Dark Mode Light Mode

Ο Μιχάλης Μαυρόπουλος επανέρχεται – Γράφει για το διαδίκτυο

Το αποικισμένο μέλλον

από τα βραχάκια του Μπάτη, απέναντι από την Κακόπλακα, θα ήθελα να στείλω έναν θερμό χαιρετισμό σε όλες και όλους που με τα όμορφα λόγια τους ζέσταναν την καρδιά μου. Μου τα έδειξε ο Πρόδρομος και γέμισε όμορφα συναισθήματα η ψυχή μου. Βρίσκω λοιπόν την ευκαιρία να σας στείλω ένα κείμενο παροτρύνοντας μας να το διαβάσουμε με προσοχή μιας και πραγματεύεται με μεγάλη σοβαρότητα το σήμερα και το αύριο μας. Κι ας είναι μακρύ, αξίζει το ενδιαφέρον μας.

Με την ευκαιρία δε να πω πως άλλος ο Μαυρόπουλος ο ”γάλλος”, κι άλλος, εγώ, ο ”ιταλός”, εξαιρετικός κύριος, απλή συνωνυμία

Εισήγηση του Ρενάτο Κούρτσιο

Θα ήθελα να ξεκινήσω με δυο αποσπάσματα από δυο συνεντεύξεις που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στον ιταλικό και το διεθνή Τύπο. Πρόκειται για λίγες γραμμές, αλλά νομίζω ότι μπορούν να μας εισάγουν καλά στο θέμα που θα προσπαθήσουμε -κατά κάποιο τρόπο- να διηγηθούμε.

Η πρώτη είναι του Leonard Kleinrock, ενός ανθρώπου σημαντικού στην ιστορία του Ίντερνετ, ή μάλλον θα μπορούσε να ειπωθεί του πρώτου ανθρώπου του: είναι εκείνος ο ερευνητής που το 1969 κατάφερε να φέρει για πρώτη φορά σε επαφή δυο ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Έπειτα, για πολλά χρόνια δούλεψε στα πρώτα σχέδια γέννησης του δικτύου και είναι γνωστός στους φοιτητές όλων των πανεπιστημίων αφού πρόκειται για τον ιδρυτή της πληροφορικής ως ακαδημαϊκού μαθήματος. Μέσα στον Οκτώβριο δήλωσε: “Το δικό μας Ίντερνετ ήταν ηθικό, έμπιστο, δωρεάν, κοινόχρηστο. Σήμερα από έγκυρος ψηφιακός πόρος έχει μετατραπεί σε πολλαπλασιαστή αμφιβολιών, από μέσο διαμοιρασμού σε εργαλείο με μια σκοτεινή πλευρά. Το Ίντερνετ δίνει τη δυνατότητα να προσεγγιστούν εκατομμύρια χρηστών με μηδέν κόστος και ανώνυμα. Γι’ αυτό το λόγο είναι ιδανικό για μοχθηρά πράγματααποστολή spam, τέλος της ιδιωτικότητας (privacy), ιοί, κλοπή δεδομένων, πορνογραφία, παιδεραστία, fake news. Το πρόβλημα γεννήθηκε όταν υπήρξε η θέληση για τη νομισματοποίηση του: ένα δημόσιο αγαθό μετατράπηκε σε κάτι με ιδιωτικούς σκοπούς που δεν έχει την ίδια με την παρελθούσα ταυτότητα του”. Επομένως, ο Kleinrock δηλώνει ότι υπάρχουν δυο φάσεις: μια πρώτη που γεννήθηκε το Ίντερνετ ως επιστημονικό και ερευνητικό σχέδιο -το οποίο όμως είχε ένα δημόσιο σκοπό- και μια δεύτερη που κάποιος άρχισε να το νομισματοποιεί και έτσι μετατράπηκε σε κάτι το “μοχθηρό”.

Ο Edward Snowden, τον οποίο όλοι γνωρίζουμε, σε μια άλλη συνέντευξη συνόψισε -με τον ακόλουθο τρόπο- τη δική του οπτική γωνία:

Στις απαρχές του, το Ίντερνετ ήταν ο χώρος όπου όλοι ήταν ίσοι, ένας χώρος αφιερωμένος στη ζωή, την ελευθερία και την αναζήτηση της ελευθερίας. Σύντομα όμως, το Ίντερνετ αποικίστηκε από τις κυβερνήσεις και τις μεγάλες εταιρίες για την απόσπαση κέρδους και εξουσίας. Σήμερα, το Ίντερνετ είναι αμερικάνικο, τόσο ως υποδομή όσο και ως λογισμικό. Οι βασικές εταιρίες (Google, Facebook, Amazonείναι αμερικάνικες και επομένως υποκείμενες στην αμερικάνικη νομοθεσία. Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι είναι υποκείμενες σε μυστικές πολιτικές, αμερικάνικες μυστικές πολιτικές, οι οποίες επιτρέπουν στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να επιτηρεί εικονικά κάθε άντρα, γυναίκα και παιδί που χρησιμοποίησε έναν υπολογιστή ή έκανε ένα τηλεφώνημα, να διατηρεί σε διαρκή μνήμη, δηλαδή να αποθηκεύει όλα τα πιθανά δεδομένα, για όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο, μέχρι και για πάντα. Μετά την 11η Σεπτέμβρη 2001 περάσαμε από την παραδοσιακή στοχευμένη υποκλοπή σε μια κυριολεκτική μαζική επιτήρηση. Σήμερα πλέον η μαζική επίτηρηση είναι μια διαδικασία ατέλειωτης καταγραφής. Θα ήταν μια τραγωδία αν συνηθίζαμε στην ιδέα μια διαρκούς και γενικευμένης επιτήρησης: αυτιά που τα ακούνε όλα, μάτια που τα βλέπουνε όλα, μνήμη σε διαρκή επιφυλακή”.

Επομένως, ο Kleinrock και ο Snowden συμφωνούν ως προς το βασικό παράδειγμα παρουσίασης της ιστορίας του Ίντερνετ: υπήρξε μια πρώτη φάση όπου όλα ήταν ωραία, καθαρά, διάφανα, διαυγή, δημόσια και μια δεύτερη φάση στην οποία η νομισματοποίηση ή και οι στρατηγικές ανάγκες, διαμόρφωσαν τη συνθήκη για αυτό το πέρασμα στη νομισματοποίηση και τη μαζική επιτήρηση.

