Dark Mode Light Mode

Ο Σταύρος ο Σμυρνιός: Κείμενο του Παναγιώτη Φώτου

Τον Σταύρο τον Σμυρνιό δεν τον ξέραμε καλά εκεί στην γειτονιά μας εμείς οι νεότεροι.

Ήταν από τους ανθρώπους   που η πρώτη ματιά σου που θα σταματήσει επάνω του δεν θα κρατηθεί πολύ εκεί γιατί δεν θα βρει κάτι  που θα την συγκρατήσει . Μοιράζονταν ένα δωμάτιο του  ισόγειου  διαμερίσματος στην οδό   Δεληγιάννη  και Νοταρά γωνία με την οικογένεια του   κυρ Μανώλη   του  Μαραγκού . Όταν ήρθαν  το 22 από την Σμύρνη μαζί  με την αδελφή του την Κοραλία ,είχαν αφήσει εκεί  πιο μπροστά  τον άνδρα της  και τα  τρία παιδιά  τους .

Η βάρκα που τους πήγαινε  στο καράβι  της σωτηρίας έγειρε λίγο πριν να  φτάσουν , είχαν στραφεί όλοι  προς την ίδια πλευρά  ,αναποδογύρισε και όλο το φόρτωμα της ,άνθρωποι  και μποξάδες  βρέθηκαν  στην θάλασσα .  Τον Σταύρο τον πήρε από κάτω η βάρκα ,τον καπάκωσε . Πανικοβλήθηκε , ευτυχώς δεν χτύπησε, πήρε μια αναπνοή από τον εγκλωβισμένο αέρα στο κοίλωμα του  σκάφους  και  βγήκε στην επιφάνεια , ευτυχώς δίπλα στην Κοραλία . Ο Σταύρος   γαντζώθηκε με το δεξί από την κουπαστή της βάρκας που επέπλεε  ακόμη και με το άλλο χέρι έπιασε την Κοραλία που   βούλιαζε , από τα μαλλιά πρώτα και μετά από την αριστερή μασχάλη . Πρέπει να  είχε πιει  πολύ νερό από την θάλασσα . Ευτυχώς όμως  είχε την ζωή μέσα της αλλά ήταν αλλού . Το βλέμμα της  απόκοσμο,   άγριο περιφέρονταν γύρω  γύρω  και τα δύο της χέρια  κρατούσαν σφιχτά σαν τανάλια     το αριστερό  το χεράκι της πεντάχρονης Ροδούλας και το δεξί έναν  μποξά .  Ο Σταύρος  τη  ρώτησε γεμάτος αγωνία για το Χριστόφορο  τον άνδρα  της  και τα δυο παιδιά  που κρατούσε  , απάντηση  δεν πήρε. Μακάρι  να είχαν σωθεί . Στο πλοίο που τους  περισυνέλεξε , έλεγε  ότι ήταν το ΝΑΞΟΣ   αν θυμάμαι  καλά ,   με  δυσκολία  ελευθέρωσαν το   χεράκι  της  πεντάχρονης    Ροδούλας    νεκρής πια  , από την μέγγενη  του αριστερού χεριού  της     Κοραλίας που έμεινε από τότε κλειστή . Έψαξε  γύρω  ο Σταύρος  ,ρώτησε για τον Χριστόφορο   αλλά δεν τον βρήκε πουθενά .  Την ιστορία αυτή την άκουσα πολλές φορές από τον Σταύρο και μάλιστα πολλά χρόνια μετά το συμβάν ,πάντα όμως μου προκαλούσε την ίδια  συγκίνηση  γιατί ο άνθρωπος  εκείνος με τον τρόπο που εξιστορούσε τα γεγονότα  τα ξαναζούσε  και σε έπαιρνε μαζί του στον χρόνο και στον τόπο . Αυτό το προτέρημα είχε ο Σταύρος  να ξέρει πολλά και να τα εξιστορεί  με τέτοια τέχνη που κρεμόσουν από  τα χείλη του .Δυστυχώς η Κοραλία δεν συνήλθε ποτέ από το μεγάλο σοκ από το ναυάγιο .Δεν επικοινωνούσε  με το  περιβάλλον  ,ζούσε στον δικό της κόσμο  . Πολλές φορές έβγαινε αργά την νύχτα με τα νυχτικά, ήθελε να γυρίσει πίσω στο σπίτι τους  στην Σμύρνη  . Ο  Σταύρος  Την φρόντιζε  και προσπαθούσε πρώτα να μη της λείψει τίποτε και μετά προσπάθησε να την συνεφέρει με γιατρούς και φάρμακα . Όλοι του έδιναν ελπίδες αλλά δεν έβλεπε αποτέλεσμα   .Η οικονομική  κατάσταση του Σταύρου  δεν ήταν  κακή  .

