Dark Mode Light Mode

Πώς μπορούμε να απελευθερωθούμε από τον καπιταλισμό; 

01 Φεβρουαρίου 2025

Η κραυγή, το να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς την κατάληψη της εξουσίας, οι μεγάλες και μικρές ρωγμές στον καπιταλισμό. Και πάλι ο ανοιχτός μαρξισμός και η ελπίδα, όχι εκείνη η αφηρημένη ελπίδα στο μέλλον αλλά η ελπίδα στον πλούτο μας, δηλαδή στην ικανότητά μας να δημιουργούμε εδώ και τώρα μια κοινωνία βασισμένη στην αμοιβαία αναγνώριση των αξιοπρεπειών μας, έναν κόσμο που να μην βασίζεται στην κυριαρχία του χρήματος.

Μια εκτενής συνέντευξη του Sun Liang, του εβδομαδιαίου Chinese Social Sciences, με τον John Holloway. «Πώς μπορούμε να απελευθερωθούμε από τον καπιταλισμό; Αρνούμενοι, λέγοντας όχι.

Ο καπιταλισμός υπάρχει σήμερα γιατί το κάνουμε εμείς, τον φτιάχνουμε εμείς… – λέει ο Holloway – Για να σταματήσουμε να δημιουργούμε τον καπιταλισμό, πρέπει να κάνουμε κάτι άλλο, να δημιουργήσουμε άλλες μορφές συνύπαρξης.

Ή μάλλον, να αναπτύξουμε τις μορφές φιλικότητας, συνύπαρξης που υπάρχουν ήδη σε εμβρυϊκή μορφή, ενάντια και πέρα ​​από τον καπιταλισμό…” Μπορείτε να μας πείτε εν συντομία για το πότε ξεκινήσατε να επικεντρώνεστε στον καπιταλισμό και πότε συναντήσατε για πρώτη φορά τον μαρξισμό;

Ήταν το 1968 όταν κέρδισα το πρώτο μου πτυχίο, στη νομική, στο πανεπιστήμιο, οπότε η εξέγερση ήταν στον αέρα, όπως και ο Μαρξ. Τότε ήταν που άρχισα να ενδιαφέρομαι για τον μαρξισμό, ο οποίος, προφανώς, δεν ήταν μέρος της επίσημης διδασκαλίας. Άρχισα λοιπόν να διαβάζω ενδιαφέροντα πράγματα όπως η φιλοσοφία της ελπίδας[1] του Ernst Bloch και Ιστορία και Ταξική Συνείδηση του Georg Lukács[2], που με έφεραν σε έναν διαφορετικό κόσμο, σε έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο σκέψης.

Και μετά, φυσικά, ο ίδιος ο Μαρξ. Όταν λοιπόν άρχισα να διδάσκω στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, στο Τμήμα Πολιτικής, κράτησα ένα μάθημα για τον Μαρξ και αυτό με ανάγκασε να μάθω εκείνο που ήθελα να διδάξω.

Ταυτόχρονα, συμμετείχα σε μια οργάνωση που ονομάζονταν «Conference of Socialist Economists», »Διάσκεψη Σοσιαλιστών Οικονομολόγων», μια εθνική, μη σεχταριστική και μη κομματική οργάνωση στη Βρετανία για να συζητούμε θέματα μαρξιστικής θεωρίας και πολιτικής.

Συνεισέφερα στη δημιουργία μιας ομάδας συζήτησης επί του Κράτους, που συνεδρίαζε μια φορά το μήνα. Μαζί με τον φίλο μου Sol Picciotto, ενδιαφερθήκαμε πολύ για την κουβέντα σχετικά με τη «γερμανική προέλευση του Κράτους», η οποία επικεντρώνονταν στην αντίληψη του Κράτους ως καπιταλιστικού Κράτους και όχι μόνο ως Κράτους στην καπιταλιστική κοινωνία.

Η συζήτηση, η οποία ήταν πολύ έντονη στη Γερμανία, δεν είχε μεταφραστεί στα αγγλικά εκείνη την εποχή, οπότε δημοσιεύσαμε μια συλλογή από τα πιο σημαντικά άρθρα σε ένα βιβλίο με τίτλο The State and Capital[3] (“Το Κράτος και το Κεφάλαιο: μια μαρξιστική συζήτηση”, το οποίο δεν έχει μεταφραστεί στα ιταλικά, σ.τ.μ.).

Για μένα αυτό οδήγησε σε δύο ελαφρώς διαφορετικές κατευθύνσεις. Η πρώτη ήταν να σκεφτούμε τι σημαίνει η κατανόηση του Κράτους ως καπιταλιστικού Κράτους για όσους από εμάς είναι κρατικοί υπάλληλοι αλλά αντιτίθενται στον καπιταλισμό. Υπάρχει ένας τρόπος να είσαι ταυτόχρονα μέρος του Κράτους και εναντίον του;

Στην περίπτωσή μου, υπάρχει ένας τρόπος να διδάσκουμε σε ένα πανεπιστήμιο που είναι μέρος του καπιταλιστικού Κράτους και ταυτόχρονα να διδάσκουμε ενάντια στο κεφάλαιο και το Κράτος; Και τι να πούμε σχετικά με τους δασκάλους, τους νοσοκόμους των νοσοκομείων, τους κοινωνικούς λειτουργούς και τους οδηγούς λεωφορείων;

Υπήρχε ένας τρόπος να φέρουμε τη θεωρητική μας συζήτηση στην καθημερινή πρακτική των κρατικών εργαζομένων; Με μια ομάδα φίλων, ονομάζαμε τους εαυτούς μας London Edinburgh Weekend Return Group (η ομάδα μετακινούμενων το σαββατοκύριακο μεταξύ Λονδίνου και Εδιμβούργου), κάναμε συνεντεύξεις και ομαδικές συζητήσεις με πολλούς κρατικούς υπαλλήλους διαφόρων τύπων[4] και δημοσιεύσαμε ένα βιβλίο με τίτλο In and Against the State (πλήρης τίτλος: «In and Against the State: Discussion Notes for Socialists», μετάφραση.

Μέσα και ενάντια στο Κράτος, σημειώσεις συζήτησης για σοσιαλιστές», βιβλίο μη μεταφρασμένο στα ιταλικά, σ.τ.μ.. ), αρχικά το 1979, το οποίο ήταν εκπληκτικά επιτυχημένο. Νομίζω ότι το σημαντικό πράγμα για εμένα ήταν να επικεντρωθούμε στην καθημερινή φύση της πάλης ενάντια στο κεφάλαιο.

Ο αγώνας δεν είναι απαραίτητα κάτι θεαματικό που εμπλέκει τα πολιτικά κόμματα, είναι αντίθετα μέρος της καθημερινής ζωής, που γεννιέται από την ανταγωνιστική φύση της κοινωνίας στην οποία ζούμε. Η δεύτερη κατεύθυνση ήταν μια πιο θεωρητική ανάπτυξη του ίδιου ζητήματος.

