Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος τοποθετήθηκε στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2020 στην Αίθουσα Γερουσίας της Βουλής.
Το θέμα Ημερήσιας Διάταξης ήταν: «Επεξεργασία και εξέταση των σχεδίων νόμων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας:
α) «Κύρωση της Συμφωνίας Απόκτησης και Αμοιβαίας Εξυπηρέτησης (Εφαρμοστική Διευθέτηση) μεταξύ του Υπουργείου Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών εκπροσωπούμενου από την Υπηρεσία Αμύνης Διοικητικής Μέριμνας-Ενέργειας και του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας εκπροσωπούμενου από την Ελληνική Πολεμική Αεροπορία σχετικά με τον αμοιβαίο εφοδιασμό καυσίμων» και
β) «Κύρωση της Συμφωνίας Απόκτησης και Αμοιβαίας Εξυπηρέτησης (Εφαρμοστική Διευθέτηση) μεταξύ του Υπουργείου Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών εκπροσωπούμενου από την Υπηρεσία Αμύνης Διοικητικής Μέριμνας-Ενέργειας και του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Ελληνικής Δημοκρατίας εκπροσωπούμενου από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό σχετικά με τον αμοιβαίο εφοδιασμό καυσίμων».
Κατά την παρέμβασή του, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας σημείωσε τα ακόλουθα:
«Πριν περάσω στη σύντομη τοποθέτησή μου, θα ήθελα να δώσετε το λόγο στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων που ασχολήθηκαν με τα τεχνικά ζητήματα, τα επιμέρους ζητήματα αυτής συμφωνίας, προκειμένου να εξηγήσουν φερ’ ειπείν ότι ακόμα και σε επίπεδο χρηματικού ισοζυγίου, η χώρα μας βγήκε ωφελημένη από αυτές τις εφαρμοστικές διευθετήσεις, γιατί στην ουσία πρόκειται για εφαρμοστικές διευθετήσεις που γίνονται συνεπεία των συμφωνιών, και επίσης κάποια άλλα τεχνικά ζητήματα σχετικά με τις τιμές. Θα καταλάβετε οι τιμές δεν είναι τυχαίως προσδιορισμένες, αλλά απολύτως καθορισμένες και από την αντιστοιχία των τιμών αυτών τελικά η χώρα ωφελείται».
…
«Επανερχόμενος στην τοποθέτηση μου, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Σμήναρχο και τον Αντιπλοίαρχο που διαφώτισαν το Σώμα με τις εξηγήσεις που έδωσαν, από τις οποίες προκύπτει μεταξύ άλλων ότι όχι μόνο είναι οικονομικά επωφελής αυτή η συμφωνία για τη χώρα μας, άλλα λύνονται και αμφιβολίες περί αμοιβαιότητας που ακούστηκαν κυρίως από πλευράς ΚΚΕ ότι δηλαδή “αυτή η συμφωνία ασφαλώς είναι επωφελής για τις ΗΠΑ που θα κάνει χρήση των δικών μας εγκαταστάσεων για λόγους ανεφοδιαστικούς, εμείς ποτέ δεν θα βρεθούμε σε αυτή την ανάγκη, οι Αμερικάνοι θα βρεθούν γιατί εμείς δεν θα στείλουμε ποτέ καμιά φρεγάτα ανοικτά της Χαβάης, ενώ οι Αμερικάνοι θα έχουν συνεχή παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο και ως εκ τούτου ωφελούνται αυτοί, όχι εμείς”.
Κι όμως έχει ανακύψει ανάγκη, πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού να εφοδιαστεί με καύσιμα από το αμερικανικό απόθεμα στη Σούδα. Κι αν δεν απατώμαι, αυτό συνέβη πέρυσι όταν το δικό μας απόθεμα ήταν σε χαμηλά επίπεδα και γι’ αυτούς τους λόγους ανατρέξαμε και ζητήσαμε τη συνδρομή των Αμερικανών κι αυτοί φυσικά μας διευκόλυναν. Άρα όλη αυτή η συμφωνία, μάλλον η εφαρμοστική διευθέτηση, ρυθμίζει κατά κάποιο τρόπο το καθεστώς διευκολύνσεων μεταξύ Συμμάχων και τίποτα παραπάνω.
