Συνέντευξη με τον Saïd Bouamama – σε επιμέλεια των Carlotta Benvegnù, Simona De Simoni, Davide Gallo Lassere – που αρχικά δημοσιεύθηκε στην Effimera.org
Αναδημοσιεύουμε αυτή τη συνέντευξη πριν από μερικά χρόνια, που πραγματοποιήθηκε λίγους μήνες μετά τις επιθέσεις της 13ης νοεμβρίου 2015 στο Παρίσι, για να δώσουμε ένα στοιχείο εμβάθυνσης ενόψει της συνάντησης που θα πραγματοποιηθεί στο Τορίνο incontro che si terrà a Torino με τον αγωνιστή και κοινωνιολόγο Saïd Bouamama, που συμμετείχε στα αντιρατσιστικά κινήματα στη Γαλλία και στους αγώνες που σχετίζονται με τη μετανάστευση. Ειδικότερα, το θέμα που εξετάζεται εδώ είναι πολύ επίκαιρο με σκοπό την αντιμετώπιση του ζητήματος του ρατσισμού και της νεοαποικιοκρατίας ξεκινώντας από την υλικότητα των συνθηκών των λαϊκών συνοικιών στην κοινωνική κρίση της εποχής μας.
Καλή ανάγνωση!
Σε ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε μετά τις επιθέσεις της 13ης του περασμένου νοεμβρίου, εξετάζετε κριτικά τις διάφορες δημόσιες συζητήσεις που διατυπώθηκαν μετά τις επιθέσεις. Ειδικότερα, εκείνες τις ομιλίες που, με διαφορετικούς τρόπους, συνέβαλαν σε μια «συγχώνευση», ένα »κράμα» μεταξύ του ισλάμ και της τρομοκρατίας, για παράδειγμα ζητώντας από τους γάλλους μουσουλμάνους να καταδικάσουν τις τρομοκρατικές επιθέσεις. Κατά τη γνώμη σας, πώς γίνεται αντιληπτή αυτή η προστακτική και πώς συμβάλλει στην ενίσχυση των μηχανισμών κοινωνικού αποκλεισμού;
Το ζήτημα του αμαλγάματος μεταξύ Ισλάμ και τρομοκρατίας δεν προέκυψε με τις επιθέσεις της 13ης νοεμβρίου, ούτε με αυτές του περασμένου ιανουαρίου. Αυτό είναι ένα παλιό γεγονός, είναι μέρος μιας μακράς σειράς προκαταλήψεων που διαδίδονται επικοινωνιακά και πολιτικά εδώ και πολλές δεκαετίες: όλη η συζήτηση για την ασυμβατότητα μεταξύ ισλάμ και δημοκρατίας, για το ισλάμ ως θρησκεία χωρίς ιστορικότητα, για το ισλάμ ως θρησκεία που θα προέβλεπε σιωπηρά το μείγμα μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας, για το ισλάμ ως ομοιογενή θρησκεία ανά πάσα στιγμή και σε κάθε τόπο, για το ισλάμ ασυμβίβαστο με τα δικαιώματα των γυναικών, για το εγγενώς βίαιο ισλάμ, και πάει λέγοντας.
Όλες αυτές οι προκαταλήψεις έχουν συνηθίσει τον μέσο πολίτη να έχει μια ουσιοκρατική αντίληψη για το ισλάμ και τους μουσουλμάνους και, εκ των πραγμάτων, συνέβαλαν στην διάδοση της ισλαμοφοβίας στη γαλλική κοινωνία. Ισλαμοφοβία η οποία, λοιπόν, δεν είναι ένα «αυθόρμητο» προϊόν της κοινωνίας, αλλά το αποτέλεσμα πολιτικών και μιντιακών λόγων που έχουν διαδοθεί εδώ και χρόνια. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η εντολή να αποστασιοποιηθεί κανείς από τους τρομοκράτες υπονοεί μια υποψία συνενοχής (και στην πραγματικότητα εκλαμβάνεται ως τέτοια), παρότι οι μουσουλμάνοι είναι τα πρώτα θύματα της τρομοκρατίας. με αυτό τον τρόπο τίθεται υπό συζήτηση η «πίστη», η »αφοσίωση», η ‘νομιμοφροσύνη’ των μουσουλμάνων και η νομιμότητα της παρουσίας τους. Όταν ένας άντρας διαπράττει βιασμό, δεν ζητείται συστηματικά από όλους τους άνδρες να πάρουν θέση και να το καταγγείλουν. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι υπάρχει μια υποψία και μια συνενοχή προς άρνηση, μια υποψία που πρέπει κάποιος να αρνηθεί, να διαψεύσει.
Αυτό που γίνεται αντιληπτό είναι το γεγονός ότι δεν θεωρούμαστε ως γάλλοι εις βάθος, ολοκληρωτικά, αλλά ως γάλλοι κατά μέρος.
