Φέτος στην γειτονιά έχουμε πολλά μικρά παιδιά. Επειδή κοντά έχουμε το Δημοτικό Σχολείο πολλά νέα ζευγάρια προτιμούν τη γειτονιά μας και έτσι απροσδόκητα γέμισαν οι δρόμοι και τα στενά από τις χαρούμενες φωνές των παιδιών όπως παλιά.
Τα αγαπάμε τα παιδιά και μια και μας λείπουν τα εγγόνια μας που η τύχη μας τα έριξε μακριά, αυτή την αγάπη έχουμε τη ψευδαίσθηση ότι μας την αναπληρώνει η εικόνα των παιδιών της γειτονιάς μας. Αυτή τη χρονιά είπαμε ότι θα ακούσουμε τα κάλαντα. Εμείς που μεγαλώσαμε με το έθιμο αυτό δε νοιώθουμε Γιορτές δίχως Κάλαντα, είναι σαν ένα εντελώς ανάλατο φαγητό.
Πέρσι οι γιορτές πέρασαν δίχως κάλαντα και στα χείλη μας έμεινε εκείνη η πικρή γεύση «του κάτι σου λείπει». Η γυναίκα μου δέκα μέρες πιο μπροστά από την παραμονή ετοίμασε ένα όμορφο κουτάκι και μου είπε να ρίχνω εκεί τα κέρματα για τα παιδιά που θα έρθουν για τα κάλαντα. Ήταν σίγουρη.
— Δεν μπορεί μου είπε, φέτος με τόσα παιδιά στην γειτονιά, θα ακούσουμε τα κάλαντα. Έτσι το κουτάκι που μου έβαλε για τα κέρματα δύο μέρες πριν την παραμονή είχε γεμίσει και περίμενε σ ένα τραπεζάκι όμορφα στολισμένο τα παιδιά. Την Παρασκευή 24 του μηνός τελείωσα όλες τις εξωτερικές δουλειές νωρίς και στήθηκα στο σπίτι περιμένοντας την πρώτη ομάδα παιδιών.
Περνούσαν οι ώρες και δεν ακούγονταν πουθενά παιδικές φωνές να ψέλνουν τα κάλαντα. Βγήκα στο μπαλκόνι να ακούσω κάλαντα. Δεν ακούγονταν τίποτε. Τα παιδιά ήταν μαζεμένα ομάδες ομάδες και πρέπει να συζητούσαν τα θέματα που τους ενδιέφεραν. Φαίνεται ότι ετοιμάζονταν για την εξόρμηση για τα κάλαντα σκέφτηκα, αλλά τέτοιες ώρες πάλι λένε τα κάλαντα τώρα;
Εμείς ξεκινούσαμε στα χρόνια μας με το πρώτο φως, που λένε, και γυρνούσαμε σε όλη την Καβάλα. Τέλος, καινούργιοι άνθρωποι καινούργια έθιμα. Πέρασε το μεσημέρι, καμιά φωνούλα στην πόρτα μας. Οι ομάδες εντωμεταξύ στη θέση τους μπροστά στις σκάλες και στις πυλωτές που εναλλάσσονταν με παιδιά που έρχονταν και άλλα που έφευγαν.
Αποφάσισα να κατέβω κάτω να ρωτήσω ή μάλλον να τα προσκαλέσω να αρχίσουν από μας όταν θα ξεκινήσουν για την εξόρμηση τους. Πλησίασα μια παρέα από τα παιδιά που κάθονταν στα σκαλοπάτια της δικής μας πολυκατοικίας και είδα να έχουν στα χέρια τους τα κινητά τους τηλέφωνα. Ήταν τόσο απορροφημένα που δεν με πήραν είδηση. Αυτά που έβλεπαν μέσα στις μικρές οθόνες των κινητών τους θα πρέπει να ήταν συγκλονιστικά και συμμετείχαν με όλες τους τις αισθήσεις στα δρώμενα.
Μάτια και χίλια κινούνταν και έβγαιναν λέξεις ακατάληπτες για μένα και επιβραβευτικά ή απογοητευτικά επιφωνήματα. Σκέφτηκα να ανοίξω κουβέντα μαζί τους αλλά είπα μέσα μου, αυτά δεν επικοινωνούν μεταξύ τους εσένα θα ακούσουν και έτσι ανέβηκα πάλι επάνω και κλείστηκα στο διαμέρισμά μου. Κοίταξα το παραγεμισμένο κουτί με τα κέρματα και μελαγχόλησα. Δεν μπορούσα να το δεχτώ.
Κατάλαβα ότι αυτό το ωραίο έθιμο με τα κάλαντα σβήνει. Κράτησε αιώνες αλλά φαίνεται ότι ήρθε η στιγμή του τέλους. Η γυναίκα μου με παρηγόρησε λέγοντας:
— Ε, εντάξει μη χολοσκάς. Δε θα στεναχωριόμαστε και για αυτά. Υπάρχουν και οι Πολιτιστικοί Σύλλογοι που βγαίνουν στις γειτονιές. Θα ακούσουμε από εκεί τα κάλαντα. Ναι όμως όταν ένα έθιμο που κράτησε αιώνες και αναφέρεται και στον Όμηρο να σβήνει έτσι, είναι μεγάλη νομίζω απώλεια Εθνική. Όταν τέτοια έθιμα καταλήγουν να μας τα θυμίζουν οι Πολιτιστικοί Σύλλογοι, γίνονται Μουσειακό Είδος και παύει πιά να είναι ζωντανό. Αυτά είναι τα κακά που ακολουθούν την τεχνολογία και «ουδέν καλόν αμιγές κακού».
Παναγιώτης Φώτου