Μια κεντρική κατηγορία της συζήτησης για την κρατική προέλευση, όπως του Κεφαλαίου του Μαρξ, είναι η κατηγορία της μορφής. Ο Μαρξ μιλά για τη μορφή-αξία, τη μορφή- χρήμα και ούτω καθεξής, ενώ η κουβέντα για τη δημιουργία του Κράτους επικεντρώνεται στη μορφή-Κράτος.

Τι σημαίνει όμως μορφή; Στο Εδιμβούργο, όπου βρισκόμουν τότε, εμείς, ιδιαίτερα ο φίλος μου Richard Gunn, φτάσαμε σε μια αντίληψη της μορφής ως «τρόπο ύπαρξης». Έτσι, το Κράτος είναι ένας τρόπος να τοποθετούμαστε στις κοινωνικές σχέσεις, στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.

Αλλά, όπως η αξία, όπως το χρήμα, είναι ένας τρόπος να τοποθετούμαστε στις κοινωνικές σχέσεις που παρουσιάζεται ως ένα πράγμα, όχι ως μια κοινωνική σχέση. Αρνείται την ίδια την πραγματικότητα του ως κοινωνική σχέση και αυτό συνεπάγεται πως οι κοινωνικές σχέσεις υπάρχουν στον τρόπο που τις αρνούνται.

Αυτή είναι μια αναδιατύπωση της έννοιας του φετιχισμού του Μαρξ, αλλά γίνεται σαφές ότι υπάρχει μια ένταση. Εάν οι κοινωνικές σχέσεις υπάρχουν με τον τρόπο της άρνησης, τότε υπάρχει ήδη μια ένταση μεταξύ των κοινωνικών σχέσεων και αυτής της άρνησης.

Οι κοινωνικές σχέσεις θα τείνουν να αναιρούν τη δική τους άρνηση. Η άρνηση είναι ένας ανταγωνισμός, μια σύγκρουση, ένας αγώνας. Ο φετιχισμός είναι ένας ανταγωνισμός, ένας αγώνας και επομένως μια διαδικασία.

Μια διαδικασία φετιχοποίησης, σε ανταγωνισμό με μια αντίθετη διαδικασία αποφετιχοποίησης. Ο φετιχισμός είναι ο αγώνας για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου, η αποφετιχοποίηση είναι η αντικαπιταλιστική κριτική.

Το χρήμα, για παράδειγμα, παρουσιάζεται ως ένα αντικείμενο, αλλά γνωρίζουμε ότι είναι μια μορφή κοινωνικής σχέσης, ένας τρόπος ύπαρξης των κοινωνικών σχέσεων. Είναι μια φετιχοποιημένη ή «αντικειμενοποιημένη» μορφή (που έχει μετατραπεί σε αντικείμενο, σ.τ.μ.) ανταγωνιστικών κοινωνικών σχέσεων.

Η ύπαρξή του ως αντικείμενο κρύβει έναν ανταγωνισμό, έναν αγώνα που πιθανότατα σκοτώνει χιλιάδες ανθρώπους καθημερινά. Η νομισματοποίηση των κοινωνικών σχέσεων οδηγεί στον θάνατο από την πείνα, στον αποκλεισμό από την ιατρική περίθαλψη, λόγω της βίας που γεννά η αναζήτηση του χρήματος.

Και φυσικά υπάρχει διαρκής αντίθεση σε αυτή τη φετιχοποίηση των κοινωνικών σχέσεων, όταν οι άνθρωποι κλέβουν την τροφή, ή παλεύουν ενάντια στη νομισματοποίηση της υγειονομικής περίθαλψης ή δημιουργούν σχέσεις αλληλεγγύης που πηγαίνουν ενάντια στη νομισματοποίηση των πάντων.

Μπορούμε λοιπόν να δούμε ότι όλες αυτές οι κοινωνικές μορφές είναι διαδικασίες σημαντικές στον ανταγωνισμό, επιθέσεις που συναντούν αντιστάσεις. Αυτό είναι ένα θεωρητικό θέμα, αλλά επιστρέφει στις ζυμώσεις της πολιτικής αναταραχής της δεκαετίας του 1970.

Το κύμα αγώνων που συνδέουμε με το 1968 ήταν ακόμα πολύ παρόν και εμείς θέλαμε να κατανοήσουμε τον μαρξισμό ως μια θεωρία αγώνα, όχι ως θεωρία των αντικειμενικών αιτιών της κοινωνικής ανάπτυξης. Το κίνημα του εργατισμού στην Ιταλία ήταν επίσης πολύ σημαντικό και η διδασκαλία ανθρώπων όπως ο Νέγκρι και ο Τρόντι ότι η μαρξιστική θεωρία έπρεπε να ξεκινήσει όχι από την κίνηση του κεφαλαίου αλλά από το κίνημα της εργατικής τάξης. Δεν ήμουν ποτέ απόλυτα σύμφωνος μαζί τους, αλλά η έμφαση που δίνουν στον μαρξισμό ως αγώνα είναι θεμελιώδης.

Παρουσίασα τις ιδέες μου για το Κράτος ως μορφή-διαδικασία σε ένα άρθρο που γράφτηκε για ένα συνέδριο για το καπιταλιστικό Κράτος στην Πουέμπλα του Μεξικού το 1979. Αυτό με οδήγησε να δουλέψω στο Πανεπιστήμιο της Πουέμπλα από το 1993.

Μετά ήρθε η υπέροχη ζαπατιστική εξέγερση την 1η ιανουαρίου 1994. Και είπαν, και λένε, ότι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο δίχως να πάρουν την εξουσία. Ένα υπέροχο φως στον ουρανό που μπορεί να ειδωθεί σε κάθε μέρος του κόσμου.

Στην ακαδημαϊκή έρευνά σας, η κριτική σας του καπιταλισμού διαφέρει από την κριτική του Μαρξ στην πολιτική οικονομία, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην υποκειμενική διάσταση. Γιατί; Υπάρχουν πρακτικοί ή θεωρητικοί λόγοι γι’ αυτό;

Όχι, δεν νομίζω ότι η κριτική μου του καπιταλισμού διαφέρει από εκείνη του Μαρξ. Ίσως μου αρέσει να τον τεντώνω λίγο για να τον κάνω να πει αυτό που θέλω εγώ, και αυτό που πραγματικά ήθελε να πει ακόμα κι αν δεν το είπε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η κριτική μου διαφέρει από τη δική του. Νομίζω ότι πρέπει να διαβάσουμε κριτικά τον Μαρξ, ή οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα, για να τον σπρώξουμε λίγο πιο πέρα ​​από τον εαυτό του. Ο Μαρξ, όπως κάθε συγγραφέας, είναι αυτοαντιφατικός. Άλλοτε καταλαβαίνει τον εαυτό του και άλλοτε όχι, και τότε χρειάζεται τη βοήθειά μας.

