Dark Mode Light Mode

Στάσις

Reddit

30/11/2015

2015 Παρασκευή 27 Νοεμβρίου

Η ελληνική »στάσις» αντιπροσωπεύει την άλυτη ένταση μεταξύ των δυο εντάξεων: στην οικογένεια και στην πόλη.La “stasis” greca rappresenta la tensione irrisolta tra due appartenenze: alla famiglia e alla città.
Για τον Πλάτωνα »αυτός που μαχόμενος σκοτώνει έναν αδελφό κρίνεται καθαρός όπως αυτός που σκοτώνει έναν εχθρό».

Per Platone “chi combattendo uccide un fratello va giudicato puro come chi ammazza un nemico”.  Το ότι μια φιλοσοφία του εμφυλίου πολέμου σήμερα λείπει τελείως γενικότερα είναι αποδεκτό, δίχως αυτή η έλλειψη μα φαίνεται πως ανησυχεί πολιτολόγους και νομικούς. ο Roman Schnur, πού ήδη στα χρόνια Ογδόντα διατύπωνε αυτή την διάγνωση, προσέθετε όμως πως η απροσεξία όσον αφορά τον εμφύλιο πόλεμο προχωρούσε στο ίδιο βήμα με την εξέλιξη του παγκόσμιου εμφυλίου πολέμου.

Ύστερα από τριάντα χρόνια, η παρατήρηση δεν έχει χάσει τίποτα από την επικαιρότητά της: την ώρα που σήμερα έρχεται να λείπει η ίδια η δυνατότητα να ξεχωρίσουμε πόλεμο ανάμεσα σε Κράτη και πόλεμο εσωτερικό, οι αρμόδιοι μελετητές συνεχίζουν να αποφεύγουν προσεχτικά κάθε αναφορά σε μιαν θεωρία του εμφυλίου πολέμου.

Είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια, μπροστά στην αναζωπύρωση πολέμων που δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν διεθνείς, πολλαπλασιάστηκαν, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι δημοσιεύσεις σχετικές με τους αποκαλούμενους internal wars, μα, και σε αυτές τις περιπτώσεις, η ανάλυση δεν ήταν προσανατολισμένη στην ερμηνεία του φαινομένου, αλλά, σύμφωνα με μια πρακτική όλο και πιο διαδεδομένη, στις καταστάσεις που καθιστούσαν πιθανή μια διεθνή παρέμβαση.

Το παράδειγμα της συναίνεσης, που κυριαρχεί σήμερα τόσο επί της  πράξις όσο και επί της πολιτικής θεωρίας, δεν μοιάζει συμβατό με την σοβαρή έρευνα ενός φαινομένου που είναι τουλάχιστον αρχαίο όσο η δυτική δημοκρατία.

Μια ανάλυση του προβλήματος του εμφυλίου πολέμου – στάσης – στην κλασσική Ελλάδα δεν μπορεί να μην ξεκινήσει με τις μελέτες του Nicole Loraux, που αφιέρωσε στην στάση μια σειρά από άρθρα και δοκίμια, που συγκεντρώθηκαν το 1977 στον τόμο La Citè divisèe.

Η καινοτομία στην προσέγγιση του Loraux, είναι πως αυτή τοποθετεί αμέσως το πρόβλημα στην συγκεκριμένη του θέση, δηλαδή στην σχέση ανάμεσα στο οίκος, την »οικογένεια»ή »σπίτι», και την πόλις, την «πόλη».

Στην αρχή της Πολιτικής, ο Αριστοτέλης διαχωρίζει λοιπόν με φροντίδα τον οικονόμο, τον »αρχηγό μιας επιχείρησης», και τον δεσπότη, τον »νοικοκύρη»,  που αντιμετωπίσουν την αναπαραγωγή και την διατήρηση της ζωής, από τον πολιτικό, και ασκεί κριτική δριμύτατα σε εκείνους που θεωρούν πως η διαφορά που τους χωρίζει είναι ποσοτική και όχι, πραγματικά, ποιοτική.

