Μεγάλος και εκκωφαντικός ο θόρυβος που γίνεται σχετικά με το έργο που άφησε στην πολιτική του διαδρομή ο Κώστας Σημίτης, μετά το θάνατό του.
Αυτό δεν το είδαμε για κανέναν πολιτικό που αποδήμησε, σε τέτοια ένταση και πολλές φορές ανεπίτρεπτη οξύτητα. Η αντιπαράθεση καμιά φορά έφτανε σε τέτοια κατάσταση μεταξύ των υποστηρικτών και των αντιτιθέμενων που άγγιζε τα όρια του διχασμού.
Παράξενο, γιατί για όσους έφυγαν μέχρι σήμερα, από αυτούς -εννοώ- που θήτευσαν στις πρώτες θέσεις της πολιτικής κονίστρας στη χώρα μας, δεν έγινε κάτι παρόμοιο. Για όλους αυτούς που έφυγαν στο παρελθόν, πάντα υπήρχε ο καλός λόγος γι’ αυτά που άφησαν κατά τη διάρκεια της άσκησης της εξουσίας τους, τα δε κακά τα καταπίναμε και τα προσπερνούσαμε, έχοντας στο νου το «Οι νεκροί δεδικαίονται».
Αυτό που γίνεται για τον Κώστα Σημίτη, παρατηρείται για πρώτη φορά σ’ αυτήν την ένταση και φανερώνει ότι ή θα άφησε τόσα πολλά καλά ή αμέτρητα κακά, που δεν έβλαψαν λίγους. Είναι όμως σωστό να κρίνουμε έναν πολιτικό μετά το θάνατό του για ότι έπραξε όταν ασκούσε την εξουσία του;
Αξίωμα στη δημοκρατία είναι ότι ο πολιτικός μπαίνει στην πολιτική με αδαμιαία κοινωνική και οικονομική περιβολή και στην έξοδό του απ’ αυτήν θα πρέπει να ελέγχεται εξονυχιστικά το φόρτωμα που θα κουβαλάει στον ώμο του.
Ελεγκτές -πρώτα- είναι αυτοί που τον εμπιστευτήκαν και του ενεχυρίασαν τη ψήφο τους, το ποσοστό -δηλαδή- της εξουσίας που τους ανήκει για να τους αντιπροσωπεύσει. Μετά η συγκροτημένη πολιτεία με τους θεσμούς της και τελευταίος ο ιστορικός του μέλλοντος, που θα ζυγίσει τα συν και τα πλην και θα βγάλει το σωστό αποτέλεσμα.
Επειδή τον Σημίτη τον ψήφισα και τις δυο φορές σαν πρωθυπουργό για την πατρίδα μου, νομίζω ότι μπορώ να κρίνω εμένα μόνο -αν ήταν σωστή ή λάθος η επιλογή μου- γιατί είναι αλήθεια ότι τότε, μεγάλο κομμάτι για τη ψήφο μου είχε και ο κομματικός οπαδισμός, που δυστυχώς κυριαρχούσε στην κοινωνία μας.
Θα πρέπει πρώτα να αναφέρω τα έργα που σχεδίασε και ολοκλήρωσε ο ίδιος ή άλλοι, τα οποία πιστώνονται όμως σ’ αυτόν, γιατί ήταν δικής του έμπνευσης. Ένοιωσα μεγάλη περηφάνια περνώντας τη γέφυρα του Ρίου, ένα έργο πρωτοποριακό στην πατρίδα μου.
Βοήθησε και η δική μου ψήφος για να γίνει το έργο αυτό και το χάρηκα. Μπήκα στο μετρό της Αθήνας και με ξάφνιασε η καθαριότητά του και η προβολή του πολιτισμού μας. Με ενθουσίασε η συχνότητα των συρμών και η χρονική τους ακρίβεια.
Έκλαψα από χαρά με την αξέχαστη Ολυμπιάδα του 2004 και σ’ όλα αυτά συμμετείχα και εγώ με τη ψήφο μου. Θύμωσα όμως με την επιλογή μου για το μεγάλο έγκλημά μου να μη εμπιστευθώ τον Μάνο, (τον Υπουργό των Οικονομικών του Πατέρα Μητσοτάκη) που με διαβεβαίωνε ότι θα πουλήσει τον ΟΤΕ με πολύ καλούς όρους, τόσο για την πατρίδα μας όσο και για μας τους υπαλλήλους του, γιατί πίστεψα τους Σημιτικούς Συνδικαλιστές, που μου έπεισαν ότι πατρίδα μας δεν είναι μόνο τα βουνά και οι θάλασσες της, αλλά και οργανισμοί σαν τον ΟΤΕ, που από της ιδρύσεώς τους ήταν κερδοφόροι και προσέφεραν στην Ελλάδα χρήμα.
Με την κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη πουλήθηκε σε εξευτελιστική τιμή ο κρατικός ΟΤΕ στον αντίστοιχο της Γερμανίας, για να αποκρατικοποιηθούμε εμείς, όπως μας είπαν για το καλό μας. Κακίζω επίσης τον εαυτό μου που συμμετείχα και εγώ στη δημιουργία μιας Ολυμπιάδας «βιτρίνας», με υπερβολικό κόστος και αμέτρητες καταχρήσεις.
Η Ολυμπιάδα αυτή άφησε πίσω της κουφάρια από άχρηστα κτήρια, που τα κάναμε δίχως να προγραμματίσουμε την ύστερη χρήση τους. Δυστυχώς δεν πήραμε σαν παράδειγμα την Βαρκελώνη, που μετά την Ολυμπιάδα της, ανανεώθηκε και ανασυγκροτήθηκε και οι υποδομές που έγιναν έδωσαν νέα πνοή στην πόλη.
Τελευταίο άφησα το αίσχος των Ιμίων. Άλλο μεγάλο και τραγικό για μένα λάθος για την επιλογή μου. Πίστεψα ότι ο ηγέτης που ήθελα να αναλάβει της εξουσία το 1996 και ήταν ο Κώστας Σημίτης, θα ήταν έτοιμος σ’ όλους τους τομείς και ιδιαίτερα στον τομέα της άμυνας.
Λάθος μου, δεν είχε γνώση και ψυχική δύναμη απ’ ότι φάνηκε, για να αντιμετωπίσει τον Τούρκο. Αυτό το λένε όλοι οι καπετάνιοι των πολεμικών μας καραβιών και των υποβρυχίων που ήταν εκεί. Είχαν στοχοποιήσει τον Τουρκικό στόλο και το γνώριζαν οι Τούρκοι.
Πόλεμός δε θα ξεσπούσε, γιατί οι αντίπαλοι μας δεν κάνουν ποτέ πόλεμο, όταν ξέρουν ότι -τουλάχιστον- δεν θα βγουν νικητές και εκεί ήταν χαμένοι από χέρι και το γνώριζαν… Εμείς κάναμε πίσω! Τη δική μας σημαία την πήρε ο αέρας -μας είπαν- από τα Ίμια και από τότε εδραιώθηκε η θεωρία των Τούρκων για τις γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο και στήθηκε η γαλάζια πατρίδα τους. Εμένα κρίνω μ’ αυτό το κείμενο για τα σωστά και τα λάθη μου, ως προς τις επιλογές μου, και όχι τον Κώστα Σημίτη. Αυτόν θα τον κρίνει αδέκαστα πιστεύω ο ιστορικός του μέλλοντος.
Παναγιώτης Φώτου