Dark Mode Light Mode

Πολίτες απαθείς, πολιτικοί μη ακουόμενοι

 

Γράφει από το Παρίσι ο Μιχάλης Μαυρόπουλος


Στις καθημερινές σχεδόν δημοσκοπήσεις, δυο ονόματα της άκρας και της ακρότατης δεξιάς, εκείνο της Μαρίν Λε Πεν  και του Ερίκ Ζεμούρ σταμπάρουν επί του παρόντος με την συχνότητά τους την πολιτική σκακιέρα  της μη κηρυχθείσης επισήμως προεκλογικής εκστρατείας. Τελευταίως μπορούμε να προσθέσουμε και ένα τρίτο όνομα, του  Μελανσόν της αριστερής Ανυπότακτης Γαλλίας που επανέφερε στην επικαιρότητα μια λησμονημένη πολιτική έννοια, την λαϊκή ενότητα που κυριαρχούσε στα χρόνια εξήντα και εβδομήντα όχι μόνο στην Γαλλία αλλά και στην Λατινική Αμερική. Κύριος εκπρόσωπός της ήταν, δυστυχώς για λίγο καιρό, ο σοσιαλιστής Σαλβατόρε Αλλιέντε. Οι δυο πρώτοι, προϊόντα της γαλλικής αντιδραστικής σκέψεως, μονοπωλούν  τις μπλαμπλά  κουραστικές πολιτικές εκπομπές του ραδιοφώνου και της τηλεοράσεως με κύριο στόχο την προβολή των ξενοφοβικών συνθημάτων τους με θύματα τους μετανάστες. Αξιοσημείωτο είναι ότι ένιοι αερολογούντες πολιτικολόγοι προσπαθούν να πείσουν τους πολίτες ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ της Λε Πεν και του Ζεμούρ. Σύμφωνα με τις αναλύσεις τους, η πρώτη θα είχε την σφραγίδα της κοινωνικοπολιτικής ηγέτιδος ενδιαφερόμενη για τους ταπεινούς, ο δεύτερος γνωστός για τον θαυμασμό του Πεταίν, του Γάλλου στρατάρχη που παρέδωσε την χώρα του στον Χίτλερ, έχει συνταυτισθεί με τον υπερφιλελευθερισμό.  Σημειωθήτω ότι ο Ζεμούρ είχε στο παρελθόν μια αρνητική θέση για την Ευρώπη την οποία όμως εμετρίασε κατά πολύ τον τελευταίο καιρό.

Διαφορές μεταξύ των δυο υπάρχουν, τις χωρίζει όμως ένα λεπτό τσιγαρόχαρτο. Η Λε Πεν υποστηρίζει ότι η Γαλλία πρέπει να παύσει να δέχεται στο έδαφός της  Βορειοαφρικανούς και μαύρους μετανάστες που οι γονείς τους, πρώην κάτοχοι της γαλλικής  ταυτότητος, ναι μεν πολέμησαν κυρίως στην διάρκεια του Πρώτου Πολέμου στο πλευρό των Γάλλων, ταυτοχρόνως όμως υπήρξαν θύματα της αποικιοκρατίας. Η ίδια προσθέτει ότι οι μη σεβόμενοι τους γαλλικούς νόμους πρέπει να απελαύνονται πάραυτα χωρίς καμιά άλλη διαδικασία. Από την πλευρά του, ο Ζεμούρ  πάει πιο μακριά. Επαγγέλλεται το άμεσο διώξιμο κάθε τριτοκοσμικού μετανάστη χωρίς σεβασμό των δικαιωμάτων του έστω και αν υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου. Ωσαύτως εν ονόματι της αναπτύξεως της βιομηχανίας και της μειώσεως της ανεργίας, προπαγανδίζει την μεγάλης εκτάσεως ελάφρυνση της φορολογίας υπέρ των επιχειρηματιών.

Ποια θέση παίρνει πάνω σε αυτό το θέμα η μεγάλη εργοδοσία; Κατά κανόνα τηρεί σιγήν ιχθύος, γνωρίζει όμως εκ πείρας ότι τα κόμματα για να διεξάγουν την προεκλογική τους εκστρατεία χρειάζονται επί πλέον χρήματα από εκείνα που τους παρέχει νομίμως το κράτος. Ξέρει επίσης ότι το λεπενίστικο κόμμα είναι καταχρεωμένο και ότι ο Ζεμούρ χτυπάει πολλές πόρτες για να βοηθηθεί οικονομικά στην πιθανή υποψηφιότητά του. Εν γνώσει αυτής της καταστάσεως, οι μεγάλοι εργοδότες αφού εξετάσουν λεπτομερώς τα κρυφοδιαβήματα των κομμάτων για οικονομική βοήθεια, τα υποδεικνύουν τι πρέπει να πουν και να κάνουν για τα ιδιωτικά συμφέροντα.

Κάτι το αντιστρόφως ανάλογο συνέβαινε και στην Καβάλα με λίγους αλλά πασίγνωστους καπνεμπόρους των ετών 50, 60 που άνοιγαν το πουγκί τους για να ενισχύσουν χρηματικώς την διεξαγωγή της προεκλογικής εκστρατείας του κυρίαρχου αυταρχικού κόμματος που υπεστήριζε και προέβαλλε  τα αιτήματά τους.