Που »βρίσκεται» η στάσις, ποια είναι ακριβώς η θέση της ; Πρώτα απ’ όλα μια αναφορά από τους Νόμους του Πλάτωνα: ‘ο αδελφός [εξ αίματος] που, σε έναν εμφύλιο πόλεμο, σκοτώνει στην μάχη τον αδελφό, θα θεωρείται καθαρός, σαν να είχε σκοτώσει έναν εχθρό [πολέμιο], το ίδιο συμβαίνει σε σχέση με τον πολίτη ο οποίος, στις ίδιες συνθήκες, σκοτώνει έναν άλλο πολίτη και για τον ξένο που σκοτώνει έναν ξένο’.

Αλλά αυτό που προκύπτει από το κείμενο του νόμου που προτείνεται από τον Αθηναίο στον πλατωνικό διάλογο δεν είναι τόσο η σύνδεση μεταξύ στάσεως και οίκου, όσο το γεγονός πως ο εμφύλιος πόλεμος εξομοιώνει και καθιστά ανεξιχνίαστους τον αδελφό και τον εχθρό, το μέσα και το έξω, το σπίτι και την πόλη.

Στην στάση, δεν γίνεται διάκριση ανάμεσα στον σκοτωμό αυτού που είναι ο πιο οικείος από εκείνον αυτού που μας είναι ξένος. Αυτό σημαίνει, όμως, πως η στάσις δεν έχει τον τόπο της στο εσωτερικό του σπιτιού, αλλά αποτελεί μάλλον ένα κατώφλι αδιαφορίας μεταξύ οίκου και πόλεως, μεταξύ συγγένειας εξ αίματος και ιθαγένειας.

Η στάσις – αυτή είναι η υπόθεσή μας – δεν έχει τόπο ούτε στον οίκο ούτε στην πόλις, ούτε στην οικογένεια ούτε στην πόλη: αυτή αποτελεί μια ζώνη αδιαφορίας ανάμεσα στον χώρο που αδυνατεί να αποδεχτεί τους κανόνες της πολιτικής και εκείνον τον πολιτικό της πόλεως.

Παραβιάζοντας αυτό το όριο, ο οίκος πολιτικοποιείται και, αντιστρόφως, η πόλις »αρχίζει να εξοικονομεί», δηλαδή μειώνεται σε οίκο. Αυτό σημαίνει πως, στο σύστημα της ελληνικής πολιτικής, ο εμφύλιος πόλεμος λειτουργεί ωσάν ένα κατώφλι πολιτικοποίησης ή αποπολιτικοποίησης, διαμέσου της οποίας το σπίτι κάνει την υπέρβαση και γίνεται πόλη και η πόλη αποπολιτικοποιείται σε οικογένεια.

Υπάρχει, στην παράδοση του ελληνικού δικαίου, ένα ντοκουμέντο μοναδικό, που φαίνεται να επιβεβαιώνει πέρα από κάθε αμφιβολία την κατάσταση του εμφυλίου πολέμου σαν κατώφλι πολιτικοποίησης/αποπολιτικοποίησης που μόλις προτείναμε.

Πρόκειται για το νόμο του Σόλωνα, ο οποίος τιμωρούσε με την ατιμία [δηλαδή με την απώλεια των πολιτικών δικαιωμάτων] τον πολίτη που στην διάρκεια ενός εμφυλίου πολέμου δεν μάχονταν με μια από τις δυο πλευρές.

Το να μην παίρνει μέρος στον εμφύλιο πόλεμο ισοδυναμεί από το να απελαύνεται από την πόλις και να περιορίζεται στον οίκο, να εξέρχεται από την ιθαγένεια για να μειώνεται στην απολιτική κατάσταση του ιδιώτη.

Αυτός ο ουσιαστικός σύνδεσμος ανάμεσα σε στάσις και πολιτική επιβεβαιώνεται από έναν άλλον ελληνικό θεσμό: την αμνηστία. Στα 403, μετά τον εμφύλιο πόλεμο στην Αθήνα που ολοκληρώθηκε με την ήττα της ολιγαρχίας των Τριάντα, οι νικητές δημοκρατικοί, που οδηγούσε ο Αρχίνοος, δεσμεύτηκαν να »μην θυμούνται σε καμιά περίπτωση τα γεγονότα που συνέβησαν» δηλαδή να μην τιμωρήσουν σε δικαστήριο τα εγκλήματα που έλαβαν χώρα στην διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.

