Dark Mode Light Mode

Σαπφώ Αγγελούδη, Το βιογραφικό της σύγχρονης Καβάλας

Η βιογραφία των δημάρχων και της ίδιας της Καβάλας:

Από τις παράγκες των προσφύγων στο μπετόν της αντιπαροχής

 

Γράφει ο Κοσμάς Χαρπαντίδης

 

Η Σαπφώ Αγγελούδη δεν είναι ιστορικός. Είναι αρχιτέκτων και μάλιστα με πολύ πλούσιο έργο σε δημοσιεύσεις και μελέτες. Έργο που δεν περιορίζεται στην αρχιτεκτονική, αλλά αγγίζει και τις παρυφές της ιστορίας. Ναι, η Αγγελούδη γνωρίζει εξ ίσου καλά με την επιστήμη της και ιστορία.

Και είναι πραγματικά άξιο προσοχής ότι η νεότερη ιστορία της Καβάλας δεν  έχει γραφεί από ιστορικούς, αλλά από δύο αρχιτέκτονες. Και εξηγούμαι τι εννοώ:

Το 2007 η αναπληρώτρια καθηγήτρια  του Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης, ήδη αείμνηστη, Αιμιλία Στεφανίδου (1945-2012) δημοσιεύει, σε μια εξαιρετικά επιμελημένη έκδοση του Ιστορικού και Λογοτεχνικού Αρχείου Καβάλας, την διατριβή της, που ήταν  για καιρό γνωστή, με τίτλο «Η πόλη-λιμάνι της Καβάλας κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας 1391-1912». Είναι μια  πολυσύνθετη ιστορική και πολεοδομική και αρχιτεκτονική εργασία που καταγράφει την ιστορία της πόλης και του λιμανιού της σε πολύ σκοτεινά και κυρίως, χωρίς πολλές πηγές και στοιχεία, χρόνια.

Από εκεί που σταμάτησε η Στεφανίδου, δηλαδή το 1912, ξεκινά η Αγγελούδη την δική της εργασία. Και στα δύο αυτά «βιογραφικά» της πόλης προδίδεται η προέλευση των συγγραφέων αρχιτεκτόνων, αφού ειδική μέριμνα δίνεται στην πολεοδομική ή άλλη κτιριολογική συγκρότηση του δημόσιου και του ιδιωτικού χώρου. Όμως οι δύο  συγγραφείς αν και είναι αρχιτέκτονες και όχι ιστορικοί, δεν περιορίζονται στις αυστηρά καθορισμένες επιστήμες τους, αλλά εστιάζουν και στα ιστορικά γεγονότα. Λιγότερο η Στεφανίδου, περισσότερο η Αγγελούδη, μιας και διερευνά την εποχή στηριζόμενη στο έργο των δημάρχων της πόλης. Και καταφέρνουν να μας παραδώσουν δύο εργασίες που συνοψίζουν το ιστορικό, νεώτερο, προφίλ μιας παλαιάς πόλης, που  διατήρησε το στίγμα της και εισέρχεται στον 21ο αιώνα ως μια σύγχρονη και άξια λόγου πόλη.

Στο επίκεντρο της έρευνας της Αγγελούδη δεν είναι πια τόσο μόνο το  λιμάνι και η πόλη (που είναι κι αυτά βεβαίως), όσο οι δήμαρχοί της, από την απελευθέρωσή της ως το 2015 και μέσα από την δράση τους η εξέλιξη της πόλης. Η έρευνα φέρει τον τίτλο «Καβάλα 1912-2015», με υπότιτλο του πρώτου μέρους και τόμου «Οι βιογραφίες των Δημάρχων» και του δεύτερου μέρους «Η ιστορία, η εξέλιξη και ο εκσυγχρονισμός της πόλης». Η διερεύνηση της ιστορίας της πόλης γίνεται μέσα από την εκλογή και το έργο των δημάρχων, τις αναφορές στο έργο της Μητρόπολης και του Λιμενικού Ταμείου, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στην πολιτιστική ζωή της Καβάλας (θα μπορούσε να είναι εκτενέστερη).

