Γράφει ο Χρήστος Τσελεπής
Ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό, όχι μόνο επειδή το είπε πρώτος ο Σταγειρίτης φιλόσοφος Αριστοτέλης. Ο Αριστοτέλης βέβαια είπε και άλλα σημαντικά, όπως για παράδειγμα εκείνο το ωραίο «Φίλος μεν Πλάτων, φιλτάτη δ’ αλήθεια», δηλαδή μπορεί να αγαπάω τα δάσκαλο μου τον Πλάτωνα, αλλά πιο πολύ αγαπάω την αλήθεια. Νόημα καθάριο και απ’ όλους αποδεκτό, κατά πόσο όμως το εφαρμόζουμε στην πράξη;
Για δεκαετίες μαθαίναμε στο Λύκειο (γνωρίζουμε ασφαλώς ότι το «Λύκειο» είχε ονομάσει ο ίδιος τη φιλοσοφική του σχολή στην Αθήνα) ότι ο πρώτος που έκανε τη διάκριση των εξουσιών σε δικαστική, νομοθετική και εκτελεστική ήταν ο Γάλλος διαφωτιστής Μοντεσκιέ, ο οποίος βέβαια αντέγραψε τον πρώτο πανεπιστήμονα φιλόσοφο από τα Στάγειρα της Χαλκιδικής, αυτόν στον οποίον εμπιστεύθηκε τη μόρφωση του γιου του Αλέξανδρου ο βασιλιάς των Μακεδόνων Φίλιππος ο Δεύτερος. Κι όπως ο νεαρός πρίγκιπας είχε δαμάσει τον άγριο Βουκεφάλα, έτσι κι ο φιλόσοφος μπόρεσε να απαλύνει κάπως το δύσκολο και περήφανο χαρακτήρα του νέου επίδοξου κατακτητή τού τότε γνωστού κόσμου και να του εμφυσήσει τις αξίες τις πνευματικές και ηθικές των Ελλήνων, αξίες που συχνά ξεχνούμε σήμερα. Σάμπως μας μάθανε, μας έχουν διδάξει Αριστοτέλη;
Τις προάλλες με είδε και με σταμάτησε στο δρόμο ο παλιός μου μαθητής από τη δεκαετία του εβδομήντα, ο Σωκράτης, για να μου πει ότι και τώρα, που είναι πλέον μεσόκοπος κι άρχισε να γκριζάρει, συνεχίζει να διαβάζει, «γηράσκει αεί διδασκόμενος» και τελευταία μάλιστα έχουν πέσει στα χέρια του τα «Ηθικά Νικομάχεια» και τα μελετά, με πολύ προσοχή και όρεξη, περισσότερη από τότε που ήταν μαθητής.
Άλλοι στην ηλικία του περιορίζονται, ως κοινωνικά όντα που είναι, σε επικοινωνίες καφενείου. Και πάλι καλά, αφού εκεί τουλάχιστο – πέρα από τάβλι, μπιλοτάκι ή πρέφα – μπορούν και συζητούν με συνανθρώπους ζωντανά και όχι μέσα από οθόνες κι από σύρματα. Γιατί τα καφενεία, ως γνωστόν, υποκαθιστούν την Αγορά των αρχαίων προγόνων, δηλαδή τον τόπο συγκέντρωσης και επικοινωνίας. Γιατί και η λέξη «κοινωνία» αυτό σημαίνει: την επικοινωνία, άρα και το διάλογο και την ανταλλαγή ιδεών και πληροφοριών για την εξυπηρέτηση των φίλων και συνανθρώπων.
ΣΤΟΥ ΛΙΝΑΡΔΟΥ ΤΗΝ ΤΑΒΕΡΝΑ (του Π. Τούντα)
Στου Λινάρδου την ταβέρνα
βλέπεις πρόσωπα μοντέρνα,
πάνε όλοι ένας κι ένας
οι αστέρες της ταβέρνας.
Εκεί πάει ο Παπαρούνας,
Ο Βαρέλας και ο Μουρούνας.
Πάει ο Σκόρδος, ο Τεμπέλης
Και ο Θρούμπας κι ο Τσιγγέλης.
Πάει κι η κυρα – Αγγέλω
με το μαύρο της το βέλο
και η μερακλού η Φώτω
που μεθάει με το πρώτο.
Εκεί πάει κι η Σταμάτα
Που μεθά και σπάει πιάτα,
Πάει κι η κυρα – Πιπίνα
για να πιει καμιά ρετσίνα.
Εκεί πάει ο Νταμιτζάνας,
Μαϊντανός και Μελιτζάνας,
Πάει ο Ρέγγας κι ο Μπαρδάκος,
Νεροχύτης και Ταμπάκος.
Εκεί πάει ο Χατζημπάμιας,
ο Γαρδούμπας και ο Λάμιας,
πάει κι ο Χατζηραπάνης,
Παστουρμάς και Μπεχλιβάνης.