Στην ουσία λοιπόν με την κύρωση της παρούσας σήμερα, αυτή η δυνατότητα παροχής τέτοιων διευκολύνσεων παίρνει θεσμικό χαρακτήρα. Και βέβαια αν η νομοθετική διαδικασία που ακολουθούμε σήμερα και μεθαύριο στην Ολομέλεια είναι το τυπικό κομμάτι, υπάρχει και ουσία. Ασφαλώς και υπάρχει ουσία.
Η ουσία έχει να κάνει με διάφορα πράγματα: Κατ’ αρχήν μπαίνει μία διάσταση συγκυρίας (timing). Η Κυβέρνηση έκρινε ότι είναι καλό, παρά το γεγονός ότι αυτές οι συμφωνίες έχουν υπογραφεί από τον Απρίλιο του ’19 (και μάλιστα όσον αφορά το πρώτο κομμάτι της εφαρμοστικής διευθέτησης για το Πολεμικό Ναυτικό, είχε υπογραφεί από τους αρμόδιους τότε Υπουργούς Εξωτερικών κ. Κατρούγκαλο, Άμυνας κ. Αποστολάκη και Δικαιοσύνης κ. Καλογήρου, αλλά δεν πρόλαβε να υπογραφεί και από τον Οικονομικών κ. Τσακαλώτο διότι μπήκαμε στην περίοδο των εκλογών). Η άλλη εφαρμοστική διευθέτηση που αφορούσε την Πολεμική Αεροπορία είχε υπογραφεί τον Απρίλιο του ’19 από όλους τους αρμόδιους (και τον κ. Τσακαλώτο). Κι επειδή οι υπογεγραμμένες διεθνείς συμφωνίες -όπως θα έπρεπε να ξέρουμε όλοι- δεσμεύουν τη χώρα κι όχι το κόμμα που είναι στην Κυβέρνηση κάθε φορά, δηλαδή παράγουν έννομα αποτελέσματα για τη χώρα από τη στιγμή που έχουν υπογραφεί, το κομμάτι της επεξεργασίας τους και της «κομματικής αντιδικίας» τελειώνει όταν πέσουν οι υπογραφές και κυρωθεί κατά την προσήκουσα διαδικασία από τη Βουλή των Ελλήνων. Αυτό ισχύει για όλες τις διεθνείς συμφωνίες.
Από κει και πέρα η συμφωνία δεσμεύει τη χώρα. Δεν έχει δυνατότητα η χώρα να πει άλλαξα γνώμη διότι άλλαξε Κυβέρνηση και να αμφισβητεί ενώπιον τρίτων μια υπογεγραμμένη συμφωνία. Έχει δυσμενείς συνέπειες, αν επιδείξει αυτήν την ανεύθυνη για χώρα συμπεριφορά. Το Κράτος δεσμεύεται έναντι πάντων και νομίζω ότι εκπροσωπείται από τις νομίμως εκλεγμένες Κυβερνήσεις του ως προς αυτό το κομμάτι. Άρα μία συμφωνία, μία εκτελεστική εφαρμοστική διευθέτηση που έχει υπογραφεί, δεσμεύει την Κυβέρνηση η οποία σπεύδει να την κυρώσει από τη Βουλή των Ελλήνων για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Διότι ξέρετε ότι η συμφωνία ολοκληρώνεται όταν -και τίθεται σε ισχύ μάλλον για να απαντήσω και αυτό το κομμάτι της ερώτησης που έχει διατυπωθεί- από την ημερομηνία κατά την οποία η Ελληνική Δημοκρατία θα ενημερώσει μέσω της διπλωματικής οδού την κυβέρνηση των ΗΠΑ, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για την ολοκλήρωση των σχετικών εσωτερικών διαδικασιών.