Στα καπνά δεν  πήγε όπως  οι άλλοι πρόσφυγες  αλλά τον προσέλαβαν υπάλληλο στο  Καφεκοπτείο που  είχε τότε στην πόλη.  Το προσόν του για την πρόσληψη ήταν ότι  ήξερε να κάνει ωραία  και αρωματικά  χαρμάνια  καφέ . Την  τέχνη την έμαθε στο  καφεκοπτείο    ενός  Εβραίου     στην Σμύρνη  όπου δούλεψε τρία ολόκληρα  χρόνια . Στο καφεκοπτείο δεν έμεινε πολύ .Εφυγε και άνοιξε το δικό του μαγαζί   απέναντι από τις καμάρες στο έβγα της Κολοκοτρώνη  .  Εκτός  από τα  ωραία χαρμάνια του καφέ καβούρδιζε ρεβίθι  και κριθάρι  και  τα έπαιρνε ο κόσμος  και έκανε  τα δικά του χαρμάνια ασφαλώς   φθηνότερε.  Μερικοί  που δοκίμασαν έλεγαν ότι ποιοτικά ήταν καλύτερα      του γνήσιου  καφέ   και άλλοι  εφάμιλλα .                  Ας  είναι ,  ότι κα να έλεγαν  για την ποιότητα  αυτό που είχε σημασία ήταν ότι το ταμείο το βράδυ  ήταν  γεμάτο . Περνούσαν  καλά τα δύο αδέλφια το καθένα με τις ιδιαιτερότητές του. Αυτά όμως μέχρι τις 15 του  Οκτώβρη  του  40 . Την  μέρα εκείνη ήρθε ο Χωροφύλακας και  έφερε το  χαρτί της επιστράτευσης .  Πήγε και παρακάλεσε στο γραφείο Επιστράτευσης , να τον απαλλάξουν γιατί είχε την  προστασία της ανάπηρης αδελφής  ,τον λυπήθηκαν  όταν   τους διηγήθηκε το δράμα του . Το μόνο που έκαναν ήταν να αλλάξουν τον τόπο  της παρουσίας του από Ξάνθη,  στο 20ο Σύνταγμα της  Ελευθερούπολης   τονίζοντας του ότι πάει από τάγμα εφεδρείας σε μάχιμη  μονάδα . Το δέχτηκε . Έμεινε στην Ελευθερούπολη και   έρχονταν στην Καβάλα  με  ότι μέσο εύρισκε  ,συνήθως με τα πόδια ,για να δει  πώς πάει η  Κοραλία .Χρήματα είχε δώσει  αρκετά στην κυρά Δήμητρα  για να την προσέχει και να την φροντίζει.   Στα μέσα του Γενάρη   το τάγμα μετακινήθηκε στην πρώτη γραμμή  και έτσι ο Σταύρος από την  μια στιγμή  στην άλλη βρέθηκε μέσα στην  φωτιά .

