Οι άνθρωποι που σκέφτονται αυτόνομα είναι χρήσιμοι για το ανθρώπινο είδος, ακόμα κι αν οι απόψεις τους δεν είναι πάντα κοινές, δεν τις μοιράζονται όλοι. Διότι φωτίζουν πτυχές της πραγματικότητας που διαφορετικά – και λόγω της θέλησης για δύναμη και εξουσία – θα παρέμεναν κρυφές, εμποδίζοντας μια πιο ακριβή κατανόηση του πλαισίου μέσα στο οποίο λειτουργούμε.
Ο Massimo Cacciari είναι μέρος αυτού του μικρού κύκλου, και μας έχει συμβεί συχνά -σχεδόν πάντα, φαίνεται να θυμόμαστε- να διαφωνούμε και με ριζοσπαστικό μάλιστα τρόπο. Ήταν δήμαρχος της Βενετίας, ευρωβουλευτής του Δημοκρατικού Κόμματος, πρώην Κκι και πρώην Potere Operaio, φιλόσοφος και πολλά άλλα πράγματα. Εν ολίγοις, ένα μέλος του κατεστημένου, «φιλοευρωπαίος» χωρίς αν και αλλά, όπως λένε, αλλά «κριτικός» παρ’ όλα αυτά.
Λέει λοιπόν στη συνέχεια ο Francesco Piccioni πως Οι αναγνώστες μας έχουν πλέον συνηθίσει να βλέπουν ότι συχνά δράττουμε την ευκαιρία από αυτές τις σπάνιες εξαιρέσεις – για παράδειγμα επιλέγοντας να ψάξουμε μέσα στις οικονομικές εφημερίδες, που αναγκάζονται από ανάγκη (συμβουλές και πληροφορίες για επιχειρηματίες) να αφήσουν την ιδεολογία στην άκρη.
Έτσι, δεν θα εκπλαγούν αν ασχοληθούμε, σήμερα, με ένα μακρύ άρθρο του Massimo Cacciari που εμφανίστηκε στη La Stampa, και το οποίο μπορούμε να ορίσουμε αμέσως από τον τίτλο – Η Ευρώπη μας κοντά στο ηλιοβασίλεμα, στη δύση της, La nostra Europa vicina al tramonto – την κραυγή του «πόνου της ευρωπαϊκής αστικής τάξης» σε αυτή τη συγκυρία.
Ο λόγος είναι απλός. Ο Cacciari αποτυπώνει με ακρίβεια – γνωρίζοντάς τις εκ των έσω – τόσο τις δύο σχέσεις ισχύος διαφορετικών τμημάτων της μπουρζουαζίας (ιταλικής, ευρωπαϊκής, ευρωατλαντικής), συμπεριλαμβανομένων των σχετικών θεσμικών σχέσεων (εθνικό Κράτος, Ευρωπαϊκή Ένωση, Νατο). όσο ορισμένες επιπτώσεις αυτής της δομής εξουσίας επί των εκλογικών δυναμικών, που αποτελούν την αφετηρία της ανάλυσής του.
Παρεμπιπτόντως και ατυχώς, σαρώνει κάθε ανοησία που λέγεται, εδώ και 30 χρόνια, για τη λεγόμενη «χρήσιμη ψήφο», που τόσο γοητεύει τους «αριστερούς» από τη στιγμή που πρέπει να μπουν (πρακτικά μια φορά το χρόνο) σε ένα εκλογικό θάλαμο.
Στο πλαίσιο της ανοιχτής κρίσης με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αντιμετωπίζει ακριβώς την «ευρωπαϊκή ανάσα ανακούφισης» απέναντι στη γαλλική ψήφο, που για άλλη μια φορά απέρριψε την ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν, επιβεβαιώνοντας απρόθυμα τον τραπεζίτη Μακρόν. Αλλά το κάνει με έναν πραγματικά πρωτότυπο τρόπο, σε σύγκριση με την ιταλική χορωδία των καθεστωτικών μέσων ενημέρωσης.
“Οι γαλλικές εκλογές διδάσκουν, όπως, με την ίδια έννοια, και τα ιταλικά γεγονότα διδάσκουν, και πριν από αυτά τα ελληνικά, ισπανικά κ.λπ. και τα λοιπά. Διαφορετικές, περιπτώσεις, φυσικά, βασισμένες και στη δύναμη των διαφορετικών Κρατών, αλλά ένα κοινό νήμα τις ενώνει. Οι διάφορες Μαρίν Λεπέν θα μπορέσουν να δοκιμάσουν άλλες δέκα φορές να κερδίσουν και δεν θα νικήσουν ποτέ.