Σ’ ένα τέτοιο ραβαΐσι
ποιος μπορεί να μη μεθύσει…
Άλλος τραγουδά, χορεύει
κι άλλος έρωτα γυρεύει
Άλλος πίνει και πληρώνει
κι άλλος ζούλα την καρφώνει.
Βρε Λινάρδο ταβερνιάρη,
γράφτ’ κάτω απ’ το σφουγγάρι!
Και μη νομίσει κανείς ότι όλα αυτά τα ονόματα στο τραγούδι του Παναγιώτη Τούντα είναι φανταστικά και λέγονται χάριν αστειότητος. Όλοι παλιά είχαν τα παρατσούκλια τους, όπως συνέβαινε και στις παλιές λαϊκές συνοικίες της πόλης μας και όπως συνηθίζεται ακόμη και σήμερα σε πολλά χωριά, όπου ζουν άνθρωποι πνευματώδεις και καλαμπουρτζήδες, πειραχτήρια και ατσίδες.
Σ’ ένα άλλο τραγούδι με στίχους του Κώστα Βίρβου και μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου σε ζεϊμπέκικο ρυθμό τα ονόματα είναι πιο φανερά και αναφέρονται σε παλιούς πρωταγωνιστές της παλιότερης ελληνικής δισκογραφίας. Η φωνή του Λεωνίδα Βελή είναι γλυκιά και χαρακτηριστική, αντίγραφο, θαρρείς, του Στέλιου Καζαντζίδη.
ΟΔΟΣ ΙΩΝΟΣ 5
Ίωνος μέσα στο στενό, στο Μάριο το Συριανό
Πηγαίνανε να πιουν ρακί οι καλλιτέχνες οι λαϊκοί.
Ο Στράτος ο «Τεμπέλης» με το «Βραχνό» το Μάρκο,
που χάλαγε ο κόσμος σα βγαίνανε στο πάλκο.
Ο «Βλάχος» ο Τσιτσάνης κι η Νίνου η Μαρίκα
κι η Σωτηρία Μπέλλου με μια παρέα γλύκα.
Ίωνος μέσα στο στενό, στο Μάριο το Συριανό
επήγαινε κι ο σερ Μπιθί, πινάκλ να παίξει και ραμί,
ο Παπαϊωάννου ο «Ψηλός» κι ο Καζαντζίδης ο «Ντροπαλός»,
ο Μπάτης που ‘ταν παλιατζής κι ο «Κομψός» ο Κυριαζής,
τα πιο καλά μπουζούκια, ο «Ντίλιγκερ» κι ο «Σπόρος»,
εδώ κι ο Τσαουσάκης: κάθε τραγούδι ντόρος.
Χρυσίνης, Περιστέρης, οι δυο μαέστροι τότες,
Αυτοί στις εταιρίες σου άνοιγαν τις πόρτες.
Ίωνος μέσα στο στενό, στο Μάριο το Συριανό
η Ευτυχία μας η «Γριά» πουλούσε στίχους μπιρ παρά.
Να κι ο «Κοριός» με τον Πετσά και τον Νταράλα το Λουκά,
ο Χατζηχρήστος ο «Γλυκός» κι ο Δερβενιώτης ο «Χοντρός»,
ο Χιώτης ο Μανόλης ο «Γκραν Αριστοκράτης»,
μαζί κι η Μαίρη Λίντα με τα γουναρικά της,
ο Τόλιος ο Καλδάρας καθόταν στη γωνία:
τον πήρε το μπουζούκι απ’ τη Γεωπονία.
«Τσάντας ο Λιόγκας» πάντα εδώ – Βασιλειάδης το σωστό –
ο Λαύκας και ο «Μπιρ Αλλάχ» κι η όμορφη «Χανούμ Σεβάχ».
Να κι ο Ζαμπέτας προσπαθεί στις εταιρείες για να μπει,
η Γκρέυ και ο Γαβαλάς, που τότες ήτανε ψαράς.
Τον Γκόγκο το Δημήτρη τον λέγαν «Μπαγιαντέρα»,
γιατί για μπαγιαντέρες τραγούδησε μια μέρα.
Ο Σταύρος ο Τζουνάκος κι ο Γιώργος ο Μητσάκης,
να κι ο Κολοκοτρώνης και ο Καραμπατάκης:
ταλέντο φωτεινό, που λες, μα πούλαγε τις μουσικές…
Ίωνος μέσα στο στενό,επήγαινα παιδί κι εγώ,
επήγαινα παιδί κι εγώ Ίωνος, μέσα στο στενό.
Όλα τα όμορφα, αγαπητοί μου, βγαίνουνε μέσα από την επικοινωνία. Από τ’ αρχαία χρόνια οι Έλληνες το έχουμε διδαχθεί, το έχουμε καρπωθεί και το ‘χουμε διδάξει, αλλά – με εξαιρέσεις φωτεινές – στα χρόνια τα σημερινά το έχουμε ξεχάσει, γιατί μέσα μας κλείσανε, μας έχουν μπουζουριάσει…
*********************************************************************