Γράφει από το Παρίσι ο Μιχάλης Μαυρόπουλος
Σύμφωνοι, εδώ και δυο εβδομάδες, οι κλειστές λαϊκές (αγορές) άνοιξαν προς μεγάλη ικανοποίηση των Γάλλων, αλλά ένας από τους πυλώνες της γαλλικής οικονομίας, η αυτοκινητοβιομηχανία Ρενώ, της οποίας τέσσερα εργοστάσιά της, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιογραφικές πληροφορίες, απειλούνται με κλείσιμο. Εάν επιβεβαιωθεί η είδηση, θα πρόκειται περί κοινωνικού σεισμού διότι Air France, Ρενό και Σιτροέν αποτελούν παγκοσμίως το σήμα κατατεθέν της Γαλλίας. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, αυθημερόν της ειδήσεως, στις σχηματιζόμενες ουρές έμπροσθεν των πάγκων των λαϊκών αγορών, οι συζητήσεις και τα σχόλια για το απειλούμενο σοκ της Ρενό (το κράτος συμμετέχει με ένα σοβαρό ποσοστό στα κεφάλαιά της) έδιναν και έπαιρναν. Οι πελάτες, περιμένοντας τη σειρά τους για να ρίξουν από κοντά μια ματιά στους πάγκους των φρούτων, των λαχανικών, των αλιευτικών και των κρεάτων, ελεεινολογούσαν «αυτούς που μας κυβερνούν και το ράβουν όταν επιβάλλεται να υπερασπισθούν τη βιομηχανία μας».
Εκτός από τις λαϊκές, τα βιβλιοπωλεία και αυτά άνοιξαν τις πόρτες τους για τους χαρμάνηδες πελάτες της ανάγνωσης, αλλά η είσοδος πλέον των τριών ατόμων, εάν το κατάστημα είναι ταπεινών διαστάσεων, απαγορεύεται. Πλην όμως η στενότης του χώρου «τέχνας κατεργάζεται». Αρκετοί ιδιοκτήτες είχαν την φαεινή ιδέα να τοποθετήσουν δυο-τρείς νάιλον καρέκλες στο πεζοδρόμιο για να καθίσουν, κυρίως οι ηλικιωμένοι μέλλοντες αναγνώστες, ώστε βαριεστημένοι από την αναμονή, να μην απομακρύνονται από το τέμπλο της έντυπης κουλτούρας. Οι προνοητικότεροι μάλιστα των πελατών ήρχοντο με τις πτυσσόμενες καρεκλίτσες τους και καθήμενοι ανέμεναν υπομονετικώς την σειρά τους προς ενημέρωση των ελαχίστων, λόγω εγκλεισμού, νέων εκδόσεων.
Πριν ακόμη ανεβάσουν τα στόρια τους, τα κουρεία και τα κομμωτήρια κατελήφθησαν εξ απήνης από ακούρευτους και δίκην αγριανθρώπων απεριποίητους μουσάτους. Υποχρεωμένοι επί δίμηνον σε μια δυσκόλως υποφερτή αναμονή, εισέρχονταν κάθε μισή ώρα δυο-δυο στο κατάστημα, ενώ οι υπόλοιποι περίμεναν στο πεζοδρόμιο, ευτυχώς εδώ και δέκα μέρες κάνει καλό καιρό. Τα ταμπάκικα (καπνοπωλεία που αποτελούν τμήμα των κλειστών ακόμα καφέ) άρχισαν να πωλούν αβέρτα τα χρώματος μπλέ τσιγαροκούτια των gauloises και gitanes, τάδε φαρμακεία έκαναν και κάνουν χρυσές δουλειές. Όλοι μας προσπαθούμε λίγο – πολύ να ξαναβρούμε τον πρότερο ρυθμό της ζωής μας, πριν ο εγκλωβισμός μας την κάνει άνω – κάτω. Μια στιγμιαία αμηχανία μας καταλαμβάνει όταν, παίρνοντας το μετρό, το τροχιοδρομικό όχημα (τραμ) ή το λεωφορείο, διαπιστώνουμε ότι το ήμισυ των καθισμάτων φέρουν το ερυθρό αυτοκόλλητο απαγορευτικό σήμα. Οι επιβαίνοντες δεν έχουμε το δικαίωμα να καθίσουμε ο ένας δίπλα στον άλλο, παρά μόνο αντικριστά, προς αποφυγή μεταδόσεως του ιού. Πιστός στο ολίγον τι καβγατζήδικο γαλλικό πνεύμα διαμαρτυρίας, ένας επιβάτης τόλμησε τις προάλλες να ερωτήσει τον σοφέρ του προαστιακού λεωφορείου: «Και γιατί παρακαλώ στα αεροπλάνα επιτρέπεται να κάθεται ο ένας δίπλα στον άλλο;». Η απάντηση ήρθε πάραυτα: «Δεν είμαι πιλότος αεροπλάνου, τα παράπονά σας στον Καστανέρ», (υπουργό των Εσωτερικών, διόλου δημοφιλή), είπε ολίγον τι νευριασμένος ο οδηγός.