Ο κίνδυνος διέφυγε ευτυχώς. ίσως οι λόγοι για τους οποίους έχουμε ανοσία σε αυτό είναι λιγότερο ευτυχείς. Πολύ απλά, οι ευρωπαίοι συμπολίτες μας έχουν κατανοήσει στη μεγάλη πλειοψηφία ότι δεν είναι δυνατό να κυβερνηθεί μια δυτική Χώρα χωρίς τη ρητή υποστήριξη των μεγάλων παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών και οικονομικών δυνάμεων. Ψήφο στις Λεπέν σημαίνει ψηφίζει κάποιος για να ανοίξει μια κρίση.
Οι ευρωπαίοι πολίτες ψηφίζουν σήμερα, και αρκετά εύλογα, για εκείνους που πιστεύουν ότι είναι σε θέση να υπερασπιστούν, χάρη στο κύρος που απολαμβάνουν «στο σπίτι» από αυτές τις δυνάμεις, εκείνη τη λίγη ή περισσότερη ευημερία και ασφάλεια που τους έχει απομείνει. Οι Λεπέν δεν ψηφίστηκαν -ή δεν ψηφίστηκαν αρκετά- όχι επειδή είναι πολιτισμικά δύσπεπτες, αλλά επειδή είναι σίγουροι παράγοντες σίγουρης ανασφάλειας”.
Δεν υπάρχει κάποια στρατηγική διαφωνία με τη φιλοευρωπαϊκή προοπτική, αυτή η «συντηρητική» ψήφος εκτιμάται. Απλώς σημειώνει ότι «οι πολίτες» έχουν ήδη εσωτερικεύσει εκείνες τις υπερεθνικές σχέσεις εξουσίας που καθιστούν κάθε εθνική εκλογή και διοίκηση μια απλή επικύρωση της υπάρχουσας κυριαρχίας.
Με άλλα λόγια: ήμαστε πλειοψηφία αποδεχόμενοι ότι τίποτα πραγματικά δεν μπορεί να αλλάξει, σε οποιαδήποτε χώρα, αλλά πρέπει να υποστηρίξουμε αποφάσεις υψηλότερου επιπέδου για να μην κινδυνεύσουμε μια δραστική επιδείνωση των κανονικών συνθηκών διαβίωσης (αύξηση του spread, περισσότερο αυστηρή λιτότητα, κλείσιμο, περικοπές δαπανών κ.λπ.).
Στη γλώσσα μας, συνήθως λέμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι «ένα κλουβί» που αποτελείται από υπερεθνικές συνθήκες και θεσμούς, οι οποίοι ρυθμίζουν-επηρεάζουν τις εθνικές πολιτικές επιλογές όπως ακριβώς η κεντρική κυβέρνηση επηρεάζει τις περιφερειακές και δημοτικές διοικήσεις.
Αυτή η παρατήρηση – που εκφραζόταν στο παρελθόν με εθνικιστικούς και αντιδραστικούς τόνους πάνω απ’ όλα από τη Λέγκα και τους μεταφασίστες της Μeloni (αλλά και από τα Πέντε Αστέρια προ-«κυβερνητικού τεστ», κραδαίνοντας τα τυπικά συμφέροντα μιας «ιταλικής αστικής τάξης» της οποίας ο επιχειρησιακός ορίζοντας δεν ξεπερνά τα σύνορα, λόγω έλλειψης κεφαλαίων, τεχνογνωσίας, καινοτομίας κ.λπ. – είναι μια αναγνώριση της πραγματικής κατάστασης, όχι ένα »ιδεολογικό ζήτημα”.
Είναι αλήθεια ότι αυτή η «υπερεθνική» εξουσία εκφράζεται με τον ίδιο τρόπο ενάντια σε κάθε κυβέρνηση που σχηματίζεται σε αντίθεση με τις δικές της οικονομικές πολιτικές και συμφέροντα της. Για παράδειγμα, ήταν εξαιρετικά βίαιη εναντίον της ελληνικής αριστεράς του Τσίπρα (τη κυβέρνηση με υπουργό οικονομίας τον Βαρουφάκη). Και ειπώθηκε τότε «φυσικά, η Ελλάδα είναι μια αδύναμη χώρα…”.