Όποιος και όποια παρακολουθεί τη δουλειά που κάνω τα τελευταία χρόνια γύρω από αυτά τα θέματα, ξέρει ότι οι κριτικές του Snowden και του Kleinrock αποτελούν ουσιαστικά την ερευνητική διαδρομή που έχουμε διανύσει από το 2015. Με χαροποιεί το γεγονός ότι ο ιδρυτής του Ίντερνετ, σήμερα συμφωνεί με την ριζοσπαστικότερη κριτική που έχει αναπτυχθεί. Παρ’ όλα αυτά, το διαδίκτυο σήμερα δεν βρίσκεται πλέον στη δεύτερη φάση, δεν είναι εκείνη η κόλαση που περιγράφεται μετά από μια αρχική περίοδο της Εδέμ. Σήμερα το Ίντερνετ έχει κάνει ένα ποιοτικό βήμα εξαιρετικά αξιοσημείωτο και εξαιρετικά καλυμμένο: αξιοσημείωτο γιατί μετατρέπει την ικανότητα του για αποικιοποίηση τόσο του διαδικτύου όσο και του φαντασιακού των πολιτών, καλυμμένο γιατί μια μεγάλη καμπάνια για την οικοδόμηση της πολιτισμικής ηγεμονίας αναπτύχθηκε από τους μεγάλους δημοσιογραφικούς ομίλους καθώς και στο πεδίο των εκδόσεων, με σκοπό να παρουσιάσουν το πρόσωπο του Ίντερνετ ως το πρόσωπο του μέλλοντος, της προόδου, της επιστήμης. Άρχισε λοιπόν να τίθεται επί τάπητος ένα σημαντικό παράδειγμα: εκείνο της κυριαρχίας της επιστημονικής σκέψης έναντι των ηθικών δισταγμών, οι οποίοι ωθούν πολλά άτομα να είναι αναποφάσιστα ως προς την εκτίμηση και την κρίση τους. Η δουλειά που σας φέρνω είναι μια αντανάκλαση των σημείων κλειδιών αυτού του ποιοτικού άλματος, μια αντανάκλαση που ακολουθήσαμε πέρυσι κατά τη διάρκεια δυο [κοινωνιο-αναλυτικών] εργοταξίων στη Ρώμη και το Μιλάνο.

Από τεχνική και επιστημονική πλευρά, αυτό το ποιοτικό πέρασμα έγκειται σε μια τεχνολογική καινοτομία μεγάλου εύρους: συνδέεται με την εφεύρεση των προγνωστικών αλγορίθμων, ικανών να δουλέψουν πάνω σε μεγάλους όγκους δεδομένων ώστε να προκύψουν κατασκευές εικονικής πραγματικότητας, οι οποίες -εκ πρώτης όψεως– αφορούν το μέλλον, αλλά που ουσιαστικά αποτελούν συνθήκη του παρόντος. Για να το εξηγήσω καλύτερα.

Όταν σκεφτόμαστε το μέλλον το σκεφτόμαστε με το δικό μας πολιτισμικό εφόδιο που είναι εκείνο του εικοστού, του δέκατου ένατου και όλων των προηγούμενων αιώνων. Το σκεφτόμαστε ως κάτι γραμμικό πιο πίσω από σήμερα, το μέλλον είναι από αύριο και μετά. Όταν όμως οι προγνωστικοί αλγόριθμοι σκέφτονται το μέλλον, δεν το σκέφτονται μ’ αυτό τον τρόπο: δεν είναι αύριο, είναι σήμερα, ή μάλλον είναι χθες. Το μέλλον που προσπαθούν να κατασκευάσουνε εδράζει σε όλα αυτά που εμείς εναποθέσαμε στις τράπεζες δεδομένων των servers που τους κατασκευάσανε. Αυτή η μάζα πληροφοριών περιέχει μοτίβα προσανατολισμού, επιθυμίας, προσδοκίας, μοτίβα συμπεριφοράς που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για λογαριασμό των ίδιων των ατόμων που τα παρήγαγαν: μοτίβα που μπορούν να γίνουν νοητά ως μηχανικές κατασκευές εικονικής πραγματικότητας προς εφαρμογή, αφού ήδη έχουν εφαρμοστεί μέσα στις προσδοκίες των ατόμων.

Θα προσπαθήσω να βγω λίγο από τη γενική συζήτηση έτσι ώστε να σας κάνω να δείτε τον τρόπο με τον οποίο αυτό το νέο παράδειγμα, το οποίο επιτρέπει την πραγματοποίηση του μέλλοντος στις παραγωγικές δραστηριότητες του παρόντος, επιτρέπει δηλαδή να δοθεί σε όποιον ζητάει αυτό που ζητάει, να του δοθεί ακριβώς αυτό που εκείνος επιθυμεί, αυτό που το ίδιο το νέο παράδειγμα κατασκεύασε μέσα από το σύστημα του έξυπνου μάρκετινγκ, που δημιουργήθηκε στη βάση των υπαρχόντων ικανοτήτων και δυνατοτήτων και εργάζεται για την επιβολή μια πολιτισμικής κατεύθυνσης και στη δική μας κοινωνική ζωή. Θα επιλέξω δυο πεδία που μοιάζουν πάρα πολύ απομακρυσμένα από την καθημερινότητα μας αλλά που απεναντίας δεν είναι διόλου μακριά: τη γενετική μηχανική και την τεχνητή νοημοσύνη.

Ανάμεσα στα 1990-91 πυροδοτήθηκε μια σημαντική διεθνής συζήτηση γύρω από τη φιγούρα του Craig Venter, ενός επιστήμονα που αφού δούλεψε για το υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ, το 1991 πέρασε στον ιδιωτικό τομέα, ιδρύοντας διάφορα ινστιτούτα και εταιρίες με σκοπό την υλοποίηση σχεδίων παρεμβολής στο DNΑ, παίρνοντας μαζί του τα 30.000 γονίδια που αυτός είχε ανακαλύψει κατά τη διάρκεια των χρόνων συνεργασίας του με τους δημόσιους φορείς.

Το 2000 μια από αυτές τις επιχειρήσεις, η Celera Genomics, ανακοίνωσε την πρώτη διατύπωση της ακολουθίας του ανθρώπινου γονιδιώματος: από εκεί κι έπειτα εκφράστηκαν -από πολλές πλευρές- ανησυχίες σχετικά με τις προθέσεις για κατοχύρωση ολόκληρου το ανθρώπινου γονιδιώματος. Το ζήτημα έγκειται στο γεγονός ότι από τη δεκαετία του 1990, η γενετική μηχανική εργάζεται για τη συλλογή των δεδομένων του DNA του παγκόσμιου πληθυσμού, με μια επένδυση αξίας εκατομμυρίων δολαρίων. Πρόκειται για μια διαδικασία που κατασκευάστηκε μέσω του Ίντερνετ αφού από ένα σημείο κι έπειτα ο Venter είχε ανάγκη από μια μεγάλη ισχύ υπολογισμών και υποδομών, έτσι ώστε να προχωρήσει σε μεγάλους αριθμούς συλλογής DNA. Έτσι, το 2005 υπέγραψε μια συμφωνία με την Google, η οποία είναι σήμερα ο μεγαλύτερος συλλέκτης DNA σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπάρχουν ιστοσελίδες, όπως π.χ το 23andMe, όπου με 99 δολάρια σάς δίνουν το -σχεδόν πλήρες- πλαίσιο του DNA σας. Δεν μπορούν να σας το δώσουν πλήρες αφού οι υγειονομικοί θεσμοί -από το 2013- τους το απαγορεύουν, έτσι ώστε να μη δημιουργείται ανησυχία από τις διαγνώσεις.