Η Αγγελούδη έχει να τιθασεύσει ένα τεράστιο υλικό για να αποτυπώσει την ακτινογραφία της πόλης στη διάρκεια του 20ου αιώνα, με αναφορές και στον 21ο και το έργο της επιτυγχάνεται, γιατί η ίδια δεν δεσμεύεται από την αυστηρή επιστημονική τάξη του ιστορικού, που θα την απέτρεπε να συνεχίσει. Ρίχνεται στην έρευνά της με πάθος και επιμονή. Αλιεύει πολύτιμα στοιχεία και φωτογραφίες από αρχεία και πηγές. Στοιχεία που για πρώτη φορά και χάρη σε αυτήν φωτίζονται και έρχονται στην επιφάνεια. Λεπτομέρειες που στηρίζουν και κυρίως δίνουν κύρος στην εργασία της. Φιλοτεχνεί το πορτρέτο της πόλης, με σταθερές ψηφίδες και ανά εποχή, συνθέτοντας την ιστορία με το ρεπορτάζ, την επικαιρότητα με τα στοιχεία από αρχεία, και απαντά σε πολλά ερωτήματα που έχουν σχέση με την εξέλιξη και την ζωή της Καβάλας.

Η Αγγελούδη όμως έχει γνώση και έχει παρακολουθήσει όλες τις εκδόσεις και τα δημοσιεύματα που έχουν κυκλοφορήσει μετά την μεταπολίτευση και δώθε (με ιδιαίτερη έμφαση και πυκνότητα στην περίοδο της δημαρχίας Λευτέρη Αθανασιάδη και στην δράση του Ιστορικού και Λογοτεχνικού Αρχείου του αείμνηστου Νικολάου Ρουδομέτωφ)  και έχει αποκτήσει πολύτιμη πείρα  στην αξιολόγηση και την προβολή των άξιων λόγου γεγονότων και συμβάντων.

Το σύγχρονο πρόσωπο της Καβάλας δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι διαμορφώθηκε από δύο προπολεμικούς δημάρχους, τους Κλεάνθη Τερμεντζή (δέκα χρόνια δημαρχίας) και Ευγένιο Ιορδάνου (περίπου έξι χρόνια δημαρχίας), λαϊκό και βενιζελικό αντίστοιχα, ενώ το μεταπολεμικό από τις δημαρχίες των Ευάγγελου Ευαγγελίου (επτά έτη) και Λευτέρη Αθανασιάδη (δέκα έξι έτη). Ωστόσο η εργασία της  Αγγελούδη ξεφεύγει από την λαϊκή ετυμηγορία που κρίνει θετικά το έργο των δύο θεμελιωτών της μεταπολεμικής Καβάλας, ενώ αγνοεί και παρορά το έργο των υπολοίπων. Η συγγραφέας αναδεικνύει άγνωστες πτυχές από το έργο των παραγνωρισμένων και ίσως παρασιωπημένων δημάρχων, ενώ η κατάταξή της δεν είναι ποτέ αξιολογική, δεν επιμένει στην επιτυχία ή όχι του κάθε Δημάρχου. Έτσι αποφεύγει να αξιολογήσει, να απονείμει εύκολα επαίνους, αλλά και να απευθύνει ψόγους και όταν προς το τέλος της εργασίας της αναγκαστεί να κλείσει με ένα επίμετρο απολογισμού, όπου και παραθέτει τις δημαρχίες των δεκαπέντε δημάρχων, και πάλι προσπαθεί να συγκρατηθεί στις αποτιμήσεις, αφού επισκοπεί πλέον την περίοδο από την δεκαετία του 1960 και εντεύθεν και με προσωπικό μέτρο και όχι απλά με τα ιστορικά δεδομένα.

Τα συμπεράσματα δεν είναι στο επίκεντρο της εργασίας της. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι τα συμπεράσματα η Αγγελούδη τα αφήνει για τον προσεκτικό και επίμονο αναγνώστη της και η ίδια προσπαθεί να μην χρωματίσει τον λόγο της υπέρ του ενός ή του άλλου Δημάρχου.