Όμως το παιχνίδι επαναλήφθηκε με την κυβέρνηση των «κιτρινοπράσινων», Κόντε-Σαλβίνι, σε εντελώς διαφορετικό πολιτικοκοινωνικό προσανατολισμό. Και η Ιταλία, μολονότι η πιο εύθραυστη, είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην ΕΕ, μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία. Επομένως το «βάρος» μιας χώρας μετράει για το μέγεθος και τις μορφές της επίθεσης, αλλά δεν αλλάζει το νόημα της επιχείρησης.
Να το πούμε με άλλα λόγια, κάθε χώρα της ΕΕ δεν έχει καμία «ελευθερία» να επιλέγει τη μοίρα της -δεξιά ή αριστερά- αλλά πρέπει να κινείται σε ένα χώρο λήψης αποφάσεων που περιορίζεται σε μη «δομικά» ζητήματα. Δηλαδή που να μη σχετίζονται με οικονομικά, περιουσιακές σχέσεις, διεθνείς σχέσεις, στρατηγική αυτονομία, κοινωνικές και δημοσιονομικές πολιτικές κ.λπ.
Θυμόμαστε πάντα ότι το λεγόμενο «Ταμείο ανάκαμψης», “recovery Fund”, που αργότερα συγκεκριμενοποιήθηκε σε Pnrr, χορηγεί δεσμευμένα δάνεια για την πραγματοποίηση 528 «προϋποθέσεων». Αλλιώς nada…
Σε αυτό ο Cacciari είναι ξεκάθαρος.
“Σε όλες τις εκλογές που έχουν σημασία, σε άλλες η ψήφος μπορεί να είναι πιο «ελεύθερη» και η διαμαρτυρία ενάντια στο κατεστημένο υψώνει τη φωνή της. Ωστόσο, αν την υψώσει πολύ, βλέπε δηλώσεις grilline – η κατάσταση γίνεται ακυβέρνητη και προβλέπεται, όπως εδώ σε εμάς, με τους Ciampi, τους Dini, τους Monti, τους Draghi (και συνακόλουθη μεταμέλεια των κατεδαφιστών απίστευτη ακόμη και στην περίπτωση των διαφόρων δικών μας Di Maio). Προνοιακά μέτρα, ίσως, αλλά το ηθικό δίδαγμα δεν αλλάζει: στη Δύση δεν κυβερνά κάποιος παρά μόνο στην πολιτικοοικονομική γραμμή που αντιπροσωπεύουν αυτά τα ονόματα”.
Από την άποψή μας – ως κομμουνιστές, ή και από εκείνη απλών «προοδευτικών» – αυτό σημαίνει ότι καμία κοινωνική αλλαγή δεν είναι δυνατή μέσα σε αυτούς τους περιορισμούς και αυτούς τους υπερεθνικούς θεσμούς. Οι οποίοι για τον Cacciari είναι φυσικά καλοί, αλλά των οποίων φέρνει στο φως την έλλειψη προσοχής στα κοινωνικά προβλήματα που εγείρει με τη δράση του (αλλά αυτό είναι μια πιο μακροσκελής συζήτηση, που θα μας έβγαζε εκτός θέματος).
Το σημαντικό κομμάτι, για σήμερα, είναι στην πραγματικότητα η κατάρριψη του επιχειρήματος της «χρήσιμης ψήφου», στενά συνδεδεμένου με τη «μαύρη τρύπα στην οποία έχει εξαφανιστεί η αριστερά». Ας το ακούσουμε:
“Η εξαφάνιση της λεγόμενης «αριστεράς» είναι το προϊόν αυτής της μοίρας, πολύ περισσότερο από την αδυναμία και τη λήθη των ηγετών της. Και η νοσταλγία γι’ αυτό το όνομα, που παρέμεινε ένα καθαρό flatus vocis, απλά αξιολύπητη”.
Όποιος κι αν κερδίζει εκλογές δεν έχει καμία πιθανότητα να παίξει παιχνίδι -και κοινωνικές πολιτικές- διαφορετικές από εκείνες που έχουν οριστεί στις Βρυξέλλες, τη Φρανκφούρτη και την Ουάσιγκτον. Η χρήσιμη ψήφος, εν ολίγοις, ποτέ δεν χρησίμευσε για να «φράξει το δρόμο προς τα δεξιά» – που, όπως αποδεικνύει η Μαρίν Λεπέν, «δεν μπορεί να κερδίσει» – αλλά απλώς να καταστρέψει κάθε υπόθεση και εναλλακτικό όραμα κοινωνικής αλλαγής. Ακόμη και όχι ριζοσπαστικής…
Τότε, βέβαια, και ο Cacciari πρέπει να αναγνωρίσει με τον τρόπο του ότι – έχοντας κερδίσει τον οικονομικό πόλεμο κατά των εργαζομένων, ακυρώνοντας την αυτονομία των εθνικών Κρατών, με επιβεβαιωμένη την ανωτερότητα της ευρωπαϊκής αστικής τάξης στη Γηραιά Ήπειρο – ωστόσο αυτή η τελευταία χάνει το στοίχημα της για «στρατηγική αυτονομία» στον διεθνή ανταγωνισμό.