Ο Μαρξ εννοούσε τη θεωρία του ως μέρος της πάλης της εργατικής τάξης, και εμείς εννοούμε τις θεωρίες μας με τον ίδιο τρόπο. Το να σκέφτεσαι τη μάχη σημαίνει να σκέφτεσαι ένα υποκείμενο που κινείται ενάντια σε ένα αντικείμενο. Το αντικείμενο είναι η καπιταλιστική κοινωνία που μας περιβάλλει, η κοινωνία στην οποία ζούμε, ένας τρομερός και σκληρός κόσμος εκμετάλλευσης και καταστροφής που μας οδηγεί σε ενδεχόμενο αφανισμό. Θέλουμε να ξεφύγουμε από αυτό και θέλουμε ο Μαρξ να μας βοηθήσει.

Και αυτός μας βοηθάει πραγματικά. Ο Μαρξ λέει στους συντρόφους του εργατικού κινήματος της εποχής του: «Οι αγώνες μας φαίνονται ατελείωτοι, αλλά υπάρχει ελπίδα. Αυτή η ελπίδα κατοικεί στις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, στο γεγονός πως είναι ασταθές και εύθραυστο, που στηρίζεται σε μια μόνιμη τάση προς την κρίση». Ο μαρξισμός είναι μια θεωρία της κρίσης. Δεν είναι ότι έχει μια θεωρία της κρίσης, είναι μια θεωρία της κρίσης, της αστάθειας και της ευθραυστότητας του συστήματος. Τώρα. Η ελπίδα δεν είναι στο μέλλον, όπως στην ιδέα ότι η σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων παραγωγής και των σχέσεων παραγωγής θα οδηγήσει μια μέρα στη μετάβαση στον κομμουνισμό. Η σύγκρουση είναι τώρα, η σύγκρουση μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων, με τις οποίες δεν εννοώ την τεχνολογία ως κάτι εξωτερικό, αλλά τον πλούτο μας, τη δημιουργική μας ικανότητα, τον κόσμο που θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε, και τις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις ενός κόσμου που κυριαρχείται από το χρήμα, από το κεφάλαιο.

Υπάρχει μια δομική αστάθεια στην καρδιά του καπιταλισμού: αυτό μας λέει ο Μαρξ. Ποια είναι αυτή η δομική αστάθεια; Είμαστε εμείς. Αυτή πρέπει να είναι η απάντηση. Εμείς είμαστε αυτή η δομική αστάθεια, η άρνησή μας να συμμορφωθούμε, η άρνησή μας να υπακούσουμε. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί το κεφάλαιο εξαρτάται από εμάς. Το κεφάλαιο εξαρτάται από εμάς, εξαρτάται από την υπακοή μας: αυτή είναι η θεωρία της αξίας της εργασίας του Μαρξ. Η αξία, άρα και το κεφάλαιο, παράγονται από την εργασία. Άρα το κεφάλαιο εξαρτάται από την εργασία. Εξαρτάται από το να μας πείθει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να αφιερώνουμε τη ζωή-δραστηριότητά μας στην εργασία για να παράγουμε αξία. Κι αν πούμε όχι; Τι γίνεται αν πούμε «Όχι, λυπάμαι, σήμερα θα κάνουμε κάτι άλλο με τη ζωή μας, σήμερα θα παίξουμε με τα παιδιά μας ή θα πάμε στην παραλία ή θα μείνουμε στο κρεβάτι και θα κάνουμε έρωτα»; Τότε δεν θα υπάρχει αξία και δεν θα υπάρχει κεφάλαιο. Το κεφάλαιο εξαρτάται από τη δουλειά μας, αυτή είναι η αδυναμία του.

Και δεν είναι μόνο ότι το κεφάλαιο εξαρτάται από τη δουλειά μας, αλλά εξαρτάται επίσης από το να μας κάνει να δουλεύουμε όλο και περισσότερο. Υπάρχει μια δυναμική ενσωματωμένη στην αξία. Η αξία, μας λέει ο Μαρξ, μετριέται με τον κοινωνικά απαραίτητο χρόνο για την παραγωγή ενός εμπορεύματος. Και αυτός ο χρόνος μειώνεται συνεχώς, χάρη στην εφευρετικότητά μας και κυρίως επειδή το κεφάλαιο εισάγει μηχανήματα για την παραγωγή αγαθών πιο γρήγορα. Αυτό οδηγεί σε εκείνο που ο Μαρξ αποκαλεί αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, μια αλλαγή στην αναλογία μεταξύ σταθερού και μεταβλητού κεφαλαίου, που θα οδηγήσει σε μια πτώση του ποσοστού κέρδους, εκτός εάν το ποσοστό εκμετάλλευσης αυξηθεί αρκετά για να το αντισταθμίσει. Αυτό σημαίνει ότι το κεφάλαιο δεν εξαρτάται μόνο από τη δουλειά μας, αλλά και από το να μας κάνει να δουλεύουμε πιο γρήγορα. Αυτό είναι σημαντικό γιατί φαίνεται ότι, παρά τις αλλαγές στην τεχνολογία και την οργάνωση της εργασίας, ακόμη και το πρότυπο-μοντέλο 996 στην Κίνα για το οποίο διάβασα, δεν παράγει αρκετή υπεραξία για να διατηρηθεί η απόδοση του κεφαλαίου.

Τα κέρδη διατηρούνται μέσω της διόγκωσης του χρέους, δηλαδή με βάση μια υπεραξία που δεν έχει ακόμη δημιουργηθεί. Η ανάπτυξη του κεφαλαίου γίνεται όλο και πιο πλασματική επειδή δεν παράγουμε αρκετή αξία, επειδή δεν δουλεύουμε αρκετά, επειδή θέλουμε να παίξουμε με τα παιδιά μας ή να πιούμε τσάι με τους γονείς μας ή έχουμε προβλήματα ψυχικής υγείας ή απλώς επειδή είμαστε πολύ ανόητοι για να κατανοήσουμε τις τελευταίες εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη ή τα αγγλικά μας δεν είναι αρκετά καλά. Το κεφάλαιο απαιτεί όλο και περισσότερα από εμάς και εμείς λέμε «όχι, δεν μπορούμε να το κάνουμε, δεν θέλουμε να το κάνουμε». Αυτή είναι η κρίση του κεφαλαίου, αυτή είναι η ελπίδα μας.

