Την προσεχή Πέμπτη 16 Νοέμβρη στις 7 το απόγευμα στην αίθουσα της Μ. Λέσχης πραγματοποιείται εκδήλωση που διοργανώνουν μαζί η ΕΛΜΕ Καβάλας και ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Καβάλας.
Θα παρουσιαστεί το βιβλίο της Δήμητρας Κελέση (εκπαιδευτικού- διευθύντριας του Ειδικού Δημοτικού Σχολείου Καβάλας) με τίτλο “Υπηκοότης ακαθόριστος- Οριακές αφηγήσεις παιδιών του εμφυλίου στην Ανατολική Γερμανία”.
Εκτός από τη συγγραφέα, θα μιλήσουν οι Βασίλης Δαλκαβούνης καθηγητής του ΔΠΘ, Κατερίνα Τσέκου Δρ Ιστορίας, Μαρία Μποντίλα Δρ Ιστορίας. Είχαν την επιμέλεια για την έκδοση του βιβλίου. Το βιβλίο εκδόθηκε από τις εκδόσεις Επίκεντρο.
Το περιεχόμενο του περιγράφεται ως εξής:
Το βιβλίο βασίζεται σε πέντε βιοαφηγήσεις παιδιών του ελληνικού εμφυλίου. Οι ηλικιωμένοι, σήμερα, αφηγητές περιγράφουν τη ζωή τους στο χωριό στην κορύφωση του Εμφυλίου, τη μετακίνησή τους στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, τη διαβίωση στα “ολοπαγή ιδρύματα”, το πέρασμα από την Ανατολική στη Δυτική Γερμανία και τη ζωή τους εκεί.
Οι αφηγήσεις ολοκληρώνονται με τον επαναπατρισμό και τη μόνιμη εγκατάστασή τους στην Καβάλα. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους οι αφηγητές το έζησαν πολιτογραφημένοι ως αλλοδαποί, με ενδεικτικό τον χαρακτηρισμό στην ταυτότητα που τους δόθηκε στην Ανατολική Γερμανία: “Έλληνας χωρίς πατρίδα”.
Όταν επέστρεψαν στην πατρίδα, στις άδειες παραμονής τους αναγραφόταν “υπηκοότης ακαθόριστος”. “Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα, κάνουν τα πράγματα διαφορετικά εκεί”, είναι η πρώτη φράση στο μυθιστόρημα The Go-Between του L. P. Hartley.
Ο Salman Rushdie, στο Imaginary Homelands, παρατηρώντας μια φωτογραφία στον τοίχο του δωματίου που δούλευε, η οποία απεικόνιζε ένα παλιό και κάπως παράξενο σπίτι -μια φωτογραφία που πάρθηκε πριν ο ίδιος γεννηθεί- νιώθει ότι η φωτογραφία του λέει να αντιστρέφει αυτή την ιδέα.
Του θυμίζει ότι το παρόν του είναι το ξένο και ότι το παρελθόν είναι το σπίτι του, μολονότι “είναι ένα χαμένο σπίτι σε μια χαμένη πόλη, στην ομίχλη ενός χαμένου χρόνου”. Ίσως το ίδιο ισχύει και για τους αφηγητές μας. Με τις αλλεπάλληλες μετακινήσεις τους έχουν νιώσει πολλές φορές ξένο το κάθε φορά παρόν τους.
Γι’ αυτό, η αφηγηματοποίηση του παρελθόντος λειτουργεί όχι μόνο αυτοδικαιωτικά για το παρελθόν, αλλά και λυτρωτικά για το παρόν. Άλλωστε, έτσι κλείνει την αφήγησή της η Μάρθα: “Δεν πειράζει που κλαίω, ας θυμάμαι κι ας κλαίω”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)