Dark Mode Light Mode

Ο πάγος ήταν λεπτός. Για μια ιστορία της αυτονομίας*

Στις πολλές περιπλανήσεις, τυχαίες συναντήσεις, λεπτομερείς συζητήσεις και άσκοπες φλυαρίες που έγιναν εδώ κι εκεί στον κόσμο, μου έχει τύχει συχνά να συζητήσω ή με έχουν ανακρίνει οι σύντροφοι μου στον λόγο σχετικά με τη σύντομη ιστορική περίπτωση που αφηγείται σε αυτό το βιβλίο, το οποίο, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, χτίστηκε μέσα και μαζί με αυτές τις συναντήσεις.

Αυτό που εγώ ο ίδιος και οι φίλοι μου μάθαμε σχετικά είναι πολύ απλό τελικά, και αυτό είναι ότι η ιστορία των ιταλικών αυτόνομων κινημάτων των χρόνων ’70, καθώς περνούσαν οι δεκαετίες, αντί να καθηλωθεί στο παρελθόν, έγινε ένα σημείο αναφοράς σημαντικό στο πολιτικό φαντασιακό όλων εκείνων που παντού, στο παρόν, προσπαθούν να οργανωθούν με επαναστατική έννοια.

Σίγουρα πρόκειται για ένα αποσπασματικό φαντασιακό, πολύ συχνά βασισμένο σε «φήμες, έχω ακούσει να λένε» και έμμεσες πληροφορίες, αλλά που φέρνει μαζί του πολλά περισσότερα από μια απλή ιστοριογραφική περιέργεια: περιέχει την έρευνα και τη συλλογική γραφή ενός είδους μυθιστορήματος ενηλικίωσης που συνοδεύει τους αγώνες που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Κανένας «καθηγητής» ή «δάσκαλος» μπορεί, σήμερα όπως χθες, να γράψει αυτό το μυθιστόρημα του οποίου τα κεφάλαια ονομάζονται από τους τόπους ή τις ημερομηνίες των ταραχών, των εξεγέρσεων, από μικρότερα επεισόδια αντίστασης, από εμπειρίες ιδιαίτερα ευτυχισμένες συλλογικής ζωής, από τίτλους βιβλίων που ταξιδεύουν όπως σφαίρες ή από τα κατάλληλα ονόματα που έχουν γίνει «εννοιολογικοί χαρακτήρες».

Μια διήγηση της οποίας η χρονολογία δεν σέβεται την τακτοποιημένη, «ομοιογενή και άδεια», που υπαγορεύεται από την αυτοκρατορική ιστοριογραφία, αλλά ανταποκρίνεται μόνο στην ασυνεχή πυκνότητα της επαναστατικής προσωρινότητας.

Οι βαθύτεροι λόγοι αυτής της μοιραίας έλξης προς αυτό το κομμάτι του παρελθόντος δεν μπορούν να συναχθούν εύκολα και πιστεύω ότι αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ιταλία, όπου μεταξύ αφαίρεσης-απομάκρυνσης της ιστορίας και καταστολής των κινημάτων και μεταξύ αλλοίωσης της αλήθειας της μνήμης και εξτρεμιστικού μεταμοντερνισμού τρέχει μια απόσταση ίση με το μηδέν.

Κι όμως, όπου υπάρχει μια ομάδα νεαρών συντρόφων προικισμένων με μια ζωηρή ευφυΐα και αρκετά αποφασισμένων να αμφισβητήσουν, να προκαλέσουν το παρόν, η γλώσσα των αγώνων και η πρακτική της ζωής αναπόφευκτα ανακατασκευάζονται σε μια στενή αναμέτρηση με την εκ νέου επεξεργασία μιας υπόθεσης που ανοίγει ξανά με λέξεις όπως εξέγερση αυτονομία κομμουνισμός.

Ο δεσμός που εδραιώνεται ανάμεσα στο παρόν και ένα παρελθόν, κάνοντας έτσι να εμφανίζεται ένας νέος αστερισμός, το ξέρουμε καλά, πηγάζει από ένα σταμάτημα του κινήματος και όχι από την αόριστη, καταστροφική συνέχισή του.