Σχολιάζοντας αυτή την απόφαση – που συμπίπτει με την εφεύρεση της αμνηστίας – ο Αριστοτέλης γράφει πως με αυτό τον τρόπο οι δημοκρατικοί  »έδρασαν με τον πιο πολιτικό τρόπο σε σχέση με τις καταστροφές που πέρασαν». Η αμνηστία σε σχέση με τον εμφύλιο πόλεμο είναι, δηλαδή, η πιο συμβατή μορφή στην πολιτική.

όσον αφορά το δίκαιο, η στάσις μοιάζει με αυτό τον τρόπο να καθορίζεται από δυο αρνήσεις, τελείως συνεπείς μεταξύ τους: από την μία, το να μην παίρνεις μέρος πολιτικά σημαίνει ενοχή, από την άλλη, το να την ξεχνάμε από την στιγμή που τελείωσε είναι πολιτικό καθήκον.

Καθότι συνιστά ένα πολιτικό παράδειγμα  ίδιας ουσίας με την πόλη, που σημαδεύει το πολιτικό γίγνεσθαι του απολίτικου [της πόλεως], η στάσις δεν είναι κάτι που μπορεί να ξεχαστεί ή να απομακρυνθεί: αυτή είναι κάτι που δεν γίνεται να το ξεχάσουμε  που πρέπει να παραμείνει πάντα πιθανή μέσα στην πόλη και που, ωστόσο, δεν πρέπει να την θυμόμαστε μέσα από δίκες και μνησικακίες.

Μάλιστα το αντίθετο, δηλαδή, αυτού που μοιάζει να είναι ο εμφύλιος πόλεμος για τους σύγχρονους: κάτι δηλαδή που πρέπει να αναζητήσουμε να το καταστήσουμε αδύνατο με όλα τα μέσα και που πρέπει πάντα να το θυμόμαστε διαμέσου δικών και νομικών, δικαστικών διώξεων.

Όταν υπερίσχυσε η ένταση προς τον οίκο και η πόλη έμοιαζε να θέλει να καθοριστεί σαν μια οικογένεια [ έστω και ειδικού τύπο], ο εμφύλιος πόλεμος λειτουργεί τότε σαν κατώφλι στο οποίο οι οικογενειακές σχέσεις πολιτικοποιούνται ξανά, όταν αντιθέτως υπερισχύει η ένταση προς την πόλις και ο οικογενειακός δεσμός μοιάζει να απομακρύνεται, τότε η στάσις παρεμβαίνει για να κωδικοποιήσει ξανά σε πολιτικούς όρους τις οικογενειακές σχέσεις.

Η κλασσική Ελλάδα  είναι ίσως ο τόπος στον οποίον αυτή η ένταση βρήκε για μιαν στιγμή μιαν αβέβαιη, επισφαλή ισορροπία. Στην διάρκεια της πολιτικής ιστορίας που ακολούθησε στην Δύση, η τάση προς αποπολιτικοποίηση της πόλης μετατρέποντάς την σε σπίτι ή οικογένεια , στηριγμένη από σχέσεις αίματος και από δράσεις καθαρά οικονομικές, θα εναλλάσσονταν αντιθέτως σε φάσεις συμμετρικά αντίθετες, όπου όλο το αντίθετο στους κανόνες της πολιτικής πρέπει να κινητοποιείται και να πολιτικοποιηθεί.

Εκεί όπου θα υπερισχύει η μια ή η άλλη τάση, θα μετατρέπεται επίσης η λειτουργία, η αποδιάρθρωση και η μορφή του εμφυλίου πολέμου, είναι όμως πιθανόν πως μέχρι οι λέξεις »οικογένεια» και »πόλη», »ιδιωτικό» και »δημόσιο», »οικονομία» και πολιτική» να έχουν έστω και μια αδύναμη έννοια, αυτή να μην μπορεί να διαγραφεί από την πολιτική σκηνή της Δύσης.