Μέχρι τώρα μπορεί να υπήρχαν ατύπως διευκολύνσεις μεταξύ της Ελληνικής και της Αμερικανικής πλευράς ας πούμε, αλλά όχι επειδή η συμφωνία που κυρώνουμε σήμερα και μεθαύριο στην Ολομέλεια ήταν σε ισχύ. Σε ισχύ θα τεθεί όταν πλέον περάσουμε το στάδιο της κύρωσης από την Επιτροπή και την Ολομέλεια και ενημερωθεί προς τούτο για όλα αυτά και η Αμερικανική πλευρά. Ως συμφωνία που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 36 παράγραφος 2 του Συντάγματος, δηλαδή διεθνής συμφωνία για το εμπόριο και την οικονομική συνεργασία με απαιτούμενο τη νομοθετική κύρωσή της.
Τώρα, δύο – τρία σημεία γιατί η συμφωνία κρίνεται επωφελής για τη χώρα μας: Όπως είπαμε, συμβάλει θετικά στον ανεφοδιασμό των αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας και των πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού. Κυρίως, πιο πολλές περιπτώσεις θα ανακύψουν για τα αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας που έχουν μεγαλύτερη ευχέρεια να βρίσκονται και να επιχειρούν εκτός εμβέλειας του Συστήματος Εθνικού Ανεφοδιασμού. Για τα πολεμικά πλοία μας, ενδεχομένως (καθότι συμμετέχουμε σε ΝΑΤΟϊκές ασκήσεις και επιχειρήσεις, σε διεθνούς φύσεως επιχειρήσεις, έξω από τη δική μας εμβέλεια) θα υπάρξει λιγότερο συχνή ανάγκη να τύχουν των ευχερειών αυτής της συμφωνίας, πλην όμως θα υπάρχει. Κυρίως όμως θα υπάρχει για τα αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας.
Θεωρώ ότι η ανάγκη ανεφοδιασμού των αεροσκαφών και των πλοίων μας θα είναι δυνατή σε όλες τις χώρες που έχουν συνάψει αντίστοιχη συμφωνία με τις ΗΠΑ και είναι αρκετές αυτές οι χώρες, για να λύσω κι αυτή την απορία. Σάς αναφέρω ότι τη Mutual Logistics Support Agreement -MLSΑ- (δηλαδή τη γενική συμφωνία υποστήριξης της διοικητικής μέριμνας σε επίπεδο Logistics) έχουν ήδη υπογράψει ή βρίσκονται σε διαδικασία να την υπογράψουν οι εξής χώρες: Ισπανία, Καναδάς, Ηνωμένο Βασίλειο, Πολωνία, Γερμανία, Ιταλία, Τουρκία, Βέλγιο, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Σιγκαπούρη, Ινδονησία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Αργεντινή, Χιλή, Περού, Ονδούρα, Μπαχρέιν και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Επομένως θα υπάρχει ευχέρεια σε αεροσκάφη της Πολεμικής Αεροπορίας να τυγχάνουν αυτών των διευκολύνσεων από τις τρίτες χώρες όπου παραστεί ανάγκη διότι αυτές έχουν συνάψει τη συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτή η ασφάλεια του ανεφοδιασμού μπορεί να γίνεται χωρίς την απαίτηση για άμεση ή προπληρωμένη καταβολή της αξίας των καυσίμων. Παράλληλα θα παρέχει δυνατότητα ποσοτικού διακανονισμού, χορηγηθέντων καυσίμων και δυνατότητα εφαρμογής συμφωνίας για τον ανεφοδιασμό μέσων της Ελλάδας μη κυριότητας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, δηλαδή μέσα του Λιμενικού Σώματος.