Σήμερα, το DNA αποτελεί τη γη της επαγγελίας για τους συνωμοσιολόγους. Στο Ίντερνετ υπάρχουν άπειρα γραφεία που αναλαμβάνουν να σας στείλουν στο σπίτι ένα τεστ με το οποίο δίνετε το DNA σας, παίρνοντας για αντάλλαγμα μια εξατομικευμένη δίαιτα. Το ίδιο ισχύει και για την καταπολέμηση της φαλάκρας. Υπάρχουν μέχρι και εστιατόρια στην Ιαπωνία που φτιάχνουν μερίδες sushi, βασισμένες στις διατροφικές ανάγκες του πελάτη που προκύπτουν από την ανάλυση του DNA το οποίο και δίνει, μέσω ενός τεστ, τη στιγμή της παραγγελίας. Υπάρχουν τηλεοπτικά προγράμματα, όπως το “Βρίσκοντας τις Ρίζες Σου” [“Finding Your Roots”], όπου αναλύοντας το DNA διηγούνται τις ιστορίες της γενετικής γενεαλογίας των ατόμων.

Στο εργοτάξιο που στήσαμε στη Ρώμη, μια κοπέλα που σπουδάζει στο Πανεπιστήμιο της Tor Vergata εξήγησε ακριβώς αυτόν τον τύπο δουλειάς που έκανε. Είναι ξεκάθαρο ότι σε μια πολύπλοκη κοινωνία όπως η σημερινή, με ανθρώπους που φτάνουν από όλες τις ηπείρους, για πολλούς θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουν ποιος ήταν ο παππούς τους ή αν κατάγονται από την Κένυα αντί από την Ιρλανδία ή την Ιταλία. Όμως όλο αυτό είναι λειτουργικό για μια γιγαντιαία συλλογή DNA. Ποιος είναι λοιπόν ο σκοπός αυτής της συλλογής;

Όπως έχει εξηγήσει ο Venter σε διάφορα κείμενα του, πειράματα έχουν ήδη γίνει. Για παράδειγμα, στα ζώα, έχοντας πολλά δεδομένα στη διάθεσή τους, είναι εφικτή η παρέμβαση: ένα σχέδιο σκόπευε στη δημιουργία γενετικά τροποποιημένων χοιρινών που να διαθέτουν πνεύμονες, καρδιά και συκώτι που να μπορεί να μεταμοσχευθεί σε ανθρώπινα όντα. Επομένως, όλη η δουλειά που γίνεται γύρω από το DNA δεν είναι μια επιχείρηση που έχει να κάνει μονάχα με την γενική ιδέα της χαρτογράφησης και γνώσης ή με την απαραίτητη μελέτη για τη πρόληψη γενετικών ασθενειών, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, οι οποίες θα μπορούσαν να θεραπευτούν μέσω μιας παρέμβασης στο DNA. Έχει να κάνει με άλλα πράγματα.

Για παράδειγμα, στη Κίνα ο He Jiankui, ένας επιστήμονας από το σημαντικότερο κινέζικο πανεπιστήμιο με έντονη διεθνή επιρροή, δηλαδή από το πανεπιστήμιο Shenzhen, είχε δηλώσει το 2018 -αρχικά σε ένα ακαδημαϊκό συνέδριο κι έπειτα στο Ίντερνετ- πως είχε πραγματοποιήσει την πρώτη επέμβαση -μέσω γενετικής μετάλλαξης- σε ανθρώπινα έμβρυα [1].

Το επιστημονικό πείραμα επιτεύχθηκε, υπήρξε όμως -σε ηθικό επίπεδο- έντονη αμφισβήτηση. Παρ’ όλα αυτά, το πρόβλημα που σας θέτω είναι πολύ απλό: ξέρουμε από τους καιρούς που ήδη έχουν υπάρξει πως όταν μια επιστημονική επιχείρηση είναι εφικτή, τότε αυτή θα εφαρμοστεί. Μπορεί κάποιοι να είναι σύμφωνοι και άλλοι όχι. Δεν θα είναι όμως τα ηθικά εμπόδια εκείνα που θα παρεμποδίσουν κάτι. Δεν υπήρξαν ηθικά εμπόδια για να παρεμποδίσουν τα χαλυβουργεία Krupp από το να πάνε και να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή που να απέτρεψαν για μερικά -άλλοι λένε για περισσότερα- χρόνια επιστήμονες, τεχνικούς, εργάτες και εργαζόμενους από το να κατασκευάσουνε -υπό άκρα μυστικότητα- την ατομική βόμβα. Έπειτα, η ατομική βόμβα εκρήγνυται και τότε διαπιστώνεται ότι οι συνέπειες είναι καταστρεπτικές. Ανακαλύπτονται τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τότε διαπιστώνεται ότι οι συνέπειες είναι καταστρεπτικές. Οι συνέπειες είναι καταστρεπτικές αλλά η Bayer πουλάει ακόμα ασπιρίνη, δεν άλλαξε καν όνομα. Κι όμως είναι η εταιρεία που έφτιαξε το Zyklon B, το τοξικό αέριο που δολοφόνησε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Σήμερα βρισκόμαστε ακριβώς στην ίδια συνθήκη: τότε φτιάχτηκε το Zyklon B, φτιάχτηκε η ατομική βόμβα. Σήμερα γίνεται όλη αυτή η δουλειά πάνω στο DNA. Μια διαδικασία που κινείται προς την κατεύθυνση του μετανθρώπινου, στην διανθρωπιστική προοπτική με τις διάφορες μορφές “ενδυνάμωσης” των ανθρώπινων όντων. Πειραματισμοί που βρίσκουν πρόσφορο έδαφος μέσα στη “γκρίζα” ζώνη των στρατιωτικών και των αθλητικών θεσμών.

Αυτή η διαδικασία γενετικής μηχανικής είναι εξαιρετικά αξιοσημείωτη αφού περνάει μέσα από την υποδομή του Ίντερνετ, κατασκευάζεται από δημόσιες και ιδιωτικές εταιρίες αλλά ταυτόχρονα πραγματοποιείται από εμάς, αφού είμαστε εμείς οι ίδιοι που τη φτιάχνουμε. Με αυτό θέλω να θέσω μια πρώτη ισχυρή ιδέα γύρω από αυτό το σκεπτικό: είναι καλό που αναλύουμε τα πλαίσια μέσα στα οποία ζούμε και τον τρόπο με τον οποίο αυτά δουλεύουν, κυρίως όμως είναι ακόμα καλύτερο να μην απεκδυόμαστε τη δική μας ευθύνη για τη λειτουργία τους. Γιατί η λειτουργία αυτών των πλαισίων, με αυτόν τον τρόπο, γίνεται εφικτή επειδή εμείς οι ίδιοι κάνουμε κινήσεις που επιτρέπουν σε αυτά τα πλαίσια να λειτουργούν κατά αυτόν τον τρόπο.

