Η Ποίηση από την αρχαιότητα έως σήμερα, εξέφραζε πάντα την ανάγκη που διακατέχει τον άνθρωπο να εξωτερικεύει τα συναισθήματά του και να αποτυπώνει σε στίχους την επίδραση που έχει το περιβάλλον στον ψυχικό του κόσμο.
Θεωρείται πως ο εσωτερικός μας κόσμος έχει την ιδιότητα του αληθινού, του αιώνιου και του πνευματικού. Γι’ αυτό τα περισσότερα φιλοσοφικά ρεύματα του αρχαίου κόσμου – που μελετώνται και στις μέρες μας – ερμηνεύουν το πέρασμα από το εξωτερικό προς το εσωτερικό μας, ως πέρασμα από το Γίγνεσθαι στο Είναι.
Ο Στησίχορος ήταν αρχαίος λυρικός ποιητής από την Ιμέρα της Σικελίας (7ος – 6ος αι, π.Χ.) και συμπεριλαμβάνεται στους εννιά λυρικούς ποιητές που θαύμαζαν οι λόγιοι της Αλεξάνδρειας της Ελληνιστικής περιόδου. Ο Ποιητής οφείλει τη φήμη του στη μεταποίηση επικών θεμάτων σε λυρικό μέτρο αλλά το μεγαλύτερο μέρος από τα έργα του έχει χαθεί, σώζονται μόνο μερικά αποσπάσματα ή περιγραφές και αναφορές από μεταγενέστερες πηγές. Είναι γνωστός για την περίφημη παλινωδία του. Είχε γράψει μία ωδή για την ωραία Ελένη την οποία καθύβριζε επειδή υπήρξε τον μήλον της έριδος μεταξύ Ελλήνων και Περσών και η αιτία να γίνει ο Τρωικός Πόλεμος. Γι’ αυτή του την απρονοησία τιμωρήθηκε από τους θεούς που τον τύφλωσαν. Τω όντι τυφλός, συνέγραψε μια δεύτερη ωδή, μία πάλιν-ωδία, αποκαθιστώντας έτσι την καλή της φήμη και οι θεοί επανόρθωσαν την πράξη τιμωρίας και του χάρισαν το φως του.
Στο Φαίδρο του Πλάτωνα, μας παραδίδεται η παλινωδία του Στησίχορου. Η Ελένη ήταν στην Αίγυπτο, ενώ μια οπτασία της βρισκόταν στην Τροία: «οὐκ ἔστ᾽ ἔτυμος λόγος οὗτος, οὐδ᾽ ἔβας ἐν νηυσὶν εὐσέλμοις, οὐδ᾽ ἵκεο Πέργαμα Τροίας».
Η ΛΕΞΗ
Παλινωδία, η
Σύνθετη λέξη που προέρχεται από την ένωση των : πάλιν και ωδώ – ωδή. Παλινωδία είναι η αναίρεση, η ανάκληση, η με νέα ωδή αναίρεση του περιεχομένου προηγούμενης ωδής, η ανυπαρξία σταθερής πρακτικής και συμπεριφοράς, η αμφιταλάντευση. Η λέξη πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, ταιριαστή στα τότε χρηστά ήθη, σήμαινε επανόρθωση. Σήμερα μεταφορικά σημαίνει αναστροφή γνώμης ή στάσης προς συγκεκριμένο ζήτημα. Το ρήμα «παλινωδώ», ενώ θα έπρεπε να σημαίνει κυριολεκτικά ανασυνθέτω τραγούδι ή τραγουδώ σε νέα εκτέλεση, εντούτοις χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του ανακαλώ, αναιρώ οτιδήποτε προηγούμενο έχει λεχθεί (από το ίδιο πρόσωπο).
Ο συγγραφέας Στέλιος Ράμφος στο βιβλίο του «Η Παλινωδία» (Κέδρος, 1976), μιλάει για τον Παπαδιαμάντη σε ιδιόχειρη αφιέρωση : «Έτσι, σαν μαθητεία στο καθιερωμένο τότε λογοτεχνικό είδος, καταλαβαίνω το ξεκίνημα του Παπαδιαμάντη με το μυθιστόρημα κι έτσι βλέπω σαν έργο ωριμότητος την τελική του προσχώρηση στο διήγημα. Αυτή την στροφή ονομάζω «παλινωδία» και σ’ αυτήν θα σταθώ, προσπαθώντας να λογαριάσω τις προεκτάσεις και της συνέπειές της για την ζωή μας».
Ο Ποιητής Γιώργος Γεωργούσης που ειδικεύτηκε στην καρδιολογία, στο Παρίσι (1966-1969) και το Λονδίνο (1970-1973), ήταν Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κι εργάστηκε για πολλά χρόνια ως κλινικός καρδιολόγος στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο της Αθήνας.
Στη λογοτεχνία ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση και δευτερευόντως με το δοκίμιο και τη μετάφραση. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1966, με την ποιητική συλλογή «Nυκτιλύκη» – πανέμορφη λέξη με την οποία ασχοληθήκαμε σε προηγούμενο άρθρο. Το 1989 εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Παλινωδία» η οποία αγκαλιάστηκε από το αναγνωστικό κοινό και εισέπραξε άριστες κριτικές.
Η λέξη «Παλινωδία» χρησιμοποιείται στο καθημερινό μας λεξιλόγιο πάνω από εικοσιεπτά αιώνες αποδεικνύοντας τη συνέχεια και τη δύναμη της ελληνικής γλώσσας.
ΗΡΩ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
ΠΗΓΕΣ
ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ – ΓΕΡ. ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΑΤΟΣ
ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ – ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΑ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΣΣΔ – Λ.Φ. ΗΛΙΤΣΤΕΦ, Π.Η. ΦΕΝΤΟΣΕΓΙΕΦ – ΕΚΔΟΣΕΙΣ Κ.ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