Όπως καταλαβαίνετε, είναι προφανές το όφελος για τη χώρα. Δεν χρειάζεται να αναλύσω ιστορικά το πόσο σημαντική είναι η ασφάλεια του ανεφοδιασμού τόσο σε καιρό ειρήνης προκειμένου να πραγματοποιούνται συνεργασίες, επιχειρήσεις, συνεκπαιδεύσεις, ασκήσεις μεταξύ μέσων, αεροσκαφών ή πλοίων διαφόρων χώρων, αλλά και σε καιρό πολέμου. Θα θυμίσω μόνο για όσους αρέσκονται να μελετούν την Ιστορία ότι η μεγάλη αντεπίθεση στις Αρδέννες το Δεκέμβριο του 1944 με τεθωρακισμένα, η τελευταία απόπειρα του Χίτλερ να αλλάξει τη ροή του πολέμου, ανακόπηκε όχι μόνο διότι οι Σύμμαχοι -κυρίως οι Αμερικανοί προέβαλαν αντίσταση εκεί μέσα στα Χριστούγεννα του 1944- αλλά επειδή οι γερμανικές Μεραρχίες Τεθωρακισμένων έμειναν από καύσιμα και δεν ήταν δυνατός ο απρόσκοπτος ανεφοδιασμός ώστε να συνεχίσουν την προέλαση όταν αυτή είχε αρχίσει να αναπτύσσει ορμή. Η ορμή διεκόπη κι έτσι οι δυνάμεις των Ναζί, η τελευταία απόπειρα αντεπίθεσης είχε άδοξο τέλος.
Εν κατακλείδι, τα βασικά σημεία είναι τα ακόλουθα:
– Πραγματοποίηση ανταλλαγών αεροπορικών καυσίμων, όπως σας είπα, καυσίμων εδάφους και λοιπών καυσίμων σε αεροσκάφη, πλοία, οχήματα, εξοπλισμό, μονάδες ανεφοδιασμού των Ενόπλων Δυνάμεων με εισαγωγή οικονομιών κλίμακας.
– Ορισμένη τιμή, όχι ασύμφορη – τυχαία τιμή.
– Δωδεκάμηνη προθεσμία εξόφλησης.
– Ωφέλεια και από μέσα μη κυριότητας Υπουργείου Εθνικής Άμυνας από τη σύναψη συμφωνίας.
– Δυνατότητα εφαρμογής της συμφωνίας και για τον ανεφοδιασμό των μέσων του Λιμενικού Σώματος.
– Δυνατότητα αμοιβαίας ανταλλαγής καυσίμων σε περιόδους ειρήνης αλλά και πολέμου ή έκτακτων επιχειρήσεων ή ειρηνευτικών επιχειρήσεων, κατόπιν συμφωνίας των μερών.
– Δυνατότητα αξιοποίησης προβλέψεων των υπό κύρωση συμφωνιών και με τρίτα μέλη που έχουν ομοειδή συμφωνία με τις ΗΠΑ από την Ελλάδα. Διευρύνεται έτσι η ευελιξία και τα οφέλη από τις ανταλλαγές καυσίμων με οικονομία πόρων. Κυρίως θεωρώ, ωφελημένη θα προκύψει η Πολεμική Αεροπορία.