Στις 5 του Μάρτη  το φεγγάρι  ήταν ολόγιομο .Η  Κοραλία  άκουσε  στον ύπνο  της  καμπάνες   . Ήταν της Αγίας Φωτεινής , αυτό  νόμισε  το  άρρωστο μυαλό της . Πήρε την Ροδούλα από το χέρι να πάει στην Σμύρνη  , την καλούσε η Αγιά  Φωτεινή . Είδε από το πλάτωμα της Νοταρά  κάτω  την θάλασσα . Λούζονταν  στο ασήμι  . Έσφιξε το χεράκι της Ροδούλας και της ψιθύρισε  γλυκά ,-     — Θα πάμε σπίτι μας κούκλα μου  , μας περιμένουν .                                                                                                                                                                                                                                        Κατέβηκε τα σκαλάκια  της Νοταρά  όσο μπορούσε πιο αθόρυβα ,  πέρασε  κάτω από την γέφυρα και φάνηκε  η  αγκαλιά της θάλασσας ,είδε την Σμύρνη . Βιάστηκε ,γλίστρησε  .έπεσε μ ε το αριστερό χέρι ψηλά μη της χτυπήσει η Ροδούλα .  Σηκώθηκε ,το αίμα στο αριστερό γόνατο το είδε που έτρεχε , δεν το έδωσε σημασία . Με τα αριστερό χέρι ψηλά μη χτυπήσει  η Ροδούλα , έφτασε στην   θάλασσα που ήταν παγωμένη , δεν το  ένοιωσε  . Στο βάθος έβλεπε το καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής και να εκεί δίπλα ο Χριστόφορος  με τον Κωνσταντή  και   την Ερμιόνη στην αγκαλιά να την καλούν να πάει κοντά τους .Προχώρησε   έχοντας αγκαλιά το αριστερό της χέρι.Την άλλη μέρα είδαν πάνω από τον δρόμο  να παίζει το κύμα με το άψυχο σώμα της Κοραλίας στην ακρογιαλιά  . Ο  αριστερός  αγκώνας ήταν  κλειστός  ,αγκυλωμένος  .Έτσι την έθαψαν.                                                                                                                                                                                                                                Ο Σταύρος ασφαλώς  και δεν γνώριζε το  τι γίνεται με την Κοραλία πρώτα γιατί δεν περίμενε γράμμα από κανέναν  αλλά και οι συνθήκες στο μέτωπο  ήταν τέτοιες που δεν περίσσευε  χρόνος ούτε για τις ζωτικές σου ανάγκες . Πολύ το κρύο  και η ψείρα , λίγος ο ύπνος λίγο το φαγητό  λίγες οι σφαίρες  , για να επιβιώσεις θα έπρεπε όλα  αυτά να τα οργανώσεις έτσι  που να μη σου φύγει  λεπτό .  Στις  4 του  Μάρτη  το 20 Σύνταγμα Ελευθερούπολης πήρε διαταγή  να προωθηθεί για να βοηθήσει  τους  Τρικαλινούς που  είχαν διαταγή να κρατήσουν το ύψωμα 731 πάση θυσία  και πιέζονταν . Από το πρωί της άλλης μέρας η φωτιά και το σίδερο που έπεσε στο κεφάλι τους    δεν περιγράφεται . Χτυπούσαν λυσσασμένα οι Ιταλοί  . Σκοτώθηκε  από θραύσμα όλμου  ο Ξενοκράτης ένα  εικοσιτετράχρονο  παιδί από την Ξάνθη .

Ο Σταύρος του  έκλεισε  τα μάτια και τον έκλαψε  γιατί ήξερε ότι έκλαιγε  μαζί και για τον Σταύρο .Όταν σταμάτησε η φωτιά και το σίδερο οι Ιταλοί αναθάρρησαν νόμισαν ότι δεν έχει  μείνει ζωή στο βουνό . Εβγαλαν τα κεφάλια στο φως   δειλά στην  αρχή . Η διαταγή   στους δικούς μας  ήρθε σφυριχτά δεν κουνιόμαστε μέχρι να φτάσουν στην απόσταση βολής χειροβομβίδας.  Οι  Ιταλοί πίστεψαν  ότι τα κανόνια  τους   άνοιξαν δρόμο διάπλατο  και έρχονταν  πια σε ρυθμό  παρέλασης   . Η πρώτη βολή εναντίον τους ήταν  από τον Λοχαγό . Το  τι ακολούθησε δεν περιγράφεται   . Στο τέλος όλης αυτής της μάχης  τα   νέα κορμιά που ήταν  στρωμένα  επάνω στην γη Χιλιάδες  ,τα περισσότερα  ντυμένα με τις μολυβί στολές των  Ιταλών . Ο πόνος όμως των χαροκαμένων  μανάδων  είναι ίδιος  ανεξάρτητα  από εθνικότητα ή  γλώσσα .  Σε ένα λάκκο που άνοιξε κάποια οβίδα στέκονταν  γύρω καμιά δεκαριά στρατιώτες   και   έκλαιγαν  για το παλικάρι που ήταν μπρούμυτα με  καταξεσκισμένα  τα σωθικά του από χειροβομβίδα . Μας έσωσε έλεγαν στον Αξιωματικό που ήρθε κοντά . Μια χειροβομβίδα ξεστράτισε  και έπεσε ανάμεσά μας,  Ο  ήρωας αυτός την καπάκωσε  με το σώμα  του ακριβώς την ώρα που  θα  γίνονταν   η   έκρηξη.  Τον γύρισαν ανάποδα για να πάρει ο αξιωματικός τα χαρτιά του ,ήταν ο Σταύρος  ,ο Σταύρος ο Σμυρνιός  ,  ο δικός μας .

 

Προηγούμενο άρθρο

Καθημερινοί καυγάδες για το παρκάρισμα κοντά στο Νοσοκομείο

Επόμενο άρθρο

Μετά τις γιορτές το έργο του φυσικού αερίου στην οδό Ομονοίας!