04 Αυγούστου 2023
Ήδη τις πρώτες ώρες της επίθεσης στον προσφυγικό καταυλισμό της Τζενίν – που διήρκεσε δύο ολόκληρες ημέρες: 3 και 4 ιουλίου – οκτώ παλαιστίνιοι είχαν δολοφονηθεί, πολλές δεκάδες τραυματίστηκαν.
Στους δρόμους οι οποίοι καταστράφηκαν από τις μπουλντόζες που σκύλιασαν ενάντια σε σωλήνες νερού και ηλεκτρικά καλώδια, τρομοκρατημένοι άνθρωποι αναζήτησαν καταφύγιο και οι τραυματίες ιατρική βοήθεια, αλλά τα μέσα των ισραηλινών δυνάμεων κατοχής εμπόδιζαν τη διέλευση των ασθενοφόρων, κάποιος αιμορραγούσε μέχρι θανάτου.
Είναι η λογική της συλλογικής τιμωρίας, της αυστηρής μεταχείρισης, ένα από τα ιδρυτικά χαρακτηριστικά της ισραηλινής καταπίεσης εδώ και δεκαετίες. Ένα μήνα μετά, ισραηλινές μπουλντόζες εξακολουθούν να αναπτύσσονται στη Jalamah, 5 χιλιόμετρα από την Τζενίν, και υπάρχουν φόβοι για άλλη μια αιματηρή τιμωρητική επιδρομή από μέρα σε μέρα.
Η ένταση στο πεδίο παραμένει πολύ υψηλή. Η Alessia Ricci βρισκόταν στο Κυβερνητικό Νοσοκομείο Khalil Suleiman, το μοναδικό δημόσιο νοσοκομείο στην Τζενίν, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στον καταυλισμό, στόχος σφαιρών και αερίων κατά την τελευταία ισραηλινή επιδρομή.
Εκεί συνάντησε τον Δρ Wisam Baker, γενικό διευθυντή του νοσοκομείου, ο οποίος της εξήγησε γιατί στη Τζενίν, για τα σημερινά παιδιά, καθώς και για εκείνα που ήταν παιδιά κατά την εισβολή του 2002 – που κράτησε 11 ημέρες – στη δεύτερη Ιντιφάντα, δεν υπήρξε ποτέ κάποια ευκαιρία να φανταστούν ένα διαφορετικό μέλλον.
Η τιμωρία, η αγριότητα των αεροπορικών επιδρομών και η προσδοκία της προώθησης μιας νέας επίγειας επίθεσης, το απαρτχάιντ και οι καθημερινές ταπεινώσεις στις οποίες πρέπει να αντισταθείς είναι η μόνη «κανονικότητα» που βιώνεται.
«Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω μάρτυρας», λένε εκείνα τα παιδιά των οποίων η παιδική ηλικία γκρεμίζεται χρόνο με τον χρόνο. Το πρωί, πριν πάνε στο σχολείο, πηγαίνουν στο νεκροταφείο για να επισκεφτούν μια γιαγιά, έναν πατέρα, έναν σύντροφο στα παιχνίδια που το κατοχικό καθεστώς αποκάλεσε «τρομοκράτη» πριν του πάρει τη ζωή.
Αυτή είναι η Τζενίν, η πόλη όπου μεγαλώνεις σκεπτόμενος ότι η ιδέα του να σε σκοτώσουν είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια πιθανότητα, αυτή που ίσως περισσότερο από κάθε άλλη ενσαρκώνει την αντίσταση ενός λαού που πέφτει κάθε μέρα και κάθε μέρα βρίσκει δύναμη στον πόνο του για να σηκωθεί ξανά.
“Για να σταματήσει η σπείρα του θανάτου και της καταστροφής, είναι ζωτικής σημασίας η διεθνής κοινότητα να δεσμευτεί με αποφασιστικότητα να βάλει τέλος στην ισραηλινή κατοχή στα παλαιστινιακά εδάφη.
Ο πληθυσμός καταστρέφεται ψυχολογικά. Η νέα γενιά μεγαλώνει ανάμεσα σε αίμα και βία. Ανησυχούμε πολύ: για κάθε παλαιστίνιο που σκοτώνεται σε συγκρούσεις με τον ισραηλινό στρατό, τουλάχιστον 10 παιδιά είναι έτοιμα να μιμηθούν τους μάρτυρες.
Μια κλιμάκωση που δεν εξυπηρετεί κανέναν. Για το καλό όλων, του Ισραήλ, της Παλαιστίνης, της διεθνούς κοινότητας, πρέπει να σταματήσει το κατοχικό καθεστώς που ασκεί παράνομα το Ισραήλ στα παλαιστινιακά εδάφη».