Μόνο για τον Νικόλαο Σερδάρογλου δεν το τηρεί αυτό και δίνει βαρύτητα στο έργο και την προσφορά του, αφιερώνοντας το δίτομο έργο της στη μνήμη του. Και όμως κανείς μας δεν ξέρει για την προσφορά του Σερδάρογλου (πέρα από την μικρή οδό των Ποταμουδίων που συνδέει την Τσολάκη με την Θεσσαλονίκης και φέρει το όνομά του, πλήρης σιωπή) και μας δίνεται η ευκαιρία να μάθουμε γι’ αυτόν.

Ωστόσο εκείνο που έχει σημασία για την εργασία της Αγγελούδη είναι κυρίως η ματιά της στο τεράστιο υλικό που έχει μπροστά της και το οποίο αξιολογεί κατά ένα και μοναδικό τρόπο. Να δώσει στον σύγχρονο αναγνώστη την εποποιία μιας πόλης, που ξεκίνησε σα μια τεράστια παραγκούπολη, που υποδέχτηκε ένα πολύ μεγάλο αριθμό προσφύγων, τους κράτησε κοντά της λόγω και εξ αιτίας της καπνεργασίας και του καπνεμπορίου, τους ενσωμάτωσε με μύρια όσα προβλήματα και στη συνέχεια μεταμορφώθηκε χάρη στους αγώνες των πολιτών της στην σημερινή πόλη τουριστικό τοπόσημο για την σύγχρονη Ελλάδα και ιδίως για τη Βόρεια Ελλάδα. Η πρόοδος της Καβάλας και ο εκσυγχρονισμός της από ασήμαντο και δευτερεύοντα σταθμό της  Εγνατίας οδού σε μια αξιόλογη και χωρίς φανερές ελλείψεις οργανωμένη πόλη έχει επιτελεσθεί χάρη στο έργο, την διορατικότητα και την επιμονή των Δημάρχων της και των φίλεργων πολιτών της. Σε όλους αυτούς είναι αφιερωμένο αυτό το σημαντικό έργο που  φέρνει στην επιφάνεια ανέκδοτο φωτογραφικό υλικό, υλικό έρευνας και σπάνια στοιχεία, που μέχρι σήμερα δεν ήταν γνωστά και αποτελεί προσωπικό άθλο από τον πολύχρονο μόχθο της Σαπφούς Αγγελούδη.

Είναι ένα έργο αναφοράς και γνωρίζω πως η σημερινή μου ματιά δεν το εξαντλεί. Θα επανερχόμαστε σε αυτό ξανά και ξανά. Θα αποτελεί  σημείο αναφοράς και πάντα θα σκέφτομαι ότι θα του άξιζε μια πιο εμπεριστατωμένη επιμέλεια (ορθογραφική και τυπογραφική), αλλά και μια μεγαλύτερη επιμονή για να αποφευχθούν λάθη και παραλείψεις, ήσσονος, όμως, σημασίας. Η συγγραφέας εμπιστεύτηκε το έργο της στο Δήμο Καβάλας, επί δημαρχίας της Δήμητρας Τσανάκα και θα επιβαλλόταν κι ο Δήμος να την τιμήσει, αξιώνοντας μια πληρέστερη έκδοση και κυρίως αναρτώντας το όνομά της στο εξώφυλλο του βιβλίου και όχι αποσιωπώντας το. Και  επίσης το βιογραφικό στην αρχή και όχι χαντακωμένο στο τέλος. Όπως κάνουν όλοι οι εκδότες, παντού στον κόσμο. Γιατί αν δεν υπήρχε ο δημιουργός-συγγραφέας δεν θα υπήρχε ούτε έκδοση, ούτε βιβλίο.

Προηγούμενο άρθρο

O Μιχάλης Λυχούνας στην εκδήλωση του Μάκη Παπαδόπουλου για τους Φιλίππους

Επόμενο άρθρο

Ηλικιωμένος πνίγηκε στην θαλάσσια περιοχή της Κάρυανης