Στην πατριαρχική θεία λειτουργία της Παναγίας Σουμελά τα εμπόδια δεν φαίνεται να είχαν αρχή και τέλος.
Δοθείσης της άδειας λειτουργίας εκ μέρους των Τούρκων ένα γαϊτανάκι εμποδίων ξετυλίχθηκε εδώ και πολλούς μήνες και συνεχίστηκε μέχρι την πατριαρχική θεία λειτουργία. Ένα τραπεζάκι με πρόχειρο νάϋλον τραπεζομάνδηλο, έτσι μου φάνηκε, αναπαριστούσε την Αγία Τράπεζα.
Εκεί επάνω στριμώχθηκαν άγιο δισκοπότηρο, ευαγγέλια, σταυροί και θυμιατά και πέριξ οι Άγιοι Πατέρες με τα καλυμμαύχια τους. Μαζί τους και ο πρώτος όλων, ο Βαρθολομαίος. Μέσα στο πλήθος των χριστιανών μπορούσες να διακρίνεις τους Τούρκους σεκιουριτάδες με τις στολές τους, οι οποίοι μάλλον έπαιζαν κάποιον άλλο ρόλο από αυτόν του σεκιουριτά.
Όλοι, άπαντες οι παριστάμενοι, φέροντες ή μη φέροντες αξιώματα, έφεραν ταμπελάκι κρεμασμένο από το λαιμό. Απέναντί τους οι σεκιουριτάδες να τους μετρούν και να τους ξαναμετρούν. Μη τους ξεφύγει κανείς. Μετακινούνταν ένας χριστιανός, μετακινούνταν κι αυτοί. Στενό μαρκάρισμα.
Λες και οι χριστιανοί σκόπευαν να βγάλουν με κάποιο ξόρκι τους Κομνηνούς ή τον μαρμαρωμένο βασιλιά στην επιφάνεια και ν΄αρχίσουν πάλι τον πόλεμο. Όταν βγήκε το άγιο δισκοπότηρο για την κοινωνία οι σεκιουριτάδες τάχασαν.
Οι χριστιανοί μαζεύονταν γύρω από τον ιερέα με το δισκοπότηρο κι εκείνους τους έπασε πανικός. Τι πίστευαν άραγε ότι μπορεί να γίνει; Όλο το εκκλησίασμα έφερε ταμπελάκι στο στήθος. Ακόμη και οι ιερείς, ακόμη και ο Βαρθολομαίος. Ο οποίος προσπαθούσε να το κρύψει κάπως.
Σαν να επισκέπτεσαι την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και να σου κρεμάνε στην είσοδο το ταμπελάκι του επισκέπτη με όνομα, επίθετο, χρόνο επίσκεψης και επισκεπτόμενο γραφείο. Ναι, αλλά και στον αρχηγό ρε παιδιά; Στον Οικουμενικό Πατριάρχη;
Θα τολμούσε κανείς να κρεμάσει ποτέ ταμπελάκι στον Πάπα της Ρώμης; Ή στον πρώτο τη τάξη Ιμάμη της Τουρκίας; Κι όμως, ο Βαρθολομαίος το κατάπιε κι αυτό. Και ποιός ξέρει πόσες άλλες γελοιότητες κατάπιε στο δρόμο προς την Παναγία Σουμελά.
Όλοι αυτοί οι σεκιουριτάδες που περιέβαλλαν τον κόσμο στον αυλόγυρο της Παναγίας Σουμελά και είχαν διαρκώς τα μάτια τους «ανοιχτά» μήπως αυτό ήθελαν να τους υπενθυμίσουν τελικά; Ότι στον τόπο εκείνο είναι πλέον ξένοι, επισκέπτες, τουρίστες, εφήμεροι στα άγια μέρη των προγόνων τους, περαστικοί για μια μέρα το χρόνο και να μην αναλώνονται σε κάποια άλλα όνειρα.
Όπως μας συμβούλευε την τελευταία πενταετία ο πρώην υπουργός άμυνας της Τουρκίας, ο Ακάρ: Όσους εξοπλισμούς κι αν κάνετε, έλεγε, είναι μάταιο, εμείς θα έχουμε πάντα περισσότερα. Και ύστερα αναλογίστηκα ποιός τελικά είναι ο λόγος, ο σκοπός για τον οποίο ο οικουμενικός πατριάρχης επιμένει σε τέτοιες τσερεμόνιες και αυτοταπεινώνεται;
Τι σημασία έχει ο εορτασμός μιας γιορτής στον πατροπαράδοτό της τόπο, αφού θα μπορούσε κάλλιστα να εορταστεί και κάπου αλλού; Χωρίς όλα αυτά τα ανόητα εμπόδια που υπομένει από τους Τούρκους; Και μάλιστα από τον πιο ανόητο έως τον πιο γραμματιζούμενο;
Ακούγοντας όμως ολόκληρη την ομιλία του Βαρθολομαίου αντιλήφθηκα πως η διάρκεια και η συνέχεια ενός θεσμού, ενός εθίμου, έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Η συνέχεια μιας λατρείας σε τόπο συνυφασμένο με τη Ρωμιοσύνη, αυτή είναι η ουσία. Είναι η μνήμη ενός ολόκληρου λαού που πρέπει να συνεχιστεί, όσες ταπεινώσεις κι αν παρεμβάλλονται ενδιάμεσα. Φυσικά ο Βαρθολομαίος δεν το είπε έτσι ακριβώς. Ο νοών όμως νοείτο.