Εσείς είστε κοινωνιολόγος, αλλά για αρκετά χρόνια και στρατευμένος σε διάφορες οργανώσεις που παρεμβαίνουν στο πεδίο σε λαϊκές γειτονιές και στους αγώνες που σχετίζονται με τη μετανάστευση. Από την εποχή της πορείας για την ισότητα και κατά του ρατσισμού (1983), περνώντας από τις εξεγέρσεις του 2005, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Ποια πιστεύετε ότι είναι τα σημαντικά στάδια, οι σημαντικές στιγμές από το 1983; Πώς αναλύετε την τρέχουσα κατάσταση;
Σε σύγκριση με το 1983, τα πράγματα έχουν χειροτερέψει πολύ. Εν ολίγοις: δύο δίκες ενέπλεξαν τις λαϊκές τάξεις και τρεις οι γάλλοι απόγονοι του αποικισμού, επιδεινώνοντας σημαντικά τις συνθήκες ζωής στις φτωχές γειτονιές. Πρώτα από όλα, η μαζική εξαθλίωση και επισφάλεια των λαϊκών τάξεων που μεταφράζεται σε παντελή απουσία προοπτικών -έστω και βραχυπρόθεσμα- για τις νέες γενιές. Σε αυτό πρέπει να προστεθεί μια συστημική διαδικασία μαζικών ρατσιστικών διακρίσεων, μια δυναμική εθνικοποίησης των επικοινωνιακών συζητήσεων και ένας μηχανισμός αστυνομικής παρακολούθησης των λαϊκών συνοικιών που παράγει μόνιμους και εξευτελιστικούς ελέγχους καθώς και συχνούς θανάτους (θεωρούμενους, φυσικά, ως απλά ατυχήματα). Η αντίδραση σε αυτή την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης παίρνει διάφορες μορφές: οι μαζικές εξεγέρσεις στις φτωχές γειτονιές το 2005, μετά η αδιάκοπη αλλά απομονωμένη εξέγερση μιας ή περισσότερων γειτονιών, η αύξηση της κοινωνικής βίας κ.λπ. Η πιο διαδεδομένη μορφή είναι αυτή που εκφράζεται με αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές που στρέφονται προς τον εαυτό τους, τα αγαπημένα τους πρόσωπα, το περιβάλλον τους και ούτω καθεξής. Για να πάνε τα πράγματα διαφορετικά, η εξέγερση θα πρέπει να βρει ένα οργανωμένο κανάλι έκφρασης. Ωστόσο, οι υπάρχουσες προσπάθειες εξολοθρεύονται συστηματικά από την καταστολή, από τη διακίνηση ναρκωτικών, από τη δημιουργία «οδοστρωτήρων», όπως συνέβη με την εμπειρία του SOS Racisme. Η κατάσταση οδηγεί μια μικρή μειοψηφία αυτών των νέων να υιοθετήσει μια μηδενιστική στάση. Η οργάνωση του θυμού στις λαϊκές γειτονιές είναι μια έκτακτη ανάγκη, διαφορετικά τα πράγματα θα χειροτερέψουν. Σε αυτή τη διαδικασία, οι δυνάμεις της αριστεράς έχουν σαφείς ευθύνες καθώς διατήρησαν αυτές τις γειτονιές σε απομόνωση, δεν μπόρεσαν, δεν ήξεραν πως να μεταφέρουν, να διαδώσουν έναν θεμιτό θυμό και, αντίθετα, υιοθέτησαν μια ουσιοκρατική στάση απέναντι στις εργατικές γειτονιές και το ισλάμ, π.χ. ψηφίζοντας ομόφωνα την παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης
Κάπου αλλού μιλήσατε για διεθνή «προσφορά» τζιχαντισμού που συναντά μια «ζήτηση» σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Τι εννοείτε με αυτή την έκφραση; Πώς να αναλύσουμε τη σχέση μεταξύ της γεωπολιτικής διάστασης των δυτικών παρεμβάσεων στη Μέση ανατολή και της γαλλικής κοινωνικής πραγματικότητας;
Από τους καιρούς του πολέμου στο Αφγανιστάν έγινε πράξη η στρατηγική επιλογή να στηριχθεί στην υποστήριξη των αντιδραστικών δυνάμεων για να αποσταθεροποιήσει πρώτα τη σοβιετική Ένωση και μετά άλλα κράτη, καθώς και να ελέγξει εδάφη πλούσια σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο και ορυκτά και γεωστρατηγικές ζώνες που να καθιστούν εφικτό να διαχειρίζονται/ επηρεάζουν/κυριαρχούν σε ολόκληρη την περιοχή. Ταυτόχρονα, ο στόχος είναι να γίνει πιο δύσκολη η πρόσβαση σε πόρους για νέες ανταγωνιστικές χώρες όπως η Κίνα και άλλες νέες παγκόσμιες δυνάμεις. Μεταξύ άλλων, οι οργανώσεις και οι ιδεολογίες που ήταν ιστορικά φορείς της λαϊκής διαφωνίας στην περιοχή καταπολεμήθηκαν συστηματικά με πραξικοπήματα, δολοφονίες «τριτοκοσμικών» ηγετών, εθνικιστών, παναραβιστών, μαρξιστών και πάει λέγοντας. Σε αυτό το περιβάλλον γεννιέται η προσφορά τζιχαντισμού, που προωθήθηκε, μεταξύ άλλων, από συμμάχους δυτικών κρατών όπως η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και άλλα εμιράτα, ακόμη και πριν από τους πολέμαρχους της Αλ Κάιντα ή του Ντάες, di Al Qaeda o Daesh. Επιπλέον, οι πόλεμοι που εξαπέλυσαν οι δυτικές δυνάμεις έχουν εξατμίσει αρκετές χώρες, καταστρέφοντας τις υποδομές που επέτρεπαν μια αξιοπρεπή καθημερινή ζωή και κάνοντας ορισμένες κοινωνίες να υποχωρήσουν δεκάδες χρόνια πίσω. Αυτή είναι η υλική βάση της προσφοράς τζιχαντισμού.