Η κραυγή, να αλλάξουμε τον κόσμο δίχως να πάρουμε την εξουσία, οι ρωγμές, η ελπίδα… είναι στο επίκεντρο της γραφής σας. Μπορείτε να εισαγάγετε εν συντομία καθεμία από αυτές τις έννοιες;

Η κραυγή είναι η αφετηρία. Κοιτάμε τον κόσμο γύρω μας και φωνάζουμε: Όχι, δεν μπορεί να είναι! Βλέπουμε τι συμβαίνει στη Γάζα και ουρλιάζουμε. Βλέπουμε την άσεμνη ανισότητα και την αυξανόμενη δύναμη των δισεκατομμυριούχων και ουρλιάζουμε. Κοιτάμε τον εντεινόμενο φόρτο εργασίας και βλέπουμε πώς αυτό συνδέεται με την αύξηση των ψυχικών ασθενειών και ουρλιάζουμε. Κοιτάζουμε τη στρατιωτικοποίηση που βρίσκεται σε εξέλιξη σε όλο τον κόσμο και ουρλιάζουμε. Σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις ουρλιάζουμε: υπάρχει κάτι που δεν πάει καλά με τον κόσμο! Και σκεφτόμαστε και διαβάζουμε και καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το λάθος είναι πως ο κόσμος κυβερνάται από το χρήμα, από το κεφάλαιο, αυτό δεν πάει καλά. Και από εκεί συνειδητοποιούμε ότι η σκέψη μας, η θεωρητικοποίηση μας, οι προσπάθειές μας να κατανοήσουμε τον κόσμο δεν προέρχονται από το να καθόμαστε στο φεγγάρι έξω από την κοινωνία, αλλά από το να είμαστε μέρος αυτής της τρομερής κοινωνίας. Η θεωρία μας γεννιέται από την κραυγή μας και είναι μέρος της κραυγής μας. Και η κραυγή είναι μέρος του παγκόσμιου αγώνα για τη δημιουργία ενός διαφορετικού κόσμου, ενός κόσμου που να μην βασίζεται στα χρήματα αλλά στην αμοιβαία αναγνώριση των αξιοπρεπειών μας.

Και μετά οι ρωγμές, που γεννιούνται επειδή φωνάζουμε. Ουρλιάζουμε, αλλά τι κάνουμε με τις κραυγές μας, εκτός από το να γράφουμε άρθρα για τη μαρξιστική θεωρία ή να δίνουμε ευχάριστες συνεντεύξεις όπως αυτή; Πού κατευθύνουμε την κοινωνική μας δυσαρέσκεια, τον θυμό μας; Ιδιαίτερα μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, υπήρξε μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι δεν μπορούμε να επιτύχουμε ριζικές αλλαγές μέσω του Κράτους. Εκφράζουμε τη δυσαρέσκειά μας και η Πολιτεία μας λέει «ναι, το καταλαβαίνουμε και τώρα πηγαίνετε σπίτι σας, θα λύσουμε το πρόβλημα». Όμως το Κράτος δεν μπορεί να λύσει το κύριο πρόβλημα, δηλαδή το γεγονός ότι μας κυβερνά το χρήμα, η κούρσα για το κέρδος. Το Κράτος δεν μπορεί να το λύσει γιατί με τη σειρά του είναι μέρος του καθεστώτος του χρήματος. Όλο και περισσότερο, οι διαδηλωτές, οι διαμαρτυρόμενοι αποφεύγουν το Κράτος και βρίσκουν τρόπους να δημιουργήσουν τον κόσμο στον οποίο θέλουμε να ζήσουμε. Εδώ και τώρα, χωρίς να περιμένουμε το μέλλον. Οι άνθρωποι δημιουργούν χώρους που δεν κυριαρχούνται από το χρήμα, που έρχονται σε αντίθεση με την αυταρχική ιεραρχία της καπιταλιστικής κοινωνίας. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να περιγράψουμε αυτό το φαινόμενο. Αυτοί οι αγώνες συχνά θεωρούνται πως προκαταβάλουν τα πράγματα, επειδή η οργάνωσή τους προϊδεάζει τον κόσμο που θέλουμε να δημιουργήσουμε. Ή μπορούν να θεωρηθούν ως νησιά ή αρχιπέλαγα κομμουνισμού, ή ως αυτόνομοι χώροι, ή ως κοινά αγαθά. Μιλάω για αυτά ως ρωγμές γιατί είναι σημαντικό να διατηρείς μια αρνητικότητα, για να μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για αγώνες ενάντια στον καπιταλισμό. Τις βλέπω λοιπόν ως διασπάσεις, ρωγμές στη δομή της καπιταλιστικής κυριαρχίας.

Αυτές οι ρωγμές μπορεί να είναι μεγάλες, όπως το ζαπατιστικό κίνημα που διαμορφώνει μια σημαντική περιοχή του νοτιοανατολικού Μεξικού σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση για περισσότερα από τριάντα χρόνια, ή το κουρδικό κίνημα που εφαρμόζει αυτό που αποκαλούν «δημοκρατικό συνομοσπονδισμό» στη Ροζάβα, στη βορειοανατολική Συρία. ή μπορεί να είναι μικρότερες, όπως μερικές πόλεις στο Μεξικό που αγωνίζονται εδώ και χρόνια για να εκδιώξουν τους εμπόρους ναρκωτικών και το Κράτος που τους υποστηρίζει και να δημιουργήσουν την κοινωνία επάνω σε διαφορετικές βάσεις, ή ο αγώνας που διαρκεί εδώ και ένα χρόνο στο Lützerath της Γερμανίας, για να σταματήσει την επέκταση ενός ανθρακωρυχείου και να δημιουργηθεί ένας διαφορετικός τύπος κοινότητας. ή ξανά μπορεί να είναι πολύ μικρές, σαν μια ομάδα φοιτητών που μαζεύονται και αποφασίζουν ότι, μετά την αποφοίτησή τους, δεν θέλουν να πουλήσουν τη ζωή τους στο κεφάλαιο, αλλά θέλουν να κάνουν κάτι που να έχει ένα νόημα γι’ αυτούς και προσπαθούν να βρουν τον τρόπο να το κάνουν. Όλες αυτές οι κινήσεις είναι αντιφατικές, τα κινήματα, γιατί υπάρχουν σε έναν κόσμο που διέπεται από τη λογική του χρήματος. Υπάρχουν όμως, και υπάρχουν παντού. Οι άνθρωποι προσπαθούν συνεχώς να βαδίζουν προς την αντίθετη κατεύθυνση, για να πάνε ενάντια στη λογική του κέρδους. Είναι μέρος της καθημερινότητας. Έχουμε διαφορετικές λέξεις για να το ορίσουμε: συνεργασία, συντροφιά, φιλία, αγάπη. Είναι μια πολύ ισχυρή δύναμη στην κοινωνία που λέει «χρήμα, μείνε έξω από αυτή τη σχέση, δεν σε θέλουμε εδώ, δεν θα συμπεριφερόμαστε στα παιδιά μας ή στους φίλους μας σαν εμπορεύματα». Πιστεύω ότι η μόνη δυνατότητα αντικαπιταλιστικής επανάστασης περνά μέσα από την αναγνώριση, τη δημιουργία, τη διεύρυνση, εξάπλωση, τον πολλαπλασιασμό και τη σύγκλιση αυτών των ρωγμών.