Η κύρωση της συμφωνίας από την Επιτροπή συμπίπτει με την έλευση του Υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών στη χώρα μας. Καλό είναι κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης, να δείξουμε ότι η στρατηγική σχέση της χώρας μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ενισχύεται, επεκτείνεται και -γιατί όχι- αναβαθμίζεται. Θεωρώ ότι ήταν καλό να γνωρίζει η αμερικανική πλευρά ότι προχωρούν κι από αυτή την τυπική διαδικασία, οι εφαρμοστικές διευθετήσεις που έχουν ήδη υπογραφεί από τον Απρίλιο του 2019. Εκεί θα μπορούσε να ανακύψει ένα ζήτημα άμα ήταν ανάγκη να φτάσουμε κυριολεκτικά παραμονή της επίσκεψής του Μάικ Πομπέο στη Σούδα. Εν πάση περιπτώσει, με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες είστε όλοι και όλες εξοικειωμένοι. Θεωρώ ότι εφ’ όσον αυτές οι δύο εφαρμοστικές διευθετήσεις θα έχουν περάσει από αυτό το στάδιο, προσδίδει άλλο ένα επιχείρημα σε μας, να πούμε στον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών (ξέρετε οι Αμερικανοί τα παρακολουθούν αυτά με προσήλωση αν θέλετε στον τύπο και στη λεπτομέρεια) ότι κι αυτό έχει διευθετηθεί.
Τώρα σε πρακτικό επίπεδο, αν ένα μέσο του Πολεμικού Ναυτικού ή της Πολεμικής Αεροπορίας χρειάζεται άμεσα καύσιμα, μπορεί να προστρέξει στην πλησιέστερη μονάδα ανεφοδιασμού, είτε των ΗΠΑ, είτε μιας άλλης χώρας, και να ανεφοδιαστεί επιτόπου. Σε ουκ ολίγες περιπτώσεις παρέστη ανάγκη να γίνει από το αμερικανικό απόθεμα στη Σούδα, όπως σας είπα. Οι ανακύπτουσες εκκρεμότητες θα τακτοποιηθούν σε μεταγενέστερο χρόνο. Θεωρώ ότι ένας χρόνος προκειμένου να εξοφληθούν εκατέρωθεν εκκρεμότητες -αν μη τι άλλο- αποδεικνύει τη συμμαχική σχέση, δηλαδή ότι μεταξύ Συμμάχων οι εκκρεμότητες αυτές διευθετούνται με κάποια πίστωση χρόνου. Δεν είναι λόγος να επιμείνει η μία ή η άλλη πλευρά ή να προσπαθεί να ρυθμίσει αυτά με μια γενική διάθεση αυστηρότητας. Είναι ένα ακόμα σημαντικό πλεονέκτημα ευελιξίας ως προς τον τρόπο εξόφλησης, είτε σε είδος, είτε σε χρήμα και βέβαια η δυνατότητα ανεφοδιασμού και άλλων μέσων.
Απότοκος της εξαιρετικής, ολοένα πιο εμβαθυνόμενης, στρατηγικής σχέσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και της Ελλάδας, σχέση η οποία απεικονίζεται κυρίως μέσα από τη Συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας – ΗΠΑ η οποία εντός των ημερών πρόκειται να ανανεωθεί ή μάλλον να προκύψει η επόμενη τροποποίησή της. Κάθε ανανέωση αποκαλείται τροποποίηση συμφωνίας. Είναι θέμα που υποθέτω ότι αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή συνομιλίας, ανάμεσα στους συναρμόδιους υπουργούς. Αυτή η συμφωνία είναι θέμα αρμοδιότητας Υπουργείου Εξωτερικών, παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της αναφέρεται στην αμυντική συνεργασία στο χώρο της Άμυνας.
Οι Αμερικανοί αποδίδουν τεράστια σημασία στη στρατηγική σημασία της Σούδας. Θεωρώ ότι και η ελληνική πλευρά αποδίδει αυτή τη σημασία.
