21 Ιανουαρίου 2024
Υπάρχει κάτι, έστω και ένα πράγμα, που μπορούμε να κάνουμε για τη φύση; Φαίνεται εύκολη ερώτηση, ίσως και λίγο μπανάλ, σωστά;
Αναλαμβάνοντας μια εμπειρία που αφηγείται στο πιο γνωστό βιβλίο της από τον Robin Wall Kimmerer, βοτανολόγος και πολίτης του γηγενούς έθνους Potawatomi, καθώς και διευθύντρια του Κέντρου για τους Ιθαγενείς Λαούς και το Περιβάλλον State University of New York College of Environmental Science and Forestry, η María González Reyes έκανε αυτή την «απλή» ερώτηση στους σπουδαστές της –και ιδιαίτερα στις μαθήτριες– των σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ισπανία.
Η Μαρία γράφει μια πολύ όμορφη και πραγματικά πολύτιμη στήλη στην διαδικτυακή εφημερίδα El Salto. Λέγεται “La vida y ya“, που ίσως θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε σε «Η ζωή, αυτή τη στιγμή, ακριβώς τώρα». Τις τελευταίες ημέρες, εξιστόρησε το αρχικά αρκετά αποκαρδιωτικό αποτέλεσμα εκείνου του εκπαιδευτικού πειράματος.
Μετά το έκανε σιωπηρά, επιστρέφοντας πάντα στο ανάγνωσμα που την ενέπνευσε, μια πρακτική πρόταση, μια πρόταση χαμηλόφωνη για όλες και όλους. Μια από αυτές που «δεν κοστίζουν τίποτα» επειδή είναι ανεκτίμητες και ξέρουν πώς να συνδυάζουν υπέροχα την απλότητα με τον βαθύτερο προβληματισμό.
Μια ικανότητα που ίσως η Μαρία αντλεί από τη συναναστροφή επί μακρόν με τις γυναίκες των λαϊκών γειτονιών της Λατινικής Αμερικής, που χαρακτηρίζονται από τον αποκλεισμό και τη δομική βία που πρέπει να αντιμετωπίζουν κατά μέτωπο μέρα με τη μέρα και, ακριβώς για αυτόν τον λόγο, ικανές να χτίσουν και να ζήσουν, στην καθημερινή ζωή και με πιο άμεσο και φυσικό τρόπο, τους άλλους πιθανούς κόσμους που ήδη υπάρχουν για τους οποίους προσπαθούμε να μιλάμε συχνά σε αυτές τις μικρές σελίδες μας, αν και ποτέ δεν είναι αρκετά.
Θα προσπαθήσουμε να το κάνουμε όλο και καλύτερα, διότι κάθε πρωί, όταν ξυπνάμε, μας φαίνεται ότι η επίθεση των πολέμων όλων των Κρατών (και των συμφερόντων που εκπροσωπούν και προστατεύουν αυτά) εναντίον όλων των λαών μας κάνει πιο ανίκανους να φανταζόμαστε και να γίνεται κάθε μέρα πιο ξεκάθαρα εξέγερση ενάντια στην ίδια τη ζωή, τη ζωή, αυτή τη στιγμή, ακριβώς τώρα
Στο βιβλίο με τίτλο Braiding Sweetgrass (στα ιταλικά La meravigliosa trama del tutto) Η θαυμάσια πλοκή όλων, ο Robin Wall Kimmerer διηγείται πως πρότεινε στις μαθήτριες και τους μαθητές του να πουν κάτι, έστω και ένα μόνο πράγμα, που θα μπορούσαν να κάνουν τα ανθρώπινα όντα για τη φύση.
Τίποτα, λέει, ήταν ανίκανοι να φανταστούν κάτι τις. Η συντριπτική πλειοψηφία πίστευε ότι δεν μπορούσε να γίνει κάτι. Ότι εμείς οι άνθρωποι δεν έχουμε τη δυνατότητα να δώσουμε πίσω στη φύση τίποτα από όσα μας δίνει.
Το ρώτησα και εγώ στις μαθήτριες και τους μαθητές μου στο γυμνάσιο. Τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια. «Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εξαφανιστούμε». «Να απομονωθούμε και απομακρυνθούμε από τη φύση». «Να πεθάνουμε».