Στο βιβλίο μου Να σπάσουμε τον καπιταλισμό Crack capitalism[5], αναπτύσσω την ιδέα της ρήξης στον καπιταλισμό υιοθετώντας την ιδέα του Μαρξ για τη διττή φύση της εργασίας. Ο Μαρξ διακρίνει μεταξύ αφηρημένης εργασίας, εκείνης που παράγει αξία, και χρήσιμης ή συγκεκριμένης εργασίας, πραγματικής, εκείνης που παράγει αξία χρήσης. Βλέπω τις ρήξεις ως χώρους στους οποίους απορρίπτουμε την αφηρημένη ή αποξενωμένη εργασία, αλλοτριωμένη, και επιδιώκουμε να αφιερώσουμε τη δραστηριότητά μας στο να κάνουμε αυτό που θεωρούμε χρήσιμο ή ευχάριστο. Ο καπιταλισμός βασίζεται στην εργασία που παράγει αξία, στην αφηρημένη εργασία. Ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό είναι ο αγώνας ενάντια στην εργασία, ο αγώνας για έναν κόσμο όπου είμαστε εμείς που καθιερώνουμε τη δική μας δραστηριότητα.

Επομένως, φτάσαμε στο τρίτο μέρος της ερώτησής σας, αυτό που σχετίζεται με την αλλαγή του κόσμου χωρίς την ανάληψη της εξουσίας. Εάν το Κράτος είναι μια μορφή ειδικώς καπιταλιστική κοινωνικών σχέσεων, που προορίζεται να προωθήσει τη συσσώρευση του κεφαλαίου και επομένως να επιβάλει την εργασία επί των άλλων μορφών δραστηριότητας, τότε δεν μπορεί να είναι το όργανο για να απαλλαγούμε από τον καπιταλισμό. Πρέπει να σκεφτούμε άλλες μορφές οργάνωσης: είναι οι ρωγμές για τις οποίες μίλησα νωρίτερα. Η παλιά έννοια της επανάστασης βασιζόταν σε μια φόρμουλα: να χτίσουμε το Κόμμα, και ίσως έναν επαναστατικό στρατό, να πάρουμε τον έλεγχο του Κράτους, και μετά να αλλάξουμε την κοινωνία. Αυτή η ιδέα δεν λειτουργεί. Αν δούμε τη Σοβιετική Ένωση, οδήγησε στη δημιουργία μιας πολύ αυταρχικής κοινωνίας. Δεν θα σχολιάσω την Κίνα… Ωστόσο, το πρόβλημα για εμάς που λέμε «όχι μέσω του Κράτους» είναι τότε η απάντηση που παρουσιάζεται: «Εντάξει, αλλά πώς;». Η ιδέα των ρωγμών είναι η προσπάθειά μου να προτείνω μια απάντηση. Αλλά δεν είναι προφανές ότι επαρκούν. Πολλοί αγώνες χάνουν την προοπτική να ξεπεράσουν τον καπιταλισμό. Υπάρχει ένα κλείσιμο του κόσμου. Γίνεται πιο δύσκολο να φανταστεί κανείς έναν κόσμο έξω από τον καπιταλισμό. Γινόμαστε μάρτυρες μιας απώλειας της επαναστατικής ελπίδας. Η ελπίδα βρίσκεται στο κέντρο της ιδέας μου για τον μαρξισμό. Ο μαρξισμός διατηρεί ζωντανή την ελπίδα πως μπορούμε να δημιουργήσουμε μια κοινωνία βασισμένη στην αμοιβαία αναγνώριση των αξιοπρεπειών μας, έναν κόσμο που να μην βασίζεται στην κυριαρχία του χρήματος. Είπα πριν ότι ένα βιβλίο που με επηρέασε πολύ ήταν Η αρχή ελπίδα Il principio speranza του Ernst Bloch. Μιλάμε[6] για ένα πολύ όμορφο βιβλίο περίπου 2.000 σελίδων στο οποίο ο Bloch τονίζει την κεντρική θέση της ελπίδας στην προσπάθεια προς μια καλύτερη κοινωνία και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να φανεί σε κάθε είδους δραστηριότητες όπως τα παραμύθια, η μουσική, ο χορός, η αρχιτεκτονική, η πολιτική θεωρία, η θρησκεία και ούτω κάθε εξής. Η ελπίδα έχει μια υλική βάση: εκδηλώνει την παρούσα ύπαρξη αυτού που δεν υπάρχει ακόμη. Το όχι-ακόμη υπάρχει ήδη ως δύναμη που ωθεί προς την κοινωνία που θέλουμε να δημιουργήσουμε: εκφράζεται σε όλα τα καλύτερα του ανθρώπινου πολιτισμού, αλλά και στους εργατικούς και αντικαπιταλιστικούς αγώνες που ωθούν προς αυτό το πιθανό-εφικτό μέλλον. Στο τελευταίο μου βιβλίο, Ελπίδα σε καιρούς χωρίς ελπίδαHope in Hopeless Times (La speranza In un tempo senza speranza)[7] προτείνω ότι η ισχύς του όχι-ακόμη εκφράζεται και στην ευθραυστότητα του κεφαλαίου, και κυρίως στη μακροπρόθεσμη επέκταση του χρέους.

Αλλά η ελπίδα δεν είναι μια εγγύηση. Δεν αποδέχομαι την αισιοδοξία σε αίσιο τέλος του παραδοσιακού ιστορικού υλισμού, στην ευτυχή κατάληξη, την ιδέα ότι η ανθρωπότητα περνά από τις φάσεις της σκλαβιάς, της φεουδαρχίας, του καπιταλισμού και μετά καταλήγει στον κομμουνισμό. Ο αγώνας είναι να φτάσουμε σε ένα είδος κομμουνιστικής κοινωνίας, αλλά δεν υπάρχει καμία βεβαιότητα ότι θα φτάσουμε εκεί. Η ιστορία δεν είναι με το μέρος μας. Αντίθετα, η ιστορία φαίνεται να μας οδηγεί προς τον αφανισμό. Αυτός είναι ο λόγος που η ελπίδα είναι τόσο σημαντική, γιατί είναι τόσο σημαντικό να σπάσουμε τη δυναμική της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Όσον αφορά τον όρο «ανοιχτό» στη σειρά Open Marxism (Ανοιχτός μαρξισμός, τόμοι μη μεταφρασμένοι στα ιταλικά, σ.τ.μ.)[8], τι είδους εννοιολογική αλλαγή πιστεύετε ότι επιφέρει στη ρήξη με τον καπιταλισμό;

Άμεσα και έμμεσα, συμμετείχα στην έκδοση μιας σειράς τεσσάρων βιβλίων με την ονομασία Ανοιχτός Μαρξισμός, Open Marxism, το πρώτο το 1992, το τελευταίο το 2022. Γενικά, πρόκειται για εξερευνήσεις ενός μη δογματικού μαρξισμού, χωρίς έναν ακριβή ορισμό του «ανοιχτού». Αλλά για μένα ο όρος «ανοιχτό» έχει μια πιο συγκεκριμένη σημασία: αναφέρεται στην κατανόηση των εννοιών του μαρξισμού και όλων των εννοιών ως εννοιολογήσεις διαδικασιών αγώνα. Έτσι, όπως είπα, το χρήμα είναι ένας αγώνας, η αξία είναι ένας αγώνας, το Κράτος είναι ένας αγώνας για να επιβάλουν ορισμένες μορφές στην καθημερινή μας δραστηριότητα. Αυτές οι μορφές έχουν μια πολύ μεγάλη δύναμη που προέρχεται από τη συνοχή τους, αλλά διεγείρουν και τη συνεχή αντίθεση.

