Πολλαπλές οι «αναγνώσεις» του δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ. Σε πρώτο χρόνο, διακρίνω τις εξής τέσσερις :
Α) Το ποσοστό της αποχής, όσο μεγάλο κι αν ήταν, δεν επηρεάζει κατά κανέναν τρόπο τα όσα προβλέπονται γι’ αυτό το ζήτημα στη Συμφωνία των Πρεσπών. Η μόνη πρόβλεψη που υπάρχει στο σχετικό κείμενο, βρίσκεται στην παρ.4 (β, ii) του Άρθρου 2, όπου περιγράφονται οι προϋποθέσεις-όροι που πρέπει να εκπληρωθούν από την πΓΔΜ, ώστε η Ελλάδα να κυρώσει το πρωτόκολλο εισδοχής της χώρας στο ΝΑΤΟ. Ένας εξ αυτών των (δύο) όρων, προβλέπει ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος πρέπει απλά να συνάδει με τα όσα προβλέπονται στη Συμφωνία, να είναι δηλαδή θετικό (ο άλλος είναι η ολοκλήρωση των Συνταγματικών αλλαγών στην πΓΔΜ). Καμία αναφορά δηλαδή σε εγκυρότητα ή μη του δημοψηφίσματος.
Β) Η καθαρά πολιτική ανάγνωση του δημοψηφίσματος όπου άνετα μπορεί να διακρίνει κανείς την δύσκολη (τουλάχιστον) θέση στην οποία από σήμερα κιόλας βρίσκεται η κυβέρνηση Ζάεφ, τόσο έναντι του προέδρου της χώρας κ. Ιβάνοφ ο οποίος πρόσφατα, ακόμη και από το βήμα του ΟΗΕ, είχε καλέσει τους πολίτες της χώρας του να απέχουν, όσο και έναντι των ίδιων των πολιτών της πΓΔΜ, οι οποίοι είτε από αδιαφορία, είτε κατά συνείδηση απείχαν από την πολύ σημαντική αυτή διαδικασία.
Γ) Η εθνοτική προέλευση των ψηφοφόρων που συμμετείχαν στο δημοψήφισμα, παίζει τεράστιο ρόλο στην ανάγνωση του αποτελέσματός του. Διότι εάν αληθεύουν οι πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες στην πλειονότητά τους όσοι προσήλθαν στις κάλπες προέρχονται από την αλβανική μειονότητα, εκτός του ότι αυτό θα σήμαινε πως οι ψηφοφόροι αυτοί υπακούν «τυφλά» στις “παραινέσεις” του πρωθυπουργού της Αλβανίας κ. Ράμα, ο οποίος επέλεξε την ημέρα διεξαγωγής του δημοψηφίσματος για να παρέμβει καταλυτικά, όχι απλά προτρέποντας τους ομοεθνείς του να συμμετέχουν σε αυτό αλλά, προχωρώντας ένα βήμα πιο πέρα, να επισημάνει πως «…όποιος δεν λάβει μέρος ουσιαστικά απειλεί τις επόμενες γενεές», ταυτόχρονα όμως προοικονομεί, επισημαίνει ή και δημιουργεί τις συνθήκες εκείνες που είναι πιθανό να οδηγήσουν σε πολιτική (και όχι μόνο) αποσταθεροποίηση της χώρας, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει, τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την ευρύτερη περιοχή (Αλβανία, Κόσσοβο, Σερβία), σε χρόνο που οι κατευθυνόμενοι αυτοί ψηφοφόροι θα επιλέξουν, κατόπιν σχετικών «παραινέσεων», όπως αυτή του κ. Ράμα.
Δ) Η διπλή πολιτική ήττα. Τόσο οι επιλογές του κ. Ζάεφ και του ΥΠΕΞ του κ. Δημητρώφ, αλλά και της κυβέρνησης γενικότερα (η οποία στηρίζεται στη συμμετοχή των Αλβανικών κομμάτων σε αυτή), όσο και της Ε.Ε. αλλά και των Η.Π.Α., κορυφαίοι εκπρόσωποι των οποίων επισκέφθηκαν τη γειτονική χώρα για να στηρίξουν και να προωθήσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών, προτρέποντας ουσιαστικά τους πολίτες της χώρας, όχι απλά να συμμετέχουν αλλά και να στηρίξουν με τη θετική τους ψήφο το ερώτημα του δημοψηφίσματος, ηττήθηκαν με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο. Και αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι κάτι που δεν πρόκειται να «ξεχαστεί» από τους Δυτικούς συμμάχους, όσον αφορά το πολιτικό μέλλον του κ. Ζάεφ.
Σε κάθε περίπτωση, επιβεβαιώνεται το γεγονός ότι η ύπαρξη και μόνο αυτού του κειμένου της «Συμφωνίας», δημιουργεί καταστάσεις στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, από τις οποίες η χώρας μας δε μένει ανεπηρέαστη.