Σε αυτό το σημείο θα ξεκαθαρίσω αυτή τη σκέψη μετακινούμενος στο πεδίο της τεχνητής νοημοσύνης, η οποία δεν ζει στα εργαστήρια αλλά στα έξυπνα κινητά τηλέφωνα. Κάθε έξυπνο κινητό είναι γεμάτο από εξαρτήματα τεχνητής νοημοσύνης. Θα αναφέρω μερικά: όταν πληκτρολογείτε ένα πλήκτρο, τη γραφή την διαχειρίζονται προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης που μπορούν να διορθώσουν αλλά και να εκτελέσουν και άλλες λειτουργίες, όπως το να γράψουν ένα άρθρο που έχει κυκλοφορήσει σε μια αθλητική εφημερίδα με μια υπογραφή ή ακόμα κι ένα ολόκληρο βιβλίο: υπάρχουν εκδότες που εκδίδουν -χωρίς να το λένε- βιβλία γραμμένα από αλγορίθμους, σχετικά με είδη γραφής που μπορούν να είναι εξαιρετικά τυποποιημένα. Όταν χρησιμοποιείτε τον εντοπισμό, οι χάρτες που χρησιμοποιείτε δεν είναι παρά ένα λογισμικό με τεράστια συμπύκνωση τεχνητής νοημοσύνης. Ο εντοπισμός δεν υπάρχει μέσα στο έξυπνο κινητό σας αλλά σε ένα δορυφορικό σύστημα τριγωνισμών και υπολογισμών, οι οποίοι γίνονται σχετικά με εσάς και τη συσκευή σας, σ’ ένα μακρινό και αδιαπέραστο έδαφος. Ο κωδικός ασφαλείας με τον οποίο ξεκλειδώνετε τη συσκευή σας, το ψηφιακό ή το ηχητικό αποτύπωμά σας, είναι κι αυτά εξαρτήματα τεχνητής νοημοσύνης.

Για να είμαστε ακριβέστεροι, πρόκειται για εξαρτήματα τεχνητής νοημοσύνης που έχουν ανάγκη να χρησιμοποιηθούν από κάποιον έτσι ώστε να τελειοποιηθούν. Είναι σαν τους μαθητές που έχουν ανάγκη από κάποιον για να τους διδάξει. Και ποιος τους διδάσκει; Όποιος τους χρησιμοποιεί. Αν εγώ πω Siri παρήγγειλε μου ένα καφέ από το μπαρ”, τότε εγώ γίνομαι προπονητής ενός εξαρτήματος τεχνητής νοημοσύνης. Τον περασμένο Ιούλιο, η εφημερίδα Guardian κατήγγειλε την ύπαρξη εταιρειών στις οποίες ανατίθενται οι εργασίες επεξεργασίας αυτών των αλγορίθμων αφού η Alexa, η Siri, η Cortana κλπ είναι σχετικά νεαρές και κάνουν ακόμα πολλά λάθη. Για παράδειγμα, μπορεί να μην καταλάβει ότι μια αρθρωμένη λέξη δεν είναι ίδια με το συνθηματικό Γεια σου Siri”. Έτσι, μπορεί ν’ ανάψει και πιθανότατα μπορεί να ηχογραφεί για ολόκληρες ώρες, ενώ ο κοινός χρήστης της ούτε καν το αντιλαμβάνεται. Επομένως πρέπει να βελτιωθεί η εκπαίδευση τους. Αυτή τη δουλειά την αναλαμβάνουν άλλες εταιρίες. Η Apple, η Amazon κλπ παραδίδουνε σε άλλες επιχειρήσεις αυτές τις ηχογραφήσεις έτσι ώστε να τις επεξεργαστούν και να αντιληφθούν τις διαδικασίες που απαιτούνται για τη βελτίωσή τους. Υπό αυτήν την έννοια, αυτοί που βελτιώνουν τα εξαρτήματα είμαστε εμείς οι ίδιοι: όσο μεγαλύτερη συλλογή φωνητικών μηνυμάτων υπάρχει τόσο διογκώνεται το υλικό για τη βελτίωσή τους, Επομένως μετατρεπόμαστε σε εργαζόμενους εν αγνοία μας. Άμισθοι εργαζόμενοι, αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Δουλεύουμε για να παραχθεί η βελτίωση ενός εξαρτήματος που χρησιμοποιούμε, από το οποίο και θα εξαρτιόμαστε όλο και περισσότερο. Αυτός είναι ένας κύκλος εξαιρετικά αξιοσημείωτος.

Οι συμβουλές για το ηλεκτρονικό εμπόριο της Netflix, της Amazon κλπ αποτελούν εξαρτήματα τεχνητής νοημοσύνης. Όποιος έχει χρησιμοποιήσει το Netflix, ξέρει ότι πριν ακόμα σου δώσει τη δυνατότητα εγγραφής σε ρωτάει: “Πες μου μια κινηματογραφική ταινία ή μια τηλεοπτική σειρά που σου αρέσει”. Αυτό το κάνει γιατί είναι η ερώτηση από την οποία κι έπειτα αρχίζει να δουλεύει ο αλγόριθμος τεχνητής νοημοσύνης.

Αρχίζω να μαθαίνω ότι σου άρεσε μια ερωτική, δραματική ή μια ταινία επιστημονικής φαντασίας. Έπειτα, σου λέω “εγγράψου” για να μου κάνεις μια παραγγελία. Έτσι, έχω ήδη δυο στοιχεία για εσένα, μετά τρία και μετά πέντε. Έπειτα, θα σου προτείνω εγώ -με βάση αυτά τα πέντε στοιχεία- μια σειρά πραγμάτων που διαθέτω και τα οποία -ενδεχομένως- να σ’ ενδιαφέρουν. Εσύ θα μου πεις ναι ή όχι. Έτσι, εγώ θα έχω περισσότερη γνώση σχετικά με τις κινηματογραφικές, μουσικές κλπ προτιμήσεις σου. Όλο αυτό όμως είναι κάτι που δεν γίνεται από ανθρώπινα όντα άλλα από μηχανές, από λογισμικά τα οποία εμείς -μέσα από τη χρήση τους- τα τελειοποιούμε.

Αυτή είναι η παραγωγή του μέλλοντος. Ένας προγνωστικός αλγόριθμος ενώ οικοδομεί τη γνώση του γύρω από το άτομο ταυτόχρονα σχηματίζει και την πρόταση που έχει να του κάνει, την ιδέα που έχει να του προσφέρει -με βάση μια πληρέστερη γνώση γύρω από τις κλίσεις του- για το προϊόν προς πώληση. Σε τέτοιο βαθμό που το Netflix, μιας και το αναφέραμε, μπορεί ν’ αποφασίσει τι να παράξει, έχοντας ξεκάθαρη εικόνα των χρηστών, των τάσεων και των αριθμών. Δηλαδή, μπορεί ν’ αποφασίσει να προτείνει μια σειρά που έχει βγει από το παρελθόν αλλά είναι το μέλλον, η οποία θα βγει σε τρεις μήνες αλλά έχει ήδη διαμορφωθεί από εμάς τους ίδιους.

H συγκεκριμένη προσέγγιση μπορεί να εφαρμοστεί και εφαρμόζεται ήδη και στο σύστημα πολιτικής επικοινωνίας. Σήμερα στην Ιταλία έχουμε ήδη τρεις τέτοιες: τη λεγόμενη bestia [θηρίο] του Σαλβίνι, την πλατφόρμα Russeau των 5 Αστέρων και τώρα και τη αμερικάνικη υποδομή του Ρέντζι, ο οποίος χρησιμοποιεί το λογισμικό που δημιουργήθηκε από την Cambridge Analytica.