Αντιστεκόμαστε στην επιβολή της έννοιας της αξίας στις καθημερινές μας δραστηριότητες, βλασφημώντας όταν χτυπάει το ξυπνητήρι το πρωί, βρίσκουμε δικαιολογίες για να αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο με τα παιδιά μας, εναντιωνόμαστε σε έργα που αυξάνουν τα κέρδη ενώ καταστρέφουν τις κοινότητες και πάει λέγοντας. Η λογική του χρήματος διέπει την κοινωνία, κυβερνά, αλλά πάντα αμφισβητείται, πάντα τίθεται υπό συζήτηση, της αντιτιθέμεθα. Υπό αυτή την έννοια, οι κατηγορίες του μαρξισμού είναι ανοιχτές, είναι εννοιολογήσεις ανταγωνιστικών διαδικασιών, διαδικασίες αγώνα.

Η αντικαπιταλιστική πάλη δεν είναι ξένη προς την έννοια της αξίας ή τις κατηγορίες πολιτικής οικονομίας που επικρίνει ο Μαρξ. Το να κριτικάρεις την αξία, όπως κάνει ο Μαρξ, σημαίνει να λες ότι είναι μια κοινωνική σχέση που παρουσιάζεται ως ένα αντικείμενο, αλλά αυτή η κοινωνική σχέση είναι μια ανταγωνιστική σχέση, μια σχέση πάλης. Αυτό σημαίνει ότι η έξοδος από τον καπιταλισμό, το ερώτημά σας, απαιτεί την ανάπτυξη της αντίθεσης που είναι ήδη παρούσα σε αυτές τις μορφές και να πούμε Όχι στην αξία, Όχι στο χρήμα, Όχι στο Κράτος. Όλα αυτά τα Όχι φαίνονται τρελά, αλλά στην πραγματικότητα είναι πάντα παρόντα, στον τρόπο που ζούμε και στους αγώνες που ξεσπούν συνεχώς.

Σήμερα, η παγκοσμιοποίηση που οδηγείται από τον καπιταλισμό έχει θέσει την ίδια την ανθρώπινη επιβίωση σε κρίση. Ποια είναι η συνολική σας εκτίμηση για την ανάπτυξη του καπιταλισμού; Πώς μπορούμε να απελευθερωθούμε από τον καπιταλισμό;

Ναι, ο καπιταλισμός έχει θέσει την ανθρώπινη επιβίωση σε κρίση. Είναι όλο και πιο ξεκάθαρο ότι το ερώτημα είναι «μπορούμε να καταστείλουμε τον καπιταλισμό πριν ο καπιταλισμός καταστείλει εμάς;». Η απάντηση, φυσικά, εξαρτάται από εμάς. Δεν βλέπω τον καπιταλισμό ως εκείνο το τόσο σταθερό σύστημα που φαίνεται να είναι. Το βλέπω ως εύθραυστο, ανίκανο να δημιουργήσει την υπεραξία που είναι απαραίτητη για να εγγυηθεί το μέλλον του, εξαρτάται όλο και περισσότερο από το χρέος, δηλαδή από το στοίχημα να μπορεί να παράγει στο μέλλον την υπεραξία την οποία χρειάζεται για να επιβιώσει σήμερα. Αλλά η ευθραυστότητα δεν σημαίνει ότι πρόκειται να καταρρεύσει. Νομίζω μάλλον ότι η ευθραυστότητα το καθιστά πιο άστατο, πιο αναποτελεσματικό, πιο βίαιο, με αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ των Κρατών και την πιθανότητα ενός παγκόσμιου και καταστροφικού πολέμου.
Είναι δύσκολοι καιροί.

Πώς μπορούμε να απελευθερωθούμε από τον καπιταλισμό; Αρνούμενοι, λέγοντας όχι. Ο καπιταλισμός υπάρχει σήμερα γιατί τον φτιάχνουμε εμείς. Πρέπει να βρούμε τρόπο να μην το κάνουμε. Αν σταματήσουμε να αναπαράγουμε τον καπιταλισμό, παύει να υπάρχει. Για να σταματήσουμε να πραγματοποιούμε τον καπιταλισμό, πρέπει να δημιουργήσουμε κάτι άλλο, να δημιουργήσουμε άλλες μορφές συνύπαρξης. Ή μάλλον, να αναπτύξουμε τις μορφές φιλικότητας που υπάρχουν ήδη σε εμβρυϊκή μορφή, ενάντια και πέρα ​​από τον καπιταλισμό.

Στην ερώτησή σας, αναφέρετε την παγκοσμιοποίηση. Και ναι, η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση είναι μια καταστροφή, αλλά η παγκοσμιοποίηση υπό την ηγεσία μας είναι μια χαρά. Παγκοσμιοποιούμαστε μεταξύ μας. Για μένα, που ζω στο Μεξικό, το να απαντώ στις ερωτήσεις σας και να σκέφτομαι ότι οι απαντήσεις μου θα διαβαστούν στην Κίνα είναι ένα τεράστιο ερέθισμα, μια απέραντη απόλαυση, ευχαρίστηση. Ευχαριστώ, Sun Liang.

Είπατε ότι η μοίρα του καπιταλισμού εξαρτάται από εμάς, οπότε αν λέγαμε απλώς «όχι», ο καπιταλισμός θα έμπαινε σε κρίση. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι πως η άρνηση έστω και ενός ατόμου δεν θα οδηγούσε σε καμία κρίση για το κεφάλαιο. Μόνο όταν όλοι ενωθούν για να γίνουν ένα συλλογικό «εμείς» μπορεί να λάβει χώρα αυτή η κρίση. συνεπώς, στο σημερινό περιβάλλον και συγκυρία, πώς μπορούμε να σκεφτούμε οι άνθρωποι να ενωθούν και να πουν συλλογικά «όχι»;