Όμως η προσφορά δεν είναι αρκετή για να παραγάγει τη μηδενιστική στάση που οδηγεί να τινάξει στον αέρα τον εαυτό του κάποιος σε μιαν επίθεση στην ηλικία των είκοσι ετών. Η προσφορά υπάρχει εδώ και δεκαετίες στις λαϊκές γειτονιές στη Γαλλία αλλά δεν είχε συναντήσει κάποια ζήτηση μέχρι τώρα. Η επιδείνωση των συνθηκών ύπαρξης στις λαϊκές γειτονιές, οι ρατσιστικές διακρίσεις, η ισλαμοφοβία, οι άδικοι και γενικά συναινετικοί πόλεμοι, η σιωπή των πολιτικών δυνάμεων για την «κάθοδο στην κόλαση» των λαϊκών τάξεων – και ιδιαίτερα εκείνου του αρχέτυπου τμήματος του αποικισμού – ώθησαν τους πιο εύθραυστους να αναζητήσουν ένα νόημα να παρέχουν στην ύπαρξή τους, ένα περιεχόμενο να φέρουν στην καθημερινότητά τους, μιας απόλυτης σιγουριάς μπροστά στην απόλυτη αβεβαιότητα, μιας ακλόνητης προοπτικής για να ανταπεξέλθουν ένα σενάριο αδύνατο. Με άλλα λόγια, στον μηδενισμό. Αυτή είναι μια διαδικασία παρόμοια με εκείνη που βιώνουν όσοι εγκαταλείπουν τον εαυτό τους και την ελεύθερη βούλησή τους με την ένταξη σε μια λατρεία. Δεν υπάρχει τίποτα συγκεκριμένο για το ισλάμ, κάτι το ιδιαίτερο γι’ αυτό σε ετούτη την πορεία, εκτός από την προέλευση των θυμάτων που καθίστανται δήμιοι. Μέχρι να εργαστούμε για τη συστηματική εξάρθρωση της προσφοράς και της ζήτησης, αυτές οι διαδικασίες θα συνεχίσουν να λειτουργούν μεταξύ των πιο αδύναμων. Αλλά απέχουμε ακόμη πολύ από την επίτευξη του στόχου, καθώς αυτό συνεπάγεται ταυτόχρονα την καταδίκη του πολέμου και των τρεχουσών υπερφιλελεύθερων πολιτικών που ενισχύουν όλο και περισσότερο την κάθοδο στις κολάσεις.
Έχει κανείς την εντύπωση ότι βλέπει μια αυξανόμενη μείωση των καναλιών έκφρασης της εξέγερσης, στις λαϊκές γειτονιές και όχι μόνο. Σε αυτό το πλαίσιο, πώς μπορούμε να φανταστούμε την επαναλειτουργία, το εκ νέου άνοιγμα ενός πολιτικού χώρου;
Οι λαϊκές γειτονιές και, μέσα σε αυτές, εκείνο το μέρος του πληθυσμού που κατάγεται από τον αποικισμό, δεν είναι το πρόβλημα, αλλά η λύση. Μάλιστα, παράλληλα με τις διαδικασίες που περιγράψαμε, υπάρχει μια πληθώρα αγώνων και οργανωτικών προσπαθειών που δεν έχουν βρει ακόμη τον δρόμο της σύγκλισης. Αλλά αυτές οι γειτονιές δεν είναι έρημες της πολιτικής, όπως πολύ συχνά ακούμε να λένε. Είναι απλώς πολύ πιο δύσκολο να οργανωθείς όταν ανήκεις σε έναν επισφαλή και απομονωμένο πληθυσμό. Και αυτό που ήδη υπάρχει δεν είναι τίποτα άλλο από την έκφραση της επιθυμίας για ζωή: αυτό είναι που πρέπει να ενισχυθεί, να θεωρητικοποιηθεί, να κάνουμε να συγκλίνει, να οργανωθεί. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε εμείς, μαζί με πολλούς άλλους.
Μιχάλης ‘Μίκε’ Μαυρόπουλος infoaut.org