Και με τα καφενεία που όλοι μας εδώ περιμένουμε με αδημονία και λαχτάρα να ανοίξουν,τι γίνεται; Πότε επί τέλους θα μπορέσουμε να απολαύσουμε τον εσπρέσσο; Στην Ιταλία ήδη άνοιξαν και στην Ελλάδα, όπως διαβάζω, ανοίγουν σήμερα Δευτέρα 25 Μαΐου. Στην Γαλλία, χώρα των μπιστρό, στα οποία συχνάζουν παραδοσιακώς χασομέρηδες, καλλιτέχνες, μικροί και μεγάλοι διανοούμενοι, τεχνίτες της συνομιλίας και της πέννας, ως επίσης και άλλοι που αρέσκονται στην ακατάσχετη πολιτικολογία, και που έχουν γνώμη για το κάθε τι, άλλοι, τέλος, που θαυμάζουν τις ελαφρώς ενδεδυμένες (τώρα που κάνει καλό καιρό), περαστικές, είναι λυπημένοι όταν βλέπουν τις πόρτες των μπαρ, προστατευόμενες από χονδρό γυαλί και σταυρωτά σίδερα, να παραμένουν ακόμη θεόκλειστες. Οι καρέκλες στοιβαγμένες η μια πάνω στη άλλη, τα τραπεζάκια τοποθετημένα στο βάθος της αιθούσης, σηματοδοτούν την αδυναμία των μπάρμαν να σερβίρουν το καθημερινό, πρωινό και απογευματινό συνηθισμένο καφεδάκι, στους τακτικούς θαμώνες τους. Περίλυποι αυτοί, περνούν και ξαναπερνούν μπροστά από την αγαπημένη τους γωνιά, μήπως και μπορέσουν, στο πεζοδρόμιο, έστω και στο πόδι, να γευθούν το αγαπημένο τους ρόφημα που μερικοί καφετζήδες απόμερων μπιστρό, ετοίμασαν και έβαλαν διακριτικά μέσα σε θερμό, στο ειδικό δοχείο που διατηρεί την αναγκαία προς πόσιν θερμοκρασία.
Όσον αφορά τον υποφαινόμενο, ουδεμία δυσκολία έχει να ομολογήσει ότι οι τρεις εβδομαδιαίες πρωινές επισκέψεις στην λαϊκή, και το αργό ρούφηγμα ενός διπλού καφέ στο τραπεζάκι του καφενείου της αγοράς, συνοδευόμενου από μια γρήγορη ματιά στον Τύπο, αποτελούσε πριν από τον εγκλωβισμό μια από τις προσφιλέστερες ψυχαγωγίες, όπως επίσης και εκείνη της εβδομαδιαίας παρισινής συναντήσεως με τους φίλους στο μπιστρό του Μονπαρνάς. Η αγορά άνοιξε, όχι όμως το μπιστρό. Και, πώς να μην νοσταλγώ, το καλοκαιρινό, σχεδόν καθημερινό, αντάμωμα με τους γνωστούς και φίλους, ευκαιρία ανταλλαγής απόψεων στην καβαλιώτικη καφεταρία «Beyond», παραπλεύρως του καταστήματος χαλιών Ποθητάκη και το απόγευμα σε ένα άλλο καφενείο στον Άγιο Νικόλαο;
Τέλος, κάνοντας μια παρέκβαση από το σημερινό κύριο θέμα και προς επίρρωση των γραφέντων περί απορρίψεως των μακρονικών απόψεων και πράξεων από τους Γάλλους (Πρωινή της 18ης τρέχοντος), σας αναφέρω δυο ενδεικτικά συμβάντα της κοινωνικοπολιτικής ζωής.
Στις 15 του μηνός, σε ένα από τα πιο γνωστά νοσοκομεία των Παρισίων, το Πιτιέ Σαλπετριέρ (Pitié Salpêtrière), οι νοσοκόμες και οι θεραπεύτριες υπεδέχθησαν παγερώς τον Μακρόν δηλώνοντάς του ότι δεν θέλουν τα προταθέντα τιμητικά παράσημα αλλά αύξηση του μισθού τους. «Σκέφτεστε πράγματι ότι έχουμε ανάγκη ένα παράσημο;» τον ρώτησε ειρωνικώς μια από αυτές. Η απάντηση είχε κάτι το τραχύ: «εάν δεν το θέλετε, μην το παίρνετε». Εν συνεχεία, μια άλλη νοσοκομειακή τόνισε: «Θέλουμε χρήματα. Ήδη πριν από την επιδημία ευρισκόμεθα σε απελπισία, είμαστε η ντροπή της Ευρώπης». Σημειωτέον ότι στην Γαλλία οι νοσοκόμες είναι οι ολιγότερον καλά αμειβόμενες από πολλές δυτικοευρωπαίες συναδέλφισσές τους. Η συνδικαλιστική οργάνωση CGT απαιτεί μηνιαία κλαδική αύξηση 300 ευρώ, ενώ η CFDT αναπροσαρμογή της μισθολογικής κλίμακος.
Δεύτερο, ολιγότερο ηχηρό σοκ για τον Μακρόν: δεκαεπτά βουλευτές που εξελέγησαν με την παράταξή του σχημάτισαν δική τους ξεχωριστή κοινοβουλευτική ομάδα επειδή, ισχυρίζονται, δεν είδαν να πραγματοποιούνται οι προεκλογικές υποσχέσεις του για μια «νέα Γαλλία». Συνέπεια της αποσκιρτήσεως: το μακρονικό κοινοβουλευτικό δυναμικό περιορίζεται στα 288 μέλη, η απόλυτη πλειοψηφία είναι 289 βουλευτές. Έτσι και αλλιώς το διάβημα αυτού του μακρονικού κλώνου, δεν θα μπορούσε να κάνει να ξεχαστεί, η κακή διαχείριση της επιδημίας ούτε και να σβήσει τις εστίες των επικρίσεων, των αμφισβητήσεων και των διαμαρτυριών των Γάλλων.