Η επανάσταση των ονείρων μου θα ήταν να ετοιμάσουν όλοι τις βαλίτσες τους και να πάνε στη θάλασσα ή στο βουνό για ένα μήνα και να μην υπάρχει άλλο ο καπιταλισμός στην επιστροφή. Αλλά φυσικά αυτό είναι απλώς ένα όνειρο. Αντίθετα, νομίζω ότι πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη την ιδέα ότι η θεωρία της αξίας της εργασίας είναι μια θεωρία για την εξάρτηση του κεφαλαίου από τον καθένα μας. Για να σκεφτούμε την επανάσταση πρέπει να γυρίσουμε τον κόσμο ανάποδα και να δούμε ότι οι κυβερνώντες εξαρτώνται από τους κυβερνώμενους, οι αφέντες-τα αφεντικά εξαρτώνται από τους σκλάβους. Στον καπιταλισμό, το κεφάλαιο εξαρτάται από τους εργαζόμενους που παράγουν αξία. Εξαρτάται από το γεγονός ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα μετατρέπεται σε αφηρημένη εργασία, δηλαδή σε εργασία που παράγει αξία. Η αφηρημένη εργασία που παράγει αξία καθίσταται ολοένα και πιο απαιτητική, είναι κάθε μέρα ένα «παράγω όλο και περισσότερο, πάντα ταχύτερα» και απαιτεί την υποταγή όλης της ανθρώπινης και μη ζωής στη λογική της αξίας. Και αυτή η επιτάχυνση της αποφασιστικότητας του κεφαλαίου να παράγει αξία προκαλεί μια αντίθεση παντού στον κόσμο. Η αντίθεση εκδηλώνεται με όλους τους τρόπους: μένοντας στο σπίτι, σαμποτάροντας τη δουλειά, απεργώντας, παραπονούμενοι σε φίλους. Αυτό πρέπει να είναι το σημείο εκκίνησης για να σκεφτόμαστε πώς να καταστήσουμε αποτελεσματική την άρνηση της εργασίας, την απόρριψη. Και ναι, θέλει οργάνωση. Όχι, ή όχι μόνο, μέσω των παραδοσιακών συνδικάτων, γιατί τα συνδικάτα δεν είναι κατά της εργασίας: μετατρέπουν τη λαϊκή απόρριψη της εργασίας σε αιτήματα για υψηλότερους μισθούς ή καλύτερες συνθήκες, που είναι φυσικά σημαντικά, αλλά αποδέχονται το πλαίσιο του καπιταλισμού, το περιβάλλον του.

Πώς λοιπόν να σκεφτεί κάποιος την οργάνωση ενός συλλογικού «εμείς»; Νομίζω ότι συμβαίνει παντού, με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, στις ρωγμές, αλλά όχι αρκετά ώστε να απειλήσει την αναπαραγωγή του καπιταλισμού. Στο νέο μου βιβλίο, Η ελπίδα, σε έναν κόσμο χωρίς ελπίδα (εδώ ένα κεφάλαιο: Μαθαίνοντας να σκεφτόμαστε την ελπίδα), La speranza, in un mondo senza speranza (εδώ ένα κεφάλαιο: Imparare a pensare la speranza), προσπαθώ να εμβαθύνω το θέμα δείχνοντας ότι οι αρνήσεις μας είναι πολύ πιο ισχυρές από ό,τι φαίνονται και πως αποτελούν την τρέχουσα κρίση του κεφαλαίου. Αλλά δεν είναι αρκετό. Το σημείο εκκίνησης για να μιλήσουμε για αντικαπιταλιστική επανάσταση είναι να πούμε «δεν ξέρουμε πώς να το κάνουμε». Πριν από πενήντα χρόνια οι επαναστάτες νόμιζαν ότι το ήξεραν, αλλά έκαναν λάθος και η «γνώση» τους παρήγαγε ιεραρχικές και αυταρχικές οργανώσεις και κοινωνίες. Τώρα λέμε «δεν ξέρουμε πώς να το κάνουμε, έχουμε μεγάλη εμπειρία από αγώνες, από αγώνες που πήγαν καλά και από αγώνες που πήγαν άσχημα, αλλά δεν έχουμε τις απαντήσεις». Μόνο λέγοντας αυτό, μεταμορφώνουμε την αντικαπιταλιστική οργάνωση. Όταν λέμε «πιστεύουμε αυτό, αλλά δεν το ξέρουμε», προσθέτουμε «τι νομίζετε εσείς;». Και αυτό μας φέρνει σε μια μορφή οργάνωσης συνελευσιακή. Ένα από τα μεγάλα ρητά των ζαπατίστας είναι «περπατάω κάνοντας ερωτήσεις». Ας προχωρήσουμε χωρίς να λέμε στους ανθρώπους τι να κάνουν, αλλά ρωτώντας. Ρωτάμε γιατί δεν έχουμε τις απαντήσεις. Αυτό είναι ήδη μια ρήξη του καπιταλισμού. Και αυτό μας φέρνει σε μια άλλη μεγάλη ζαπατιστική ρήση: «Περπατάμε, δεν τρέχουμε, διότι πηγαίνουμε πολύ μακριά”.

Δεν νομίζετε ότι αυτό είναι ένα είδος «αισθητικής επανάστασης»; Στην πραγματικότητα, δεν είναι ότι αυτοί που είναι πραγματικά ικανοί να πουν «όχι» θα ήταν μόνο εκείνοι που είναι οικονομικά ελεύθεροι και δεν εξαρτώνται από την εργασία για χρήματα;

Είναι μια εξαιρετική ερώτηση. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος ένας καθηγητής πανεπιστημίου να παράγει μόνο μια πολύ άνετη ιδέα επανάστασης, ένα είδος «αισθητικής επανάστασης», όπως λέτε. Αλλά εγώ δεν το σκέφτομαι έτσι. Νομίζω ότι το No είναι πολύ ριζωμένο στην κοινωνία. Μπορεί να είναι ένα ανοιχτό Όχι, όπως στις απεργίες ή στα κοινωνικά κινήματα που λένε Όχι στην καταστροφή των κοινοτήτων τους από τις εταιρείες εξόρυξης. Μπορεί να είναι ένα πιο κρυφό Όχι, που εκφράζεται με δολιοφθορά στο χώρο εργασίας, από τον συνεχή αγώνα των εργαζομένων να κρυφτούν από την επίβλεψη, ή απλά με μια πραγματική ή προσομοιωμένη ασθένεια… Λυπάμαι, δεν μπορώ να πάω στη δουλειά σήμερα, πονάω στην πλάτη. Ή μερικές φορές αναγνωρίζουμε τη δύναμη του Όχι μόνο βλέποντας το είδωλό του στον καθρέφτη: γιατί τόση αστυνομία, γιατί τόση πειθαρχία στα σχολεία, γιατί τόσοι επόπτες στα εργοστάσια; Είναι όλα εκφράσεις του φόβου του Όχι. Είναι σίγουρα αλήθεια ότι ένα πλήρες Όχι είναι πιο εύκολο αν δεν χρειάζεται να εργάζεσαι για να κερδίζεις χρήματα, αλλά υπάρχει ένα πολύ βαθύ Όχι παρόν σε κάθε επίπεδο της κοινωνίας.