Σήμερα είχα τη δυνατότητα να ενημερώσω τα μέλη της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στη Διακοινοβουλευτική του ΝΑΤΟ, αλλά προ ημερών το συζητήσαμε και στην Επιτροπή Εξοπλιστικών και σας εξήγησα τη σημασία που αποδίδει το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας για τη βάση της Σούδας και τα σχέδια που υπάρχουν να αναβαθμιστεί. Κι όταν λέω σχέδια αναβάθμισης, δεν εννοώ το αμερικάνικο κομμάτι. Οι Αμερικανοί ήδη την χρησιμοποιούν κατά τρόπο πάρα πολύ εντατικό. Μιλώ για το ελληνικό κομμάτι δεδομένου ότι αν η χώρα από δω και πέρα (νομίζω ότι επιβάλλεται από τη συγκυρία) θελήσει να κάνει αισθητή τη ναυτική παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο, τότε όπως διαθέτει τις ευκαιρίες του Ναυστάθμου Σαλαμίνος, πρέπει να αναπτύξει ένα παρόμοιο σύστημα, έναν ουσιαστικά λειτουργικό ως προς όλα Ναύσταθμο στην Κρήτη. Κι αυτό θα γίνει μέσα από την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων της Σούδας.
Ήδη στο σχεδιασμό του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας έχουν προβλεφθεί κονδύλια στο πρόγραμμα που ανακοινώσαμε ως Εξοπλιστικό. Στην ουσία είναι ένα μακροπρόθεσμο, σε βάση δεκαπενταετίας, πρόγραμμα σταδιακής αλλά ουσιαστικής αναβάθμισης των Ενόπλων Δυνάμεων, προβλέπονται και κονδύλια για την αναβάθμιση των υποδομών και το βασικό ζήτημα αναβάθμισης υποδομής στη χώρα θα αφορά σε αυτές της Σούδας, προκειμένου να μπορεί να αποτελέσει έναν πλήρως οργανωμένο και λειτουργικό Ναύσταθμο, ικανό να υποστηρίξει σε μόνιμη βάση και όχι περιστασιακά μονάδες, πλοία επιφανείας και υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού.
Αυτή είναι η πρόθεση μας στο πλαίσιο του σχεδιασμού για την επόμενη μέρα των Ενόπλων Δυνάμεων διότι αυτό επιβάλλει η συγκυρία. Είναι όμως μία υπόθεση η οποία θα εξελιχθεί σε βάθος χρόνου διότι αυτά τα ζητήματα δεν ρυθμίζονται από τον ένα μήνα στον άλλον. Θέλουν πολύ χρόνο έως ότου διευθετηθούν. Σε κάθε περίπτωση όμως, βασική προϋπόθεση είναι να ληφθεί η σχετική απόφαση προς τούτο κι αυτήν μπορείτε να τη θεωρήσετε ειλημμένη στη βάση του συνολικού σχεδιασμού».
…
«Να κάνω και μία ακόμα εξήγηση: Έχουμε πει καταρχήν αυτή είναι η πρόθεσή μας και ότι θέλει ένα σχεδιασμό προκειμένου να υλοποιηθεί. Δεν είναι υπόθεση μερικών μηνών τα περί επικείμενης ίδρυσης Ναυστάθμου στην Κρήτη. Θέλει χρόνια, αρκεί όμως να ληφθεί η απόφαση.
Η σχετική απόφαση λήφθηκε κατόπιν σχετικής εισήγησης του ΓΕΕΘΑ και των Επιτελείων -του ΓΕΝ εν προκειμένω- προς την Πολιτική Ηγεσία. Η Πολιτική Ηγεσία την έκανε δεκτή και προχωρούμε να την εντάξουμε στο συνολικό σχεδιασμό μας. Το εξηγήσαμε στην Επιτροπή Εξοπλιστικών την προηγούμενη εβδομάδα, κατά την ενημέρωση που είχαμε. Το συζητήσαμε κατά τη συζήτηση της νέας δομής Δυνάμεων, την προηγούμενη εβδομάδα. Θέλει βάθος χρόνου για να προκύψει, αλλά απλά λέμε ότι υπάρχει στο σχεδιασμό μας κι αυτό διότι έτσι επιβάλλουν οι περιστάσεις, οι γεωπολιτικές συγκυρίες. Η χώρα και το Πολεμικό Ναυτικό πρέπει να έχουν παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητη η αναβάθμιση των δομών που έχουμε στην Κρήτη. Αυτό είναι όλο».