Δεν μ’ ενδιαφέρει να εστιάσω στο πολιτικό στοιχείο. Θέλω να υπογραμμίσω το γεγονός ότι υπάρχουν πρακτορεία που η δουλειά τους είναι η χρήση προγνωστικών αλγορίθμων για την ιχνογράφηση των ατόμων και η πώληση αυτής της μάζας πληροφοριών. Έτσι λοιπόν, κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, η πρόβλεψη λέει ότι -μεταξύ του διαδικτυακού λαού- σχετικά με ένα συγκεκριμένο μικροπρόβλημα επικρατεί και μια συγκεκριμένη τάση. Έτσι, το κοινωνικό προφίλ του πολιτικού στις 14:25 θα ποστάρει ένα συγκεκριμένο tweet, στις 16:27 το πρόβλημα θα είναι κάποιο άλλο και θα υπάρξει ένα αντίστοιχο ποστάρισμα κοκ. Είναι ξεκάθαρο ότι ο επικαθορισμός της κοινής γνώμης διεξάγεται και από τις υποδομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και των ΗΠΑ για τη διαμόρφωση μιας συγκεκριμένης κατεύθυνσης της κοινής γνώμης για ολόκληρους πληθυσμούς. Το ίδιο πράγμα κάνει και η Ρωσία…

Η Τεχνητή Νοημοσύνη ισοδυναμεί και με συνταρακτικότερα δεδομένα. Στις ΗΠΑ, σε μερικές Πολιτείες υπάρχει ένα λογισμικό που κρίνει αν το άτομο που έχει συλληφθεί μπορεί να τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό ή αν θα πρέπει να πάει φυλακή. Πρόκειται για έναν αλγόριθμο που αναλύει συνολικά την ιστορία του συγκεκριμένου ανθρώπου, τα ενδεχόμενα γεγονότα που τον έχουν φέρει και πάλι σε επαφή με το νόμο, διασταυρώνει τα δεδομένα και στο τέλος εκθέτει μια κρίση: το λογισμικό αποφασίζει, ο δικαστής εγκρίνει. Φυσικά, αυτός που αντέδρασε πρώτος ήταν ο κλάδος των δικηγόρων, οι οποίοι αναρωτήθηκαν ποια είναι εντέλει η δική τους δουλειά αν όλα γίνονται τόσο αυτόματα, χωρίς καν να συζητιούνται. Ζήτησαν να μπορούν τουλάχιστον να διαβάζουν τα κριτήρια με βάση τα οποία ο αλγόριθμος βγάζει την απόφασή του. Κι όμως, ούτε αυτό δεν έγινε δεκτό αφού το λογισμικό ανήκει σε μια ιδιωτική εταιρία και καλύπτεται από κρυφή κατοχυρωμένη πατέντα. Βρισκόμαστε ενώπιον της πραγματικότητας όπου για πρώτη φορά στην ιστορία, οι άνθρωποι κρίνονται από μηχανές, από λογισμικά και όχι από άλλα ανθρώπινα όντα [2].

Χωρίς ν’ αναφερθούμε -στο βιβλίο, αναλύεται και αυτή η όψη- στο γεγονός πως το ζήτημα της τεχνητής νοημοσύνης συνδέεται με τη “μοναδικότητα”, μ’ εκείνο το όριο της ασυνέχειας έπειτα από το οποίο μπορεί να προκύψει η “έκρηξη” της, με την ανάπτυξη της να ξεφεύγει από την ανθρώπινη ικανότητα πρόβλεψης των επόμενων μετεξελίξεων της. Εδώ πλέον μπαίνουμε σε μια νέα εποχή που ορίζεται ως μετανθρώπινη.

Μπορούν να δοθούν πολλά ακόμα παραδείγματα. Αυτό όμως που θεωρώ σημαντικό να τονιστεί και στις δυο περιπτώσεις (τόσο στη συλλογή του DNA όσο και στην ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης) είναι η ενεργή ανάμειξη του χρήστη στον αποικισμό. Χρησιμοποιώ τη λέξη αποικισμός γιατί μιλάμε ακριβώς για μια αποικιακή διαδικασία, μέσω της οποίας μια εξουσία στρέφεται προς ένα έδαφος και προς τα ανθρώπινα όντα που βρίσκονται σε αυτό το έδαφος, ώστε να τους αφομοιώσει. Γνωρίζουμε ότι όλοι οι αποικισμοί του κόσμου λειτούργησαν μέσα από την καταστροφή του πολιτισμού των λαών, των εθνοτήτων, των τοπικών παραδόσεων, των εθίμων και των ιστοριών. Έρχεται δηλαδή μια εξουσία και σου λέει: σε αυτόν εδώ τον τόπο θα κάνουμε μια πανέμορφη φυτεία τσαγιού, γιατί το τσάι χρειάζεται στην Αγγλία. Μετά θα σου πει: Δεν σου αρέσει το τσάι; Πως κι έτσι; Δοκίμασε το και θ’ αρχίσω να το πουλάω και σε σένα. Η αποικιακή διαδικασία είναι μια διαδικασία αφομοίωσης στον πολιτισμό του αποίκου. Αυτόν τον κύκλο μπορούμε να τον μελετήσουμε αρχικά με τον Χριστόφορο Κολόμβο στη προκολομβιανή Αμερική, κι έπειτα στην Αφρική, στην Ινδία και όπου αλλού θέλετε. Παντού, θα βρούμε αυτή τη λογική, μέσα από την οποία μια εξωγενής εξουσία παρεμβαίνει σ’ ένα ανθρώπινο και φυσικό έδαφος και το αφομοιώνει στους δικούς της σχεδιασμούς. Εδώ το έδαφος είναι το δίκτυο, ένα έδαφος που στο προηγούμενο βιβλίο [3] το ονομάσαμε ήπειρο, μια ψηφιακή ήπειρο που δεν συμπίπτει με τις εθνικές διαστάσεις. Αναμφίβολα, το πρόβλημα του αποίκου είναι η επιβολή του στο έδαφος αλλά το κυριότερο είναι εκείνο του να μπορέσει να κάνει τον αποικισμένο να σκέφτεται με το δικό του κεφάλι. Τη δεκαετία του 1960, όταν υπήρχε η αντίσταση των μαύρων Αμερικάνων, αναπτύχθηκε μια σημαντική πολιτισμική μάχη γύρω από αυτό, όταν έλεγαν: εσύ είσαι ένας μαύρος, αλλά ένας μαύρος με μυαλό λευκού. Σήμερα την ίδια μάχη δίνουν οι Παλαιστίνιοι και οι Κούρδοι. Ο αποικισμένος βρίσκεται μπροστά σε δυο δρόμους: να προσαρμοστεί, να εξαφανιστεί, να μην αντιστέκεται άλλο αφού πληρώνει ένα πολύ υψηλό τίμημα ή να κάνει κάτι, έστω και μικρό, έστω και ελάχιστο, το οποίο όμως ίσως να αφήσει να χνάρι του που να μην είναι το χνάρι που θέλει ο άποικος. Δίνω επίτηδες αυτά τα παραδείγματα ώστε να σας θέσω ενώπιον της λογικής της αποικιοποίησης που νικάει μονάχα εκεί που ο αποικισμένος αφήνεται να εμπλακεί μέσα στο σχέδιο του αποίκου.