Αν δεν δουλεύουμε, πρέπει απλώς να περιμένουμε τον θάνατο. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να εργάζονται για το κεφάλαιο, με στόχο να στηρίζουν την οικογένειά τους. Το «Όχι» για το οποίο μιλήσατε, κατά τη γνώμη μου, αναφέρεται στο στόχο να διατηρούμε μια αίσθηση ποίησης στις καρδιές μας. Ωστόσο, η πραγματικότητα δεν είναι κάτι που μπορούμε να αγνοήσουμε, είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Με άλλα λόγια, «πρέπει να δουλεύω»: αυτό είναι που εννοείς; Φυσικά, καταλαβαίνω ότι αυτό που υποστηρίζεις είναι το «κάνουμε», παρά το είδος εργασίας βασισμένης στο κεφάλαιο όπως γίνεται αντιληπτό σήμερα…

Ναί! Η ποίηση είναι πολύ σημαντική. Ο Raoul Vaneigem, ο καταστασιακός θεωρητικός που θαυμάζω πολύ, λέει ότι η επανάσταση είναι η ποίηση της εργατικής τάξης. Πρέπει να είναι! Η ποίηση είναι η ρήξη της γραμματικής της πεζογραφίας, και η πρόζα είναι η γραμματική του κεφαλαίου, η γραμματική που μας οδηγεί στον θάνατο και ίσως στον αφανισμό. Το Όχι, όπως λέτε, διατηρεί μια αίσθηση ποίησης στις καρδιές μας. Είναι όμορφο, και η ελπίδα γεμίζει τα σώματα μας με την ίδια ποίηση. Αυτή η ποίηση καταπιέζεται από την πραγματικότητα της καπιταλιστικής εργασίας, αλλά δεν εξαφανίζεται. Παραμένει ως μια ισχυρή δύναμη ενάντια και πέρα ​​από την πραγματικότητα. Είναι το όχι-ακόμα, ο πιθανός κόσμος που δεν υπάρχει ακόμα. Και ναι, η πραγματικότητα είναι ότι πρέπει να ξυπνήσουμε το πρωί και να πάμε να δουλέψουμε για το κεφάλαιο. Όμως η ποίηση του Όχι παραμένει στις καρδιές μας, στο σώμα και στο μυαλό μας. Και σπρώχνει, και η ώθηση της ποίησής μας συνιστά την κρίση και την ευθραυστότητα του κεφαλαίου. Το τελευταίο βιβλίο, Η ελπίδα σε έναν κόσμο δίχως ελπίδα Hope in a Hopeless World, υποστηρίζει ότι η ποίησή μας εκφράζεται με τη μη ποιητική μορφή του διαρκώς διευρυνόμενου χρέους, το οποίο βρίσκεται στο επίκεντρο της τρέχουσας κρίσης του κεφαλαίου. Ναι, η ποίηση της ελπίδας συγκρούεται με την πραγματικότητα της καπιταλιστικής δουλειάς, αλλά δεν είναι μια εξωτερική σχέση. Δεν είναι απλώς ποίηση ενάντια στην πραγματικότητα, αλλά ποίηση ενάντια και πέρα ​​από την πραγματικότητα. Λέτε ότι «αν δεν δουλέψουμε (ή κουραζόμαστε), πρέπει απλώς να περιμένουμε τον θάνατο». Το φοβερό όμως είναι ότι αν απλώς κοπιάζουμε, τότε περιμένουμε τον θάνατο και ζούμε τον θάνατο. Πάντα υπάρχει κάτι που δεν ταιριάζει στη δουλειά, πάντα κάτι που ξεχειλίζει. Εκεί βρίσκεται η ζωή, το Όχι, η ελπίδα, η ποίηση και η επανάσταση.

Σημειώσεις

  1. Il titolo corretto dell’opera di Bloch a cui si riferisce è in realtà Il principio speranza http://journal.telospress.com/content/1988/75/189.short, tradotto in italiano come Il principio speranza, a cura di Remo Bodei, Garzanti, Milano 1994; n.ed. 2004”. La filosofia della speranza è piuttosto il tema della sua filosofia. Per il riferimento bigliografico completo: vedi nota successiva al testo dove il libro viene citato con il titolo corretto.
  2. La prima edizione italiana di Storia e coscienza di classedovrebbe essere del 1967, Sugar editore, traduzione di Giovanni Piana. Pubblicato poi su licenza da Mondadori editore nel 1973. Titolo originale dell’opera: Geschichte und Klassenbewußtsein, 1923. Riferimento: https://gyorgylukacs.wordpress.com/wp-content/uploads/2013/03/gyorgy-lukacs-storia-e-coscienza-di-classe.pdf
  3. Riferimento bibliografico: Holloway, John Daniel and Sol Picciotto. State and capital: A Marxist debate(1978).
  4. London Edinburgh Weekend Return Group, In and Against the State: Discussion Notes for Socialists, Editor: Seth Weeler; 192 pagine, Editore: Pluto Press, seconda edizione del 2021. ISBN: 9780745341811.
  5. John Holloway, Crack Capitalism. Edizione inglese: Pluto Press, 2010; Paperback ISBN: 9780745330082. Pubblicato in italiano con lo stesso titolo da Derive e Approdi, Roma, 2012, 256 pagine. Traduzione di Vittorio Sergi. ISBN: 9788865480441
  6. Titolo originale: Das Prinzip Hoffnung(3 volumi.: 1938–1947); Traduzione italiana: E. Bloch, Il principio speranza, trad. De Angelis E., Cavallo T., Ed. Garzanti Libri (collana Saggi), Milano 2005, a cura di Remo Bodei, ISBN 88-11-74054-1
  7. Edizione originale: John Holloway, Hope in Hopless Times, Pluto Press, ottobre 2022; Paperback ISBN: 9780745347349 Edizione italiana: John Holloway, La speranza In un tempo senza speranza, 2023 – Edizioni Punto Rosso – ISBN 9788883512919
  8. Open Marxism, collana a cura di Werner Bonefeld, Richard Gunn and Kosmas Psychopedis; Pluto Press editore, 1992-2022. Vedi: https://www.plutobooks.com/pluto-series/open-marxism/

Δημοσιευμένο στο Chinese Social Sciences Weekly (6/2024). Μετάφραση της Silvia Giamberini για την Comune.

Τα άρθρα του Holloway μπορείτε να διαβάσετε στο αρχείο της Comune εδώ qui.

ο John Holloway και η Silvia Giamberini έχουν ενταχθεί στην καμπάνια Partire dalla speranza e non dalla paura

Μιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος       Comune-info

Προηγούμενο άρθρο

Με πρωτοβουλία του Περιφερειάρχη ΑΜΘ, σύσκεψη αγροτών, κτηνοτρόφων, αλιέων, μελισσοκόμων και ελαιοπαραγωγών, με τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων

Επόμενο άρθρο

Τροχαίο ατύχημα υλικών ζημιών στο κέντρο της πόλης