Dark Mode Light Mode

Ο Περικλής Αμπεριάδης γράφει για τον Μανωλιό στην Ελλάδα

Απογοήτευση κύριοι. Ο Μανωλιός στην Ελλάδα αλλάζει ρούχα συνεχώς αλλά παραμένει ίδιος γιατί δεν αλλάζει ο εαυτός του είτε ασχολείται με την κεντρική πολιτική είτε με την άμοιρη τοπική αυτοδιοίκηση.
Δυστυχώς ακόμα και σήμερα, εξακολουθούμε να εντυπωσιαζόμαστε από την ατάκα, την εξυπνάδα, το ύφος και την εικόνα. Και έτσι δεν καταλαβαίνουμε τη σύγκρουση με τον τοίχο, προς τον οποίο τρέχουμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα, αλλά το αντιλαμβανόμαστε τη στιγμή που θα συγκρουστούμε πάνω του. Κάτι σαν χλαπάτσα, σαν το λιωμένο ρολόι του Νταλί. … Είναι αργά για δάκρυα τότε!
Μάθαμε στην «εξυπνάδα» των ελάχιστων, στην αφ’ υψηλού ενατένηση των απατεώνων, στην αμάθεια των βολεμένων. Και χωρίς μάσημα καταπίνουμε την κινδυνολογία και τους εκβιασμούς των λαμογιών. Χωρίς να το αντιληφθούμε γινόμαστε ένα με αυτούς, ένα με το σύστημα που βολεύεται και θα βολεύεται με τους εύκολους πολίτες και η εξουσία θα μας ταΐζει ψίχουλα ( προσωρινές θεσούλες) για να μας κάνει συνένοχους στο παιχνίδι της. Να γίνουμε μέλη μιας κοινωνίας απατεώνων και βολεμένων. Κάτι σαν το σύνδρομο της Στοκχόλμης δηλαδή. Ίσως και να τους αγαπάμε, βλέποντας στο πρόσωπο τους τον ίδιο μας τον εαυτό. O tempora o mores.
Φτιάχτηκε μια κοινωνία της αναξιοκρατίας, των πελατειακών σχέσεων, της αρπαχτής και της ανομίας.

Η διαφθορά έγινε το σπορ του Έλληνα. Κοράκια λυμαίνονται το χρήμα του κράτους, τουτέστιν το δικό μας χρήμα, και παραμένουν άτρωτοι και σαν να μην έφτανε αυτό, εμφανίζονται ως τίμιοι δουλευτάδες. Μια κοινωνία εκφυλισμένη, που επιβραβεύει τους μέτριους, τους τσαρλατάνους και τους κομπιναδόρους. Μια κοινωνία που συνήθισε στο πνεύμα της ήσσονος προσπάθειας και της μείζονος αμοιβής. Και του ωχαδερφισμού. Εγώ να έχω ψωμί και όχι ο γείτονας, εγώ το δίμηνο και όχι ο φίλος μου, εγώ την θεσούλα και όχι ο καλύτερος.
Όλοι αυτοί οι σάπιοι που σαν καρκίνος έχουν διηθήσει με πολλαπλές μεταστάσεις το σώμα της κοινωνίας μας, πριμοδοτούμενοι από το κλίμα αστάθειας ή κρίσης αξιών, φαίνεται να μπορούν να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους. Διερχόμαστε πάλι μια περίοδο απείρου κάλλους, παρακολουθώντας ανθρώπους εξεγερμένους πριν λίγο καιρό, εναντίον προσώπων και θεσμών, με μόνη διαφορά ότι η εξέγερσή τους, έχει κάποιους κερδοσκοπικούς λόγους, κάποιες σκοτεινές και υπόγειες συμφωνίες με την εξουσία, για ίδιον όφελος, για την διατήρηση του παρασιτισμού και της απομύζησης του κρατικού κορβανά.
«Πώς γίναμε και γεμίσαμε με εξεγερμένους και σχεδόν επαναστάτες «εν ου παικτοίς» που επιπλέον έχουν μεταβάλει σε εύσημο και κοινωνική καταξίωση το να καταφέρονται κατά των πάντων, δεν μπορεί να εξηγηθεί παρά με το ότι μυρίστηκαν «ψητό», γι’ αυτό έχουν πολλαπλασιαστεί σαν τα μανιτάρια μετά τη βροχή, όσοι ακριβώς ξιφουλκούν για να διορθώσουν υποτίθεται τα κακώς κείμενα χωρίς βέβαια να διορθώνεται καν το παραμικρό.» Αναρωτιέται γνωστός λογοτέχνης. Εμ έλα ντε? Και τι πράττει η υπόλοιπη κοινωνία, έστω η μειοψηφία. Τι πράττουν οι πνευματικοί ταγοί μας? Τι πράττει η δικαιοσύνη που σ’ αυτή ακουμπά ο απλός πολίτης?
Θα πει κανείς. Καλά, τώρα. Ρομαντισμοί παλιάς κοπής. Ο πολίτης στον καναπέ και μερικοί να προσπαθούν να φωνάξουν. Και απ’ αυτούς πολύ λιγότεροι θα μείνουν γιατί τελικά αυτός ο αγώνας είναι ατελέσφορος. Δείτε γύρω σας. Σήμερα οι δικοί μας αύριο οι δικοί σας αλλά πάνω από όλους οι κόθορνοι ( αυτοί που ταιριάζουν με όλους τους τύπους της εξουσίας). Εις υγείαν των κορόιδων.
Κάποιοι θα συνεχίσουν να φωνάζουν. Και με προσωπικό κόστος. Γιατί πρέπει να το έχει η κούτρα σου να κατεβάζει ψείρες.

Προηγούμενο άρθρο

Εκδήλωση του Ροταριανού Ομίλου Δυτικής Καβάλας σε συνεργασία με την σχολή χορού Dance Academy

Επόμενο άρθρο

Μακάριος Λαζαρίδης: «Η απόπειρα  της Τουρκίας να επινοήσει ανύπαρκτα δικαιώματα στην Μεσόγειο θα αποτύχει»