Η αποικισμός του Ίντερνετ είναι ένα δεδομένο γεγονός. Ο Kleinrock και ο Snowden έλεγαν ότι αρχικά δεν υπήρχε η νομισματοποίηση, αν και υπήρχαν ήδη οι υπηρεσίες ασφαλείας, υπήρχε μια έρευνα στην οποία συμμετείχαν καθηγητές πανεπιστημίου και ερευνητές, υπήρχε μια άλλη ιδέα. Έπειτα, αυτή η τεχνολογία αποικίστηκε από εταιρίες που είδαν σε αυτό τη δυνατότητα να βγάλουν χρήμα και άρχισαν να κάνουν τους καπιταλιστές. Να κάνουν δηλαδή αυτό που είναι, δεν κάνουν κάτι άλλο. Η Facebook και οι άλλες εταιρίες δεν είναι διαφορετικές από τη Fiat ή μια οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση. Η Facebook είναι μια εταιρία εισηγμένη στο χρηματιστήριο, η οποία έχει έναν αλγόριθμο που προηγείται όλων των άλλων: την άνιση ανταλλαγή. Είναι πολύ απλός και αποτελεί το θεμέλιο λίθο του καπιταλισμού. Πρόκειται για ένα αλγόριθμο που λέει: σου δίνω ένα χώρο, σου δίνω τους όρους διαχείρισης του, αν θες να έρθεις θα μου δώσεις πρώτα τα στοιχεία σου. Σε αυτήν την ανταλλαγή όμως τα στοιχεία σου αξίζουν πολλά περισσότερο απ’ όσα ανταποδίδει αυτή η υπηρεσία, αφού αλλιώς δεν θα είχε νόημα: κανένας δεν θα αγόραζε τις μετοχές της και η Facebook δεν θα είχε γίνει -μετά από λιγότερα από δεκαπέντε χρόνια- μια από τις πρώτες -ως προς την κεφαλαιοποίηση και τα κέρδη τους– εταιρίες στον κόσμο.

Πρόκειται για ένα σημαντικό στοιχείο που πρέπει να γίνει αντιληπτό: όταν μιλάμε για αποικισμό μιλάμε για εκείνο το εξάρτημα που βρίσκεται στα θεμέλια του καπιταλισμού και έγκειται στην επιβολή του αλγορίθμου του δικού του τρόπου παραγωγής. Αν επιβληθεί όχι μονάχα στο παρόν αλλά και στις στους σχηματισμούς του μέλλοντος που προκύπτουν από το παρελθόν μας, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι δεν έχουμε κανένα μέλλον. Μετατρεπόμαστε σε εκείνους που παράγουν το μέλλον που επιθυμούνε οι παραγωγοί προγνωστικών αλγόριθμων, μετατρεπόμαστε σε δημιουργούς εκείνους του μέλλοντος που ακόμα -μόνο σχηματικά- δεν υφίσταται: είναι ήδη παρόν μέσα στη δράση που αναπτύσσουμε για την οικοδόμησή ενός μέλλοντος, το οποίο μπορεί να πραγματωθεί μονάχα αν το ζήσουμε, αφού δεν μπορεί να λειτουργήσει αν υπάρξει αντίσταση.

Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να στρέψω την προσοχή μας στο κόσμο της εργασίας. Το βιβλίο καταπιάνεται και με το ζήτημα του κοινωνικού ελέγχου αλλά εδώ θέλω να εστιάσω στο έλεγχο της εργασίας. Θα σας διηγηθώ δυο παραδειγματικές ιστορίες.

Η πρώτη αφορά μια αυστριακή εταιρεία logistics [φορτοεκφόρτωσης, αποθήκευσης και μεταφοράς εμπορευμάτων], την Knapp AG. Κάποια στιγμή η εν λόγω εταιρεία αποφάσισε να αναδιαρθρώσει τις αποθήκες της και ζήτησε από τους εργαζομένους της να φοράνε τα έξυπνα γυαλιά (smart glass), τα οποίο είναι ικανά να κατασκευάζουν μια εικονική πραγματικότητα για τα αντικείμενα που βρίσκονται στο οπτικό πεδίο τους. Αυτό σημαίνει πως όταν ένας εργαζόμενος βρίσκεται μπροστά σ’ ένα ράφι δεν χρειάζεται πλέον να πάει να ελέγξει το κωδικό του προϊόντος, αρκεί να το κοιτάξει και τα γυαλιά θα του δώσουν όλες τις πληροφορίες: έτσι, τα χέρια του μένουν ελεύθερα για άλλες εργασίες, πχ για το γέμισμα των καροτσιών. Επομένως, έτσι μπορεί να κάνει διπλή δουλειά. Αυτό σημαίνει πως η συγκεκριμένη αναδιάρθρωση μειώνει στους μισούς τους εργαζόμενους και ταυτόχρονα αυξάνει τη συνολική παραγωγικότητα. Την ίδια στιγμή τα έξυπνα γυαλιά με εντοπίζουν και μ’ ελέγχουν, αποθηκεύουν κάθε κίνησή μου, τους χρόνους μου για κάθε εργασία, τον αριθμό των διαλειμμάτων μου κλπ, επιτρέποντας μια ανάγνωση σε ζωντανό χρόνο της παραγωγικότητας μου. Αυτό το είδος αναδιάρθρωσης μετέτρεψε την Knapp στη μεγαλύτερη αυστριακή εταιρεία logistics και σε πρότυπο για όλες τις επιχειρήσεις του συγκεκριμένου κλάδου.

Ένα άλλο παράδειγμα αποτελεί το λιμάνι του Ρότερνταμ: κάποια στιγμή αποφάσισε να εξαφανίσει τους ναυτεργάτες, και σε αυτήν την περίπτωση χάρη στους αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης και τους αισθητήρες. Κατασκευάστηκε ένα σύστημα πλεούμενων drones που μπαίνουν μέσα στο λιμάνι, καθοδηγούμενα από αισθητήρες, με γερανούς 125 μέτρων που ξεφορτώνουν τα κοντέινερ και τα τοποθετούν στα οχήματα χωρίς πιλότο, τα οποία κινούμενα σε εικονικές πίστες τα πηγαίνουν στις αποθήκες, όπου άλλοι αισθητήρες καθορίζουν τα σημεία αποθήκευσης τους. Σήμερα, το λιμάνι του Ρότερνταμ είναι ένα από τα πιο αυτοματοποιημένα του κόσμου και καθοδηγείται εξ’ ολοκλήρου από απόσταση, από μερικούς εργαζόμενους που κάνουν μια ανάλυση γραφείου όλων όσων συμβαίνουν.

Αυτά τα δυο παραδείγματα καταδεικνύουν μια σταδιακή εισδοχή των μηχανιστικών παρεμβάσεων στις καθημερινές εργασιακές ζωές μας. Μια αλλαγή που -αναμφίβολα- παράγει εργαζόμενους ολοένα και πιο εξειδικευμένους στη λειτουργία των λογισμικών τεχνητής νοημοσύνης αλλά και εργαζόμενους ολοένα και πιο αχρείαστους. Αυτοί οι τελευταίοι είναι μια κατηγορία εργαζομένων τεράστιου ενδιαφέροντος αφού σήμερα είναι και η πιο διαδομένη: δεν πρόκειται για εργαζόμενους που δεν δουλεύουν, πρόκειται για εργαζόμενους που -κυριολεκτικά- πετάχτηκαν έξω από τον παλιό τρόπο εργασίας αφού οι ικανότητες και οι δεξιότητες τους μπορούν να μεταφερθούν σε μηχανές και ρομπότ, μ’ ένα κόστος χαμηλότερο του μισθού τους. Είναι εργαζόμενοι που στη συνέχεια προσλαμβάνονται αλλού, πχ σε απο-εδαφικοποιημένες εργασίες.

