Dark Mode Light Mode

Ποιήματα γραμμένα από έναν παλιό Καβαλιώτη

Λίγες ημέρες πριν το Πάσχα επισκέφθηκε την Πρωινή ο συμπολίτης συνταξιούχος Νίκος Μανδαλίδης. Ευγενικός και χαμογελαστός μας πρότεινε να δημοσιεύσουμε ποιήματα του, τα οποία έγραψε τα πολλά προηγούμενα χρόνια. Από το 1996 μέχρι και σήμερα. Χωρίς να είναι ειδικός, χωρίς να έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ποίηση «ακούει» την καρδιά του. Γράφει για όσα έζησε, όσα βίωσε. Γράφει για πολλά και διάφορα θέματα.

Διαλέξαμε τις δημοσιεύσεις των ποιημάτων να τις αρχίσουμε με στιχάκια που αφορούν την Καβάλα. Τον τόπο του. Σήμερα ο Νίκος Μανδαλίδης είναι κοντά στα 80, ενεργός πολίτης μιας πόλης στην οποία γεννήθηκε και ζει. Παιδί του Κιρτζή, θυμάται τις παράγκες στις οποίες μεγάλωσε. Εκεί όπου σήμερα υπάρχουν πολυκατοικίες και σχολείο. Αυτής της κατηγορίας οι παλιοί Καβαλιώτες έχουν μνήμες που συνδέουν την Καβάλα του χθες με την Καβάλα του σήμερα. Η σύγκριση γίνεται αλλά πότε έχει θετικά συμπεράσματα και ποτέ αρνητικά. Εκείνη η Καβάλα χάθηκε. Κι αν κάτι διασώζεται, αυτό υπάρχει στα ποιήματα του Ν. Μανδαλίδη. Στα κείμενα πολλών άλλων.

 

Η ΚΑΒΑΛΑ

 

Πόσο φαίνεται ωραία

μία πόλη από ψηλά

σαν μία όμορφη μοιραία

την κοιτώ και μου μιλά

 

Παραλίες είν’ γεμάτη

πέλαγος αντικριστά

κι ένα κότερο που πλέει

τα πανιά του είν’ ανοιχτά

 

Κι στα βράχια στο Σταυρό

Μόνος μου την αγναντεύω

είναι η πόλη που αρέσω

η Καβάλα π’ αγαπώ

 

Από ανατολή και δύση

απ’ το κύμα βρέχεται

κι απ’ τη Θάσο το Καράβι

νάτο εκεί που έρχεται

 

Ηλιόλουστη και λάμπει

την κοιτώ κι’ αναρωτιέμαι

μοσχοβολούν βουνά και κάμποι

σ’ αυτήν την πόλη ανάπαυσέ με.

 

 

ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ

 

Τ’ ολόγιομο φεγγάρι

πρόβαλε απ’ την Παναγία

και φωτίζει το λιμάνι

Κάστρο και την παραλία

 

Κάθομαι σ’ ένα παγκάκι

και ακούω μια πενιά

από κάποιο ταβερνάκι

που ήτανε εκεί κοντά

 

Συνεπαίρνει το τοπίο

η καλή αστροφεγγιά

να’ το έρχεται το πλοίο

κι ο μαΐστρος του βοριά

 

Λέω να σηκωθώ να φύγω

κρύωσε λίγο ο καιρός

να’ παιρνα κι εγώ το πλοίο

κι όπου με βγάλει ο Θεός

 

 

Ο ΓΕΡΟ ΠΛΑΤΑΝΟΣ (ΤΟΥ ΒΥΡΩΝΑ) 

 

Είναι ο γέρο πλάτανος

εκεί στη γειτονιά

που όταν καίει ο ήλιος

μας δίνει τη δροσιά

 

Με τα φυλλώματα

ψιλή κορμοστασιά

με κρύο ή με ζέστη

όλα τα προσπερνά

 

Στέκει εκεί αγέραστος

παρ’ ότι αιωνόβιος

πάντοτε είν’ ακμαίος

και δροσερότατος

 

Δροσίζει η σκιά του

την πιάτσα των ταξί

στου Βύρωνα η γειτονιά του

γνωρίζω από παιδί

 

 

ΣΥΝΟΙΚΙΑ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

 

Το λιθόστρωτο  διαβαίνω

στον επάνω μαχαλά

ταβερνάκια το’ να στ’ άλλο

είναι όλα στη σειρά

 

Συνοικία Παναγίας

άγαλμα Μεχμέτ Αλή

το κονάκι του αντίκρυ

καφεδάκι στην αυλή

 

Κάθομαι και αγναντεύω

θέα εξαιρετική

το Λιμάνι η Καβάλα

και η θάλασσα ταψί

 

Φάτσα κάρτα είν η Θάσο

τ’ όμορφο αυτό νησί

μεσ’το πράσινο σπαρμένο

έως κάτω στην ακτή

 

 

ΣΥΝΟΙΚΙΑ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ 

 

Πολλά σκαλάκια μία εκκλησία

ένα σχολείο παίζουν παιδιά

σπιτάκια όμορφα καλοφτιαγμένα

προφήτου Ηλία τη γειτονία

 

Με κεραμίδια και τις αυλές τους

βαμμένα ωραία σχολαστικά

η βρυσούλα σε μία γωνιά τους

κι’ ένα σκυλάκι να τριγυρνά

 

Το δάσος πέρα μοσχοβολάει

Γεμάτο πεύκα όπως παλιά

Η εγκατάλειψη ζωγραφισμένη

Νοσοκομείο, Κόντι μαλεμπιά

 

Καταγάλανο το πέλαγο μπροστά

στο βάθος Θάσο μοναδικά

λιμάνι σπίτια και Παναγία

να το φεγγάρι χαμογελά

Προηγούμενο άρθρο

Οι «Τρύπες της Παναγιάς» στην Μουσθένη Καβάλας (ΦΩΤΟ)

Επόμενο άρθρο

Ξεμούδιασε και προκρίθηκε ο ΑΟΚ με 2-0 επί της Θράκης Φερών(φωτογραφίες)