Η μορφή που προσέλαβε ο εμφύλιος πόλεμος σήμερα στην παγκόσμια ιστορία είναι η τρομοκρατία. Εάν η διάγνωση του Φουκώ της μοντέρνας πολιτικής σαν βιοπολιτική είναι σωστή και εάν σωστή είναι επίσης η γενεαλογία που την οδηγεί εκ νέου σε ένα παράδειγμα θεολογικό-οικονομικό, τότε η παγκόσμια τρομοκρατία είναι η μορφή που ο εμφύλιος πόλεμος προσλαμβάνει όταν η ζωή ωσάν τέτοια καθίσταται το διακύβευμα της πολιτικής.

Ακριβώς όταν η πόλις παρουσιάζεται στην καθησυχαστική φιγούρα ενός οίκου – το »σπίτι Ευρώπη», ή ο κόσμος σαν απόλυτος χώρος  της παγκόσμιας οικονομικής διαχείρισης – τότε η στάσις, που δεν μπορεί πλέον να τοποθετηθεί στο κατώφλι μεταξύ οίκου και πόλεως, γίνεται το παράδειγμα κάθε σύγκρουσης και εισέρχεται στην φιγούρα του τρόμου. Η τρομοκρατία είναι ο »παγκόσμιος εμφύλιος πόλεμος» που προσβάλει από φορά σε φορά εκείνη ή την άλλη ζώνη του πλανητικού χώρου.

Δεν είναι τυχαίο πως  ο »τρόμος» συνέπεσε με την στιγμή κατά την οποίαν η ζωή σαν τέτοια –  το έθνος, δηλαδή η γέννηση – γίνονταν η αρχή της κυριαρχίας. Η μοναδική μορφή κατά την οποίαν η ζωή σαν τέτοια μπορεί να πολιτικοποιηθεί είναι η άνευ όρων έκθεση στον θάνατο, δηλαδή η γυμνή ζωή.

– Giorgio Agamben – από το πρώτο κεφάλαιο της «STASIS – Ο εμφύλιος πόλεμος σαν πολιτικό παράδειγμα», Bollati Boringhieri» –

Agamben – Stasis cop.indd

– Στάσις ονομάζεται ο εμφύλιος πόλεμος στην αρχαία Ελλάδα. Μια έννοια τόσο ανησυχητική ή απαράδεκτη-ανεπαρουσίαστη για τη μεταγενέστερη πολιτική φιλοσοφία που δεν έχει γίνει ακόμη αντικείμενο επαρκούς θεωρίας, ούτε καν από τους θεωρητικούς της επανάστασης.

Ωστόσο, υποστηρίζει ο Giorgio Agamben, παρέχοντας εδώ τα πρώτα στοιχεία μιας αναγκαίας «στασιολογίας», ο εμφύλιος πόλεμος αποτελεί το θεμελιώδες κατώφλι της πολιτικοποίησης της Δύσης, μια συσκευή-ένα σχέδιο που στη διάρκεια της ιστορίας επέτρεψε εναλλακτικά την αποπολιτικοποίηση του κόσμου και την κινητοποίηση του απολιτικού, και που βλέπουμε σήμερα να πέφτει στη φιγούρα του τρόμου σε πλανητική κλίμακα.

Δύο αντίθετοι πόλοι από τους οποίους ο Agamben αποκαλύπτει τη μυστική αλληλεγγύη συμβάλλουν στο παράδειγμά του: ο κλασικός σύμφωνα με τον οποίο ο εμφύλιος πόλεμος είναι συνουσιώδης στην πόλη, σε σημείο που όσοι δεν συμμετέχουν σε αυτόν στερούνται των πολιτικών δικαιωμάτων, και ο σύγχρονος που εκπροσωπείται από τον Λεβιάθαν του Χομπς, ο οποίος διατάσσει την απαγόρευσή του, αλλά εισάγει μια διάσπαση -και μαζί με αυτό το ενδεχόμενο του εμφυλίου πολέμου- μέσα στην ίδια την έννοια του λαού. –

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος francosenia

Προηγούμενο άρθρο

Παράσυρση πεζού στο κέντρο της Καβάλας (φωτογραφίες)

Επόμενο άρθρο

Τα κάλαντα των Χριστουγέννων από τα παιδιά του Αϊ Νικόλα (video)