Ολοκληρώθηκε τις προηγούμενες ημέρες το εξωτερικό βάψιμο στο ιστορικό, διατηρητέο και νεοκλασικό κτίριο στο οποίο επί δεκαετίες λειτουργεί το κατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδας στην Καβάλα.
Πρόσφατα απομακρύνθηκαν οι απαραίτητες για τις εργασίες σκαλωσιές κι έτσι φάνηκε το πολύ όμορφο αποτέλεσμα.
Το εξωτερικό βάψιμο ήταν απαραίτητο, είχε να γίνει αρκετά χρόνια. Αμέσως φάνηκε ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα που σχολιάστηκε θετικά από τους Καβαλιώτες. Επηρέασε εξίσου θετικά την περιοχή των πεζόδρομων Μεγάλου Αλεξάνδρου και Παύλου Μελά, στην γωνία των οποίων βρίσκεται το ακίνητο.
Οι εργασίες θα συνεχιστούν με εγκατάσταση και λειτουργία νέου εξωτερικού φωτισμού. Συντήρηση της περίφραξης κτλ. Η επιλογή του χρώματος εξωτερικά του κτιρίου (απαλό καφέ) έγινε σε συνεργασία της Τράπεζας της Ελλάδας με το Υπουργείο Πολιτισμού.
Το τελικό χρώμα επιλέχθηκε από ένα από αυτά που προτείνονται σε αυτές τις περιπτώσεις.
Προ λίγων ετών εργασίες συντήρησης είχαν γίνει και στο εσωτερικό του καταστήματος. Κι αυτές βοήθησαν ώστε να συντηρηθεί το ακίνητο, να γίνει πιο όμορφο και φιλικό για αυτούς που εργάζονται και στους πολίτες που το επισκέπτονται.
Σημαντική για τη λειτουργία του η εξυπηρέτηση των οχημάτων των χρηματαποστολών από την πίσω είσοδο. Από την αυλή. Η οποία κι αυτή έτυχε περιποίησης, συντηρήθηκε κι αναδείχθηκε ως χώρος διαφορετικός. Πρασίνου και λουλουδιών σε μια περιοχή γεμάτη κατοικίες, πολυκατοικίες και κυρίως τσιμέντο.
Η εξυπηρέτηση των οχημάτων των χρηματαποστολών με τη νέα διαδικασία διευκολύνει τη λειτουργία των πεζόδρομων. Ταυτόχρονα βοηθά το ακίνητο να παρουσιάσει τα ιστορικά του προσόντα μιας και έπαψε η κακή συνήθεια πολλών παρκαρισμένων οχημάτων μπροστά από την κεντρική του είσοδο.
Σύμφωνα με παλαιότερη έκδοση της Τράπεζας της Ελλάδας το κτίριο έχει την ακόλουθη ιστορία: «Το συγκεκριμένο κτίριο, και το γειτονικό του ήταν καπναποθήκες πριν περιέλθουν στην κυριότητα της Τράπεζας.
Μετά τις εκτεταμένες μετατροπές στις οποίες προέβη προπολεμικά ο αρχιτέκτονας Κ. Παπαδάκης της Τεχνικής Υπηρεσίας της Τράπεζας και την κατεδάφιση της μιας καπναποθήκης και κυρίως μετά την επέκταση και τον ανασχεδιασμό των όψεών του από τον Μ. Κανάκη το 1952, το κτίριο απέκτησε τη σημερινή μορφή του και το ύφος μοντέρνου κλασικισμού ανάλογο με αυτό των περισσότερων κτιρίων της Τράπεζας».