“Η αναγωγή της Ευρώπης σε μια ατλαντική Επαρχία είναι η εξίσου αναπόφευκτη συνέπεια που μετά, για να καταστεί λιγότερο σκληρός ο νόμος, το Νατο παρουσιάζεται ως μια μεγάλη δύναμη ειρήνης δεν είναι, θα λέγαμε κάποτε, παρά ευκαταφρόνητη ιδεολογική υπερδομή.”
Οι σύντροφοι που ακόμη και σήμερα χορεύουν στους ρυθμούς των «εθνικών κρατών» που θα ήταν αυτόνομα στις αποφάσεις τους και με τον «ευρωπαϊκό χώρο» σαν να ήταν ουδέτερος και «αναβατός», ας λάβουν υπόψη τα ανωτέρω. Και ας προβληματιστούν, θα έλεγε o Zaia…
ο Roberto Maffi 29 AΠΡΙΛΙΟΥ 2022 6:58 λέει:
Πρέπει να είμαι ειλικρινής. όλους αυτούς τους διανοούμενους, τους φιλοσόφους, τους δοκιμιογράφους, τους διαμορφωτές κοινής γνώμης, που βρισκόμαστε να έχουμε στην Ιταλία, θα τους έβαζα να δουλέψουν εργάτες νυχτερινή βάρδια μαζί μου. Είμαι εργάτης, γιος εργατών και αγροτών για γενιές και σκέφτομαι ως εργάτης και ως κομμουνιστής. Είναι η ανακάλυψη του ζεστού νερού που η Ιταλία, όπως και πολλά άλλα ευρωπαϊκά έθνη, βρίσκεται στη ρυμούλκηση ενός πολιτικο-κοινωνικού-οικονομικού συστήματος που δημιουργήθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ιταλική μπουρζουαζία είναι ακριβώς ιταλική, και επομένως ρυμουλκείται από πιο σημαντικές αστικές τάξεις (και δεν χρειάζεται να λέμε πολλά) από την ιταλική. Έχετε πόνο στο στομάχι; Πάντα είχατε, και ο χειρότερος στομαχόπονος ήταν πάντα η εργατική τάξη και οι απαιτήσεις της. Εάν ο Cacciari συνειδητοποιεί τώρα ότι δεν ήταν ποτέ μέρος αυτής της τάξης, και αποδέχεται αυτό το όραμα του κόσμου, σίγουρα δεν πρέπει να είναι κάτι καινούργιο για εμάς. Οι ιταλοί διανοούμενοι ήταν πάντα, σε πολύ μεγάλο βαθμό, αυτοί οι χαρακτήρες. χαρακτήρες που αποτελούν μέρος αυτής της ιταλικής μπουρζουαζίας. Για αυτούς η «εξαφάνιση της αριστεράς» είναι πλέον ένα φυσικό και παγιωμένο γεγονός, άρα: «Η κατάντια της Ευρώπης σε ατλαντική επαρχία». Το πρόβλημα που δεν καταλαβαίνουν και που δεν μπορούν να καταλάβουν, είναι πως η αριστερά στην οποία αναφέρονται δεν είναι η σοσιαλδημοκρατική, νεοφιλελεύθερη και ατλαντική, και ότι οι λαοί της Ευρώπης, σε μεγάλο βαθμό, έχουν κουραστεί να είναι απλά υποκείμενα του αναγκαστικού ατλαντισμού των κυβερνώντων τους, ατλαντισμού που είναι εις βάρος των ίδιων των λαών. Είναι μια ιδέα εντελώς ξένη γι’ αυτούς, και που οδηγεί κάποιον σαν τον Cacciari να περάσει από το Potere Operaio στο PCI-ΚΚΙ και τελικά σε ένα νεοχριστιανοδημοκρατικό κόμμα όπως το PD.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος contropiano.org