Σ’ ένα από τα εργοτάξια γύρω από αυτές τις θεματικές, μια κοπέλα διηγήθηκε πως δουλεύει -μέσω του έξυπνου κινητού της- για μια αγγλοαμερικάνικη εταιρεία που έχει αναλάβει μια υπηρεσία στο αεροδρόμιο του Ντάλας και έχει έδρες στο Σακραμέντο, το Ντέρυ και το Όστιν: η δουλειά της γι’ αυτήν την εταιρεία έγκειται στην παραγωγή πληροφοριών, μέσω των κοινωνικών προφίλ του αεροδρομίου του Ντάλας, για τους ταξιδιώτες που περνάνε από εκεί, για το ξενοδοχείο, το ταξί και οποιαδήποτε άλλη πληροφορία αλλά και συναισθηματικών μηνυμάτων του τύπου: “Είμαστε χαρούμενοι να σε έχουμε μαζί μας! Πρώτη φορά στο Ντάλας;”. Ο επιβάτης θα λάβει την απάντηση στη γλώσσα του: αν είναι Ιάπωνας θα λάβει απάντηση από μια αποεδαφικοποιημένη εργαζόμενη που βρίσκεται στην Ιαπωνία, αν είναι Ιταλός από μια εργαζόμενη που βρίσκεται στην Ιταλία κοκ. Επομένως, έχουμε εργαζόμενους που πληρώνονται κανονικά από εταιρείες διάσπαρτες στον κόσμο, οι οποίοι δεν έχουν γραφείο, δεν έχουν ένα συγκεκριμένο φυσικό σημείο και ζουν αναζητώντας κάποια άλλη εργασία αλλά εν των μεταξύ συλλέγουν DNA για κάποια αμερικάνικη τηλεοπτική εκπομπή ή παράγουν μηνύματα για το αεροδρόμιο του Ντάλας. Αυτό οι εργαζόμενοι τείνουν να μετατραπούν σε πλειοψηφία. Πρόκειται για μια νέα μορφή εργασίας που γεννιέται από την αποσύνθεση των προηγούμενων μορφών και των δικαιωμάτων τους, αφού μέσα σε αυτό το κομμάτιασμα, το οποίο προκύπτει από τη δημιουργία αχρείαστων εργαζομένων που ανακυκλώνονται με διάφορους τρόπους, εξαφανίζονται εντελώς τα δικαιώματα.

Πως μπορούμε να βγούμε από αυτήν την κατάσταση; Ως προς αυτό, υπάρχουν τέσσερις απαντήσεις.

Η πρώτη είναι αυτή που δίνεται από το μετριοπαθές κομμάτι των χρηστών του διαδικτύου: μπορούμε να βγούμε με τον εξανθρωπισμό και τον εκδημοκρατισμό της τεχνολογίας, μέσα από τις εγγυήσεις μιας μεγαλύτερης ιδιωτικότητας (privacy). Όμως πχ και ο ίδιος ο Kleinrock αρνείται ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί. Είναι μια καλή αλλά πολύ υποκριτική σκέψη. Πρόκειται για μια ανέφικτη ιδέα, η οποία δεν μπορεί ούτε να τεκμηριωθεί ούτε να εφαρμοστεί, αφού μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής δεν μπορεί να εκδημοκρατιστεί οτιδήποτε, παρά μόνο στο βαθμό που ο ίδιος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής θεωρεί ότι μπορεί να το κάνει. Αυτό σημαίνει ότι αν δεν υπάρχει ένας πόλεμος σε εξέλιξη μπορούμε άνετα να μιλάμε για το ΡΚΚ, όταν όμως οι Κούρδοι μετατρέπονται σε πρόβλημα τότε το Facebook κλείνει τα προφίλ εκείνων που μιλάνε γι’ αυτούς.

Μια δεύτερη, σοβαρότερη απάντηση δίνεται από τον ίδιο τον Kleinrock: μια συλλογικότητα χωρίς νομισματοποίηση. Έπειτα όμως, το ξανασκέφτεται λίγο και λέει: θα ήταν σαν να ζητάμε από τις μεγάλες εταιρίες να σεβαστούν την ιδωτικότητα των πελατών τους και προς το παρόν πρόκειται για μια χαμένη μάχη. Επομένως, ο Kleinrock δηλώνει ότι θα έπρεπε να απο-νομισματοποιηθεί το διαδικτύο, αλλά έπειτα αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει νόημα να ζητήσεις κάτι τέτοιο από τη Facebook, την Google, την Amazon κλπ γιατί βρισκόμαστε μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, όπου η απο-νομισματοποίηση σημαίνει κλείσιμο αυτού, σημαίνει οικοδόμηση ενός άλλου τρόπου παραγωγής.

Ο Snowden δίνει μια τρίτη απάντηση. Πρόκειται για κάτι που συμβαίνει ήδη στην Ευρώπη και σε άλλα μέρη του κόσμου: αποκέντρωση του δικτύου. Μαζί με τον Berners-Lee, έναν άλλον εκ των ιδρυτών του Ίντερνετ, ο Snowden θεωρεί ότι πρέπει να βρεθεί ο τρόπος έτσι ώστε το σύστημα να συνεχίζει να μας παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς να έχει πλέον ανάγκη την μετάδοση των δεδομένων μας. Είναι σαν να λέμε να εξαφανιστεί η δυνατότητα εντοπισμού των χρηστών των υπηρεσιών και επομένως η μνήμη τους. Επομένως να μπορούμε να σερφάρουμε ελεύθερα. Κάτι τέτοιο θα παρεμπόδιζε το σχηματισμό των προφίλ και τη λειτουργία των προγνωστικών αλγόριθμων. Ο Snowden και ο Berners-Lee δουλεύουν πάνω σε τέτοια πλάνα αποκέντρωσης. Υπάρχουν και στην Ιταλία ιστοσελίδες που κάνουν το ίδιο, μικρές ομαδοποιήσεις που κατασκευάζουν εναλλακτικά δίκτυα. Πρόκειται για πολύ όμορφους και ενδιαφέροντες πειραματισμούς, όμως μέσα στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ήδη από τη δεκαετία του 1960, υπάρχουν μικρές κοινότητες που αυτοδιαχειρίζονται τις δραστηριότητες τους: αυτό δεν δημιουργεί μια βαθιά κριτική του συστήματος μέσα στο οποίο βρισκόμαστε, δημιουργεί μια αφαίρεση. Μια σημαντική αφαίρεση αλλά μια αφαίρεση παραμένει μια αφαίρεση. Σημαίνει κάντε ότι νομίζετε, αποικίστε ότι θέλετε. Μέχρις ότου υπάρχει ένα κομμάτι γης, στο οποίο να μπορώ να δημιουργήσω μια κοινότητα με τους φίλους μου και μια οικογένεια για να ζω σύμφωνα με διαφορετικά κριτήρια σχέσεων και παραγωγής της ζωής, μέχρι τότε θα κάνω αυτήν την επιλογή. Νομίζω ότι είναι ενδιαφέρον να γνωρίσουμε αυτές τις εμπειρίες. Όμως ζούμε μέσα σ’ ένα σύστημα στο οποίο περισσότερα από πέντε δισεκατομμύρια άτομα βρίσκονται μέσα σε αυτόν τον τρόπο παραγωγής, κατανάλωσης, σχέσεων κλπ. Μέσα σε αυτήν την πολυπλοκότητα πρέπει να αναπτύξουμε τη σκέψη μας. Επομένως και η λύση του Snowden είναι ενδιαφέρουσα. Θα δούμε πως θα εξελιχθεί ο πειραματισμός με τα νέα αποκεντρωμένα δίκτυα. Προς το παρόν, παραμένει ένας μικρός πειραματισμός.

