Του Νικολάου Τσιλογεώργη
Στις 14-5-2017 πραγματοποιήθηκε στο Λιμένα της Θάσου ημερίδα με θέμα: «Τα εμπράγματα δικαιώματα των Θασίων». Οι ανακοινώσεις που έγιναν παρουσιάζουν ενδιαφέρον, γιατί λύνουν διάφορα νομικά ζητήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή της προσαρμοσμένης στο ελληνικό δίκαιο οθωμανικής νομοθεσίας. Ο επίτιμος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αναστάσιος Καπόλλας αναφέρθηκε στους αγώνες των Θασίων για την κυριότητα των δασών του νησιού κατά των Αιγυπτίων, των Τούρκων και του Ελληνικού Δημοσίου, που κατέληξαν σε δικαίωση των κατοίκων με δικαστικές αποφάσεις των ετών 1929-1930. Έτσι 170.000 στρέμματα δασικής γης περιήλθαν στην κυριότητα των κοινοτήτων της Θάσου. Στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των δασών και των παραλιών της Θάσου κατά την τουρκοκρατία αναφέρθηκε και ο δήμαρχος Θάσου Κώστας Χατζηεμμανουήλ, ενώ ο επίτιμος αρεοπαγίτης Χαράλαμπος Αντωνιάδης παρουσίασε το θέμα του που είχε ως τίτλο: «Νομολογία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Θάσου».
Μετά από ένα σύντομο διάλειμμα ο ομότιμος καθηγητής του Α.Π.Θ. αναφέρθηκε στη νομοποιητική ισχύ των ιδιωτικών πωλητηρίων εγγράφων στη Θάσο κατά την τουρκοκρατία. Ακολούθησε η ανακοίνωση του επίτιμου προέδρου εφετών Λάζαρου Κοεμτζόπουλου, ο οποίος αναφέρθηκε στις επιδράσεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου στο οθωμανικό δίκαιο. Στη συνέχεια ο ιστορικός Κων/νος Χιόνης υποστήριξε την ανάγκη της υπαγωγής της Θάσου στις μη δορυάλωτες περιοχές, ώστε να συμπεριλάβει ο νόμος και τις περιοχές που παραλείφθηκαν από άγνοια του νομοθέτη και να είναι σύμφωνος με την ιστορική πραγματικότητα.
Στην απογευματινή συνεδρίαση έγιναν τέσσερις ανακοινώσεις. Η πρωτοδίκης Μαριάννα Τσεγγελίδου αναφέρθηκε στην αναφορά που υπέβαλε ο Δ. Κλωνάρης στον πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο και υπουργό Εξωτερικών Λάμπρο Κορομηλά, που αποδείκνυε ότι αφού καταργήθηκε η τουρκική εξουσία στη Θάσο, άρα καταργήθηκε και το Βακούφι, το οποίο δημιουργήθηκε με την έγκριση της τουρκικής αρχής. Ακολούθησε η ανακοίνωση του δικηγόρου Παύλου Στεφάνου με θέμα: «Η κατ’ έθος κτήση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στη μη δορυάλωτη Θάσο». Και η ημερίδα έκλεισε με τις ανακοινώσεις του δικηγόρου Δημητρίου Πανάρετου και της ειρηνοδίκου Φανής Παλαμιδά με θέματα που είχαν ως τίτλους: «Η συνθήκη Αθηνών-Αγκύρας και το ιδιοκτησιακό καθεστώς της Θάσου» και «Η οργάνωση του φορολογικού συστήματος στη Θάσο κατά την τουρκοκρατία».
