επιταχυνόμενη συσσώρευση του κεφαλαίου. Για να γίνει αυτό μετακινούν και εξοντώνουν τους τομείς εκείνους που εμποδίζουν τον πλουτισμό του ενός τοις εκατό.
Δεν πρόκειται για μεμονωμένα γεγονότα ή λάθη, αλλά για ένα σχέδιο που έχει τελειοποιηθεί τις τελευταίες δεκαετίες και το οποίο πιο πρόσφατα έχουμε δει να ξεδιπλώνεται σε όλο του το μεγαλείο, στην τεράστια γεωγραφία που πηγαίνει από τη Γάζα στο Μεξικό, όπως αποδεικνύεται από τους αδιάκριτους βομβαρδισμούς σε σχολεία και νοσοκομεία, όπως δείχνουν τα κρεματόρια του Teuchitlán (Mεξικό).
Παρατηρούμε το ίδιο μοντέλο με ορισμένες παραλλαγές σε άλλες γεωγραφίες της Μέσης Ανατολής, και ιδιαίτερα σε περιοχές ιθαγενών και μαύρων πληθυσμών, από το Wall Mapu (ιστορική περιοχή μαπούτσε στη Χιλή) έως την Τσιάπας. Στη νότια Αργεντινή, οι μεγαλοεπιχειρηματίες καίνε τα δάση ενώ το Κράτος δεν τα σβήνει, ποινικοποιεί τους λαούς μαπούτσε και εκτοπίζει τις κοινότητες για να αντλήσει κέρδη από τα εδάφη τους. Η συμμαχία μεταξύ του Κράτους, της επιχειρηματικής κοινότητας και των πολιτοφυλακών της, των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης και της δικαιοσύνης, λιπαίνεται από την παρουσία ισραηλινών στρατιωτών σε αυτά τα εδάφη.
Ο πληθυσμός γύρω από το ορυχείο Chicomuselo, στην Τσιάπας, είναι μάρτυρας της συμμαχίας μεταξύ του Κράτους, των μπίζνες, των παραστρατιωτικών και του οργανωμένου εγκλήματος, με μοναδικό στόχο τον εκτοπισμό και τον έλεγχο του πληθυσμού που εμποδίζει την επέκταση της μπίζνας της καταστροφής της Μητέρας Γης, για τη μετατροπή των κοινών αγαθών σε εμπορεύματα.
Βρίσκουμε πολύ παρόμοιους τρόπους όταν η Στρατιωτική Αστυνομία της Βραζιλίας εισέρχεται στις φαβέλες, όταν ένοπλες συμμορίες ναρκωπαραστρατιωτικών επιτίθενται στον λαό Garifuna στην Ονδούρα. τα κατασταλτικά σώματα που πυροβολούν από ελικόπτερα μάχης στα κινητοποιημένα πλήθη στην περιοχή των Άνδεων του Περού, και πολλές άλλες περιπτώσεις που είναι αδύνατον να περιγραφούν σε αυτόν τον χώρο.
Ας μην κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας: δεν πρόκειται για ιδιαίτερες υπερβολές ή παρεκκλίσεις, αλλά για ένα τεράστιο σχέδιο στρατιωτικοποίησης σε τέσσερα χέρια (ένοπλες και αστυνομικές δυνάμεις, δικαστές, κυβερνώντες και οργανωμένο έγκλημα), το οποίο στηρίζει τις εξορυκτικές εταιρείες. Όταν βλέπουμε μητέρες και ερευνητές πολεμιστές να χρησιμοποιούν τα χέρια τους επειδή δεν έχουν πόρους, αλλά εξακολουθούν να είναι σε θέση να φέρουν τη φρίκη στο φως, δεν μπορούμε παρά να καταλάβουμε ότι οι αρχές έχουν τεθεί στην υπηρεσία αυτού του πολέμου απαλλοτρίωσης, διασφαλίζοντας την ατιμωρησία των υπευθύνων.
Ο πόνος και μόνο ο πόνος είναι η πηγή της γνώσης. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε όταν οι γονείς των σπουδαστών της Ayotzinapa εκτόξευσαν το σύνθημα «Ήταν το Κράτος», φτιαγμένο με το αίμα των παιδιών τους και με ψυχολογικά βασανιστήρια τόσο λόγω της απουσίας τους όσο και για τον τρόπο με τον οποίο εξαφανίστηκαν.
Τώρα αυτός ο πόνος μας λέει ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα εγκληματικό δίκτυο ικανό για τις μεγαλύτερες φρικαλεότητες, όπως υπογράμμισε πριν από μέρες ο μεξικανός δημοσιογράφος Jonathan Ávila, του CEPAD (adondevanlosdesaparecidos.org).
Γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει η πολιτική βούληση να σταματήσει η βία από ψηλά. Το ερώτημα λοιπόν είναι: τι πρέπει να κάνουμε; Ώστε τα κινήματα, οι άνθρωποι και η κοινωνία στο σύνολό της να πράξουν αυτό που δεν θέλουν να κάνουν εκείνοι που βρίσκονται στην κορυφή. Για να σταματήσει η βία υπάρχει μόνο ένα πράγμα: να βάλουμε τέλος σε αυτό το αρπακτικό και γενοκτονικό καπιταλιστικό σύστημα που θεωρεί εχθρούς του τους Adelitas, τους Panchos και τους Emilianos (τους φτωχούς από κάτω).
Το πρώτο σημείο είναι να καταλάβουμε ότι είμαστε όλοι στο στόχαστρο του κεφαλαίου. Στη δεκαετία του 1970, αν ήσουν αντάρτης, πολεμιστής, φοιτητής, εργάτης ή οργανωμένος αγρότης που πολεμούσες, σε εξαφάνιζαν. Αυτή η λογική έχει αλλάξει ριζικά. Τώρα, η απλή ύπαρξη, το να αναπνέεις και να ζεις ως άτομο από κάτω προς τα πάνω σε καθιστά ένα δυνητικό θύμα. Γι’ αυτό είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να φωνάξουμε: είμαστε όλοι Αγιοτσινάπα-Ayotizinapa. Είμαστε όλοι Γάζα. Είμαστε όλοι Teuchitlán.
Το δεύτερο είναι να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των ερευνητών και των πολεμιστών. Να οργανωθούμε. Βάζουμε το σώμα, τα χέρια και την καρδιά. Ενωμένοι, ώμο με ώμο, για να προστατεύσουμε και να σώσουμε τους αγαπημένους μας, γενόμενοι συλλογικά οδοφράγματα για να σταματήσουμε τη βαρβαρότητα, δηλαδή τους βαρβάρους. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος, καμία συντόμευση, κανένας νόμος, ουδείς κυβερνήτης θα προστατεύσει τις ζωές μας εν μέσω εξόντωσης.
Καταλαβαίνω ότι πρόκειται για πολύ δύσκολα και ακραία μαθήματα, που συνεπάγονται το ξεπέρασμα του φόβου, της μοναξιάς, των προσβολών και, ακόμη χειρότερα, της αδιαφορίας και των προσπαθειών να αντλήσουν πολιτικά και υλικά οφέλη από τον πόνο μας. Αλλά ας είμαστε ξεκάθαροι: δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα περισσότερο από τις συλλογικές μας προσπάθειες, εδώ και τώρα, για όσο διάστημα μπορούμε.
Δημοσιεύτηκε και στην La Jornada.
Μιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος Comune-info