«Να κλειστούμε μέσα σε ένα καταφύγιο». Αξίζει να σωθεί η απάντηση μιας κοπέλας που είπε ότι μπορούμε να φυτέψουμε δέντρα, δύο άλλων που μίλησαν για καθαρισμό των δασών από τα σκουπίδια, μιας που πρότεινε να χτιστούν καταφύγια ζώων στις πόλεις και μιας άλλης που σχολίασε ότι το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε για τη φύση είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε μέρος της.
Ήταν όλες παρεμβάσεις κοριτσιών (αν και οι περισσότερες δεν σκέφτηκαν να πουν κάτι). Νομίζω ότι δεν είναι τυχαίο. Είναι εντυπωσιακό το πώς ο πολιτισμός μας δείχνει μια έκδηλη ανικανότητα να συλλάβει τον εαυτό του ως ικανό να έχει έναν δεσμό σε σεβασμό με τη φύση.
Και είναι εκπληκτικό (αλλά ταυτόχρονα και λίγο ανησυχητικό) να το σκεφτόμαστε αυτό λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι είμαστε οικολογικά εξαρτώμενα όντα. Στην πραγματικότητα, για μεγάλο μέρος της ύπαρξής μας, αυτή η σχέση δεν ήταν έτσι, ίσως επειδή, ζώντας πιο κοντά στη γη και τα φυτά, ήταν ευκολότερο να την αναγνωρίσουμε ως δώρο.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αιτία αυτού του τρόπου που βλέπουμε τα πράγματα είναι ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε εγωιστές και μη υποστηρικτικοί από τη φύση μας, ότι υπάρχει ένα είδος γενετικού φορτίου που μας ωθεί να καταστρέψουμε αυτό από το οποίο εξαρτάται η ζωή μας, να αντιλαμβανόμαστε τη φύση ως εμπόρευμα, ως κάτι που έχει μια ιδιοκτησία. Θα ήταν μια εξαπάτηση.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι υπάρχει ένα αρπακτικό σύστημα που χρειάζεται την ύπαρξη της ανισότητας για να επιβιώσει. Απλώς να κοιτάζουμε προς άλλες κατευθύνσεις μακριά από τον αφαλό μας. Μια σημαντική μερίδα των ανθρώπων που κατοικούν αυτόν τον πλανήτη δεν συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο.
Μόνο όσοι από εμάς σπρώχνουμε, χτίζουμε και υποστηρίζουμε πιο δυνατά αυτό το σύστημα που θηρεύει τη ζωή, το κάνουμε. Άνθρωποι που προέρχονται από πολλές αυτόχθονες κοινότητες έχουν χτίσει τις ταυτότητές τους διαφορετικά. Σύμφωνα με τoν Robin Wall Kimmerer, αυτή η σύλληψη έχει να κάνει με το όραμα της φύσης ως σπίτι της μη ανθρώπινης οικογένειας.
Αν η συναισθηματική μας σχέση με τη φύση βασίζεται στη σκέψη ότι μπορούμε μόνο να την καταστρέφουμε, είναι δύσκολο να είμαστε ασφαλείς. Το να ρωτήσουμε τον εαυτό μας τι μπορούμε να κάνουμε για τη φύση και να φανταστούμε πώς να κάνουμε πράξη την ευγνωμοσύνη, θα μπορούσε, ίσως, να είναι ένας τρόπος για να αρχίσουμε να καθιερώνουμε μια αμοιβαία ευθύνη.
Οι μαθήτριες και μαθητές μου το έκαναν. Στο επόμενο μάθημα μου διηγήθηκαν τις ιδέες που είχαν σκεφτεί για να κάνουν πράξη αυτή την αμοιβαιότητα. Ο Robin Wall Kimmerer λέει ότι του αρέσει να ξεκινά τη μέρα αναπνέοντας συνειδητά τον καθαρό πρωινό αέρα, αυτόν που παράγουν τα φυτά, και ευχαριστώντας όλες τις μορφές ζωής που κάνουν τη ζωή δυνατή.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος Comune-info