Αγαπημένε και αλησμόνητε φίλε Δημήτρη,
Αν και μας προετοίμαζες για τη φυγή σου, άφησες ένα τεράστιο κενό στην ψυχή όσων σε γνώρισαν και σε αγάπησαν.
Ανέκαθεν ο άνθρωπος στεκόταν αμήχανος εμπρός στο θάνατο. Όσο και αν εμείς σε θέλαμε ζωντανό κοντά μας, ο μεγάλος Θεός άλλα βούλεται.
Κάθε άνθρωπος που φεύγει αφήνει ένα κενό και το κενό αυτό είναι περισσότερο αισθητό όταν αυτός που φεύγει δεν έμεινε και δεν πέρασε από τη ζωή απαρατήρητος.
Διψάει η ψυχή μας, μα όσο σκληρό και αν είναι, τη φωνή σου στα όνειρά μας θα την ακούμε και με τη φαντασία μας θα πλάθουμε τη μορφή σου.
Ήσουν ένας καλός φίλος με τον οποίο συζητώντας, μπορούσαμε να μοιραστούμε τις μεγαλύτερες χαρές και τους βαθύτερους φόβους μας, να εκμυστηρευτούμε τις χειρότερες αμαρτίες και τα επαναλαμβανόμενα λάθη μας, να μιλήσουμε για τις μεγαλύτερες ελπίδες και ίσως για τα πιο παράλογα όνειρά μας.
Είχες το προνόμιο να λες όσα πρέπει, όσο πρέπει και όταν πρέπει.
«Στον αγαπημένο φίλο Παναγιώτη, συνοδοιπόρο στη ζωή και την εκπαίδευση», γράφεις στην αφιέρωση ενός βιβλίου στη γιορτή μου. Στις λίγες αυτές λέξεις συμπεριέλαβες όλα τα συναισθήματά σου για τη φιλία μας. Γνωρισθήκαμε σε καιρούς χαλεπούς, όταν νεαρός απόφοιτος της ΣΕΛΕΤΕ, ήρθες στο σχολείο να αναλάβεις τα καθήκοντά σου, τα οποία εκτέλεσες με συνέπεια και αγάπη, μεταλαμπαδεύοντας στους μαθητές σου τις γνώσεις σου, γεγονός που σε έκανε σεβαστό και αγαπητό σε μαθητές και συναδέλφους.
Εκτιμώντας η Πολιτεία την προσφορά σου αυτή, σου ανέθεσε τον ευαίσθητο τομέα της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, στον οποίο υπηρέτησες με συνέπεια και ευθυκρισία, αντιμετωπίζοντας όλους τους συναδέλφους σου με αντικειμενικότητα αλλά κοντά στα προβλήματά τους, κάτι που αναγνωρίσθηκε από όλους. Γι’ αυτό και δεν κρύβω ότι και σε μένα και σε πολλούς άλλους φίλους σου προκάλεσε αλγεινή εντύπωση το γεγονός ότι οι αντικαταστάτες σου δεν είχαν να πουν δύο λόγια στην εκκλησία, παρά την παρουσία τους.
Ατύχησες στη ζωή. Νωρίς έχασες την αγαπημένη σου Καίτη και όπως πάντα μου έλεγες, στο όνομα των παιδιών σου δεν αποφάσισες να βάλεις μια άλλη σύντροφο στο πλευρό σου.
Το βαρύ εγκεφαλικό, που με δυσκολία ξεπέρασες, σε ανάγκασε να συνταξιοδοτηθείς και να αποχωρήσεις από την υπηρεσία, ενώ είχες πολλά ακόμη να προσφέρεις.
Πάνδημη η εξόδιος ακολουθία και η ταφή σου, έδειξε πόσο αγαπητός υπήρξες στην κοινωνία της Καβάλας και όχι μόνο αφού και από τη Μυτιλήνη ο τ. Διοικητής μας Νίκος Κουζινόγλου συγκλονίσθηκε στο άγγελμα του θανάτου σου.
Εγώ πάντως αγαπημένε φίλε, θα περιμένω να ανοίξεις την πόρτα του γραφείου, με το αφοπλιστικό σου χαμόγελο αισιοδοξίας και θα σε ψάχνω να πιούμε τον πρωινό μας καφέ, αναλισκόμενοι σε ατέρμονες συζητήσεις για τα δικά μας, για τον Ολυμπιακό και για την πολιτική.
Φίλε μου, είναι πολλά αυτά που η φιλία σου μου έδωσε όσο ήσουν στη ζωή αλλά και περισσότερα, πιστεύω, αυτά που μου στέρησες με τη φυγή σου.
Αιωνία σου η μνήμη.
Άς είναι ελαφρό το χώμα της Καβαλιώτικης γης που σε σκεπάζει.
Παναγιώτης Μαργαρίτης