Αυτό είναι το μήνυμα του γιατρού Wisam Baker γενικού διευθυντή του Κυβερνητικού Νοσοκομείου Χαλίλ Σουλεϊμάν, του δημόσιου νοσοκομείου στην πόλη Τζενίν, ένα hotspot στο βόρειο τμήμα της Δυτικής Όχθης, υποκείμενη στις ισραηλινές επιδρομές στις 3 και 4 του περασμένου ιουλίου.
Ένα μήνα μετά την εισβολή του στρατού του Νετανιάχου στον προσφυγικό καταυλισμό της Jenin, οι εντάσεις είναι και πάλι πολύ υψηλές αυτές τις ώρες. Ισραηλινές μπουλντόζες έχουν αναπτυχθεί στη Τζαλαμά, μια συνοριακή πόλη 5 χιλιόμετρα από την Τζενίν. Μια νέα επίθεση ανακοινώνεται από την ισραηλινή κυβέρνηση και αναμένεται από τον τοπικό άμαχο πληθυσμό ανά πάσα στιγμή.
“Δεν παρέχουμε ψυχολογική υποστήριξη στο νοσοκομείο, αλλά είμαστε εξαιρετικά συνειδητοποιημένοι και ανήσυχοι για τη νέα γενιά: είναι μια ωρολογιακή βόμβα που πυροδοτείται από τον θυμό για την απώλεια της αξιοπρέπειας και την απουσία ελευθερίας.
Κάθε οικογένεια εδώ έχει τουλάχιστον έναν θάνατο να θρηνήσει. Τα παιδιά δεν έχουν όνειρα, ελπίδες, πίστη στο μέλλον: είναι μια δραματική κατάσταση. Η διεθνής κοινότητα μπορεί να ανακτήσει την εμπιστοσύνη αυτών των νέων ανθρώπων ανοίγοντας τα μάτια της στα εγκλήματα που διέπραξε η ισραηλινή κατοχή, από την άλλη πλευρά, αντίθετα, αυτοί οι νέοι θα συνεχίσουν να πιστεύουν ότι ο μόνος τρόπος για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους και να φαντάζονται ένα μέλλον απαλλαγμένο από η καταπίεση, είναι διαμέσου της αντίστασης”.
Το Khalil Suleiman Government Hospital είναι το μοναδικό δημόσιο νοσοκομείο στην Τζενίν, εξυπηρετεί περίπου 300.000 άτομα έχοντας τις κύριες ιατρικές μονάδες. Διαθέτει 300 κλίνες νοσηλείας και 80 κλίνες εξωτερικών ασθενών. Το μέσο ποσοστό απασχόλησης είναι 95%: αριθμοί που υποδηλώνουν ανεπαρκή ανταπόκριση στις πραγματικές ανάγκες φροντίδας του πληθυσμού.
Συνορεύει κυριολεκτικά με τον προσφυγικό καταυλισμό της Τζενίν: μια δυσμενής εγγύτητα για το νοσοκομείο, επειδή σε περίπτωση επιθέσεων στον πρώτο, το δεύτερο αναπόφευκτα υποφέρει. Ακριβώς όπως συνέβη τις ημέρες των επιδρομών στις 3 και 4 ιουλίου.
Πράγματι είναι είδηση εκείνων των ωρών που δακρυγόνα και σφαίρες έφτασαν στο τμήμα επειγόντων περιστατικών της μονάδας, καθιστώντας την άχρηστη, προκαλώντας ασφυξία σε ασθενείς και ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.
Μια κάψουλα χημικού αερολύματος εξακολουθεί να υπάρχει στην ταράτσα που στέκεται πάνω από την κύρια είσοδο της δομής, όπου αντικρίζει το γραφείο του Διευθυντή. Τρύπες από σφαίρες είναι ορατές στις εξωτερικές σκάλες του κτιρίου.
Ο ισραηλινός στρατός αναγνώρισε αθόρυβα την ευθύνη του στο περιθώριο των γεγονότων. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Διευθυντής υπογράμμισε επανειλημμένα τη σημασία της μεταφοράς της δομής σε μια ασφαλέστερη περιοχή της πόλης.
Τις ώρες της επίθεσης στο στρατόπεδο, οι κοντινοί δρόμοι δέχτηκαν βροχή από βλήματα. Πολλοί ασθενείς δεν κατάφεραν να φτάσουν στις εγκαταστάσεις λόγω της παρεμπόδισης των στρατιωτικών, αναγκασμένοι να αναδιπλωθούν σε άλλα νοσοκομεία, ιδιωτικά, όπου η φροντίδα έχει κόστος.
Κατεστραμμένοι, φρουρούμενοι και απρόσιτοι δρόμοι, οδήγησαν σε μια ανυπόφορη χρονοκαθυστέρηση και για το ιατρικό προσωπικό που έσπευσε στο χώρο εργασίας για να παράσχει βοήθεια.