Τέλος, η τέταρτη απάντηση αγγίζει το πρόβλημα που βρίσκεται περισσότερο από κάθε άλλο στην καρδιά μου, από την οπτική γωνία της κατάληξης των διαδρομών αυτού του είδους: την απο-αποικιοποίηση. Είμαι απόλυτα πεισμένος ότι -απέναντι στην αποικιακή δράση- πρέπει να σταθούμε με ενεργητική και όχι παθητική στάση. Προσωπικά, με ενδιαφέρει μια τεχνολογία ελεύθερη, πραγματική, με την οποία να μην εξοπλίζεται ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής αλλά ένας τρόπος παραγωγής που δεν θα βασίζεται στην άνιση ανταλλαγή. Επομένως, με ενδιαφέρει να φτάσω την κριτική στη Facebook, στην Amazon κλπ από την επιφάνεια στη ρίζα της. Ποια είναι η ρίζα; Είναι ο τρόπος παραγωγής μέσα στον οποίο αυτές οι εταιρίες ανταλλάσουν τα εμπορεύματα ή παράγουν τις τεχνολογίες. Όπως γνωρίζουμε, οι τεχνολογίες δεν είναι ουδέτερες αλλά φέρουν μέσα τους τις επιδιώξεις εκείνων που τις δημιουργούν και μπορούν να κατασκευαστούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Σήμερα, όποιος αποικίζει τον κόσμο στις διάφορες μορφές του, έχει στο μυαλό του την κατασκευή τεχνολογιών που αποτελούν όπλα εκμετάλλευσης, όπως εκείνο στον κλάδο των logistics που αναφέρθηκα προηγουμένως. Ένα όπλο μέσω του οποίου οι εργαζόμενοι φτάνουν μέχρι την απόλυτη εξάντληση της ενεργητικότητας τους. Βρισκόμαστε στο εσωτερικό μιας κοινωνίας όπου -σύμφωνα με κάποιες έρευνες που αναφέρω στο βιβλίο- δουλεύουμε περισσότερο έξω παρά μέσα στο χώρο εργασίας μας και κυρίως έξω από κάθε τύπο φαντασιακού του σχέσεων: άτομα που παίρνουν τη δουλειά στο σπίτι γιατί πρέπει να την τελειώσουν, που δουλεύουν ακόμα και μέσα στο μετρό, πιθανώς με Whatsapp.

Επομένως, αυτό είναι το πραγματικό σημείο επίθεσης ενάντια στις τεχνολογίες της κυριαρχίας και αυτό δεν ξεκινάει μέσα στο Ίντερνετ αλλά έξω από αυτό, στη ζωή των σχέσεων ανάμεσα σε σώματα. Γιατί όταν ήμαστε μέσα στο διαδίκτυο έχουμε εξωσωματικές ταυτότητες που δεν αποτελούνται από τις διαχωρισμένες διαδικασίες, τις οποίες μέσα σε χιλιάδες χρόνια, ως ανθρώπινα όντα, πειραματιστήκαμε αλλά από μια σχάση μέσω της οποίας ένα κομμάτι μας, διαχωρισμένο, ζει σε μια ήπειρο όπου οι κανόνες δεν είναι ίδιοι μ’ εκείνους των σχέσεων των σωμάτων. Επομένως, μέσα στο διαδίκτυο οι ταυτότητες βρίσκονται σε εδάφη που δεν μπορούν να τα διαχειριστούν, ζουν σε πλατφόρμες άλλων και βρίσκονται έκθετες σε τεράστιους κινδύνους. Γι’ αυτό το λόγο, πιστεύω ότι το σημείο από το οποίο μπορούμε να εκκινήσουμε μια επεξεργασία για μια κριτική σκέψη -σχετική με τα όρια των υπαρχουσών τεχνολογιών- βρίσκεται έξω από το διαδίκτυο, μέσα στις σχέσεις των σωμάτων, εκεί όπου οι άνθρωποι συναντιούνται, γνωρίζονται, ανταλλάσουν σκέψεις και συζητάνε. Πρέπει να αποκτήσουμε και πάλι την ικανότητα να ζούμε σε ανθρώπινες ομάδες που θέτουν το πρόβλημα των εργαλείων που χρησιμοποιούν, όχι γιατί έχουν στην καρδιά τους τη δαιμονοποίηση των εργαλείων που υπάρχουν, αλλά για ν’ αντιληφθούν με ποια θέλουμε να εφοδιαστούμε έτσι ώστε να μπορέσουμε να παράξουμε με άλλο τρόπο τη καθημερινή ζωή καθώς και τη ζωή των ανθρωπίνων σχέσεων. Αυτό είναι το διακύβευμα της μάχης. Ή θα καταφέρουμε να παραμείνουμε sapiens sapiens, ως άνθρωποι που παραμένουν ανθρώπινοι, με την έννοια της ανάπτυξης των ικανοτήτων μας κατά τη διάρκεια και αυτής της εποχής, ή αν η αντικειμενοποίηση που αυτό το εποικοδόμημα υψώνει αμείλικτα γύρω από τον καθένα μας θα μας μετατρέψει σε απλά κομμάτια της μηχανής, επομένως σε αποικισμένους που obtorto collo, με το ζόριμε χαρά ή και χωρίς να καταλαβαίνουμε πλέον αν μας αρέσει ή όχι, δεν θα κάνουμε άλλο από το να αναπαράγουμε τα συμφέροντα, τις στρατηγικές γραμμές και τις τροχιές που είναι εκείνες του 1% του παγκόσμιου πληθυσμού, το οποίο και κρατάει στα χέρια του τις δικές μας τύχες.

Σημειώσεις.

[1] Από G. Baer, Genome editing. Οι μεταβολές στο ανθρώπινο DNA, σ. 14

[2] Από G. Baer, ΗΠΑ: τεχνητή δικαιοσύνη, Big data, τεχνητή νοημοσύνη και προγνωστικοί αλγόριθμοι στα δικαστήρια. Paginauno τεύχος 65/2019.

[3] Από R. Curcio, Ο κυρίαρχος αλγόριθμος. Ψηφιακή ταυτότητα, ολική επιτήρηση, πολιτικό σύστημα. Paginauno, τεύχος 60/2018.

πολλά φιλιά, Μιχάλης Μαυρόπουλος, ο ”ιταλός”

Προηγούμενο άρθρο

Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Χωράφας για τη γιορτή της Μητέρας

Επόμενο άρθρο

Σχόλιο του Χρήστου Ποτόλια για τις συνεδριάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου : «Είναι στραβός ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε;»