Γράφει η Ηρώ Καραμανλή
Ο Χανς φον Μπύλοβ, ο σημαντικότερος ίσως γερμανός διευθυντής ορχήστρας στα τέλη του περασμένου αιώνα έλεγε συχνά : «Πιστεύω στον Μπαχ, τον Πατέρα, στον Μπετόβεν, τον Υιό, και στον Μπραμς, το Άγιο Πνεύμα της μουσικής». Το ίδιο φαντάζομαι ότι πιστεύει μέχρι σήμερα και η πλειονότητα των φίλων της κλασικής μουσικής. Μόνο που εγώ προσωπικά, προσθέτω στην αξιολόγηση των μεγάλων συνθετών ένα επιπλέον αστεράκι στον Μπράμς. Στη δημιουργική αυτή μουσική φυσιογνωμία του 19ου αιώνα που καταπιάστηκε τόσο πολύ με το παρελθόν – δίχως να καταλήξει συντηρητικός – και που κατανόησε και ένωσε τρεις διαφορετικούς κόσμους : του ξεχασμένου τότε μπαρόκ, του φθίνοντος κλασικισμού και του ακμάζοντος ρομαντισμού. Ο Μπραμς αναφερόταν στο μουσικό του ταλέντο συγκρατημένα αλλά και με ειλικρίνεια, όταν μιλούσε σε φίλους. Κάποτε, είχε πει στον στενό του φίλο Χένσελ ότι «μια σκέψη, μια ιδέα, είναι μια έμπνευση από ψηλά για την οποία δεν ευθύνομαι. Είναι ένα δώρο, ένα χάρισμα που θα έπρεπε ακόμα και να περιφρονώ μέχρι να το κάνω δικό μου μέσα από σκληρή δουλειά».
Μερικά χρόνια μετά, σε ένα διάλογο που είχε με τον Αμερικανό δημοσιογράφο Άρθουρ Άμπελ, του ζήτησε να απαγγείλει τους αρχικούς στίχους από την «Οδύσσεια» του Ομήρου («Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον,…», (τον άντρα τον πολύπραγο τραγούδησέ μου, ω Μούσα,…). Όταν τέλειωσε την απαγγελία ο δημοσιογράφος, ο Μπραμς είπε : «Ο Όμηρος ζητούσε την έμπνευσή του από ψηλά, όπως κάνω κι εγώ όταν συνθέτω, όπως έκανε και ο Μπετόβεν… Ζητώ να εμπνευστώ συνθέσεις που ανυψώνουν και ωφελούν την ανθρωπότητα – πράγματα που έχουν διαχρονική αξία».
Η ΛΕΞΗ
αὐδή, Δωρ. αὐδά, ἡ
Αυδή είναι η ανθρώπινη φωνή, η ομιλία και είναι αντίθετη με τη λέξη ὀμφή (θεϊκή φωνή), (Ομήρ. Ιλ). Σημαίνει επίσης και ήχος ή οξύς ήχος του νεύρου του τόξου (Ομήρ. Οδ). Αυδή, λέει και ο Σουίδας ότι είναι η φωνή και αυδήεσσα είναι η ονομαστή, η ένδοξη. Στο κεφάλαιο Κ της Οδύσειας αναφέρει ο Όμηρος : « Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα, αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο…», (η Κίρκη, η ωριόμαλλη θεά, κι η ανθρωπολαλούσα, και του Αιήτη του κακόβουλου η φοβερή αυταδέρφη…) στ. 136 – 137.
Μπορεί, λοιπόν, να έπεσε σε αχρησία η λέξη αυδή την χρησιμοποιούμε όμως στα ομόρριζά της, άδω, ωδή, αηδόνι, άναυδος, απηύδησα*, κλπ. Αυτό το μεγαλείο ανακαλύπτουν συνεχώς οι ξένοι όταν συνδυάζουν τις εκπληκτικές ομορφιές της Ελλάδας με την προσφορά χιλιάδων ελληνικών λέξεων στο λεξιλόγιό τους.
Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ, ο μεγαλύτερος ταξιδιωτικός συγγραφέας της εποχής μας, συνέδεσε τη ζωή του με την Ελλάδα. Το 1933 σε ηλικία 18 χρονών διέσχισε με τα πόδια την Ευρώπη έχοντας προορισμό την Κωνσταντινούπολη. Έφτασε εκεί μετά από δύο χρόνια και μερικούς μήνες, την Πρωτοχρονιά του 1935. Κατόπιν επισκέφτηκε τον Άθω μένοντας εκεί ένα διάστημα και στη συνέχεια ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα. Όταν είδε τη Μάνη έμεινε έκπληκτος από την ομορφιά της και την έκανε δεύτερη πατρίδα του. Έζησε στην Καρδαμύλη της Μάνης σαράντα χρόνια, μέχρι τον θάνατό του το 2011. Έγραψε για την Ελλάδα δύο βιβλία, το 1958 «Μάνη» και το 1966 «Ρούμελη», (εκδόσεις Κέδρος). Στην πρώτη του επαφή με την Καρδαμύλη, μεταξύ άλλων, έγραψε τα εξής : «Τα βουνά έπεφταν απότομα μέχρι σχεδόν κάτω την ακρογιαλιά. Εδώ κι εκεί, ανάμεσα στ’ ασπρισμένα σπίτια δίπλα στη θάλασσα, μεγάλα όλο ψίθυρους καλάμια, τρία μέτρα ψηλά, ταλαντεύονταν µε την πιο απαλή πνοή του ανέμου. Ανάμεσα στα δέντρα ήταν δεμένα δίχτυα. Σε πολλά κατώφλια βρισκόντουσαν πιθάρια για λάδι, μεγάλα σαν κι εκείνα που βρεθήκανε, µε τις ανασκαφές, στο παλάτι του Μίνωα».
*(Επειδή πολύ συχνά το ρήμα απαυδώ χρησιμοποιείται λανθασμένα, να πω πως η αύξηση στα ρήματα μπαίνει μόνο στον παρατατικό και τον αόριστο της οριστικής. Οπότε οι ορθοί τύποι είναι : απαυδώ – απηύδησα – έχω απαυδήσει – να/θα/ας απαυδήσω).
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΑΤΡΙΚ ΛΗ ΦΕΡΜΟΡ, «ΜΑΝΗ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ
ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΙΔΑ Ή ΣΟΥΔΑ
Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΓΙΟΧΑΝΕΣ ΜΠΡΑΜΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