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα όσα υποστήριξε ο κ. Κων/νος Χιόνης για τη χρησικτησία, σχετικά με την οποία μερικές δικαστικές αποφάσεις αποφαίνονται ότι ήταν άγνωστη στις Νέες Χώρες. Με αδιάσειστα στοιχεία ο κος Χιόνης απέδειξε ότι η χρησικτησία ήταν γνωστή στην οθωμανική νομοθεσία, αφού στο Νόμο περί Γαιών, στο άρθρο 78 ρητά αναφέρεται: «Εάν τις εξουσιάση και καλλιεργήση επί δέκα έτη άνευ αμφισβητήσεως δημοσίας και αφιερωμένας γαίας, αποκτά δικαίωμα χρησικτησίας και είτε ο εξουσιάζων κατέχει έγκυρον τίτλον, είτε αν στερείται παντάπασι τοιούτου…». Στον ίδιο νόμο ορίζεται με το άρθρο 20 ότι οι αγωγές περί γαιών παραγράφονται μετά δεκαετία. Σε σχολιασμό τους μάλιστα οι μεταφραστές του νόμου περί γαιών αναφέρουν το 1915 ότι «η δεκαετής αύτη αποσβεστική παραγραφή ισχύει μόνον επί των δημοσίων γαιών και της τοιαύτης εξομοιουμένων μη κυρίως βακουφικών τοιούτων, ενώ επί των ιδιοκτήτων γαιών η παραγραφή είναι δεκαπενταετής (βλ. άρθρα Οθωμ. ΑΚ 1660-1675). Στη χρησικτησία αναφέρεται και το άρθρο 3, σημείωση 1, όπου σημειώνεται ότι οι «εξουσιάζοντες λόγω χρησικτησίας γαίας δημοσίας, πιστοποιούντες το εν λόγω δικαίωμά των λαμβάνουσι τίτλον ιδιοκτησίας καταβάλλοντες τέλος 5% επί της αξίας αυτών».
Δεν υπάρχει παραγραφή κατά το άρθρο 102 του νόμου περί γαιών μόνο σε γαίες που αφέθηκαν για κοινή χρήση των κατοίκων μιας κοινότητας, όπως είναι τα δάση, τα δασύλλια, οι δημόσιοι δρόμοι, οι πλατείες, οι τόποι πανηγύρεων και αγορών κ.ο.κ.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμιά αμφιβολία ότι η χρησικτησία ήταν γνωστή στην οθωμανική νομοθεσία και εφαρμοζόταν από το 18ο αιώνα, όπως προκύπτει και από αποφάσεις του Ιεροδικείου Θάσου που αναφέρουν μακροχρόνιες παραγραφές που δηλούνται με τους όρους «αρχαιόθεν», «παλαιόθεν», «από αρχαιοτάτων χρόνων» κ.ο.κ. Χαρακτηριστικό είναι το φιρμάνι του Σελίμ Γ΄, που εκδόθηκε το Δεκέμβριο του 1791 και απευθύνεται στον ιεροδίκη Θάσου, όπου γίνεται χρήση των όρων της τριακονταετίας και της δεκαετίας. Ο σουλτάνος δίνει εντολή στον ιεροδίκη να επιληφθεί και να εκδικάσει την υπόθεση που αφορά τους Καστρινούς, οι οποίοι παραπονέθηκαν κατά των Θεολογιτών. Υπενθυμίζει σ’ αυτόν ότι «απαγορεύεται η εκδίκασις υποθέσεων τοιούτων επί γαιών, εφ’ ων παρήλθε δεκαετία. Προ παντός δε ούτοι τας εγκατέλειψαν ακαλλιεργήτους και παρήλθον τριάκοντα έτη. Εις το εξής μη επιτρέψης εις ουδένα να δημιουργή ζητήματα κατά παράβασιν του νόμου και της αυτοκρατορικής διαταγής μου». Τα φιρμάνια αυτά οδήγησαν τον καθηγητή της Νομικής Σχολής Χαράλαμπο Παπαστάθη να υποστηρίξει ότι ο θεσμός της χρησικτησίας κατά το βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο ήταν σε χρήση στη Θάσο, προφανώς λόγω των εθίμων που διατηρήθηκαν και κατά την τουρκοκρατία. Η παραγραφή των 10 ή 15 ετών, κατά το Χαράλαμπο Παπαστάθη, προϋποθέτει άσκηση χρησικτησίας, γεγονός που αποδέχεται και ο Κων/νος Βαβούσκος. Άλλωστε η χρησικτησία της τριακονταετίας που συναντάται στη Θάσο ή της οθωμανικής παραγραφής των 10 ή 15 χρόνων, που αναφέρεται στο νόμο περί γαιών ή στον οθωμανικό ΑΚ, γίνεται νεότερα εικοσαετία, όπως προκύπτει από απόφαση του Πρωτοδικείου Θάσου του έτους 1900, που διαλαμβάνει στο διατακτικό της: «Επειδή αι μαρτυρικαί καταθέσεις των προσαχθέντων μαρτύρων δεν απεδείχθησαν επαρκείς προς απόδειξιν του ισχυρισμού του ότι από εικοσαετίας κατέχει και καλλιεργεί ανενοχλήτως τον ρηθέντα βοσκότοπον».
Αναμφίβολα, λοιπόν, οι δύο έννοιες, ήτοι η παραγραφή και η χρησικτησία, είναι αλληλένδετες και δεν μπορεί να υπάρξει η μια χωρίς την άλλη. Μόνο στις γαίες που παραχωρήθηκαν στις κοινότητες για κοινή χρήση, μπορούσε να υπάρξει χρησικτησία, χωρίς να επέρχεται παραγραφή, ενώ στις άλλες δημόσιες γαίες και στις ιδιωτικές η παραγραφή ήταν προϋπόθεση της χρησικτησίας. Τούτο, μάλιστα, επιβεβαιώνεται και από το σχολιασμό των μεταφραστών του νόμου περί γαιών, οι οποίοι αναφέρουν στο άρθρο 20 περί παραγραφής ότι στις εκτάσεις κοινής χρήσης των κατοίκων χωρίου ή κωμόπολης «ως δεν χωρεί παραγραφή, ούτω και χρησικτησία δεν χωρεί», ενώ σε σχολιασμό του άρθρου 102 βεβαιώνουν ότι οι δημόσιες γαίες, που κατέχονται από ιδιώτες με ταπιά, υπόκεινται σε παραγραφή και χρησικτησία. Το ότι οι δύο έννοιες έχουν αλληλεξάρτηση συμμερίζεται και ανώτατος δικαστικός λειτουργός, ο οποίος στην από 27-7-2016 επιστολή του αναφέρει: «αν ίσχυε και αν είχε εφαρμογή στη Θάσο επί τουρκοαιγυπτιακής κυριαρχίας ο θεσμός της χρησικτησίας, ίσως είναι χρήσιμο να σημειωθεί ότι η τότε ύπαρξη και εφαρμογή της δεκαετούς παραγραφής μπορεί να θεωρηθεί ως ισχυρή θετική ένδειξη και για την ισχύ και εφαρμογή του θεσμού της χρησικτησίας, μόνο αν η δεκαετής παραγραφή είχε τότε όμοιο περιεχόμενο και όμοιες έννομες συνέπειες με την χρησικτησία». Και ασφαλώς είχαν, αφού η παραγραφή προϋπόθετε χρησικτησία. Χωρίς χρησικτησία δεν μπορούσε να υπάρξει παραγραφή. Άλλωστε η κοινή λογική υπαγορεύει ότι η νομή και η κατοχή των άρθρων 1660 και εξής του οθωμανικού ΑΚ προϋποθέτει χρήση, γιατί χωρίς χρήση δεν μπορεί να υπάρξει νομή. Τούτο επιβεβαιωνόταν και από το Θασιακό ΑΚ του 1873 που παραχωρήθηκε σε φωτοτυπία στον Κ. Βαβούσκο για να τον χρησιμοποιήσει σε μια ανακοίνωσή του, αλλά έκτοτε χάθηκε, όπως χάθηκε και το πρωτότυπό του που φυλασσόταν στο Ιμαρέτ Καβάλας. Οι παραπάνω ανακοινώσεις θα δημοσιευθούν πλήρεις στο 19ο τόμο των Θασιακών.