«Η απελευθερωτική έννοια είναι μια σύλληψη, ένας τρόπος να βλέπεις τη φυλακή. Την κοιτάζεις εντοπίζοντας τις αδυναμίες της οργάνωσης των φυλακών και τα δυνατά σημεία της συλλογικής εφευρετικότητας των κρατουμένων. Την κοιτάς σε συνάρτηση της απόδρασης. Η ελευθερία που κατακτάται με τη συγκέντρωση μιας συλλογικής τεχνογνωσίας. Πολλά χέρια που συνεργάζονται, που δουλεύουν μαζί». Ξεκινώντας από εδώ αναπτύσσεται η διήγηση μιας απόδρασης από τη φυλακή. Η ελευθερία που εξαγοράστηκε, στο τίμημα αυτής που κατακτήθηκε, μετριέται στην αφήγηση με εκείνη που παραχωρούν οι δυνάμεις οι οποίες κρατούν στα χέρια τους τη ζωή των φυλακισμένων. «Περπατούσα πίσω από τον φρουρό με τα πόδια μου να μην ακουμπούν το έδαφος, σαν να πετάω. Ξαφνικά, λίγα μέτρα από το φυλάκιο, με τα μάτια κλειστά από τον ήλιο, μια γαμημένη σκέψη με κυριεύει: «Τώρα επινοούν κάτι και δεν με αφήνουν να βγω έξω!». Αυτή η σκέψη έγινε τόσο έντονη και ολοκληρωτική που με παρέλυσε. Έμεινα προσωρινά παγωμένος, ακίνητος, τυφλός και δίχως συνείδηση… «. Πρόλογος του Nicola Valentino. Επίλογος από τον Salvatore Esposito.
Eκδότης:
SENSIBILI ALLE FOGLIE
Ο Beppe Battaglia γεννήθηκε στην Καλαβρία το 1946. Μετανάστευσε στη Γένοβα σε πολύ νεαρή ηλικία και εργάστηκε στο λιμενικό περιβάλλον. Το 1969 ήταν μεταξύ των ιδρυτών της πρώτης ομάδας ένοπλου αγώνα στην Ιταλία με την ονομασία «III GAP» (γνωστή με το δημοσιογραφικό όνομα «22 Οκτώβρη»). Το 1971 μπήκε στη φυλακή και παρέμεινε εκεί για είκοσι χρόνια, περνώντας από είκοσι δύο κανονικές και έξι «ειδικές» φυλακές. Απελευθερωμένος από τη φυλακή λόγω «τέλους της ποινής» εργάζεται σε μια κοινότητα για τοξικομανείς στη ναπολιτάνικη ενδοχώρα και ταυτόχρονα ξεκινά ένα εθελοντικό πρόγραμμα στις φυλακές Lauro (AV) και Eboli (SA), και μιλά για όλα αυτά στο πρώτο του βιβλίο Φυλακή και υπηκοότητα, Carcere e cittadinanza, που δημοσιεύτηκε το 2004 για τις εκδόσεις Φοίβος-Phoebus. Ζει στη Φλωρεντία ως συνταξιούχος όπου συνεχίζει να είναι εθελοντής στη φυλακή Solliccianino. Για αυτές τις εκδόσεις εξέδωσε, το 2019, Τις τρεις ελευθερίες-Το επεισόδιο που αφηγείται στο βιβλίο βιώθηκε από πρώτο χέρι.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος