Αυτή η διαφορά μεταξύ της μητρίδας-matria και της πατρίδας μας θυμίζει αυτό που έγραψαν οι ζαπατίστας στην Έκτη αυτόν τον ιανουάριο, δηλαδή ότι όλες οι προσπάθειες ομοιογένειας έχουν κάτι το φασιστικό. Μια δήλωση που μας φαίνεται ότι υπερβαίνει την απλή ταφή του λενινισμού. Σε θεωρητικό επίπεδο, αυτό έχει συζητηθεί και στην Ευρώπη, τοποθετώντας τη διαφορά μεταξύ των θεωρητικών κατηγοριών λαού και πληθώρας. Ο θεωρητικός λόγος λοιπόν αντικατόπτριζε τον ζαπατιστατικό λόγο της «μη ενότητας», μιας πληθυντικής μορφής οργάνωσης, που όμως, εκ των πραγμάτων, δεν ασκείται ποτέ. Μας φαίνεται, επομένως, ότι η αίσθηση πως «όλες οι προσπάθειες να επαναφέρουμε την «ομοιογένεια» είναι φασιστικές» υποδηλώνει άλλες μορφές οργάνωσης όλες να επινοηθούν…
Η μορφή με την οποία θα εξέφραζα αυτή την έννοια δεν είναι μια έκφραση των ζαπατίστας αλλά του ισπανού ποιητή Machado: η λέξη «μάζα», παρόλο που έχει μια ριζοσπαστική απήχηση, έχει μια εκκλησιαστική και αστική προέλευση. Οι άνδρες και οι γυναίκες δεν μπορούν να είναι μάζα. Οι μάζες αποτελούνται από ομοιογενή άτομα, μια μάζα μπορεί να υπάρχει εάν πρόκειται να μας πυροβολήσουν, να μας ελέγξουν και να μας χειραγωγήσουν. Η ενότητα, επομένως, είναι η ενότητα της μάζας που σχηματίζεται από ομοιογενή άτομα. Αυτά τα ομοιογενή άτομα δεν μπορούν να οργανωθούν από μόνα τους, υπάρχει κάποιος που πρέπει να τα οργανώσει. Από αυτή την ιδέα της ενότητας προκύπτει γενικά μια φασιστική μορφή αυταρχικού ελέγχου, επειδή οι άνθρωποι θεωρούνται ανίκανοι να οργανωθούν αυτόνομα. Πρέπει να υπάρχει μια ιδεολογία, μια εξωτερική δύναμη. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει τρόπος για μια ομάδα από μπάλες μπιλιάρδου να κρατηθεί σε ισορροπία, πρέπει να την κρατάω εγώ με τα χέρια για να διατηρήσω τη δομή. Οι μπάλες του μπιλιάρδου, ομοιογενή άτομα, δεν μπορούν να μείνουν ενωμένες μόνες τους. Με όρους που ακούγονται πολύ πιο οικείοι στην κλασική αριστερά, μπορούμε να πούμε: «η οργάνωση των εργαζομένων». Αν αναγάγουμε τον καθένα μας σε μια πτυχή της πραγματικότητάς μας, που είναι αυτή του να είμαστε εργαζόμενοι σε μια εταιρεία, να έχουμε μια απασχόληση, μεταμορφωνόμαστε σε ομοιογενή άτομα, τα οποία αποτελούν μια οργανωμένη μάζα, η οποία πρέπει επομένως να είναι ενωμένη. Οι ζαπατίστας παραβιάζουν αυτή την αρχή. Εμείς συνεχίζουμε να είμαστε πρόσωπα, να είμαστε αυτό που είμαστε. Και από εδώ, από το να είμαστε διαφορετικοί, μπορούμε να οργανωθούμε και να αρθρώσουμε τον εαυτό μας με άλλους τρόπους. Μας δείχνουν πώς αυτή η κατασκευή πηγαίνει από κάτω προς τα πάνω, οι άνθρωποι συνεχίζουν να είναι διαφορετικοί ακόμα κι αν διατηρούνται οργανωμένοι αυτόνομα. Και αυτό απαιτεί νέες οργανωτικές μορφές για να φτάσουν σε μεγαλύτερη κλίμακα. Δίνεται ένα παράδειγμα, με πρωτοβουλία των ζαπατίστας, κατά τη διάρκεια του Εθνικού Φόρουμ των Αυτόχθονων Λαών τον ιανουάριο του 1996 il Forum Nazionale dei Popoli Indigeni nel gennaio del 1996. Ήταν η τελευταία μέρα, αφού είχαμε πάρει μέρος σε μια υπέροχη συνάντηση. Ήταν η πρώτη φορά μετά σε 500 χρόνια που οι αυτόχθονες πληθυσμοί του Μεξικού συγκεντρώθηκαν με δική τους πρωτοβουλία. Ήταν μια ανακάλυψη για αυτούς: έβρισκες ξανά τους Tzotzil, ανακάλυπτες τον Tarahumara, τους Yaquis που συναντιούνταν για πρώτη φορά με τους Ζαποτέκους της Οαχάκα. Δεν γνώριζαν καν για την αμοιβαία ύπαρξη, ενώ εκεί γνωρίστηκαν, δέθηκαν, συνάντησαν τεράστιες ευκαιρίες για σχέσεις και ενότητα. Ωστόσο, την τελευταία μέρα, όταν προέκυψε το ερώτημα του πώς να ενωθούν, πώς να συνεχίσουν αφού τελειώσει το Φόρουμ, όλες οι προτάσεις έπεσαν στο κενό. Έλεγαν: «Όχι, δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, μια επιτροπή, μια οργάνωση, δεν είναι ένα κόμμα, με αυτό τον τρόπο θα καταλήξουμε να γραφειοκρατικοποιηθούμε και θα είναι για μια άλλη φορά ως συνήθως» κ.λπ. Στις δύο τα ξημερώματα, οι ζαπατίστας είπαν: «Μετά από δέκα ώρες συζήτησης σας ζητάμε μια ψήφο εμπιστοσύνης και αφήστε σε εμάς να καταλάβουμε πώς θα τακτοποιήσουμε τα πάντα». Αυτό που έκαναν ήταν … να μην ρυθμίσουν τίποτα, αλλά να ζητήσουν από μια επιτροπή ανθρώπων να καλέσουν άλλους ανθρώπους για να αρχίσουν να σκέφτονται τι να κάνουν, μέχρι που δημιουργήθηκε το Εθνικό Κογκρέσο Ιθαγενών. Ένα λήμμα του Συνεδρίου των Ιθαγενών, πολύ σημαντικό και που καθόρισε τη νέα μορφή διάρθρωσης χωρίς την ενότητα ή τη μάζα, είναι η αρχή που αναμφίβολα προέκυψε από τους αγώνες στην Οαχάκα: είμαστε δίκτυο όταν είμαστε χωρισμένοι, είμαστε συνέλευση όταν είμαστε μαζί. Και αυτή είναι μια αρχή που υπάρχει και στον ζαπατισμό. Σημαίνει ότι άνθρωποι που προέρχονται από τις κοινότητες, γηγενείς ομάδες διασκορπισμένες σε όλη τη Χώρα, που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχουν Διαδίκτυο και που την επικοινωνία την κάνουν επάνω στα γαϊδούρια, από τη μια διατηρούν την αυτονομία τους και συνεχίζουν να είναι αυτό που είναι (Tarahumara, Yaquis, Zapotechi) και, από την άλλη, συναντιούνται περιοδικά δίνοντας ζωή σε μια περιστασιακή, παροδική ένωση και στην οποία σχετίζονται ως συνέλευση. Και σε αυτή τη συνέλευση παίρνουν συμφωνίες και αποφάσεις.