Ο Διευθυντής μας δείχνει ένα βίντεο από την άφιξή του στο νοσοκομείο στις 3 τα ξημερώματα την πρώτη μέρα των επιθέσεων: 100 μέτρα δρόμου που συνήθως καλύπτονται σε λίγα δευτερόλεπτα, προβάλλονται σε ένα κλιπ 9 λεπτών, μη βιώσιμες καθυστερήσεις σε καταστάσεις εξαιρετικά επείγουσας ανάγκης.
Εκείνες τις μέρες, το κρατικό νοσοκομείο δέχθηκε 85 τραυματίες, εκ των οποίων οι 25 ήταν σε ακραίες συνθήκες. Περισσότεροι από 150 συνολικά τραυματίες νοσηλεύονται στη Τζενίν. «Χωρίς τη στρατηγική υποστήριξη των ιδιωτικών εγκαταστάσεων, θα ήταν καταστροφή αν λάβουμε υπόψη τη χωρητικότητα του νοσοκομείου που έχει μόνο 4 χειρουργικές αίθουσες”.
Από τους 12 ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους στην επιδρομή, οι 7 πέθαναν στους διαδρόμους του νοσοκομείου.
Η ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση βιώνει την πιο βίαιη περίοδο από τη δεύτερη Ιντιφάντα: περισσότεροι από 200 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στη Δυτική Όχθη από την αρχή του έτους.
Οι φωνές των γυναικών, που συγκεντρώθηκαν στον προσφυγικό καταυλισμό, υπογραμμίζουν όλες το ίδιο μήνυμα, ευθυγραμμισμένο με αυτό του Διευθυντή του Κυβερνητικού Νοσοκομείου Χαλίλ Σουλεϊμάν: «Η προσοχή προς τα παιδιά της Τζενίν πρέπει να είναι τουλάχιστον διπλάσια από άλλες περιοχές της Παλαιστίνης. Η παιδική ηλικία εδώ δεν υπάρχει, γεννιούνται ενήλικες-οι, γίνονται επαγγελματίες του πολέμου από τα πρώτα χρόνια της ζωής: είναι μια εκρηκτική γενιά”.
Τα αγόρια και τα κορίτσια στους σκονισμένους δρόμους που καταστρέφονται από τα τανκς χαμογελούν και μιμούνται το πολυβόλο με τα δύο χέρια: «Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω μάρτυρας», λένε.
Πριν πάνε στο σχολείο το πρωί, πηγαίνουν στο νεκροταφείο απέναντι για να προσευχηθούν στους τάφους των δολοφονημένων. Τα παιδιά της Τζενίν δεν φοβούνται τις συγκρούσεις, τις μπουλντόζες, τους ελεύθερους σκοπευτές, τα δακρυγόνα.
Οι μητέρες ζουν σε αδυναμία: «Δεν ασκούμε πλέον τον φυσικό ρόλο της υποστήριξης και της προστασίας των παιδιών μας. Πολύ συχνά χάνουμε τον έλεγχο πάνω τους και δεν μπορούμε να τους εμποδίσουμε να ενταχθούν στην αντίσταση.
Κανείς δεν είναι απαλλαγμένος από τον πόνο εδώ, όλοι έχουν έναν αγαπημένο νεκρό να προσευχηθούν. Η κατοχή, η βία, το απαρτχάιντ είναι ένας καρκίνος που εξαπλώνεται στο σώμα όλων και όλου του πληθυσμού.
Η Τζενίν είναι ένα έρημο νησί και εμείς είμαστε νεκροί μέσα μας, στα συναισθήματα, στην ελπίδα. Δεν θέλουμε μερίδες τροφίμων, ανθρωπιστική βοήθεια. Θέλουμε ειρήνη και ασφάλεια, μια φυσιολογική ζωή για τα παιδιά μας”.
Τα αγόρια και τα κορίτσια στους σκονισμένους δρόμους που καταστρέφονται από τα τανκς χαμογελούν και μιμούνται το πολυβόλο με τα δύο χέρια: «Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω μάρτυρας», λένε.
Πριν πάνε στο σχολείο το πρωί, πηγαίνουν στο νεκροταφείο απέναντι για να προσευχηθούν στους τάφους των δολοφονημένων. Τα παιδιά της Τζενίν δεν φοβούνται τις συγκρούσεις, τις μπουλντόζες, τους ελεύθερους σκοπευτές, τα δακρυγόνα. Και αυτό τρομάζει τους γονείς τους.
Πού είναι η διεθνής κοινότητα; Πού είναι τα δικαιώματα των παλαιστινίων που κατοχυρώθηκαν από τις διεθνείς συμφωνίες; Δεν θέλουμε μερίδες τροφίμων, ανθρωπιστική βοήθεια. Θέλουμε ειρήνη και ασφάλεια, μια φυσιολογική ζωή για τα παιδιά μας».
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος comune.info