Αυτό μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι είναι ακριβώς επάνω στην αποτυχία του κινηματισμού που έχει κορεστεί τα τελευταία δέκα χρόνια, δηλαδή επί του μπλοκαρίσματος του, ιδιαίτερα ορατού στην Ιταλία σε τόσες πολλές φλεγόμενες εικόνες, τελευταία εκείνη στις 15 οκτωβρίου 2011 – αλλά και αλλού: από το Λονδίνο στο Κάιρο και από το Όκλαντ στη Βαρκελώνη – που η αυτονομία της δεκαετίας του ’70 συναντά το παρόν ως δυνατότητα.

Δεν προκαλεί έκπληξη λοιπόν το γεγονός ότι ακόμη και εκείνοι που προέρχονται από άλλα μονοπάτια, όπως συμβαίνει με πολλούς που συνεχίζουν να δηλώνουν αναρχικοί, όταν δεσμεύονται να χτίσουν μαζί με όλους τους άλλους ένα επίπεδο ανατρεπτικής συνέπειας-συνοχής στο ύψος των καιρών στρέφονται, απευθύνονται σε εκείνο τον θεωρητικό αστερισμό- πρακτική για να αντλήσουν έμπνευση.

Πράγματι, τουλάχιστον όπως τη διαβάζουμε εμείς, η αυτόνομη περίπτωση είναι και ένα κίνητρο για να τελειώνουμε με τη μανιακή φροντίδα που κάνουν οι ριζοσπαστικοί κύκλοι της δικής τους υποτιθέμενης «πολιτικής ταυτότητας».

Επομένως, δεν πρέπει να μας τρομάζει αυτό το περίεργο συναίσθημα ξενικότητας -ακόμα και προς τον εαυτό μας- που νιώθουμε αφού ζήσουμε, για παράδειγμα, τη στιγμή της «ανάσχεσης» που προκαλεί μια εξέγερση όπως αυτή της 15ης οκτωβρίου στη Ρώμη.

Είναι ένα αίσθημα αποπροσανατολισμού που είναι υγιές, μια αποϋποκειμενοποίηση που μας εμποδίζει να συνεχίσουμε να ζούμε όπως πριν και μας καλεί να εξερευνήσουμε τις δυνατότητές της. Nα ζήσουμε αυτή την κρίση της παρουσίας στο έπακρο ή να διατρέξουμε ξανά το δρόμο της αφαίρεσης-απομάκρυνσης: από τους δύο τον ένα.

Μεγάλο μέρος της προσπάθειας σκέψης αυτού του κειμένου, γραμμένου κυρίως σκεπτόμενος μη ιταλούς συνομιλητές, αφιερώθηκε στην προσπάθεια να διαβάσουμε την αλήθεια της εποχής που ζούμε ανάμεσα στις γραμμές του παρελθόντος μας: κάθε γενεαλογία αναπόφευκτα αφορά αναπόφευκτα ένα παρόν.

Υπό αυτή την έννοια δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σήμερα η λέξη εξέγερση επέστρεψε να αντηχεί από τη μια άκρη του κόσμου στην άλλη και ότι, τη στιγμή που η δημοκρατία έχει γίνει σωστά ένα κενό σημαίνον και το βασίλειο του διαχωρισμού αρχίζει να παρουσιάζει μεγάλες ρωγμές, το κομμουνιστικό ζήτημα επανεμφανίζεται στον ορίζοντα-skyline της μητρόπολης που ωθείται βίαια από τον θρίαμβο/κατάρρευση του νεοφιλελευθερισμού.

Η επαναστατική προσωρινότητα, έχει ειπωθεί πολλές φορές, προχωρά αλματωδώς και είναι αλήθεια, αλλά ξεκινά πάντα εκ νέου από το ανολοκλήρωτο μιας πιθανότητας-δυνατότητας. Αυτό το ημιτελές και αυτό το ενδεχόμενο, φυσικά, δεν απαιτούν σήμερα να αρχίσουμε να ενεργούμε ως υποκείμενο – θα ήταν εντελώς γελοίο, περισσότερο από αυτό του παρελθόντος, η σκηνή κατά την οποία κάποιος αναφωνεί «εγώ είμαι ένας αυτόνομος!» (ή «αναρχικός» ή «αγανακτισμένος» ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο κατηγόρημα).

Στην πραγματικότητα, έχουμε πάρα πολλές «ιδιότητες» που μας βαραίνουν όταν οριζόμαστε ως υποκείμενα. Αντίθετα, αυτό που είναι σημαντικό έγκειται στον τρόπο με τον οποίο κατοικούμε σε κάθε έναν από τους προσδιορισμούς από τους οποίους έχουμε δημιουργηθεί και να το κάνουμε συλλογικά.