Για τις  ανομολόγητες σχέσεις κεφαλαίου—κομμάτων,  κυκλοφορούσαν στα παρισινά δημοσιογραφικά γραφεία, παραμονές  των προεδρικών εκλογών του 2017, διάφορες ιστορίες μεταξύ των οποίων η κάτωθι: Κατά την διάρκεια μιας επισκέψεως της «συνδικαλιστικής» (εάν μπορούμε να πούμε) εργοδοτικής οργανώσεως MEDEF, ο τότε πρόεδρος της δημοκρατίας Φρανσουά Ολλάντ, (1) εζήτησε από τα μέλη της, με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην καλυτέρευση της παραπαίουσας οικονομίας της χώρας. Η απάντηση ήταν απροσδόκητη και προσβλητική: Να μην θέσει εμπόδια στην υποψηφιότητα για την  προεδρία του Μακρόν, υπουργού του των Οικονομικών. Ο Ολλάντ κατάλαβε ότι έπρεπε να συμμορφωθεί. Λίγο καιρό αργότερα, ανακοίνωνε ότι ο ίδιος δεν θα ήταν υποψήφιος γι αυτό το αξίωμα. Ο Μακρόν κέρδισε τις εκλογές…

Από την πλευρά της κλασσικής Δεξιάς, τα πράγματα δεν ξεκαθάρισαν ακόμη. Αυτό θα γίνει με τις εκλογές τον προσεχή Δεκέμβριο των υποψηφίων της για το  προεδρικό αξίωμα. Μια από αυτούς, η οποία είχε πάρει τις αποστάσεις της από το κόμμα της, το σιρακικό LR, (Ρεπουμπλικάνοι), επανήλθε στις τάξεις του προτείνουσα μια εξωφρενική για την λειτουργία του γαλλικού διοικητικού μηχανισμού πρόταση: την κατάργηση 150.000 θέσεων εργασίας σε αυτόν τον τομέα! Ο έτερος των εσωτερικών αντιπάλων της, εκλεγείς υπεύθυνος διοικήσεως της Βορείου Γαλλίας, διαλαλεί σε όλους τους τόνους την γκολική κληρονομιά, την ανάγκη υπάρξεως μιας λαϊκής Δεξιάς,  σκοπεύει δε στην προσέλκυση της ψήφου των δεξιών, των σοσιαλκεντρώων, των απαθών πολιτών έναντι της πολιτικής, και τέλος τους δηλώνοντες την πρόθεσή τους να απόσχουν ή να ρίξουν λευκό.

Στους σοσιαλιστές, η επιλογή της δημάρχου των Παρισίων σαν υποψηφίας για την προεδρική εκλογή δεν ενθουσίασε μέρος των συμπαθούντων το Σ.Κ. Δεν κρύβουν τον σκεπτικισμό τους για την ικανότητά της να συνενώσει τις διάφορες τάσεις μη εκφραζόμενες δημοσίως, κριτικάρουν δε την αποτυχία της στην διαχείριση της καθαριότητος και της άτακτης κυκλοφορίας  την οχημάτων στους δρόμους της πρωτεύουσας (συνεχή μποτιλιαρίσματα, παράνομες σταθμεύσεις, μη σεβασμός των πεζών από τους ποδηλάτες των οποίων ο πολλαπλασιασμός είναι εμφανής).

Τέλος, οικολόγοι και κομμουνιστές δεν πολυακούονται στο ραδιόφωνο, οι δε δεύτεροι με ελάχιστες εξαιρέσεις έχουν σχεδόν χαθεί από τις οθόνες των πολυαρίθμων καναλιών που σχολιάζουν αρλουμποειδώς την πολιτική επικαιρότητα τα οποία ψιλοκοσκινίζουν την πιο ασήμαντη και ανεκδοτολογική πλευρά της προς αποπληροφόρηση του κοινού.

  • Στο προσφάτως εκδοθέν βιβλίο του «Affronter» (Αντιπαράθεση, σύγκρουση) ο πρώην ένοικος του μεγάρου των Ηλυσίων Ολλάντ ξετινάζει τον σημερινό πρόεδρο Μακρόν και υπογραμμίζει ότι η σοσιαλδημοκρατία είναι σε καλύτερη θέση  να προσφέρει στην Γαλλία την ελπίδα απέναντι στην σύγχυση. στην παθητική εγκαρτέρηση, στην κούραση, στην αποχή. Επαινεί επίσης την δήμαρχο των Παρισίων που έθεσε υποψηφιότητα για τις προεδρικές εκλογές. Χαρακτηρίζει σαν βάτραχο (οι μύθοι του Λα Φονταίν) τον Μακρόν που δεν διαθέτει ουδέν δόγμα και τους άλλους υποψήφιους για την προεδρία λιλιπούτειες προσωπικότητες.
Προηγούμενο άρθρο

μικρά πρωινά από τον Νίκο Γενικόπουλο

Επόμενο άρθρο

Έχουμε να φάμε Μυρτώ στη μάπα αυτή την εβδομάδα ...