Θα ήθελα να αναφέρω ένα ανέκδοτο που έχω διηγηθεί πολλές φορές γιατί με εντυπωσιάζει πολύ και αντανακλά μια νέα πολιτική θεωρία. Πριν από είκοσι χρόνια υπήρξε, εδώ στην Οαχάκα, ένας υποψήφιος κυβερνήτης που ήταν ένας Mixtec, ένας μιγάς. Την ημέρα που επρόκειτο να ξεκινήσει η πολιτική του εκστρατεία, προσκάλεσε τους εκπροσώπους των δεκαπέντε αυτόχθονων πληθυσμών της πολιτείας της Οαχάκα να πραγματοποιήσουν μια τελετή για την έναρξη της εκστρατείας. Σε μια μεγάλη αίθουσα υπήρχαν οι εκπρόσωποι των 15 λαών. Για δέκα ώρες ακούγαμε τον καθένα να μιλάει στη μητρική του γλώσσα, χωρίς μετάφραση. Στην Οαχάκα υπάρχουν εκείνοι που μιλούν μία, δύο, τρεις, τέσσερις γλώσσες, αλλά κανείς δεν μιλά δεκαπέντε γλώσσες. Οπότε ήταν τρομερό να ακούς δέκα ώρες χωρίς να μπορείς να καταλάβεις τίποτα, κυριολεκτικά δεν ξέραμε τι έλεγαν. Έτσι, τη δέκατη ώρα, ένας πολύ ηλικιωμένος άντρας, επιλεγμένος από αυτούς, διέσχισε όλη τη μεγάλη αίθουσα και όταν πλησίασε τον υποψήφιο είπε: «Θέλουμε να είσαι για εμάς σαν τη σκιά ενός δέντρου». Τίποτα άλλο. Εγώ ήμουν εντελώς μπερδεμένος, αποσβολωμένος, όπως όλοι. Έτρεξα στους φίλους μου και ρώτησα ποιο ήταν το νόημα όλης αυτής της τελετουργίας όταν τελικά είχαν την ευκαιρία να πουν στον υποψήφιο τις προτάσεις τους, τα σχέδιά τους και να κάνουν τις ερωτήσεις τους. Έμειναν έκπληκτοι με το ξάφνιασμα μου και είπαν ότι το μήνυμα ήταν πολύ απλό. Το πρώτο μέρος χρησίμευε για να πει: «Δεν μπορείς να κατανοήσεις τη γλώσσα μας που είναι η υπέρτατη έκφραση του πολιτισμού μας. Εάν για να μιλήσεις μαζί μας πρέπει να χρησιμοποιήσεις τα ισπανικά που είναι η γλώσσα των αποικιστών, δεν μπορείς σοβαρά να έχεις την απαίτηση να μας κυβερνήσεις μιας και δεν μπορείς να μας καταλάβεις”. Ήθελαν να του δείξουν, επί δέκα ώρες, ότι δεν μπορούσε να τους κατανοήσει και άρα, πολύ περισσότερο, να τους κυβερνήσει. Το δεύτερο μήνυμα ήταν επίσης πολύ απλό: «Αυτή δεν είναι μια εξέγερση. Θέλουμε έναν κυβερνήτη, κατά προτίμηση ιθαγενή, αλλά τον θέλουμε μιας διαφορετικής κυβέρνησης, όχι κάποιον που θέλει να μας κυβερνά όλη μέρα ακόμα και παρά τη θέλησή μας. Πρέπει να είναι ένας κυβερνήτης στερεωμένος σε ένα τόπο, σαν ένα δέντρο ακριβώς, που έχει τις ρίζες του στο λαό και που – αν δυσκολευόμαστε, αν περνάμε μια κρίση, ή αν υπάρχει ξηρασία, αν γίνει σεισμός κι αν μαλώνουμε μεταξύ μας – να ξέρει να μας προσφέρει προστασία όπως σου προσφέρει η σκιά ενός δέντρου. Μου φαίνεται μια καλή πολιτική θεωρία. Δεν είναι θέμα κλεισίματος στο επίπεδο της κοινότητας, μπορεί κανείς να διαρθρωθεί σε όλη τη μεξικανική μήτρα- matria-μητρίδα, αλλά χωρίς μια γραφειοκρατική εξουσία που να ελέγχει, χωρίς υποτιθέμενους εκπροσώπους που δεν εκπροσωπούν. Μπορούμε, επομένως, να έχουμε χώρους για να πραγματοποιούμε μια συνέλευση και όπου μπορούμε να συμφωνήσουμε για αποφάσεις, καθώς και μια δομή, είπαν, που να μας προσφέρει προστασία όταν αυτή μας λείπει. Είναι μια διαφορετική ιδέα της διακυβέρνησης, μια ιδέα νομικής και πολιτικής δομής διαφορετικής από αυτή των Εθνών- Κρατών σε όλες τις προηγούμενες μορφές.
Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος comune.info