Να είμαστε σε θέση να συνδέσουμε το γεγονός της ύπαρξης με τους προσδιορισμούς και τις αποφασιστικότητες που μας καθιστούν μοναδικούς και επομένως κοινούς. Θα μπορούσε να σημαίνει τον καθορισμό μιας διάκρισης μεταξύ του τρόπου σκέψης και του τρόπου ζωής, ή του να δώσουμε στον εαυτό μας μια μορφή-ζωής ως χρήση και κοινή χρήση ενός κόσμου που, ταυτόχρονα, είναι ικανός να αποσυνδέσει από την ύπαρξη όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μειώνουν την ισχύ της, ξεκινώντας από τα «οικονομικά». Εδώ είναι το enjeu, το στοίχημα στο οποίο εδώ αναφερόμαστε.

Ο κομμουνισμός ως ηθικό και πολιτικό ζήτημα ξεκινά ακριβώς εδώ, από αυτή την ικανότητα των μορφών ζωής να συγκροτούνται αυτόνομα ως κίνημα που καταργεί την παρούσα κατάσταση των πραγμάτων κρατώντας μαζί καθένα από τα επίπεδα που την κάνουν να υπάρχει ως συλλογική δύναμη: αυτή των υλικών μέσων (η κοινή ικανότητα παραγωγής, θεραπείας, καλλιέργειας κ.λπ.), την πνευματική (κοινή χρήση των γνώσεων, της ποίησης, της μουσικής, των εικόνων κ.λπ.) και αυτή που αφορά την ικανότητα να πολεμάς, να συγκρούεσαι (η δύναμη να αντιστέκεσαι και να επιτίθεσαι, η ευφυΐα της δολιοφθοράς, η επικοινωνία μεταξύ της εμπροσθοφυλακής-πρωτοπορίας και των κινημάτων κ.λπ.).

Δεδομένου ότι ο καπιταλισμός ως μορφή διακυβέρνησης δεν είναι τίποτα άλλο από την απαλλοτρίωση αυτών των δυνατοτήτων: είναι η αυτονομία του χρήματος και του εμπορεύματος, είναι η αδυναμία χρήσης του κόσμου και η καταστροφή όλων εκείνων των δεσμών που καθιστούν δυνατό να ζεις μια ζωή κοινή. Είναι η υπαγωγή στην αδυναμία. Είναι η δημοκρατική δικτατορία. Είναι η βαρεμάρα της «εναλλακτικής». Είναι η ψευδαίσθηση των δικαιωμάτων. Είναι ο εκμηδενισμός της ικανότητας να συνδέσουμε την ιστορία μας με εκείνη που ο Walter Benjamin αποκαλούσε «παράδοση των καταπιεσμένων», αυτή που ασταμάτητα δι/εκδικείται.

Σε εκείνα τα χρόνια ’70, τώρα πιο κοντινά από ποτέ, η προσπάθεια να κάνουν απόσχιση από την κοινωνία του κεφαλαίου και να εκδικηθούν τους καταπιεσμένους τέθηκε σε εφαρμογή από χιλιάδες όντα επιθετικά προσανατολισμένα προς τη δυνατότητα μιας συλλογικής ευτυχίας. Η εξέγερση του ’77 ήταν η λογική επιτάχυνση αυτού του μαζικού πειραματισμού, στον οποίο απάντησε μια αντεπανάσταση γιγαντιαίων διαστάσεων και διάρκειας, τους καρπούς της οποίας βλέπουμε σήμερα σε όλη τους τη δηλητηριώδη υλικότητα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η πραγματοποίηση εκείνου του δυνατού είναι αυτό στο οποίο μας καλεί ο αστερισμός του παρόντος.

Iταλία, μετά τις 15 oκτωβρίου 2011


*Απόσπασμα από τον επίλογο γραμμένο από τον συγγραφέα στην ιταλική έκδοση του: Marcello Tarì, Ο πάγος ήταν λεπτός. Γιαμιαιστορίααυτονομίας
, Il ghiaccio era sottile. Per una storia dell’autonomia, Deriveapprodi 2011

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος   sinistrainrete

Προηγούμενο άρθρο

Πανέμορφο διπλό ουράνιο τόξο στον ουρανό της Καβάλας (φωτογραφίες)

Επόμενο άρθρο

Μεταφέρθηκε σε κτηνοτροφική μονάδα η Αγελάδα (φωτογραφίες)